Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άρθρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άρθρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 9 Απριλίου 2019

Γιατί μαλώνουν; Γιατί δε μπορούν να παίξουν αγαπημένα; Είναι ερωτήματα που σας τυραννάνε και σας στεναχωρούν.
Τα αδερφικά καβγαδάκια είναι πολύ συχνά μέσα στο σπίτι… Πόσες φορές έχετε κάνει το διαιτητή για να λύσετε μια διαφωνία και να παρέμβετε σε έναν τσακωμό τους; 
Όλα τα αδερφάκια μαλώνουν για πολλούς και διάφορους λόγους αλλά σχεδόν πάντα μετά από λίγο συμπεριφέρονται σαν να μην έγινε απολύτως τίποτα και συνεχίζουν να παίζουν πάλι μαζί και να γελάνε. Γιατί μαλώνουν; 
Μερικές από τις αιτίες είναι: 
-Η έλλειψη της αποκλειστικότητας των γονιών 
-Η στέρηση συναισθηματικής κάλυψης 
-Η αλλαγή στη στάση των γονιών 
-Η σύγκριση ανάμεσα στα παιδιά 
-Η άρνηση για μοίρασμα 
7 τρόποι για να διαχειριστείτε την κατάσταση: 
Προσπαθήστε να κρατήστε τη θέση του διαμεσολαβητή και όχι του δικαστή.
Όταν ξεκινήσει ο καβγάς είναι προτιμότερο να μην επεμβαίνετε αμέσως, μήπως μπορέσουν να λύσουν τη διαφωνία τους μόνα τους.
Αν ο καβγάς δε σταματάει η πρώτη αντίδραση είναι να τα χωρίσετε για να προστατέψετε τη σωματική τους ακεραιότητα. Και αυτή η αντίδραση είναι πολύ σωστή. Κατά τη διάρκεια του καβγά ξεχάστε τις απειλές και τις φωνές και προσπαθήστε να τους δώσετε να καταλάβουν ήρεμα τις επιπτώσεις των πράξεών τους και προτείνετε εναλλακτικές λύσεις για να λύσουν τη διαφωνία τους.
Αν και πάλι σας αγνοήσουν προσπαθήστε τουλάχιστον να τα απομακρύνεται και όταν ηρεμήσουν μιλήστε τους ήρεμα και απόλυτα χωρίς να προσπαθείτε να πάρετε εξηγήσεις. 
Προσπαθήστε να μη πάρετε το μέρος κανενός.
Μην κάνετε τον κριτή αναζητώντας ποιος φταίει, ποιος ξεκίνησε τον καβγά και μην προσπαθήσετε να ορίσετε ποιος είναι ο ένοχος και ποιος ο αθώος. 
Οι περισσότεροι γονείς συνήθως παίρνουν το μέρος του μικρότερου γιατί νιώθουν πως έχει περισσότερο ανάγκη από προστασία. Αυτή είναι μια τελείως λάθος τακτική. Παραμείνετε ήρεμοι και αντικειμενικοί και εξηγήστε τους πως με τον τρόπο αυτό δε κερδίζει και δε καταφέρνει κανένας τίποτα.
Ποτέ μη χαρακτηρίσετε τα παιδιά σας.
Είναι σαν να βάζετε μέτρο σύγκρισης μεταξύ τους, εξυψώνοντας το ένα παιδί και μειώνοντας το άλλο. Κάτι τέτοιο έχει πολύ σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχολογία τους, ακόμα και αν εσείς δεν έχετε κακή πρόθεση.
Αφήστε το δίδαγμα για αργότερα.
Την ώρα του καβγά κανένας δεν είναι έτοιμος να ακούσει συμβουλές. Αφήστε λοιπόν τις νουθεσίες και τα διδάγματα για αργότερα.
Ηρεμήστε τα πνεύματα με χιούμορ.
Δείξτε τους εκείνη τη στιγμή πώς θα μπορούσε ο καθένας να κάνει μια υποχώρηση ή να πει κάτι με πιο ήρεμο τρόπο, χρησιμοποιώντας ακόμα και χιούμορ. Το χιούμορ βοηθά στην εκτόνωση της κατάστασης και αποδυναμώνει την ένταση του καβγά.
Ορίστε ξεκάθαρους κανόνες που θα τηρείτε κάθε φορά.
Οι κανόνες αυτοί πρέπει να είναι και για τα 2 παιδάκια ισάξιοι. Ότι δηλαδή ισχύει για το ένα παιδί να ισχύει και για το άλλο. Όταν εκείνα θα έχουν ηρεμήσει συζητήστε και προτείνετε λύσεις και στρατηγικές που πρέπει να ακολουθούν σε περίπτωση καβγά.
Με άλλα λόγια υποδείξτε τους πως πρέπει να συμπεριφέρονται και να λειτουργούν. Αναφέρεται ότι το ξύλο απαγορεύεται κατηγορηματικά και υποδείξτε τρόπους για να μάθουν να διαχειρίζονται το θυμό τους. Τέλος ορίστε μια τιμωρία και προειδοποιήστε τα ότι θα ισχύει σε κάθε περίπτωση που ακολουθήσουν τον απαγορευμένο τρόπο του ξύλου. 
Βοηθήστε τα να μάθουν να συνεργάζονται και να παίζουν μαζί.
Ένας καλός τρόπος είναι να τα προμηθεύσετε με παιχνίδια και να προσπαθείτε να τους προσφέρετε δραστηριότητες που έχετε παρατηρήσει ότι αρέσουν και στα δύο. 
Παίξτε μαζί τους διακριτικά αποφεύγοντας να δίνετε εντολές για τον τρόπο που θα παίζουν και απομακρυνθείτε όταν αντιληφθείτε ότι παίζουν αρμονικά και μπορούν να συνεργάζονται χωρίς τη βοήθεια σας.
Πηγή: mammyland


Πως να διαχειριστούμε τους αδερφικούς καυγάδες

Γιατί μαλώνουν; Γιατί δε μπορούν να παίξουν αγαπημένα; Είναι ερωτήματα που σας τυραννάνε και σας στεναχωρούν.
Τα αδερφικά καβγαδάκια είναι πολύ συχνά μέσα στο σπίτι… Πόσες φορές έχετε κάνει το διαιτητή για να λύσετε μια διαφωνία και να παρέμβετε σε έναν τσακωμό τους; 
Όλα τα αδερφάκια μαλώνουν για πολλούς και διάφορους λόγους αλλά σχεδόν πάντα μετά από λίγο συμπεριφέρονται σαν να μην έγινε απολύτως τίποτα και συνεχίζουν να παίζουν πάλι μαζί και να γελάνε. Γιατί μαλώνουν; 
Μερικές από τις αιτίες είναι: 
-Η έλλειψη της αποκλειστικότητας των γονιών 
-Η στέρηση συναισθηματικής κάλυψης 
-Η αλλαγή στη στάση των γονιών 
-Η σύγκριση ανάμεσα στα παιδιά 
-Η άρνηση για μοίρασμα 
7 τρόποι για να διαχειριστείτε την κατάσταση: 
Προσπαθήστε να κρατήστε τη θέση του διαμεσολαβητή και όχι του δικαστή.
Όταν ξεκινήσει ο καβγάς είναι προτιμότερο να μην επεμβαίνετε αμέσως, μήπως μπορέσουν να λύσουν τη διαφωνία τους μόνα τους.
Αν ο καβγάς δε σταματάει η πρώτη αντίδραση είναι να τα χωρίσετε για να προστατέψετε τη σωματική τους ακεραιότητα. Και αυτή η αντίδραση είναι πολύ σωστή. Κατά τη διάρκεια του καβγά ξεχάστε τις απειλές και τις φωνές και προσπαθήστε να τους δώσετε να καταλάβουν ήρεμα τις επιπτώσεις των πράξεών τους και προτείνετε εναλλακτικές λύσεις για να λύσουν τη διαφωνία τους.
Αν και πάλι σας αγνοήσουν προσπαθήστε τουλάχιστον να τα απομακρύνεται και όταν ηρεμήσουν μιλήστε τους ήρεμα και απόλυτα χωρίς να προσπαθείτε να πάρετε εξηγήσεις. 
Προσπαθήστε να μη πάρετε το μέρος κανενός.
Μην κάνετε τον κριτή αναζητώντας ποιος φταίει, ποιος ξεκίνησε τον καβγά και μην προσπαθήσετε να ορίσετε ποιος είναι ο ένοχος και ποιος ο αθώος. 
Οι περισσότεροι γονείς συνήθως παίρνουν το μέρος του μικρότερου γιατί νιώθουν πως έχει περισσότερο ανάγκη από προστασία. Αυτή είναι μια τελείως λάθος τακτική. Παραμείνετε ήρεμοι και αντικειμενικοί και εξηγήστε τους πως με τον τρόπο αυτό δε κερδίζει και δε καταφέρνει κανένας τίποτα.
Ποτέ μη χαρακτηρίσετε τα παιδιά σας.
Είναι σαν να βάζετε μέτρο σύγκρισης μεταξύ τους, εξυψώνοντας το ένα παιδί και μειώνοντας το άλλο. Κάτι τέτοιο έχει πολύ σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχολογία τους, ακόμα και αν εσείς δεν έχετε κακή πρόθεση.
Αφήστε το δίδαγμα για αργότερα.
Την ώρα του καβγά κανένας δεν είναι έτοιμος να ακούσει συμβουλές. Αφήστε λοιπόν τις νουθεσίες και τα διδάγματα για αργότερα.
Ηρεμήστε τα πνεύματα με χιούμορ.
Δείξτε τους εκείνη τη στιγμή πώς θα μπορούσε ο καθένας να κάνει μια υποχώρηση ή να πει κάτι με πιο ήρεμο τρόπο, χρησιμοποιώντας ακόμα και χιούμορ. Το χιούμορ βοηθά στην εκτόνωση της κατάστασης και αποδυναμώνει την ένταση του καβγά.
Ορίστε ξεκάθαρους κανόνες που θα τηρείτε κάθε φορά.
Οι κανόνες αυτοί πρέπει να είναι και για τα 2 παιδάκια ισάξιοι. Ότι δηλαδή ισχύει για το ένα παιδί να ισχύει και για το άλλο. Όταν εκείνα θα έχουν ηρεμήσει συζητήστε και προτείνετε λύσεις και στρατηγικές που πρέπει να ακολουθούν σε περίπτωση καβγά.
Με άλλα λόγια υποδείξτε τους πως πρέπει να συμπεριφέρονται και να λειτουργούν. Αναφέρεται ότι το ξύλο απαγορεύεται κατηγορηματικά και υποδείξτε τρόπους για να μάθουν να διαχειρίζονται το θυμό τους. Τέλος ορίστε μια τιμωρία και προειδοποιήστε τα ότι θα ισχύει σε κάθε περίπτωση που ακολουθήσουν τον απαγορευμένο τρόπο του ξύλου. 
Βοηθήστε τα να μάθουν να συνεργάζονται και να παίζουν μαζί.
Ένας καλός τρόπος είναι να τα προμηθεύσετε με παιχνίδια και να προσπαθείτε να τους προσφέρετε δραστηριότητες που έχετε παρατηρήσει ότι αρέσουν και στα δύο. 
Παίξτε μαζί τους διακριτικά αποφεύγοντας να δίνετε εντολές για τον τρόπο που θα παίζουν και απομακρυνθείτε όταν αντιληφθείτε ότι παίζουν αρμονικά και μπορούν να συνεργάζονται χωρίς τη βοήθεια σας.
Πηγή: mammyland


Η παραβατικότητα ξεκινάει από την παιδική ηλικία.
Τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε ο αριθμός των παιδιών που διαπράττουν αδικήματα κατά την παιδική ηλικία. 
Έρευνες αναφέρουν πως όσο πιο νωρίς ένα παιδί αρχίζει να διαπράττει αδικήματα τόσο πιο απαισιόδοξη θα είναι η πρόβλεψη για την κοινωνική του συμπεριφορά. Το 60% των παραπτωματικών εφήβων δηλώνει ότι το πρώτο τους αδίκημα έγινε πριν την ηλικία των 10 ετών. 
Υπάρχουν δύο περιπτώσεις προπαραπτωματικών παιδιών, το παιδί που κλέβει και το παιδί που το σκάσει από το σχολείο. 
Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθώ με το παιδί που κλέβει. Η κλοπή μικρής κλίμακας αφορά συνήθως τις ηλικίες 9-10 ετών και συνεχίζεται ως την ηλικία των 14-15. 
Ενώ ο δεύτερος κύκλος που περιλαμβάνει συμπεριφορές όπως αλητεία, βία, παράνομη οδήγηση αυτοκινήτων αρχίζει συνήθως στις ηλικίες των 15-16 ετών και συνεχίζεται ως τα 18-19 ετών. 
Ένα παιδί χαρακτηρίζεται ως προ-παραπτωματικό αν κλέβει κατεξακολούθηση και αν η κλεψιά εντάσσεται στα πλαίσια της παρέας ως συνήθεια. 
Τα παιδιά ενδείκνυται να γνωρίζουν πως δεν είναι σωστό να κλέβουν ωστόσο  την έννοια της κλεψιάς την αντιλαμβάνονται διαφορετικά ανάλογα με την ηλικία που βρίσκονται. 
Κάποια παιδιά κλέβουν για να ξεγελάσουν πρόσωπα που τους ασκούν εξουσία, άλλα γιατι επιθυμούν ξένα αντικείμενα και άλλα επειδή θέλουν να παίρνουν πράγματα που ανήκουν στα αδέλφια τους.
Υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί τύποι κλεψιάς: η περιστασιακή κλεψιά, η επιβεβαιωτική, ηαναπληρωματική και η κερδοσκοπική. 
Η απρογραμμάτιστη κλεψιά συμβαίνει περιστασιακά και συνήθως συμβαίνει στα πλαίσια της παρέας. 
Η επιβεβαιωτική κλεψιά συμβαίνει για να αποδείξει το παιδί στον εαυτό του ότι αξίζει. Συνήθως την κάνουν μεγαλύτερα παιδιά.
Η αναπληρωματική κλεψιά είναι η κλεψιά που κάνει το παιδί γιατί νιώθει ότι του λείπει κάτι, με την κλεψιά αναπληρώνει συναισθήματα και ανακτά τη στοργή των γονιών του. Αυτός ο τύπος κλεψιάς συμβαίνει και εκτός σπιτιού και μπορεί να συνεχιστή και στην ενήλικη ζωή.
Η κερδοσκοπική κλεψιά είναι προμελετημένη ενέργεια που αποβλέπει σε κέρδη. Συνήθως τα παιδιά που καταφεύγουν σε κερδοσκοπικές κλεψιές ζουν και μεγαλώνουν σε στερημένο περιβάλλον.
Τα παιδιά που κλέβουν κατ' εξακολούθηση έχουν ανάγκη βοήθειας από ειδικό.
-Γράφει η Αριστονίκη Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου MA, Msc, MAAT, PgP, PHD Ψυχολόγος Εξελικτικής-Σχολικής κατεύθυνσης-Ψυχοθεραπεύτρια
ΠΗΓΗ: Thessaloniki


Το παιδί που κλέβει, πώς μπορούμε να βοηθήσουμε;

Η παραβατικότητα ξεκινάει από την παιδική ηλικία.
Τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε ο αριθμός των παιδιών που διαπράττουν αδικήματα κατά την παιδική ηλικία. 
Έρευνες αναφέρουν πως όσο πιο νωρίς ένα παιδί αρχίζει να διαπράττει αδικήματα τόσο πιο απαισιόδοξη θα είναι η πρόβλεψη για την κοινωνική του συμπεριφορά. Το 60% των παραπτωματικών εφήβων δηλώνει ότι το πρώτο τους αδίκημα έγινε πριν την ηλικία των 10 ετών. 
Υπάρχουν δύο περιπτώσεις προπαραπτωματικών παιδιών, το παιδί που κλέβει και το παιδί που το σκάσει από το σχολείο. 
Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθώ με το παιδί που κλέβει. Η κλοπή μικρής κλίμακας αφορά συνήθως τις ηλικίες 9-10 ετών και συνεχίζεται ως την ηλικία των 14-15. 
Ενώ ο δεύτερος κύκλος που περιλαμβάνει συμπεριφορές όπως αλητεία, βία, παράνομη οδήγηση αυτοκινήτων αρχίζει συνήθως στις ηλικίες των 15-16 ετών και συνεχίζεται ως τα 18-19 ετών. 
Ένα παιδί χαρακτηρίζεται ως προ-παραπτωματικό αν κλέβει κατεξακολούθηση και αν η κλεψιά εντάσσεται στα πλαίσια της παρέας ως συνήθεια. 
Τα παιδιά ενδείκνυται να γνωρίζουν πως δεν είναι σωστό να κλέβουν ωστόσο  την έννοια της κλεψιάς την αντιλαμβάνονται διαφορετικά ανάλογα με την ηλικία που βρίσκονται. 
Κάποια παιδιά κλέβουν για να ξεγελάσουν πρόσωπα που τους ασκούν εξουσία, άλλα γιατι επιθυμούν ξένα αντικείμενα και άλλα επειδή θέλουν να παίρνουν πράγματα που ανήκουν στα αδέλφια τους.
Υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί τύποι κλεψιάς: η περιστασιακή κλεψιά, η επιβεβαιωτική, ηαναπληρωματική και η κερδοσκοπική. 
Η απρογραμμάτιστη κλεψιά συμβαίνει περιστασιακά και συνήθως συμβαίνει στα πλαίσια της παρέας. 
Η επιβεβαιωτική κλεψιά συμβαίνει για να αποδείξει το παιδί στον εαυτό του ότι αξίζει. Συνήθως την κάνουν μεγαλύτερα παιδιά.
Η αναπληρωματική κλεψιά είναι η κλεψιά που κάνει το παιδί γιατί νιώθει ότι του λείπει κάτι, με την κλεψιά αναπληρώνει συναισθήματα και ανακτά τη στοργή των γονιών του. Αυτός ο τύπος κλεψιάς συμβαίνει και εκτός σπιτιού και μπορεί να συνεχιστή και στην ενήλικη ζωή.
Η κερδοσκοπική κλεψιά είναι προμελετημένη ενέργεια που αποβλέπει σε κέρδη. Συνήθως τα παιδιά που καταφεύγουν σε κερδοσκοπικές κλεψιές ζουν και μεγαλώνουν σε στερημένο περιβάλλον.
Τα παιδιά που κλέβουν κατ' εξακολούθηση έχουν ανάγκη βοήθειας από ειδικό.
-Γράφει η Αριστονίκη Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου MA, Msc, MAAT, PgP, PHD Ψυχολόγος Εξελικτικής-Σχολικής κατεύθυνσης-Ψυχοθεραπεύτρια
ΠΗΓΗ: Thessaloniki


Πόσο βοηθά στην σωστή ανάπτυξη των παιδιών μας; 
Τα παιδιά με ανεπτυγμένη συναισθηματική νοημοσύνη είναι πιο πιθανό να είναι πιο ευτυχισμένα, αισιόδοξα, και κοινωνικά και να μπορούν αν επιλύουν προβλήματα πιο αποτελεσματικά.
Είναι επίσης πιθανό να έχουν καλύτερη σχολική επίδοση, να είναι λιγότερο παρορμητικά, να έχουν καλύτερη συμπεριφορά και περισσότερους φίλους.
Τι μπορούμε όμως να κάνουμε για να τα βοηθήσουμε να αναπτύξουν συναισθηματική νοημοσύνη;
1. Αποδεχόμαστε τα συναισθήματα και τις συναισθηματικές αντιδράσεις των παιδιών. 
“Αυτό θα πρέπει να σε στεναχώρησε πολύ”, “βλέπω πόσο ενθουσιασμένος είσαι”, φαίνεσαι πολύ θυμωμένος.  Σίγουρα κάτι έγινε”.  Αυτά είναι μερικά παραδείγματα αποδοχής των συναισθημάτων του παιδιού. 
Προσπαθούμε να μη απορρίπτουμε τα συναισθήματά τους λέγοντας, “σιγά το πράγμα. Γι αυτό θύμωσες;” Το συναίσθημα είναι υποκειμενικό και δουλειά μας είναι να καταλάβουμε τι συμβαίνει στο παιδί και όχι να το κρίνουμε γι αυτό που νιώθει.
2. Τα βοηθάμε να ονομάσουν τα συναισθήματά τους και τα ενθαρρύνουμε να μιλήσουν γι αυτά. 
Δεν πιέζουμε το παιδί να μας μιλήσει.  Το αφήνουμε να καταλάβει ότι αν θέλει, μπορεί να μας πει τι του συμβαίνει.
3. Τα βοηθάμε να αναγνωρίζουν τα συναισθήματα των άλλων. 
“Πώς ένιωσε όταν έγινε αυτό;”, “Τι νομίζεις ότι της συμβαίνει;”, “Πώς θα ένιωθες αν αυτό συνέβαινε σε σένα;”.
4. Μαθαίνουμε στα παιδιά να ηρεμούν και να μη δρουν παρορμητικά.
5. Διδάσκουμε εναλλακτικούς τρόπους έκφρασης των αρνητικών συναισθημάτων.
6. Τα βοηθάμε να μάθουν να επιλύουν προβλήματα και να διαπραγματεύονται.
7. Τα βοηθάμε να σκέφτονται θετικά για τον εαυτό τους.
“Όταν αισθάνεσαι έτσι τι θα μπορούσες να πεις στον εαυτό σου;: Μπορώ να τα καταφέρω, θα κάνω το καλύτερο που μπορώ, κάθε μέρα γίνομαι καλύτερος”.
8. Επιβραβεύουμε όταν το παιδί δείχνει αυτοέλεγχο.
9. Μιλάμε για τα δικά μας συναισθήματα.
10. Προσπαθούμε να αποτελούμε μοντέλα προς μίμηση.
Διαχειριζόμαστε αποτελεσματικά τα δικά μας συναισθήματα, δείχνουμε κατανόηση για τα συναισθήματα των άλλων και επιλέγουμε κατάλληλες συμπεριφορές που να ανταποκρίνονται σε αυτά.
Γράφει η Φανή Λούγκλου
Πηγή: fresheducation

Πως να αναπτύξουμε τη συναισθηματική νοημοσύνη στα παιδιά μας

Πόσο βοηθά στην σωστή ανάπτυξη των παιδιών μας; 
Τα παιδιά με ανεπτυγμένη συναισθηματική νοημοσύνη είναι πιο πιθανό να είναι πιο ευτυχισμένα, αισιόδοξα, και κοινωνικά και να μπορούν αν επιλύουν προβλήματα πιο αποτελεσματικά.
Είναι επίσης πιθανό να έχουν καλύτερη σχολική επίδοση, να είναι λιγότερο παρορμητικά, να έχουν καλύτερη συμπεριφορά και περισσότερους φίλους.
Τι μπορούμε όμως να κάνουμε για να τα βοηθήσουμε να αναπτύξουν συναισθηματική νοημοσύνη;
1. Αποδεχόμαστε τα συναισθήματα και τις συναισθηματικές αντιδράσεις των παιδιών. 
“Αυτό θα πρέπει να σε στεναχώρησε πολύ”, “βλέπω πόσο ενθουσιασμένος είσαι”, φαίνεσαι πολύ θυμωμένος.  Σίγουρα κάτι έγινε”.  Αυτά είναι μερικά παραδείγματα αποδοχής των συναισθημάτων του παιδιού. 
Προσπαθούμε να μη απορρίπτουμε τα συναισθήματά τους λέγοντας, “σιγά το πράγμα. Γι αυτό θύμωσες;” Το συναίσθημα είναι υποκειμενικό και δουλειά μας είναι να καταλάβουμε τι συμβαίνει στο παιδί και όχι να το κρίνουμε γι αυτό που νιώθει.
2. Τα βοηθάμε να ονομάσουν τα συναισθήματά τους και τα ενθαρρύνουμε να μιλήσουν γι αυτά. 
Δεν πιέζουμε το παιδί να μας μιλήσει.  Το αφήνουμε να καταλάβει ότι αν θέλει, μπορεί να μας πει τι του συμβαίνει.
3. Τα βοηθάμε να αναγνωρίζουν τα συναισθήματα των άλλων. 
“Πώς ένιωσε όταν έγινε αυτό;”, “Τι νομίζεις ότι της συμβαίνει;”, “Πώς θα ένιωθες αν αυτό συνέβαινε σε σένα;”.
4. Μαθαίνουμε στα παιδιά να ηρεμούν και να μη δρουν παρορμητικά.
5. Διδάσκουμε εναλλακτικούς τρόπους έκφρασης των αρνητικών συναισθημάτων.
6. Τα βοηθάμε να μάθουν να επιλύουν προβλήματα και να διαπραγματεύονται.
7. Τα βοηθάμε να σκέφτονται θετικά για τον εαυτό τους.
“Όταν αισθάνεσαι έτσι τι θα μπορούσες να πεις στον εαυτό σου;: Μπορώ να τα καταφέρω, θα κάνω το καλύτερο που μπορώ, κάθε μέρα γίνομαι καλύτερος”.
8. Επιβραβεύουμε όταν το παιδί δείχνει αυτοέλεγχο.
9. Μιλάμε για τα δικά μας συναισθήματα.
10. Προσπαθούμε να αποτελούμε μοντέλα προς μίμηση.
Διαχειριζόμαστε αποτελεσματικά τα δικά μας συναισθήματα, δείχνουμε κατανόηση για τα συναισθήματα των άλλων και επιλέγουμε κατάλληλες συμπεριφορές που να ανταποκρίνονται σε αυτά.
Γράφει η Φανή Λούγκλου
Πηγή: fresheducation

Πόσο σημαντικά είναι για την συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών.
Όλοι μας έχουμε δει μικρά παιδιά να τρέχουν να πιάσουν περιστέρια σε μία πλατεία, να αγκαλιάζουν ένα σκυλάκι, να κρατούν σφιχτά ένα γατάκι, να παρατηρούν μία χελώνα σε ένα πάρκο.
Τα παιδιά αγαπούν ιδιαιτέρως τα ζώα και παρότι έχουν εντελώς διαφορετικές γλώσσες, μεταξύ τους επικοινωνούν θαυμάσια. ‘Ενα ζωάκι είναι ένας εξαιρετικά υπομονετικός ακροατής, ένας συμπαίκτης με ιδιαίτερα ευχάριστα γνωρίσματα: δεν κρίνει, δεν διακόπτει, δεν παρεμβαίνει σε καμία ιστορία που ένα παιδί του αφηγείται, δείχνει πάντα κατανόηση σε κακούς βαθμούς, σε μία στεναχώρια, σε μία δύσκολη στιγμή του παιδιού.
Το προστατεύει, το συντροφεύει και συμμαχεί σιωπηλά με αυτό. Είναι ένας σπουδαίος σύμμαχος στην ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης του παιδιού, που δεν θα το προδώσει ποτέ!
Τα κίνητρα των παιδιών για την απόκτηση ενός κατοικίδιου είναι η συντροφιά στην καθημερινότητα και το παιχνίδι. Η συντροφιά του, θα οδηγήσει το παιδί σε σπουδαίες ανακαλύψεις και συνειδητοποιήσεις, ενώ η συμβίωση μαζί του θα το ωφελήσει, σε κοινωνικό και συναισθηματικό επίπεδο.
Η επιστήμη έχει εμπεριστατωμένα εξετάσει τα πολλαπλά οφέλη των κατοικίδιων στην υγεία, την ψυχική ανάπτυξη και την ευεξία των παιδιών.
Οι μελέτες δείχνουν ότι τα ζώα μπορούν να λειτουργήσουν ως προστασία από στρεσογόνους παράγοντες, μετριάζοντας το αίσθημα της δυσφορίας που προκαλούν οι αγχωτικές εμπειρίες, μειώνοντας την αίσθηση του σωματικού και συναισθηματικού πόνου, ενώ η κατοχή ενός σκύλου, ειδικότερα, μπορεί να προάγει έναν πιο υγιεινό και περισσότερο δραστήριο τρόπο ζωής.
Κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη
Τα κατοικίδια παρέχουν στα παιδιά συναισθηματική υποστήριξη και ένα αίσθημα ασφάλειας. Σε σχετική μελέτη βρέθηκε ότι νήπια και βρέφη που μεγαλώνουν με ένα ζώο συντροφιάς, τείνουν να μην πιπιλούν τον αντίχειρά τους (κλασσικό παράδειγμα συναισθηματικής ανασφάλειας), καθώς τρέφουν γνωστικά τον εγκέφαλο τους από την επικοινωνία με το ζωάκι που υπάρχει στο σπίτι, όταν οι γονείς είναι απασχολημένοι.
Το κατοικίδιο μπορεί να ενδυναμώσει ουσιαστικά την κοινωνικότητα ακόμα και των πιο «δειλών» μικρών παιδιών. Μέσα στο σπίτι, το κατοικίδιο δεν συμμορφώνει το παιδί, αλλά το αποδέχεται και το αγαπά, με αποτέλεσμα το παιδί να θεμελιώνει καλύτερη εικόνα εαυτού.
Έξω από το σπίτι, ένα παιδάκι που κάνει βόλτα με το κατοικίδιο του, γίνεται εύκολα πόλος έλξης από άλλα παιδιά που θα πλησιάσουν να το χαϊδέψουν ή να παίξουν μαζί του, ενδυναμώνοντας την κοινωνική εικόνα και αυτοεκτίμηση του παιδιού.
Η φροντίδα των σωματικών αναγκών του κατοικίδιου από το παιδί, με υποχρεώσεις που ταιριάζουν στην ηλικία του (π.χ. να γεμίζει το μπολ του κατοικίδιου με νερό, να το χτενίζει, να το κάνει μπάνιο ή να το πηγαίνει βόλτα με επιτήρηση), ενισχύει την κοινωνική ευθύνη αλλά και την αυτοεκτίμηση από την ικανοποίηση που παίρνει ως φροντιστής του κατοικίδιου του, με αποτέλεσμα να μεγαλώνει με τις αξίες της υπευθυνότητας και της εμπιστοσύνης από την επιτυχή ανάληψη ευθυνών και αρμοδιοτήτων, αναλόγων της ηλικίας του.
Εκτός από τις σωματικές ανάγκες του ζώου, τα παιδιά μαθαίνουν να φροντίζουν και τις συναισθηματικές ανάγκες του μικρού τους φίλου (π.χ. όταν είναι κουρασμένο και δεν θέλει να παίξει ή ακόμα όταν φοβάται στην επίσκεψη στον κτηνίατρο).
Με τον τρόπο αυτό διδάσκονται για τα συναισθήματα των άλλων και τα για δικά τους, μέσα από την αλληλεπίδραση. Ένα βασικό χαρακτηριστικό της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι η «ενσυναίσθηση», η ικανότητα δηλαδή ενός προσώπου να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί τα συναισθήματα του άλλου.
Η ενσυναίσθηση βοηθά το παιδί στην αυτορρύθμιση και την οριοθέτηση της συμπεριφοράς του αναγνωρίζοντας και σεβόμενο τις ανάγκες του άλλου. Με τη βοήθεια των γονέων, ένα κατοικίδιο μπορεί να προσφέρει μια εξαιρετική ευκαιρία για την ανάπτυξη της έννοιας της «ενσυναίσθησης».
Τα ευρήματα αναπτυξιακών ερευνών καταδεικνύουν ότι η ποιότητα της σχέσης που υπάρχει ανάμεσα σε παιδιά και τα κατοικίδια τους, τα βοηθά να βιώσουν μεγαλύτερο δέσιμο σε όλη την γκάμα των σχέσεών τους, ως ενήλικες.
Από άλλη έρευνα προέκυψε πως νεαροί ενήλικες που είχαν κατοικίδιο ως παιδιά, ενδιαφερόταν και συμμετείχαν περισσότερο στα κοινά, με τη μορφή προσφοράς εθελοντικών υπηρεσιών στις κοινότητές τους, βοηθούσαν περισσότερο φίλους και συγγενείς και ανέπτυσσαν ηγετικές συμπεριφορές, συγκριτικά με όσους δεν είχαν αναλάβει τη φροντίδα κάποιου κατοικίδιου.
Όσο πιο ενεργή ήταν μάλιστα, η συμμετοχή τους ως παιδιά στη φροντίδα ενός ζώου, τόσο εντονότερη ήταν και η αλληλεπίδρασή τους με άλλα μέλη του κοινωνικού συνόλου.
Γνωστική ανάπτυξη
Τα παιδιά μαθαίνουν να παρατηρούν, να αντιλαμβάνονται και να ανταποκρίνονται κατάλληλα στη μη λεκτική συμπεριφορά των κατοικίδιων ζώων, ενισχύοντας την επικοινωνία τους σε όλες τις μελλοντικές διαπροσωπικές τους σχέσεις.
Σύμφωνα με πολλές ψυχολογικές θεωρίες, η βιωματική μέθοδος γνώσης, (εμπειρική γνώση), ενισχύει ουσιαστικά το πρόσωπο στο να αντιμετωπίσει τη ζωή περισσότερο ρεαλιστικά και να αντεπεξέλθει σε τυχόν δυσκολίες και απώλειες στον κύκλο της δικής του ζωής.
Μέσω της παρατήρησης, θα κατανοήσει τις αναλογίες της ανθρώπινης ζωής και της ζωής των ζώων αποκτώντας μια καλύτερη επαφή με τη δική του φύση και τις υπαρξιακές της διαστάσεις, θα ενδιαφερθεί για τον φυσικό κύκλο ζωής και να θελήσει να αναζητήσει περισσότερες πληροφορίες γύρω από θέματα της αναπαραγωγής, της γέννησης, της ασθένειας, του θανάτου.
Η επαφή, επίσης, με το παιδί σε καθημερινές δραστηριότητες όπως το παιχνίδι, ενισχύει τις εγκεφαλικές συνάψεις που συνδέουν τη γνώση με το συναίσθημα. 
Για παράδειγμα η κατασκευή ενός σπιτιού για το ζωάκι ή το παιχνίδι μαζί του, βάζει σε διαδικασία το παιδί να χρησιμοποιήσει συγχρόνως τη φαντασία και την επινοητικότητα του, επιτυγχάνοντας ένα σκοπό. Η γνωστική διαδικασία με τη μορφή εκτιμήσεων, σκέψεων και δράσεων, παίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό και πρόκληση των συναισθημάτων.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η συμβίωση με ένα κατοικίδιο ζώο βοηθά ένα παιδί να καλλιεργήσει τις αξίες της οικολογικής συνείδησης, της ηθικής ευθύνης του αλτρουισμού, της κοινωνικής αξίας, της ενσυναίσθησης.
Σε αυτή την προσπάθεια, οι γονείς έχουν έναν ενεργό και πολύ σημαντικό ρόλο, καθώς η επιλογή του ζώου, η επιτήρηση της διάδρασης μαζί του, οι συνθήκες διαμονής και διαβίωσής του, η συμφωνία στη συμμετοχή των παιδιών στην καθημερινή φροντίδα του ζώου είναι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν, πριν την απόφαση για την απόκτηση ενός ζώου συντροφιάς στο σπίτι.
Θέματα που χρήζουν Προσοχής
Σε περίπτωση που υπάρξουν προβλήματα συμπεριφοράς, από το κατοικίδιο σας, συνιστούμε τη συζήτηση και τη συνεργασία με έναν καλό εκπαιδευτή, ο οποίος θα μπορέσει να εξηγήσει τι προκαλεί τη δύσκολη συμπεριφορά του ζώου και να προτείνει λύσεις, για πως μπορείτε να χειριστείτε τη συμπεριφορά και να καλύψτε τις ανάγκες του κατοικίδιου. 
Πολύ συχνά, η έλλειψη βόλτας, ο περιορισμός του κατοικίδιου σε μικρούς χώρους μακριά από την οικογένεια, στρεσάρουν τα κατοικίδια και δημιουργούν αλλαγές στη συμπεριφορά. Ας θυμόμαστε, ότι το κατοικίδιο είναι ένα ακόμη μέλος της οικογένειας μας που του αξίζει η φροντίδα κι ο σεβασμός, ώστε να μας αντιμετωπίζει κι αυτό με τον ίδιο τρόπο.
Σε περίπτωση που υπάρξουν προβλήματα συμπεριφοράς, από τα παιδιά προς τα ζώα, συνιστούμε τη συζήτηση και τη συνεργασία με έναν παιδοψυχολόγο. Η παιδική βία απέναντι στα ζώα ενδέχεται να προμηνύει ενήλικη επιθετικότητα και εγκληματικότητα.
Η παιδική εγκληματικότητα κατά των ζώων αποτελεί πιθανό δείκτη του πως θα εξελιχθεί το παιδί αργότερα ως ενήλικας. Μαθαίνοντας από νωρίς στο παιδί το σεβασμό και την αγάπη προς τα ζώα, του προσφέρουμε ένα πολύτιμο εφόδιο για έναν κοινωνικώς αποδεκτό και σωστό τρόπο συμπεριφοράς ενάντια στην έννοια της βίας.
-Γράφει η Χαρίκλεια Μανουσάκη, Επιστημονική Συνεργάτης σε Θέματα Ψυχικής Υγείας κι Επικοινωνίας
Η Χαρίκλεια Μανουσάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Παρότι οι αρχικές της σπουδές αφορούν στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και Ειδικών Έργων, με εξειδίκευση στα Διεθνή Χρηματοοικονομικά και το Marketing, η ψυχολογία παρέμενε πάντοτε η μεγάλη της αγάπη.
Ως εκ τούτου, εκπαιδεύτηκε σε πολλές συμβουλευτικές προσεγγίσεις και ψυχολογικές θεωρίες (γνωσιακή, προσωποκεντρική, αναπτυξιακή, συστημική κι οικογενειακή, συστημική αναπαράσταση, emotional freedom techniques, solutions focus coaching, marte meo, νευρογλωσσικό προγραμματισμό, θεωρία σχημάτων, παιγνιοθεραπεία, νευροεπιστήμες), ώστε να έχει τη δυνατότητα, μέσα από διαφορετικούς  δρόμους επικοινωνίας κι έκφρασης να προσεγγίζει και να στηρίζει την ανθρώπινη ψυχή.
Επιπρόσθετα, είναι επιστημονική συνεργάτης σε θέματα ψυχικής υγείας σε διαφόρους φορείς υγείας, αρθρογραφεί σε έγκυρα περιοδικά, ασχολείται με την ψυχοεκπαίδευση σε θέματα επικοινωνίας, ανθρωπιστικής ψυχολογίας και διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, ενώ συγχρόνως συμμετέχει στο ερευνητικό έργο δύο σημαντικών κέντρων ερευνών σε θέματα ψυχικής υγείας κι ανθρώπινων σχέσεων.
Έχει διαμορφώσει μία προσωπική στάση απέναντι στην παροχή στήριξης στον άνθρωπο και έχει αναπτύξει μία ιδιαίτερη σχέση με τα παιδιά. Στο χώρο της ψυχικής υγείας και της επικοινωνίας, εργάζεται με σκοπό να επανεισάγει το συναίσθημα στο πεδίο της αλληλεπίδρασης των ανθρώπινων σχέσεων, διευκολύνοντας την αλλαγή που οι συμβουλευόμενοι αναζητούν στη ζωή τους.
-Η Χαρίκλεια Μανουσάκη είναι μέλος της European Coaching and Mentoring Association, του Συνδέσμου Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού Ελλάδας, του Chartered Management Institute και του Chartered Institute of Marketing, της i4u Mentoring Network, του Ελληνικού Δικτύου Γυναικών Ευρώπης.
ΠΗΓΗ: Thessaloniki 

Είναι πολύ σημαντικά τα κατοικίδια στη ζωή των παιδιών

Πόσο σημαντικά είναι για την συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών.
Όλοι μας έχουμε δει μικρά παιδιά να τρέχουν να πιάσουν περιστέρια σε μία πλατεία, να αγκαλιάζουν ένα σκυλάκι, να κρατούν σφιχτά ένα γατάκι, να παρατηρούν μία χελώνα σε ένα πάρκο.
Τα παιδιά αγαπούν ιδιαιτέρως τα ζώα και παρότι έχουν εντελώς διαφορετικές γλώσσες, μεταξύ τους επικοινωνούν θαυμάσια. ‘Ενα ζωάκι είναι ένας εξαιρετικά υπομονετικός ακροατής, ένας συμπαίκτης με ιδιαίτερα ευχάριστα γνωρίσματα: δεν κρίνει, δεν διακόπτει, δεν παρεμβαίνει σε καμία ιστορία που ένα παιδί του αφηγείται, δείχνει πάντα κατανόηση σε κακούς βαθμούς, σε μία στεναχώρια, σε μία δύσκολη στιγμή του παιδιού.
Το προστατεύει, το συντροφεύει και συμμαχεί σιωπηλά με αυτό. Είναι ένας σπουδαίος σύμμαχος στην ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης του παιδιού, που δεν θα το προδώσει ποτέ!
Τα κίνητρα των παιδιών για την απόκτηση ενός κατοικίδιου είναι η συντροφιά στην καθημερινότητα και το παιχνίδι. Η συντροφιά του, θα οδηγήσει το παιδί σε σπουδαίες ανακαλύψεις και συνειδητοποιήσεις, ενώ η συμβίωση μαζί του θα το ωφελήσει, σε κοινωνικό και συναισθηματικό επίπεδο.
Η επιστήμη έχει εμπεριστατωμένα εξετάσει τα πολλαπλά οφέλη των κατοικίδιων στην υγεία, την ψυχική ανάπτυξη και την ευεξία των παιδιών.
Οι μελέτες δείχνουν ότι τα ζώα μπορούν να λειτουργήσουν ως προστασία από στρεσογόνους παράγοντες, μετριάζοντας το αίσθημα της δυσφορίας που προκαλούν οι αγχωτικές εμπειρίες, μειώνοντας την αίσθηση του σωματικού και συναισθηματικού πόνου, ενώ η κατοχή ενός σκύλου, ειδικότερα, μπορεί να προάγει έναν πιο υγιεινό και περισσότερο δραστήριο τρόπο ζωής.
Κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη
Τα κατοικίδια παρέχουν στα παιδιά συναισθηματική υποστήριξη και ένα αίσθημα ασφάλειας. Σε σχετική μελέτη βρέθηκε ότι νήπια και βρέφη που μεγαλώνουν με ένα ζώο συντροφιάς, τείνουν να μην πιπιλούν τον αντίχειρά τους (κλασσικό παράδειγμα συναισθηματικής ανασφάλειας), καθώς τρέφουν γνωστικά τον εγκέφαλο τους από την επικοινωνία με το ζωάκι που υπάρχει στο σπίτι, όταν οι γονείς είναι απασχολημένοι.
Το κατοικίδιο μπορεί να ενδυναμώσει ουσιαστικά την κοινωνικότητα ακόμα και των πιο «δειλών» μικρών παιδιών. Μέσα στο σπίτι, το κατοικίδιο δεν συμμορφώνει το παιδί, αλλά το αποδέχεται και το αγαπά, με αποτέλεσμα το παιδί να θεμελιώνει καλύτερη εικόνα εαυτού.
Έξω από το σπίτι, ένα παιδάκι που κάνει βόλτα με το κατοικίδιο του, γίνεται εύκολα πόλος έλξης από άλλα παιδιά που θα πλησιάσουν να το χαϊδέψουν ή να παίξουν μαζί του, ενδυναμώνοντας την κοινωνική εικόνα και αυτοεκτίμηση του παιδιού.
Η φροντίδα των σωματικών αναγκών του κατοικίδιου από το παιδί, με υποχρεώσεις που ταιριάζουν στην ηλικία του (π.χ. να γεμίζει το μπολ του κατοικίδιου με νερό, να το χτενίζει, να το κάνει μπάνιο ή να το πηγαίνει βόλτα με επιτήρηση), ενισχύει την κοινωνική ευθύνη αλλά και την αυτοεκτίμηση από την ικανοποίηση που παίρνει ως φροντιστής του κατοικίδιου του, με αποτέλεσμα να μεγαλώνει με τις αξίες της υπευθυνότητας και της εμπιστοσύνης από την επιτυχή ανάληψη ευθυνών και αρμοδιοτήτων, αναλόγων της ηλικίας του.
Εκτός από τις σωματικές ανάγκες του ζώου, τα παιδιά μαθαίνουν να φροντίζουν και τις συναισθηματικές ανάγκες του μικρού τους φίλου (π.χ. όταν είναι κουρασμένο και δεν θέλει να παίξει ή ακόμα όταν φοβάται στην επίσκεψη στον κτηνίατρο).
Με τον τρόπο αυτό διδάσκονται για τα συναισθήματα των άλλων και τα για δικά τους, μέσα από την αλληλεπίδραση. Ένα βασικό χαρακτηριστικό της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι η «ενσυναίσθηση», η ικανότητα δηλαδή ενός προσώπου να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί τα συναισθήματα του άλλου.
Η ενσυναίσθηση βοηθά το παιδί στην αυτορρύθμιση και την οριοθέτηση της συμπεριφοράς του αναγνωρίζοντας και σεβόμενο τις ανάγκες του άλλου. Με τη βοήθεια των γονέων, ένα κατοικίδιο μπορεί να προσφέρει μια εξαιρετική ευκαιρία για την ανάπτυξη της έννοιας της «ενσυναίσθησης».
Τα ευρήματα αναπτυξιακών ερευνών καταδεικνύουν ότι η ποιότητα της σχέσης που υπάρχει ανάμεσα σε παιδιά και τα κατοικίδια τους, τα βοηθά να βιώσουν μεγαλύτερο δέσιμο σε όλη την γκάμα των σχέσεών τους, ως ενήλικες.
Από άλλη έρευνα προέκυψε πως νεαροί ενήλικες που είχαν κατοικίδιο ως παιδιά, ενδιαφερόταν και συμμετείχαν περισσότερο στα κοινά, με τη μορφή προσφοράς εθελοντικών υπηρεσιών στις κοινότητές τους, βοηθούσαν περισσότερο φίλους και συγγενείς και ανέπτυσσαν ηγετικές συμπεριφορές, συγκριτικά με όσους δεν είχαν αναλάβει τη φροντίδα κάποιου κατοικίδιου.
Όσο πιο ενεργή ήταν μάλιστα, η συμμετοχή τους ως παιδιά στη φροντίδα ενός ζώου, τόσο εντονότερη ήταν και η αλληλεπίδρασή τους με άλλα μέλη του κοινωνικού συνόλου.
Γνωστική ανάπτυξη
Τα παιδιά μαθαίνουν να παρατηρούν, να αντιλαμβάνονται και να ανταποκρίνονται κατάλληλα στη μη λεκτική συμπεριφορά των κατοικίδιων ζώων, ενισχύοντας την επικοινωνία τους σε όλες τις μελλοντικές διαπροσωπικές τους σχέσεις.
Σύμφωνα με πολλές ψυχολογικές θεωρίες, η βιωματική μέθοδος γνώσης, (εμπειρική γνώση), ενισχύει ουσιαστικά το πρόσωπο στο να αντιμετωπίσει τη ζωή περισσότερο ρεαλιστικά και να αντεπεξέλθει σε τυχόν δυσκολίες και απώλειες στον κύκλο της δικής του ζωής.
Μέσω της παρατήρησης, θα κατανοήσει τις αναλογίες της ανθρώπινης ζωής και της ζωής των ζώων αποκτώντας μια καλύτερη επαφή με τη δική του φύση και τις υπαρξιακές της διαστάσεις, θα ενδιαφερθεί για τον φυσικό κύκλο ζωής και να θελήσει να αναζητήσει περισσότερες πληροφορίες γύρω από θέματα της αναπαραγωγής, της γέννησης, της ασθένειας, του θανάτου.
Η επαφή, επίσης, με το παιδί σε καθημερινές δραστηριότητες όπως το παιχνίδι, ενισχύει τις εγκεφαλικές συνάψεις που συνδέουν τη γνώση με το συναίσθημα. 
Για παράδειγμα η κατασκευή ενός σπιτιού για το ζωάκι ή το παιχνίδι μαζί του, βάζει σε διαδικασία το παιδί να χρησιμοποιήσει συγχρόνως τη φαντασία και την επινοητικότητα του, επιτυγχάνοντας ένα σκοπό. Η γνωστική διαδικασία με τη μορφή εκτιμήσεων, σκέψεων και δράσεων, παίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό και πρόκληση των συναισθημάτων.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η συμβίωση με ένα κατοικίδιο ζώο βοηθά ένα παιδί να καλλιεργήσει τις αξίες της οικολογικής συνείδησης, της ηθικής ευθύνης του αλτρουισμού, της κοινωνικής αξίας, της ενσυναίσθησης.
Σε αυτή την προσπάθεια, οι γονείς έχουν έναν ενεργό και πολύ σημαντικό ρόλο, καθώς η επιλογή του ζώου, η επιτήρηση της διάδρασης μαζί του, οι συνθήκες διαμονής και διαβίωσής του, η συμφωνία στη συμμετοχή των παιδιών στην καθημερινή φροντίδα του ζώου είναι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν, πριν την απόφαση για την απόκτηση ενός ζώου συντροφιάς στο σπίτι.
Θέματα που χρήζουν Προσοχής
Σε περίπτωση που υπάρξουν προβλήματα συμπεριφοράς, από το κατοικίδιο σας, συνιστούμε τη συζήτηση και τη συνεργασία με έναν καλό εκπαιδευτή, ο οποίος θα μπορέσει να εξηγήσει τι προκαλεί τη δύσκολη συμπεριφορά του ζώου και να προτείνει λύσεις, για πως μπορείτε να χειριστείτε τη συμπεριφορά και να καλύψτε τις ανάγκες του κατοικίδιου. 
Πολύ συχνά, η έλλειψη βόλτας, ο περιορισμός του κατοικίδιου σε μικρούς χώρους μακριά από την οικογένεια, στρεσάρουν τα κατοικίδια και δημιουργούν αλλαγές στη συμπεριφορά. Ας θυμόμαστε, ότι το κατοικίδιο είναι ένα ακόμη μέλος της οικογένειας μας που του αξίζει η φροντίδα κι ο σεβασμός, ώστε να μας αντιμετωπίζει κι αυτό με τον ίδιο τρόπο.
Σε περίπτωση που υπάρξουν προβλήματα συμπεριφοράς, από τα παιδιά προς τα ζώα, συνιστούμε τη συζήτηση και τη συνεργασία με έναν παιδοψυχολόγο. Η παιδική βία απέναντι στα ζώα ενδέχεται να προμηνύει ενήλικη επιθετικότητα και εγκληματικότητα.
Η παιδική εγκληματικότητα κατά των ζώων αποτελεί πιθανό δείκτη του πως θα εξελιχθεί το παιδί αργότερα ως ενήλικας. Μαθαίνοντας από νωρίς στο παιδί το σεβασμό και την αγάπη προς τα ζώα, του προσφέρουμε ένα πολύτιμο εφόδιο για έναν κοινωνικώς αποδεκτό και σωστό τρόπο συμπεριφοράς ενάντια στην έννοια της βίας.
-Γράφει η Χαρίκλεια Μανουσάκη, Επιστημονική Συνεργάτης σε Θέματα Ψυχικής Υγείας κι Επικοινωνίας
Η Χαρίκλεια Μανουσάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Παρότι οι αρχικές της σπουδές αφορούν στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και Ειδικών Έργων, με εξειδίκευση στα Διεθνή Χρηματοοικονομικά και το Marketing, η ψυχολογία παρέμενε πάντοτε η μεγάλη της αγάπη.
Ως εκ τούτου, εκπαιδεύτηκε σε πολλές συμβουλευτικές προσεγγίσεις και ψυχολογικές θεωρίες (γνωσιακή, προσωποκεντρική, αναπτυξιακή, συστημική κι οικογενειακή, συστημική αναπαράσταση, emotional freedom techniques, solutions focus coaching, marte meo, νευρογλωσσικό προγραμματισμό, θεωρία σχημάτων, παιγνιοθεραπεία, νευροεπιστήμες), ώστε να έχει τη δυνατότητα, μέσα από διαφορετικούς  δρόμους επικοινωνίας κι έκφρασης να προσεγγίζει και να στηρίζει την ανθρώπινη ψυχή.
Επιπρόσθετα, είναι επιστημονική συνεργάτης σε θέματα ψυχικής υγείας σε διαφόρους φορείς υγείας, αρθρογραφεί σε έγκυρα περιοδικά, ασχολείται με την ψυχοεκπαίδευση σε θέματα επικοινωνίας, ανθρωπιστικής ψυχολογίας και διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, ενώ συγχρόνως συμμετέχει στο ερευνητικό έργο δύο σημαντικών κέντρων ερευνών σε θέματα ψυχικής υγείας κι ανθρώπινων σχέσεων.
Έχει διαμορφώσει μία προσωπική στάση απέναντι στην παροχή στήριξης στον άνθρωπο και έχει αναπτύξει μία ιδιαίτερη σχέση με τα παιδιά. Στο χώρο της ψυχικής υγείας και της επικοινωνίας, εργάζεται με σκοπό να επανεισάγει το συναίσθημα στο πεδίο της αλληλεπίδρασης των ανθρώπινων σχέσεων, διευκολύνοντας την αλλαγή που οι συμβουλευόμενοι αναζητούν στη ζωή τους.
-Η Χαρίκλεια Μανουσάκη είναι μέλος της European Coaching and Mentoring Association, του Συνδέσμου Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού Ελλάδας, του Chartered Management Institute και του Chartered Institute of Marketing, της i4u Mentoring Network, του Ελληνικού Δικτύου Γυναικών Ευρώπης.
ΠΗΓΗ: Thessaloniki 

Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

Ο πανικός οφείλει το όνομα του στον αρχαίο θεό τον Πάνα, ο οποίος σκορπούσε τον φόβο και τον τρόμο στους ανθρώπους και τα ζώα εξαιτίας της απροσδόκητης εμφάνισής του.
Οι λεγόμενες κρίσεις πανικού εκδηλώνονται ξαφνικά, μέσα σε λίγα λεπτά, και φτάνουν σε μια κορύφωση μέσα σε 10 λεπτά περίπου. Η διάρκεια των κρίσεων πανικού μπορεί να είναι από μισή μέχρι και μια ώρα. Συνήθως, το άτομο δεν γνωρίζει ότι η κρίση πανικού είναι μια σωματική εκδήλωση υπερβολικού άγχους, ούτε και γιατί συμβαίνει αφού δεν υπάρχει κάποια πραγματική απειλή.
Οι κρίσεις πανικού συνοδεύονται από σωματικά συμπτώματα, όπως αίσθημα παλμών, έντονος τρόμος, αίσθημα πνιγμονής, πόνο ή δυσφορία στο στήθος, ναυτία, αίσθημα ζάλης ή αστάθειας, ταχυκαρδία, μουδιάσματα, ρίγος ή ξαφνική αίσθηση ζέστης τα οποία είναι έντονα και προκαλούν μια σειρά από σκέψεις όπως ‘πεθαίνω’, ‘παθαίνω καρδιακή προσβολή’, ‘τρελαίνομαι’.
Το πανικόβλητο άτομο κυριαρχείται από την αίσθηση ότι αυτό που συμβαίνει δεν είναι πραγματικό (αποπραγματοποίηση) ή από την αίσθηση απομάκρυνσης από τον εαυτό (αποπροσωποίηση). Αυτές οι σκέψεις σε συνδυασμό με τα σωματικά συμπτώματα δημιουργούν έναν φαύλο κύκλο που μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερες κρίσεις πανικού.
Επειδή η εμπειρία του πανικού είναι τόσο επίπονη και κουραστική το άτομο δεν γνωρίζει το τι του συμβαίνει και ερμηνεύει την κατάσταση του ως μια καταστροφή. Πολλές φορές αρχίζει τις επισκέψεις στα επείγοντα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων ή σε μη ειδικούς γιατρούς, όπου τον διαβεβαιώνουν ότι η υγεία του είναι μια χαρά, αλλά εκείνος δεν νιώθει καλά. Οι επισκέψεις συνεχίζονται μέχρι το άτομο να βρει τον κατάλληλο ψυχοθεραπευτή που θα του εξηγήσει τι πραγματικά του συμβαίνει και να του παρέχει την κατάλληλη βοήθεια και υποστήριξη.
Φοβίες και κρίσεις πανικού
Η φοβία αφορά έναν υπερβολικό φόβο για ένα αντικείμενο, μια κατάσταση ή ακόμη και ένα άτομο, ο οποίος ξεπερνά τις διαστάσεις του πραγματικού κινδύνου. Υπάρχουν πολλά είδη φοβίας όπως η κοινωνική φοβία όπου το άτομο φοβάται να έρθει σε επαφή με άλλα άτομα ή με πολύ κόσμο, να πάρει μέρος σε κοινωνικές εκδηλώσεις, οι φοβίες για αντικείμενα, ζώα, χώρους, ή φυσικά φαινόμενα όπως βελόνες, λεωφορεία, αεροπλάνα, ασανσέρ, φίδια, σκυλιά, πουλιά, αράχνες, γάτες, ύψος, κλειστούς χώρους, αίμα, τούνελ, μετρό, κεραυνούς.
Ανεξάρτητα από το είδος της φοβίας, αυτή χαρακτηρίζεται από συμπεριφορές αποφυγής, αφού το άτομο αποφεύγει το αντικείμενο ή την κατάσταση που του προκαλεί φόβο, γεγονός που δεν του προκαλεί άγχος. Σε περίπτωση όμως που το άτομο δεν μπορεί να προβεί σε συμπεριφορές αποφυγής, τότε η επαφή με το ερέθισμα, αντικείμενο ή κατάσταση προκαλεί άγχος και δημιουργούνται δυσκολίες στην καθημερινή ζωή. Σε πολλές περιπτώσεις η επαφή με το αντικείμενο της φοβίας μπορεί να προκαλέσει κρίσεις πανικού, πχ  κάποιος που έχει κοινωνική φοβία μπορεί να εκδηλώσει κρίση πανικού πριν βγει έξω για να συναντήσει τους φίλους του ή και το αντίστροφο άτομα που έχουν πάθει κρίσεις πανικού αποφεύγουν να παρευρίσκονται σε δημόσιους χώρους γιατί φοβούνται ότι θα εκτεθούν αν τους συμβεί κάποιο επεισόδιο.
Θεραπεία
Τα άτομα που υποφέρουν από κρίσεις πανικού συνήθως είναι πολύ οργανωμένα, τους αρέσει η τάξη και το πρόγραμμα και επιθυμούν να έχουν τον έλεγχο στα πράγματα και στις σχέσεις τους. Λειτουργούν περισσότερο εγκεφαλικά παρά συναισθηματικά. Συνήθως κάποια τραυματική εμπειρία τους ακολουθεί η οποία δεν επεξεργάστηκε συναισθηματικά έτσι ώστε επέφερε ένα συναισθηματικό κλείσιμο ή ακόμα και πάγωμα των συναισθημάτων τους… Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν συναισθήματα αλλά επιλέγουν να τα λογικοποιούν αντί να τα βιώνουν γιατί δεν ξέρουν πως αλλιώς να τα διαχειριστούν..
Η επίσκεψη στον ειδικό είναι απαραίτητη και πρέπει να γίνεται άμεσα  για να μπορέσει το άτομο να εξέλθει από το φαύλο κύκλο του πανικού και τον φόβο του φόβου.  Πολλές φορές οι άνθρωποι που παθαίνουν κρίσεις περιμένουν ότι θα ξαναπάθουν κρίση και έτσι ένα άγχος αναμονής τους προσμένει στην καθημερινότητά τους. Αυτό το άγχος “συμμαχεί” με τις κρίσεις και πολλές φορές φέρνουν το επιθυμητό για αυτούς αποτέλεσμα, “άλλη μια κρίση πανικού”. Όσο πιο γρήγορα ξεκινήσει κάποιος τη θεραπεία τόσο πιο αποτελεσματικά και άμεσα θα αντιμετωπίσει τις κρίσεις!Εάν το άτομο συνεργαστεί με τον ειδικό ψυχολόγο θα αρχίσει να  καταλαβαίνει ποιοι μηχανισμοί που χρησιμοποιεί φέρνουν τους πανικούς, ποιους συμμάχους έχουν οι πανικοί, τι του λένε και τι ζητάνε από αυτόν/αυτήν.. Θα  αρχίσει να τους συνδέει με  ρόλους που έχει στην ζωή του (π.χ του δυνατού που δεν ζητάει βοήθεια κτλ), με το πως επικοινωνεί με τους άλλους… Το πιο σημαντικό στη θεραπεία είναι να βρει και ποιες εναλλακτικές λύσεις έχει για να τις αντιμετωπίζει, ερχόμενος “πρόσωπο με πρόσωπο” με αυτές χωρίς να τις αφήνει να τον ακινητοποιούν, να αγνοεί αυτα που του λένε “ότι είναι αδύναμος, ότι δε μπορεί να τα καταφέρει ή ότι οι άλλοι σκέφτονται ότι ειναι “άρρωστος ‘η αδύναμος” τότε θα αρχίσει σύντομα να βελτιώνεται και να αγνοεί τις κρίσεις και προοδευτικά να τις εξουδετερώνει….
Οι κρίσεις πανικού εμφανίζονται στην ζωή του κάθε ανθρώπου γιατι κάτι σημαντικό θέλουν να του “πουν” αλλά δεν έχουν τον τρόπο…Θέλουν να του εκφράσουν παρά τον τρόμο που του προκαλουν αρχικά ότι είναι έτοιμος να αλλάξει αρκετά πράγματα στην ζωή του, ότι είναι σημαντικό να αγαπήσει τον εαυτό του, να μη βάζει τους άλλους πριν από αυτόν αγνοώντας τις δικές του συναισθηματικές ανάγκες, θέλουν να του πουν ότι αξίζει να ζει και να λαμβάνει αυτά που θέλει από την ζωή χωρίς άγχος και ενοχές..
Τότε θα καταλάβει ότι επεισόδια έρχονται για να το αφυπνίσουν και να του υπενθυμίσουν ότι χρειάζεται να επαναπροσδιορίσει τη λειτουργία του και να έρθει πιο κοντά στα συναισθήματα του ή στον εαυτό του τις ανάγκες, τις επιθυμίες του…. ΕΙΝΑΙ η ευκαιρία του για αλλαγή….
Άννα Πετράκη
Ψυχολόγος ψυχοθεραπεύτρια, οικογενειακή θεραπεύτρια
ΠΗΓΗ: freeminds.gr


Έχεις κρίσεις πανικού: Να η ευκαιρία για αλλαγή…

Ο πανικός οφείλει το όνομα του στον αρχαίο θεό τον Πάνα, ο οποίος σκορπούσε τον φόβο και τον τρόμο στους ανθρώπους και τα ζώα εξαιτίας της απροσδόκητης εμφάνισής του.
Οι λεγόμενες κρίσεις πανικού εκδηλώνονται ξαφνικά, μέσα σε λίγα λεπτά, και φτάνουν σε μια κορύφωση μέσα σε 10 λεπτά περίπου. Η διάρκεια των κρίσεων πανικού μπορεί να είναι από μισή μέχρι και μια ώρα. Συνήθως, το άτομο δεν γνωρίζει ότι η κρίση πανικού είναι μια σωματική εκδήλωση υπερβολικού άγχους, ούτε και γιατί συμβαίνει αφού δεν υπάρχει κάποια πραγματική απειλή.
Οι κρίσεις πανικού συνοδεύονται από σωματικά συμπτώματα, όπως αίσθημα παλμών, έντονος τρόμος, αίσθημα πνιγμονής, πόνο ή δυσφορία στο στήθος, ναυτία, αίσθημα ζάλης ή αστάθειας, ταχυκαρδία, μουδιάσματα, ρίγος ή ξαφνική αίσθηση ζέστης τα οποία είναι έντονα και προκαλούν μια σειρά από σκέψεις όπως ‘πεθαίνω’, ‘παθαίνω καρδιακή προσβολή’, ‘τρελαίνομαι’.
Το πανικόβλητο άτομο κυριαρχείται από την αίσθηση ότι αυτό που συμβαίνει δεν είναι πραγματικό (αποπραγματοποίηση) ή από την αίσθηση απομάκρυνσης από τον εαυτό (αποπροσωποίηση). Αυτές οι σκέψεις σε συνδυασμό με τα σωματικά συμπτώματα δημιουργούν έναν φαύλο κύκλο που μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερες κρίσεις πανικού.
Επειδή η εμπειρία του πανικού είναι τόσο επίπονη και κουραστική το άτομο δεν γνωρίζει το τι του συμβαίνει και ερμηνεύει την κατάσταση του ως μια καταστροφή. Πολλές φορές αρχίζει τις επισκέψεις στα επείγοντα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων ή σε μη ειδικούς γιατρούς, όπου τον διαβεβαιώνουν ότι η υγεία του είναι μια χαρά, αλλά εκείνος δεν νιώθει καλά. Οι επισκέψεις συνεχίζονται μέχρι το άτομο να βρει τον κατάλληλο ψυχοθεραπευτή που θα του εξηγήσει τι πραγματικά του συμβαίνει και να του παρέχει την κατάλληλη βοήθεια και υποστήριξη.
Φοβίες και κρίσεις πανικού
Η φοβία αφορά έναν υπερβολικό φόβο για ένα αντικείμενο, μια κατάσταση ή ακόμη και ένα άτομο, ο οποίος ξεπερνά τις διαστάσεις του πραγματικού κινδύνου. Υπάρχουν πολλά είδη φοβίας όπως η κοινωνική φοβία όπου το άτομο φοβάται να έρθει σε επαφή με άλλα άτομα ή με πολύ κόσμο, να πάρει μέρος σε κοινωνικές εκδηλώσεις, οι φοβίες για αντικείμενα, ζώα, χώρους, ή φυσικά φαινόμενα όπως βελόνες, λεωφορεία, αεροπλάνα, ασανσέρ, φίδια, σκυλιά, πουλιά, αράχνες, γάτες, ύψος, κλειστούς χώρους, αίμα, τούνελ, μετρό, κεραυνούς.
Ανεξάρτητα από το είδος της φοβίας, αυτή χαρακτηρίζεται από συμπεριφορές αποφυγής, αφού το άτομο αποφεύγει το αντικείμενο ή την κατάσταση που του προκαλεί φόβο, γεγονός που δεν του προκαλεί άγχος. Σε περίπτωση όμως που το άτομο δεν μπορεί να προβεί σε συμπεριφορές αποφυγής, τότε η επαφή με το ερέθισμα, αντικείμενο ή κατάσταση προκαλεί άγχος και δημιουργούνται δυσκολίες στην καθημερινή ζωή. Σε πολλές περιπτώσεις η επαφή με το αντικείμενο της φοβίας μπορεί να προκαλέσει κρίσεις πανικού, πχ  κάποιος που έχει κοινωνική φοβία μπορεί να εκδηλώσει κρίση πανικού πριν βγει έξω για να συναντήσει τους φίλους του ή και το αντίστροφο άτομα που έχουν πάθει κρίσεις πανικού αποφεύγουν να παρευρίσκονται σε δημόσιους χώρους γιατί φοβούνται ότι θα εκτεθούν αν τους συμβεί κάποιο επεισόδιο.
Θεραπεία
Τα άτομα που υποφέρουν από κρίσεις πανικού συνήθως είναι πολύ οργανωμένα, τους αρέσει η τάξη και το πρόγραμμα και επιθυμούν να έχουν τον έλεγχο στα πράγματα και στις σχέσεις τους. Λειτουργούν περισσότερο εγκεφαλικά παρά συναισθηματικά. Συνήθως κάποια τραυματική εμπειρία τους ακολουθεί η οποία δεν επεξεργάστηκε συναισθηματικά έτσι ώστε επέφερε ένα συναισθηματικό κλείσιμο ή ακόμα και πάγωμα των συναισθημάτων τους… Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν συναισθήματα αλλά επιλέγουν να τα λογικοποιούν αντί να τα βιώνουν γιατί δεν ξέρουν πως αλλιώς να τα διαχειριστούν..
Η επίσκεψη στον ειδικό είναι απαραίτητη και πρέπει να γίνεται άμεσα  για να μπορέσει το άτομο να εξέλθει από το φαύλο κύκλο του πανικού και τον φόβο του φόβου.  Πολλές φορές οι άνθρωποι που παθαίνουν κρίσεις περιμένουν ότι θα ξαναπάθουν κρίση και έτσι ένα άγχος αναμονής τους προσμένει στην καθημερινότητά τους. Αυτό το άγχος “συμμαχεί” με τις κρίσεις και πολλές φορές φέρνουν το επιθυμητό για αυτούς αποτέλεσμα, “άλλη μια κρίση πανικού”. Όσο πιο γρήγορα ξεκινήσει κάποιος τη θεραπεία τόσο πιο αποτελεσματικά και άμεσα θα αντιμετωπίσει τις κρίσεις!Εάν το άτομο συνεργαστεί με τον ειδικό ψυχολόγο θα αρχίσει να  καταλαβαίνει ποιοι μηχανισμοί που χρησιμοποιεί φέρνουν τους πανικούς, ποιους συμμάχους έχουν οι πανικοί, τι του λένε και τι ζητάνε από αυτόν/αυτήν.. Θα  αρχίσει να τους συνδέει με  ρόλους που έχει στην ζωή του (π.χ του δυνατού που δεν ζητάει βοήθεια κτλ), με το πως επικοινωνεί με τους άλλους… Το πιο σημαντικό στη θεραπεία είναι να βρει και ποιες εναλλακτικές λύσεις έχει για να τις αντιμετωπίζει, ερχόμενος “πρόσωπο με πρόσωπο” με αυτές χωρίς να τις αφήνει να τον ακινητοποιούν, να αγνοεί αυτα που του λένε “ότι είναι αδύναμος, ότι δε μπορεί να τα καταφέρει ή ότι οι άλλοι σκέφτονται ότι ειναι “άρρωστος ‘η αδύναμος” τότε θα αρχίσει σύντομα να βελτιώνεται και να αγνοεί τις κρίσεις και προοδευτικά να τις εξουδετερώνει….
Οι κρίσεις πανικού εμφανίζονται στην ζωή του κάθε ανθρώπου γιατι κάτι σημαντικό θέλουν να του “πουν” αλλά δεν έχουν τον τρόπο…Θέλουν να του εκφράσουν παρά τον τρόμο που του προκαλουν αρχικά ότι είναι έτοιμος να αλλάξει αρκετά πράγματα στην ζωή του, ότι είναι σημαντικό να αγαπήσει τον εαυτό του, να μη βάζει τους άλλους πριν από αυτόν αγνοώντας τις δικές του συναισθηματικές ανάγκες, θέλουν να του πουν ότι αξίζει να ζει και να λαμβάνει αυτά που θέλει από την ζωή χωρίς άγχος και ενοχές..
Τότε θα καταλάβει ότι επεισόδια έρχονται για να το αφυπνίσουν και να του υπενθυμίσουν ότι χρειάζεται να επαναπροσδιορίσει τη λειτουργία του και να έρθει πιο κοντά στα συναισθήματα του ή στον εαυτό του τις ανάγκες, τις επιθυμίες του…. ΕΙΝΑΙ η ευκαιρία του για αλλαγή….
Άννα Πετράκη
Ψυχολόγος ψυχοθεραπεύτρια, οικογενειακή θεραπεύτρια
ΠΗΓΗ: freeminds.gr


Ζούμε σε μια εποχή που ο εθελοντισμός αποτελεί μια μεγάλη δύναμη ελπίδας για τον σύγχρονο κόσμο. Ανθρώπινη ενεργητικότητα, προσφορά και  αλληλεγγύη θα πρεπε να είναι το τρίπτυχο της καθημερινότητας μας. Η οργανωμένη εθελοντική δράση τείνει να καταστεί μια σημαντική συνιστώσα της κοινωνίας, καθώς βοηθά στην αντιμετώπιση των πολλαπλών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η εκάστοτε κοινωνία.
Κάποια χρόνια πριν ο όρος εθελοντισμός “ταυτιζόταν” κατά βάση με τον όρο ανθρωπιστικές οργανώσεις. Ανεξάρτητες ανθρωπιστικές οργανώσεις, όπως οι Γιατροί χωρίς σύνορα, που ο στόχος τους δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η παροχή βοήθειας οπουδήποτε υπάρχει ανάγκη χωρίς καμία φυλετική, θρησκευτική, πολιτική ή άλλη διάκριση και η ευαισθητοποίηση των κοινωνιών για τη θέση των πληθυσμών που βοηθάνε. Οι εργαζόμενοι σε τέτοιες οργανώσεις, μέσα σε αυστηρή ουδετερότητα και με πλήρη αμεροληψία, σέβονται τις δεοντολογικές αρχές του επαγγέλματος τους και δεν διεκδικούν καμία απολύτως ανταμοιβή πέραν αυτής που η οργάνωση είναι σε θέση να τους προσφέρει για τα έξοδα της επιβίωσης τους. Λόγοι ανθρωπιστικοί, ηθικοί, αντιρατσιστικοί και ιδεολογικοί οδηγούν έναν άνθρωπο  να γίνει μέλος αυτής της οργάνωσης. Η ηθική αυτή επιλογή είναι καθαρά ιδεαλιστική και εκφράζει πίστη στην ιδέα άνθρωπος και στο υψηλότερο ιδανικό της ζωής, προσφορά υπηρεσίας στον άνθρωπο καθαρά ανιδιοτελώς.
Όμως, το σύγχρονο πρότυπο επιτυχημένου επαγγελματία έρχεται σε απόλυτη σύγκρουση με το πρότυπο του ιδεαλιστή. Οι επαγγελματίες ενδιαφέρονται κατά βάση για οικονομική επιφάνεια, να τους παρέχονται δλδ τα οικονομικά εφόδια όχι απλά για να εξασφαλίζουν τα προς το ζην, αλλά για καταναλωτική άνεση και απώτερο στόχο την τοποθέτηση σε μια ανώτερη κοινωνική τάξη – πρόσωπα με κύρος και επιβολή στην κοινωνία -. Συνεπώς, η σύγκρουση είναι ισχυρή από τη στιγμή που μιλάμε όχι απλά για διαφορετικά κίνητρα, αλλά για συγκρουόμενα. Οι εθελοντές ¨γιατροί”, “δάσκαλοι” κτλ έχουν κίνητρα καθαρά ηθικά και αφορούν το όφελος που θα προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο, άρα έχουμε απόλυτη σύγκρουση με το υλικό αντιπρότυπο ζωής που όλοι μας ακολουθούμε. Το τίμημα μιας τέτοιας επιλογής μεγάλο, όχι μόνο οικονομικό και κοινωνικό, αλλά κατά βάση προσωπικό. Όχι απλά στοιχειώδη οικονομική κάλυψη, αλλά και καμία επιβράβευση από την κοινωνία, οι επονομαζόμενοι “αφανείς ήρωες”.
Μια τέτοια επιλογή ένταξης σε ανθρωπιστικό οργανισμό σίγουρα αξίζει και είναι επένδυση ζωής, αλλά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ¨θυσία” που μπορεί να πραγματοποιηθεί από ανθρώπους που διέπονται από το πνεύμα ανθρωπισμού. Μάλλον όλοι αυτοί ασπάζονται τα  παρακάτω λόγια της Μιρέλλα Παπαοικονόμου “Μερικοί στόχοι και αξίες είναι επενδύσεις ζωής. Καταθέτεις τώρα και εισπράττεις μετά από καιρό. Μην ελπίζεις στο άμεσο κέρδος.”
Θα ήταν πραγματικά υπέροχο να ανήκαμε σε όλους αυτούς που μπορούν να επιλέξουν τον παραπάνω τρόπο ζωής, ταυτίζοντας εθελοντικά τη ζωή τους με τις ανάγκες των άλλων, όμως ο εθελοντισμός στις μέρες μας υπάρχει με πολλές διαφορετικές και σύγχρονες μορφές. Γνωρίζετε τον εικονικό εθελοντισμό ή εθελοντισμό του διαδικτύου;;; Παραδείγματα τέτοιας μορφής εθελοντισμού αποτελεί η δημιουργία ιστοσελίδων κοινωνικού ενδιαφέροντος, διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια, όπως είναι η Wikipedia, η συμβουλευτική μέσω διαδικτύου, η διδασκαλία φοιτητών από απόσταση κ.τ.λ.  Έτσι, σε ένα παγκοσμιοποιημένο μοντέλο ζωής, εθελοντές του διαδικτύου είναι εν δυνάμει όλοι όσοι δυσκολεύονται να προσφέρουν της υπηρεσίες τους σε συγκεκριμένο τόπο εργασίας εξαιτίας της απόστασης, του περιορισμένου χρόνου, των αυξημένων υποχρεώσεων ή κάποιας μορφής αναπηρίας. Συνεπώς, καθένας από εμάς μπορεί να αφιερώσει στη ζωή του κάποιες ώρες από την καθημερινότητα του για το συλλογικό καλό.  

Άλλωστε, όπως λέει και ο  Ελύτης
“Αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα,
στο τέλος θα δεις να σου απομένουν
μια ελιά, ένα αμπέλι και ένα καράβι.
που σημαίνει,
με όλα αυτά την ξαναφτιάχνεις.”
ΠΗΓΗ: freeminds.gr


Το αντιπρότυπο ζωής ως λύση είναι ο Εθελοντισμός!

Ζούμε σε μια εποχή που ο εθελοντισμός αποτελεί μια μεγάλη δύναμη ελπίδας για τον σύγχρονο κόσμο. Ανθρώπινη ενεργητικότητα, προσφορά και  αλληλεγγύη θα πρεπε να είναι το τρίπτυχο της καθημερινότητας μας. Η οργανωμένη εθελοντική δράση τείνει να καταστεί μια σημαντική συνιστώσα της κοινωνίας, καθώς βοηθά στην αντιμετώπιση των πολλαπλών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η εκάστοτε κοινωνία.
Κάποια χρόνια πριν ο όρος εθελοντισμός “ταυτιζόταν” κατά βάση με τον όρο ανθρωπιστικές οργανώσεις. Ανεξάρτητες ανθρωπιστικές οργανώσεις, όπως οι Γιατροί χωρίς σύνορα, που ο στόχος τους δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η παροχή βοήθειας οπουδήποτε υπάρχει ανάγκη χωρίς καμία φυλετική, θρησκευτική, πολιτική ή άλλη διάκριση και η ευαισθητοποίηση των κοινωνιών για τη θέση των πληθυσμών που βοηθάνε. Οι εργαζόμενοι σε τέτοιες οργανώσεις, μέσα σε αυστηρή ουδετερότητα και με πλήρη αμεροληψία, σέβονται τις δεοντολογικές αρχές του επαγγέλματος τους και δεν διεκδικούν καμία απολύτως ανταμοιβή πέραν αυτής που η οργάνωση είναι σε θέση να τους προσφέρει για τα έξοδα της επιβίωσης τους. Λόγοι ανθρωπιστικοί, ηθικοί, αντιρατσιστικοί και ιδεολογικοί οδηγούν έναν άνθρωπο  να γίνει μέλος αυτής της οργάνωσης. Η ηθική αυτή επιλογή είναι καθαρά ιδεαλιστική και εκφράζει πίστη στην ιδέα άνθρωπος και στο υψηλότερο ιδανικό της ζωής, προσφορά υπηρεσίας στον άνθρωπο καθαρά ανιδιοτελώς.
Όμως, το σύγχρονο πρότυπο επιτυχημένου επαγγελματία έρχεται σε απόλυτη σύγκρουση με το πρότυπο του ιδεαλιστή. Οι επαγγελματίες ενδιαφέρονται κατά βάση για οικονομική επιφάνεια, να τους παρέχονται δλδ τα οικονομικά εφόδια όχι απλά για να εξασφαλίζουν τα προς το ζην, αλλά για καταναλωτική άνεση και απώτερο στόχο την τοποθέτηση σε μια ανώτερη κοινωνική τάξη – πρόσωπα με κύρος και επιβολή στην κοινωνία -. Συνεπώς, η σύγκρουση είναι ισχυρή από τη στιγμή που μιλάμε όχι απλά για διαφορετικά κίνητρα, αλλά για συγκρουόμενα. Οι εθελοντές ¨γιατροί”, “δάσκαλοι” κτλ έχουν κίνητρα καθαρά ηθικά και αφορούν το όφελος που θα προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο, άρα έχουμε απόλυτη σύγκρουση με το υλικό αντιπρότυπο ζωής που όλοι μας ακολουθούμε. Το τίμημα μιας τέτοιας επιλογής μεγάλο, όχι μόνο οικονομικό και κοινωνικό, αλλά κατά βάση προσωπικό. Όχι απλά στοιχειώδη οικονομική κάλυψη, αλλά και καμία επιβράβευση από την κοινωνία, οι επονομαζόμενοι “αφανείς ήρωες”.
Μια τέτοια επιλογή ένταξης σε ανθρωπιστικό οργανισμό σίγουρα αξίζει και είναι επένδυση ζωής, αλλά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ¨θυσία” που μπορεί να πραγματοποιηθεί από ανθρώπους που διέπονται από το πνεύμα ανθρωπισμού. Μάλλον όλοι αυτοί ασπάζονται τα  παρακάτω λόγια της Μιρέλλα Παπαοικονόμου “Μερικοί στόχοι και αξίες είναι επενδύσεις ζωής. Καταθέτεις τώρα και εισπράττεις μετά από καιρό. Μην ελπίζεις στο άμεσο κέρδος.”
Θα ήταν πραγματικά υπέροχο να ανήκαμε σε όλους αυτούς που μπορούν να επιλέξουν τον παραπάνω τρόπο ζωής, ταυτίζοντας εθελοντικά τη ζωή τους με τις ανάγκες των άλλων, όμως ο εθελοντισμός στις μέρες μας υπάρχει με πολλές διαφορετικές και σύγχρονες μορφές. Γνωρίζετε τον εικονικό εθελοντισμό ή εθελοντισμό του διαδικτύου;;; Παραδείγματα τέτοιας μορφής εθελοντισμού αποτελεί η δημιουργία ιστοσελίδων κοινωνικού ενδιαφέροντος, διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια, όπως είναι η Wikipedia, η συμβουλευτική μέσω διαδικτύου, η διδασκαλία φοιτητών από απόσταση κ.τ.λ.  Έτσι, σε ένα παγκοσμιοποιημένο μοντέλο ζωής, εθελοντές του διαδικτύου είναι εν δυνάμει όλοι όσοι δυσκολεύονται να προσφέρουν της υπηρεσίες τους σε συγκεκριμένο τόπο εργασίας εξαιτίας της απόστασης, του περιορισμένου χρόνου, των αυξημένων υποχρεώσεων ή κάποιας μορφής αναπηρίας. Συνεπώς, καθένας από εμάς μπορεί να αφιερώσει στη ζωή του κάποιες ώρες από την καθημερινότητα του για το συλλογικό καλό.  

Άλλωστε, όπως λέει και ο  Ελύτης
“Αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα,
στο τέλος θα δεις να σου απομένουν
μια ελιά, ένα αμπέλι και ένα καράβι.
που σημαίνει,
με όλα αυτά την ξαναφτιάχνεις.”
ΠΗΓΗ: freeminds.gr


-Η Αντιπολίτευση έβγαλε βόλτα τον σκύλο, αφού γύρισε το τετράγωνο της οικοδομής κατέληξε στο πάρκο, εκεί είδε το Κράτος
καθισμένο σε ένα παγκάκι.
-Το Κράτος ήταν γεμάτο Κυβερνητικές μύγες, αλλά έδειχνε αδιάφορο σαν να μην το ενοχλούσαν καθόλου.
- Η Αντιπολίτευση αφού το παρατήρησε για λίγο σκέφτηκε ότι πρέπει να το απαλλάξει από την παρουσία τους, το πλησίασε  και έκανε να τις διώξει.
-Το Κράτος είπε: «Μην τις διώχνεις, αυτές είναι χορτασμένες, αν φύγουν θα έλθουν άλλες πεινασμένες και θα με κατασπαράξουν την σάρκα».-

Κεντρική ιδέα: Κάποιες φορές είναι καλύτερο να αφήνεις την εξουσία σε χορτάτο παρά να την δίνεις σε πεινασμένο.

Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος - Εκδότης
iliadisspiros@hotmail.com


Η «ανοχή» (του παλιού)

-Η Αντιπολίτευση έβγαλε βόλτα τον σκύλο, αφού γύρισε το τετράγωνο της οικοδομής κατέληξε στο πάρκο, εκεί είδε το Κράτος
καθισμένο σε ένα παγκάκι.
-Το Κράτος ήταν γεμάτο Κυβερνητικές μύγες, αλλά έδειχνε αδιάφορο σαν να μην το ενοχλούσαν καθόλου.
- Η Αντιπολίτευση αφού το παρατήρησε για λίγο σκέφτηκε ότι πρέπει να το απαλλάξει από την παρουσία τους, το πλησίασε  και έκανε να τις διώξει.
-Το Κράτος είπε: «Μην τις διώχνεις, αυτές είναι χορτασμένες, αν φύγουν θα έλθουν άλλες πεινασμένες και θα με κατασπαράξουν την σάρκα».-

Κεντρική ιδέα: Κάποιες φορές είναι καλύτερο να αφήνεις την εξουσία σε χορτάτο παρά να την δίνεις σε πεινασμένο.

Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος - Εκδότης
iliadisspiros@hotmail.com


Κυριακή 7 Απριλίου 2019

Το δέσιμο μητέρας-παιδιού δε συγκρίνεται με τίποτα άλλο στον κόσμο. Η γυναίκα η οποία γίνεται μητέρα νιώθει την ακατανίκητη επιθυμία να προστατεύσει το παιδί της από όλων των ειδών τις απειλές.
Η τάση αυτή συνδέεται με αρχέγονα ένστικτα προστασίας του παιδιού και μέχρι ενός βαθμού είναι θετική. Τι γίνεται όμως όταν οι γονείς ξεπερνούν τα όρια της προστατευτικότητας και γίνονται υπερπροστατευτικοί;
Όταν ένα μωρό έρχεται στον κόσμο, είναι παντελώς αδύναμο και ανυπεράσπιστο και έχει απόλυτη ανάγκη τους γονείς του προκειμένου να επιβιώσει. Οι γονείς, και ιδιαιτέρως η μητέρα, νιώθουν έντονο άγχος κατά κύριο λόγο σχετικά με τη σωματική υγεία του παιδιού τους και κάνουν το παν για την προστατεύσουν. Όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, αυτού του είδους η τάση για προστασία του νεογέννητου παιδιού είναι φυσιολογική και αναγκαία.
Εντούτοις, η τάση αυτή, εάν συνεχίζει να έχει την ίδια μορφή και όσο περνούν τα χρόνια, γίνεται προβληματική. Για παράδειγμα, μία μητέρα είναι λογικό να φοβάται ότι το λίγων μηνών μωρό της, το οποίο δεν διαθέτει ακόμα καλό ανοσοποιητικό σύστημα, θα εκτεθεί σε κάποιο μικρόβιο που θα το οδηγήσει στο να αρρωστήσει. Όμως, με το να κρατάμε το περιβάλλον ενός μωρού ή μικρού παιδιού υπερβολικά αποστειρωμένο-για παράδειγμα, με το να μην το αφήνουμε ποτέ να παίξει έξω και να λερωθεί, να έρθει σε επαφή με κατοικίδια ζώα κ.ο.κ.-δεν του δίνουμε τη δυνατότητα και να χτίσει το ανοσοποιητικό το οποίο αρχικά λείπει.
Έτσι, παρότι έχουμε οπωσδήποτε τις καλύτερες προθέσεις, η υπερπροστασία του παιδιού σε αυτή την περίπτωση έχει τελικά αρνητικό αποτέλεσμα, καθώς το «καταδικάζουμε» στο να έχει πολύ πιο ανίσχυρο ανοσοποιητικό, και άρα να είναι πιο φιλάσθενο γενικά.
Όσο το παιδί μας μεγαλώνει και βγαίνει στον κόσμο , αρχίζει, περά από τις καθαρά σωματικές, να αντιμετωπίζει και άλλων ειδών απειλές. Για παράδειγμα, ένα παιδάκι που ξεκινάει το νηπιαγωγείο ή το δημοτικό αρχίζει να κοινωνικοποιείται και να έρχεται σε επαφή με άλλα παιδάκια, κάποια από τα οποία ενδεχομένως να το πειράξουν με κάποιον τρόπο. Αντιπαραθέσεις μπορεί να προκύψουν επίσης με δασκάλους, ενώ αλλά θέματα μπορεί να έχουν να κάνουν με τις επιδόσεις σε διάφορους τομείς (π.χ. ένα παιδάκι να μην επιλεγεί για το θεατρικό του σχολείου).
Η αυτόματη αντίδραση ενός γονιού, ο οποίος έχει άλλωστε συνηθίσει να προστατεύει το παιδί του, θα είναι να το προστατεύσει και σε αυτή την περίπτωση, λύνοντας με κάποιον τρόπο ο ίδιος το πρόβλημα (π.χ. με το να επέμβει μιλώντας στη μαμά του παιδιού με το οποίο τσακώθηκε το δικός τους ή με τη δασκάλα). Παρότι αυτή η τακτική βραχυπρόθεσμα μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα, το πιθανότερο είναι δυνητικά να αποδειχθεί επιζήμια.
Ο λόγος είναι ότι, με το να λύνουμε όλα τα προβλήματα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπο το παιδί μας, τού στερούμε την ευκαιρία να δοκιμάσει να τα λύσει μόνο του, καλλιεργώντας έτσι δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων καθώς και αυτοπεποίθηση, αφού θα έχει διαπιστώσει ότι μπορεί να σταθεί στα πόδια του.
Κατά την Ainsworth, η υγιής σχέση μητέρας-παιδιού περιλαμβάνει το να χρησιμοποιεί το παιδί τη μητέρα σαν «ασφαλή βάση» εξερεύνησης του κόσμου. Παίρνοντας αυτό σαν αρχή θα πρέπει οι γονείς να έχουν υπόψη τους ότι, όσο το παιδί τους μεγαλώνει και ωριμάζει σωματικά και ψυχικά, θα πρέπει να μειώνουν σταδιακά το βαθμό στον οποίο το προστατεύουν από τα προβλήματα τα οποία θα συναντά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα το αφήνουν και τελείως ανυπεράσπιστο.
Ιδανικά, μέσα από συζήτηση αλλά και συγκεκριμένα παραδείγματα, και πάντα με βάση την ηλικία και τις ικανότητες, ένας γονιός θα πρέπει να καθοδηγεί το παιδί του για το πώς μπορεί το ίδιο να δοκιμάσει να λύσει τα προβλήματά του. Στο παιδί θα πρέπει να μεταδίδουμε τη σιγουριά ότι είμαστε εκεί για αυτό εάν πραγματικά χρειαστεί να λύσουμε το πρόβλημα, αλλά παράλληλα να το ενθαρρύνουμε δείχνοντάς του ότι πιστεύουμε ότι μπορεί να τα βγάλει πέρα. Άλλωστε, όταν τελικά το παιδί μας μπει στον κόσμο των ενηλίκων, θα κληθεί να αντιμετωπίσει μόνο του διαφόρων ειδών προβλήματα, κάτι το οποίο θα βιώσει σαν ψυχρολουσία εάν δεν εκπαιδεύεται σταδιακά σε αυτό κατά τα παιδικά του χρόνια.
Ένα άλλο ζήτημα το οποίο προκύπτει συχνά έχει να κάνει με το πόση ελευθερία δίνουμε σε ένα παιδί όσον αφορά τις εξωσχολικές του δραστηριότητες. Ένα παιδί του δημοτικού μπορεί να ζητήσει κάποια στιγμή να πάει να μείνει στο σπίτι ενός φίλου του το βράδυ, ενώ ένας έφηβος κάποια στιγμή θα θελήσει να βγει έξω το βράδυ με φίλους και χωρίς συνοδεία ενηλίκου. Η πρώτη αντίδραση των περισσοτέρων γονιών σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως είναι αρνητική, όχι λόγω διάθεσης να περιορίσουν τη διασκέδαση του παιδιού τους, αλλά επειδή φοβούνται τους διάφορους αστάθμητους παράγοντες και ενδεχόμενους κινδύνους που θα αντιμετωπίσει εκτός σφαίρας απόλυτου ελέγχου τους.
Αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό και κατανοητό-εντούτοις, θα πρέπει οι γονείς να καταπολεμούν όσο είναι δυνατόν τους φόβους τους (πάντα σε συνθήκες όπου λογικά τα παιδιά δεν διατρέχουν πραγματικό κίνδυνο) και να δίνουν ελευθερία στα παιδιά τους, ώστε αυτά να αρχίσουν να εξελίσσουν και τις κοινωνικές τους δεξιότητες και να γίνονται ανεξάρτητες οντότητες.
Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα θέματα που προκύπτουν κατά την ανατροφή ενός παιδιού, το μέτρο είναι και εδώ το σημείο-κλειδί. Ασφαλώς και πρέπει να προστατεύουμε τα παιδιά μας, προσέχουμε όμως ώστε αυτή η προστασία να μην είναι υπερβολική.
Μυρτώ Κογεβίνα, MSc
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
University of Oxford, University of Surrey
Πηγή: mothersblog.gr


Παγίδα υπερπροστατευτικότητας! Μαμά και παιδί

Το δέσιμο μητέρας-παιδιού δε συγκρίνεται με τίποτα άλλο στον κόσμο. Η γυναίκα η οποία γίνεται μητέρα νιώθει την ακατανίκητη επιθυμία να προστατεύσει το παιδί της από όλων των ειδών τις απειλές.
Η τάση αυτή συνδέεται με αρχέγονα ένστικτα προστασίας του παιδιού και μέχρι ενός βαθμού είναι θετική. Τι γίνεται όμως όταν οι γονείς ξεπερνούν τα όρια της προστατευτικότητας και γίνονται υπερπροστατευτικοί;
Όταν ένα μωρό έρχεται στον κόσμο, είναι παντελώς αδύναμο και ανυπεράσπιστο και έχει απόλυτη ανάγκη τους γονείς του προκειμένου να επιβιώσει. Οι γονείς, και ιδιαιτέρως η μητέρα, νιώθουν έντονο άγχος κατά κύριο λόγο σχετικά με τη σωματική υγεία του παιδιού τους και κάνουν το παν για την προστατεύσουν. Όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, αυτού του είδους η τάση για προστασία του νεογέννητου παιδιού είναι φυσιολογική και αναγκαία.
Εντούτοις, η τάση αυτή, εάν συνεχίζει να έχει την ίδια μορφή και όσο περνούν τα χρόνια, γίνεται προβληματική. Για παράδειγμα, μία μητέρα είναι λογικό να φοβάται ότι το λίγων μηνών μωρό της, το οποίο δεν διαθέτει ακόμα καλό ανοσοποιητικό σύστημα, θα εκτεθεί σε κάποιο μικρόβιο που θα το οδηγήσει στο να αρρωστήσει. Όμως, με το να κρατάμε το περιβάλλον ενός μωρού ή μικρού παιδιού υπερβολικά αποστειρωμένο-για παράδειγμα, με το να μην το αφήνουμε ποτέ να παίξει έξω και να λερωθεί, να έρθει σε επαφή με κατοικίδια ζώα κ.ο.κ.-δεν του δίνουμε τη δυνατότητα και να χτίσει το ανοσοποιητικό το οποίο αρχικά λείπει.
Έτσι, παρότι έχουμε οπωσδήποτε τις καλύτερες προθέσεις, η υπερπροστασία του παιδιού σε αυτή την περίπτωση έχει τελικά αρνητικό αποτέλεσμα, καθώς το «καταδικάζουμε» στο να έχει πολύ πιο ανίσχυρο ανοσοποιητικό, και άρα να είναι πιο φιλάσθενο γενικά.
Όσο το παιδί μας μεγαλώνει και βγαίνει στον κόσμο , αρχίζει, περά από τις καθαρά σωματικές, να αντιμετωπίζει και άλλων ειδών απειλές. Για παράδειγμα, ένα παιδάκι που ξεκινάει το νηπιαγωγείο ή το δημοτικό αρχίζει να κοινωνικοποιείται και να έρχεται σε επαφή με άλλα παιδάκια, κάποια από τα οποία ενδεχομένως να το πειράξουν με κάποιον τρόπο. Αντιπαραθέσεις μπορεί να προκύψουν επίσης με δασκάλους, ενώ αλλά θέματα μπορεί να έχουν να κάνουν με τις επιδόσεις σε διάφορους τομείς (π.χ. ένα παιδάκι να μην επιλεγεί για το θεατρικό του σχολείου).
Η αυτόματη αντίδραση ενός γονιού, ο οποίος έχει άλλωστε συνηθίσει να προστατεύει το παιδί του, θα είναι να το προστατεύσει και σε αυτή την περίπτωση, λύνοντας με κάποιον τρόπο ο ίδιος το πρόβλημα (π.χ. με το να επέμβει μιλώντας στη μαμά του παιδιού με το οποίο τσακώθηκε το δικός τους ή με τη δασκάλα). Παρότι αυτή η τακτική βραχυπρόθεσμα μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα, το πιθανότερο είναι δυνητικά να αποδειχθεί επιζήμια.
Ο λόγος είναι ότι, με το να λύνουμε όλα τα προβλήματα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπο το παιδί μας, τού στερούμε την ευκαιρία να δοκιμάσει να τα λύσει μόνο του, καλλιεργώντας έτσι δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων καθώς και αυτοπεποίθηση, αφού θα έχει διαπιστώσει ότι μπορεί να σταθεί στα πόδια του.
Κατά την Ainsworth, η υγιής σχέση μητέρας-παιδιού περιλαμβάνει το να χρησιμοποιεί το παιδί τη μητέρα σαν «ασφαλή βάση» εξερεύνησης του κόσμου. Παίρνοντας αυτό σαν αρχή θα πρέπει οι γονείς να έχουν υπόψη τους ότι, όσο το παιδί τους μεγαλώνει και ωριμάζει σωματικά και ψυχικά, θα πρέπει να μειώνουν σταδιακά το βαθμό στον οποίο το προστατεύουν από τα προβλήματα τα οποία θα συναντά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα το αφήνουν και τελείως ανυπεράσπιστο.
Ιδανικά, μέσα από συζήτηση αλλά και συγκεκριμένα παραδείγματα, και πάντα με βάση την ηλικία και τις ικανότητες, ένας γονιός θα πρέπει να καθοδηγεί το παιδί του για το πώς μπορεί το ίδιο να δοκιμάσει να λύσει τα προβλήματά του. Στο παιδί θα πρέπει να μεταδίδουμε τη σιγουριά ότι είμαστε εκεί για αυτό εάν πραγματικά χρειαστεί να λύσουμε το πρόβλημα, αλλά παράλληλα να το ενθαρρύνουμε δείχνοντάς του ότι πιστεύουμε ότι μπορεί να τα βγάλει πέρα. Άλλωστε, όταν τελικά το παιδί μας μπει στον κόσμο των ενηλίκων, θα κληθεί να αντιμετωπίσει μόνο του διαφόρων ειδών προβλήματα, κάτι το οποίο θα βιώσει σαν ψυχρολουσία εάν δεν εκπαιδεύεται σταδιακά σε αυτό κατά τα παιδικά του χρόνια.
Ένα άλλο ζήτημα το οποίο προκύπτει συχνά έχει να κάνει με το πόση ελευθερία δίνουμε σε ένα παιδί όσον αφορά τις εξωσχολικές του δραστηριότητες. Ένα παιδί του δημοτικού μπορεί να ζητήσει κάποια στιγμή να πάει να μείνει στο σπίτι ενός φίλου του το βράδυ, ενώ ένας έφηβος κάποια στιγμή θα θελήσει να βγει έξω το βράδυ με φίλους και χωρίς συνοδεία ενηλίκου. Η πρώτη αντίδραση των περισσοτέρων γονιών σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως είναι αρνητική, όχι λόγω διάθεσης να περιορίσουν τη διασκέδαση του παιδιού τους, αλλά επειδή φοβούνται τους διάφορους αστάθμητους παράγοντες και ενδεχόμενους κινδύνους που θα αντιμετωπίσει εκτός σφαίρας απόλυτου ελέγχου τους.
Αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό και κατανοητό-εντούτοις, θα πρέπει οι γονείς να καταπολεμούν όσο είναι δυνατόν τους φόβους τους (πάντα σε συνθήκες όπου λογικά τα παιδιά δεν διατρέχουν πραγματικό κίνδυνο) και να δίνουν ελευθερία στα παιδιά τους, ώστε αυτά να αρχίσουν να εξελίσσουν και τις κοινωνικές τους δεξιότητες και να γίνονται ανεξάρτητες οντότητες.
Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα θέματα που προκύπτουν κατά την ανατροφή ενός παιδιού, το μέτρο είναι και εδώ το σημείο-κλειδί. Ασφαλώς και πρέπει να προστατεύουμε τα παιδιά μας, προσέχουμε όμως ώστε αυτή η προστασία να μην είναι υπερβολική.
Μυρτώ Κογεβίνα, MSc
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
University of Oxford, University of Surrey
Πηγή: mothersblog.gr


Σάββατο 6 Απριλίου 2019

Γιατί οι άνθρωποι υπάρχουν απ’ τη στιγμή που βρίσκουνε μια θέση
στη ζωή των άλλων.
Ή ένα θάνατο για τη ζωή των άλλων…  Τάσος Λειβαδίτης.
Εάν οι γονείς έχουν υγιείς προσωπικότητες, ανοίγεται για κείνον διάπλατα ένας δρόμος, όπου οι επιλογές είναι ξεκάθαρες και οι εσωτερικές συγκρούσεις αφορούν υποτυπώδη θέματα που δεν μπορούν να αναστείλουν την ομαλή του λειτουργία.
Εάν οι γονείς έχουν αντιμετωπίσει τις δικές τους ψυχικές δυσκολίες, αυτό θα γίνει πηγή ευτυχίας για το παιδί  τους, γιατί θα  χτίσει, πάνω σε γερά θεμέλια, ένα υγιή εαυτό με υλικά σταθερότητας, συνέχειας και συνοχής που θα μπορεί να αποδέχεται το θετικό στη ζωή του και να το αξιοποιεί, ενώ το αρνητικό θα το επεξεργάζεται και θα καλλιεργεί τα μαθήματά του.
Εάν αναπτύσσεται σε ένα περιβάλλον ψυχικής ηρεμίας, εσωτερικεύει ανενόχλητο τα χαρακτηριστικά των γονιών του και στη συνέχεια δημιουργεί ένα καμβά, όπου αναδεικνύεται μια σύνθεση στοιχείων και από επιρροές άλλων σημαντικών ανθρώπων, που μπορούν να επιδράσουν θετικά στη διαμόρφωση του ψυχισμού του.
Τι συμβαίνει όμως άραγε όταν οι ταυτίσεις με τους γονείς γίνονται σε μια τραυματική βάση;
Όταν οι γονείς δεν μπορούν να συγκρατήσουν τις παρορμήσεις τους και εγκαταλείπονται σε αυτές, αρνούμενοι να βάλουν ένα πλαίσιο σε συγκρούσεις που τους κυριεύουν και καθιστούν δύσκολη τη σχέση με τον εαυτό τους, τη σχέση με τον σύντροφο τους και τελικά με το παιδί τους;
Όταν προβάλουν στο παιδί τους τις δικές τους δυσκολίες (αρνούμαι να δω τα λάθη μου, αλλά κρίνω μόνο τα δικά σου, αποφεύγω να διακρίνω τις αποτυχίες μου και σου καταλογίζω εσένα ότι αποτυγχάνεις σε ό,τι προσπαθείς, δυσκολεύομαι να σταθώ μόνος μου, αλλά κατηγορώ εσένα για αυτό κ.α), τότε το παιδί αποκτά μια εικόνα που δεν είναι δική του, αλλά των δυσκολιών των γονιών του.
Αυτό μπορεί να αποβεί μοιραίο για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, την ψυχική του υγεία, τη σεξουαλική του ταυτότητα.
Το παιδί υφαίνει την προσωπικότητα του με νήματα που ενσωματώνει από τους γονείς του. Όσο πιο διαταραγμένοι είναι οι γονείς, τόσο το αποτέλεσμα που θα αποτυπώνεται στο παιδί θα είναι τραυματικό για το ίδιο, καταστροφικό για τις επιλογές του, αλλά και για την πορεία της ζωής του.
Υποδύεται ρόλους που δεν τον εκφράζουν, αλλά είναι αναπαραστάσεις των προβολών των γονιών του προς αυτόν. Σκηνοθετεί  τη ζωή του, η οποία είναι βασισμένη σε ξένο σενάριο, πιστεύοντας όμως πως αυτή είναι η αλήθεια του.
Η αντήχηση μέσα του της σύγκρουσης των γονιών τον κάνουν να νιώθει μετέωρος σε ένα κενό που δεν μπορεί να ορίσει μόνος του. Αισθάνεται ότι δεν μπορεί να βασιστεί σε εκείνους, αλλά και ότι δεν  μπορεί να τους αποχωριστεί.
Ο υγιής αποχωρισμός του παιδιού από τους γονείς του και η ανάληψη της ευθύνης του σαν ενήλικας γίνεται όταν νιώσει ασφαλής. Έχοντας τοποθετήσει μέσα του υγιή στοιχεία από τους γονείς του, δημιουργεί μέσα του μια νοητή φωλιά που την παίρνει μαζί του, κατοικεί με ασφάλεια σε αυτήν και οργανώνει τα ταξίδια του.
Αισθάνεται γεμάτος από εικόνες σιγουριάς από εκείνους, νιώθει ότι έχει την άδεια να πετάξει ελεύθερα και έτσι απλώνει τα φτερά του και δοκιμάζει με εμπιστοσύνη και ασφάλεια τις δυνάμεις του.
Αν όμως τον παρεμποδίσουν οι ψυχικές δυσκολίες των γονιών του, εξαρτάται από κείνους με νοσηρό τρόπο, αδυνατώντας να κάνει βήματα, μη μπορώντας να αντέξει τις ματαιώσεις τις ζωής. 
Μένει κοντά τους με ένα νοσηρό τρόπο προσπαθώντας να τους θεραπεύσει, ώστε να μπορέσει να κατακτήσει την πολυπόθητη σταθερότητα και ελευθερία του μέσα από εκείνους. Θυσιάζεται για εκείνους προσμένοντας να αλλάξουν και στη συνέχεια θυσιάζει τον εαυτό τους στους άλλους.
Γίνεται ένας  Ιάσονας, ανάμεσα σε δυο συμπληγάδες πέτρες, όπου είναι ακινητοποιημένος να αντιδράσει, γιατί δεν μπορεί να σκεφτεί τον εαυτό του και το δικαίωμα στην ελευθερία του, αλλά εκείνους και τα προβλήματά τους, οπότε η σύνθλιψη του εαυτού του είναι μοιραία.
Κάθε που απομακρύνεται από εκείνους ανησυχεί για τη ζωή τους, για τα συναισθήματά τους, φοβάται πως  χωρίς εκείνον δεν θα τα καταφέρουν. Σαν Ιφιγένεια που του ζητούν να θυσιαστεί για το δικό τους ταξίδι παραιτείται από τα δικά του όνειρα και αργοπεθαίνει ψυχικά.
Τα όνειρά του χάνουν το νόημά τους, γιατί η επιθυμία του αποτελεί βάρος για εκείνον, μια που ορισμός της επιθυμίας είναι η εξυπηρέτηση της επιθυμίας των άλλων. Κάθε θέλω του μαραίνεται, κάτω από το αφρόντιστο βλέμμα του, στη σκέψη της κούρασης που θα επακολουθήσει η ανάληψη μιας επιθυμίας που, και μόνο το άκουσμά της, τον βαραίνει.
Και όταν καταφεύγει στο μαγικό κόσμο της φαντασίας και ξεδιπλώνει το δημιουργό μέσα του, εκείνο που τον αποτρέπει είναι η ιδέα ότι πρέπει να πλάσει τα όνειρά του με υλικά που θα γαληνέψουν τους γονείς τους, για να μπορέσει και εκείνος να αποδεχτεί την πολυπόθητη ειρήνη στην ψυχή του.
Δεν έχει μάθει να σκέφτεται τον εαυτό του, οπότε οτιδήποτε κάνει το κάνει για τους άλλους και δεν αποτελεί χαρά για τον ίδιο. Προσφέρεται στους άλλους, προσφέρει και τη χαρά από τη δημιουργικότητά του και για εκείνον δεν μένουν παρά μόνο κάτι ψίχουλα, που δεν αρκούν για να χορτάσουν τη συναισθηματική του πείνα.
Ματαιωμένος καθηλώνεται ή αναβάλλει, αδυνατώντας να εμπιστευτεί τον εαυτό του και να χαράξει καινούργιους δρόμους. Βαδίζει στα χνάρια των γονιών του, υποκύπτει στις προσδοκίες τους, νιώθει ανασφάλεια και αβεβαιότητα στην ιδέα της αλλαγής και κάθε αεράκι ελευθερίας το αισθάνεται ως απειλή οπότε το αποφεύγει.  
Το φράγμα του ψυχισμού του διάχυτο από συναισθηματική δυσφορία δεν μπορεί να συγκρατήσει τα συναισθήματά του και να αποτελέσει ασπίδα που θα επεξεργάζεται τα εξωτερικά ερεθίσματα, ώστε να καλοδέχεται τα θετικά, να απαγκιστρώνεται από τα αρνητικά και να φιλτράρει τα μαθήματα από τις εμπειρίες του.
Έχοντας την ψυχική του φυσαλίδα διαρρηγμένη από τις παρορμήσεις των γονιών του, καθετί που αφουγκράζεται, ακόμα κι αν είναι θετικό, το απωθεί, για να μην κινδυνεύσει άλλο ο ψυχικός του κόσμος. Σαν η χωρητικότητα του ψυχικού του σάκου να είναι κατειλημμένη από οδύνη, οπότε οτιδήποτε άλλο δεν μπορεί να είναι ευπρόσδεκτο.
Όταν ένας άνθρωπος ματαιώνεται συνεχώς κάτω από μια ψυχική δυσφορία, η οποία αναπαράγεται στο περιβάλλον του, τότε δεν μπορεί να νιώσει ασφάλεια και να εμπιστευτεί τον εαυτό του και τους άλλους.
Παραμένει δέσμιος των ανασφαλειών του και προβάλλει ή μεταθέτει στους άλλους τους φόβους του, ενώ ο ψυχικός του κόσμος είναι αλωμένος από φαντάσματα του παρελθόντος που τον εμποδίζουν να ζήσει. Νιώθει εγκλωβισμένος και θέλει τεράστιο ψυχικό αγώνα, για να βγει από τα αδιέξοδα που πλέον τοποθετεί ο ίδιος τον εαυτό του.
Εκείνο που το τρομάζει περισσότερο είναι ότι όσο μεγαλώνει και από παιδί γίνεται έφηβος και στη συνέχεια ενήλικας, διαπιστώνει ότι οικειοποιείται συμπεριφορές που τον είχαν πληγώσει στο παρελθόν και τις υιοθετεί στις σχέσεις του με τους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή του. 
Αναπαράγει λάθη τα οποία τον είχαν τραυματίσει ή επιδιώκει καταστάσεις όπου αναβιώνει τα ίδια συναισθήματα, αλλά η ηχώ της απαξίωσης αντηχεί μέσα του και σαν να του κάνει υποδείξεις για ένα τρόπο που θα πρέπει να ακολουθήσει.
Κάποια παιδιά ή έφηβοι, στην προσπάθεια τους να μην αποδιοργανωθούν ψυχικά, αποσχίζονται πρόωρα από τον γονιό που πάσχει, με σοβαρό κίνδυνο για τη σεξουαλική τους ταυτότητα, αν είναι του ίδιου φύλου, ενώ, αν είναι διαφορετικού, καταδικάζονται σε μια μοναξιά, αναζητώντας εκείνο που τους έλειψε σε πρόσωπα, όπου εκείνο που τους ελκύει είναι η οικειότητα με τον γονιό που πάσχει.
Γίνονται δέσμιοι των νοσηρών τους επιλογών και εκείνες πλέον γίνονται ένας μονόδρομος, από τις οποίες δεν μπορούν να ξεφύγει. Όταν  ο πίνακας πάνω στον οποίο έχει τοποθετηθεί η ζωή τους είναι διαποτισμένος από μια ψυχική δυσφορία, τότε οι επιλογές που ακολουθούν είναι το ίδιο διαποτισμένες από νοσηρότητα.
Οι γονείς θα πρέπει να σκύψουν στον εαυτό τους, στη μεταξύ τους σχέση, να αναζητήσουν τους λόγους που καταφεύγουν σε παρορμητικές συμπεριφορές και να προσπαθήσουν να τις αλλάξουν, γιατί αυτές οι συμπεριφορές καθρεφτίζονται στο παιδί τους. Τις υιοθετεί και τις αναπαράγει.
Οι γονείς ενός παιδιού είτε είναι μαζί είτε αποφασίσουν να ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους είναι πάντα γονείς. Η ευθύνη για ένα παιδί δε σταματά, επειδή υπάρχουν προβλήματα σε μια σχέση.
Και βέβαια το ζευγάρι, που η σχέση του ραγίζει, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να δουν ο καθένας στο παιδί τους χαρακτηριστικά του πρώην συντρόφου και να νιώσουν συναισθήματα απογοήτευσης, ματαίωσης, απόρριψης, θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουν θεραπευτικά, γιατί ένα παιδί, αν το κοιτάμε με ένα συγκεκριμένο τρόπο, μοιραία υιοθετεί αυτά τα χαρακτηριστικά.
Τα λάθη που έχουν γίνει στο παρελθόν είναι αναστρέψιμα, όταν υπάρχει η διάθεση από εκείνους να τα αναγνωρίσουν, να προσπαθήσουν να τα διορθώσουν και να ζητήσουν απλόχερα συγνώμη από το παιδί τους.
Τα τραύματα του παρελθόντος μπορούν να επουλωθούν, εάν οι γονείς τα παραδεχτούν και αποφασίσουν να αλλάξουν τις συμπεριφορές τους, εκφράζοντας με ένα υγιή τρόπο  το ενδιαφέρον προς τον εαυτό τους και κατ’ επέκταση για τους ανθρώπους που είναι σημαντικοί για εκείνους.
Οι άνθρωποι, που έχουν μεγαλώσει με γονείς οι οποίοι είχαν εγκαταλειφθεί στις παρορμήσεις τους, καλούνται να επουλώσουν τα τραύματά τους, μετά που θα τολμήσουν να τα αναγνωρίσουν και να έρθουν σε επαφή με τα συναισθήματα που είχαν απωθηθεί στον ψυχισμό τους. Η ζωή μας δεν είναι μονόδρομος.
Όσο δύσκολες κι αν ήταν οι συγκυρίες του παρελθόντος, μπορεί ο καθένας μας να διαφοροποιηθεί από την εικόνα που σχημάτισε για τον εαυτό του ως παιδί, μέσα από λάθος καθρεφτίσματα που δεν εξέφραζαν αυτόν, αλλά δυσκολίες άλλων. Μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που σχετίζεται με τον εαυτό του και με τους άλλους, αν τολμήσει να κοιτάξει την αλήθεια του, χωρίς φόβο ή πάθος.
Το παρελθόν μας μπορεί να είναι ο χάρτης μας, όμως εμείς είμαστε οι δημιουργοί της ζωής μας. Μπορούμε αποφασιστικά να τολμήσουμε να χαράξουμε  νέα μονοπάτια, αδοκίμαστες αλλά γοητευτικές διαδρομές, που θα τις διασχίζουμε είτε μόνοι μας απολαμβάνοντας την πορεία της ζωής μας είτε με άλλους ελκυστικούς συνοδοιπόρους που θα μας ενώνει μαζί τους η επιθυμία για ζωή.
Αν θα αναπαράγουμε το παρελθόν μας ή αν θα δημιουργήσουμε ένα νέο παρόν και ένα νέο μέλλον μέσα από τη σύνθεση αλλά και μέσα από τη διαφοροποίηση, εξαρτάται από μας. Από την αποφασιστικότητά μας, από την τόλμη μας, από την επιθυμία μας να υπάρξουμε ως οραματιστές ενός καλύτερου αύριο, ως καλλιτέχνες των στόχων μας, ως πομποί και δέκτες ζωής.

Αγγελική Μπολουδάκη
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι.


Το παιδί διαμορφώνει την ταυτότητα του έχοντας ως πρότυπο τους γονείς του

Γιατί οι άνθρωποι υπάρχουν απ’ τη στιγμή που βρίσκουνε μια θέση
στη ζωή των άλλων.
Ή ένα θάνατο για τη ζωή των άλλων…  Τάσος Λειβαδίτης.
Εάν οι γονείς έχουν υγιείς προσωπικότητες, ανοίγεται για κείνον διάπλατα ένας δρόμος, όπου οι επιλογές είναι ξεκάθαρες και οι εσωτερικές συγκρούσεις αφορούν υποτυπώδη θέματα που δεν μπορούν να αναστείλουν την ομαλή του λειτουργία.
Εάν οι γονείς έχουν αντιμετωπίσει τις δικές τους ψυχικές δυσκολίες, αυτό θα γίνει πηγή ευτυχίας για το παιδί  τους, γιατί θα  χτίσει, πάνω σε γερά θεμέλια, ένα υγιή εαυτό με υλικά σταθερότητας, συνέχειας και συνοχής που θα μπορεί να αποδέχεται το θετικό στη ζωή του και να το αξιοποιεί, ενώ το αρνητικό θα το επεξεργάζεται και θα καλλιεργεί τα μαθήματά του.
Εάν αναπτύσσεται σε ένα περιβάλλον ψυχικής ηρεμίας, εσωτερικεύει ανενόχλητο τα χαρακτηριστικά των γονιών του και στη συνέχεια δημιουργεί ένα καμβά, όπου αναδεικνύεται μια σύνθεση στοιχείων και από επιρροές άλλων σημαντικών ανθρώπων, που μπορούν να επιδράσουν θετικά στη διαμόρφωση του ψυχισμού του.
Τι συμβαίνει όμως άραγε όταν οι ταυτίσεις με τους γονείς γίνονται σε μια τραυματική βάση;
Όταν οι γονείς δεν μπορούν να συγκρατήσουν τις παρορμήσεις τους και εγκαταλείπονται σε αυτές, αρνούμενοι να βάλουν ένα πλαίσιο σε συγκρούσεις που τους κυριεύουν και καθιστούν δύσκολη τη σχέση με τον εαυτό τους, τη σχέση με τον σύντροφο τους και τελικά με το παιδί τους;
Όταν προβάλουν στο παιδί τους τις δικές τους δυσκολίες (αρνούμαι να δω τα λάθη μου, αλλά κρίνω μόνο τα δικά σου, αποφεύγω να διακρίνω τις αποτυχίες μου και σου καταλογίζω εσένα ότι αποτυγχάνεις σε ό,τι προσπαθείς, δυσκολεύομαι να σταθώ μόνος μου, αλλά κατηγορώ εσένα για αυτό κ.α), τότε το παιδί αποκτά μια εικόνα που δεν είναι δική του, αλλά των δυσκολιών των γονιών του.
Αυτό μπορεί να αποβεί μοιραίο για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, την ψυχική του υγεία, τη σεξουαλική του ταυτότητα.
Το παιδί υφαίνει την προσωπικότητα του με νήματα που ενσωματώνει από τους γονείς του. Όσο πιο διαταραγμένοι είναι οι γονείς, τόσο το αποτέλεσμα που θα αποτυπώνεται στο παιδί θα είναι τραυματικό για το ίδιο, καταστροφικό για τις επιλογές του, αλλά και για την πορεία της ζωής του.
Υποδύεται ρόλους που δεν τον εκφράζουν, αλλά είναι αναπαραστάσεις των προβολών των γονιών του προς αυτόν. Σκηνοθετεί  τη ζωή του, η οποία είναι βασισμένη σε ξένο σενάριο, πιστεύοντας όμως πως αυτή είναι η αλήθεια του.
Η αντήχηση μέσα του της σύγκρουσης των γονιών τον κάνουν να νιώθει μετέωρος σε ένα κενό που δεν μπορεί να ορίσει μόνος του. Αισθάνεται ότι δεν μπορεί να βασιστεί σε εκείνους, αλλά και ότι δεν  μπορεί να τους αποχωριστεί.
Ο υγιής αποχωρισμός του παιδιού από τους γονείς του και η ανάληψη της ευθύνης του σαν ενήλικας γίνεται όταν νιώσει ασφαλής. Έχοντας τοποθετήσει μέσα του υγιή στοιχεία από τους γονείς του, δημιουργεί μέσα του μια νοητή φωλιά που την παίρνει μαζί του, κατοικεί με ασφάλεια σε αυτήν και οργανώνει τα ταξίδια του.
Αισθάνεται γεμάτος από εικόνες σιγουριάς από εκείνους, νιώθει ότι έχει την άδεια να πετάξει ελεύθερα και έτσι απλώνει τα φτερά του και δοκιμάζει με εμπιστοσύνη και ασφάλεια τις δυνάμεις του.
Αν όμως τον παρεμποδίσουν οι ψυχικές δυσκολίες των γονιών του, εξαρτάται από κείνους με νοσηρό τρόπο, αδυνατώντας να κάνει βήματα, μη μπορώντας να αντέξει τις ματαιώσεις τις ζωής. 
Μένει κοντά τους με ένα νοσηρό τρόπο προσπαθώντας να τους θεραπεύσει, ώστε να μπορέσει να κατακτήσει την πολυπόθητη σταθερότητα και ελευθερία του μέσα από εκείνους. Θυσιάζεται για εκείνους προσμένοντας να αλλάξουν και στη συνέχεια θυσιάζει τον εαυτό τους στους άλλους.
Γίνεται ένας  Ιάσονας, ανάμεσα σε δυο συμπληγάδες πέτρες, όπου είναι ακινητοποιημένος να αντιδράσει, γιατί δεν μπορεί να σκεφτεί τον εαυτό του και το δικαίωμα στην ελευθερία του, αλλά εκείνους και τα προβλήματά τους, οπότε η σύνθλιψη του εαυτού του είναι μοιραία.
Κάθε που απομακρύνεται από εκείνους ανησυχεί για τη ζωή τους, για τα συναισθήματά τους, φοβάται πως  χωρίς εκείνον δεν θα τα καταφέρουν. Σαν Ιφιγένεια που του ζητούν να θυσιαστεί για το δικό τους ταξίδι παραιτείται από τα δικά του όνειρα και αργοπεθαίνει ψυχικά.
Τα όνειρά του χάνουν το νόημά τους, γιατί η επιθυμία του αποτελεί βάρος για εκείνον, μια που ορισμός της επιθυμίας είναι η εξυπηρέτηση της επιθυμίας των άλλων. Κάθε θέλω του μαραίνεται, κάτω από το αφρόντιστο βλέμμα του, στη σκέψη της κούρασης που θα επακολουθήσει η ανάληψη μιας επιθυμίας που, και μόνο το άκουσμά της, τον βαραίνει.
Και όταν καταφεύγει στο μαγικό κόσμο της φαντασίας και ξεδιπλώνει το δημιουργό μέσα του, εκείνο που τον αποτρέπει είναι η ιδέα ότι πρέπει να πλάσει τα όνειρά του με υλικά που θα γαληνέψουν τους γονείς τους, για να μπορέσει και εκείνος να αποδεχτεί την πολυπόθητη ειρήνη στην ψυχή του.
Δεν έχει μάθει να σκέφτεται τον εαυτό του, οπότε οτιδήποτε κάνει το κάνει για τους άλλους και δεν αποτελεί χαρά για τον ίδιο. Προσφέρεται στους άλλους, προσφέρει και τη χαρά από τη δημιουργικότητά του και για εκείνον δεν μένουν παρά μόνο κάτι ψίχουλα, που δεν αρκούν για να χορτάσουν τη συναισθηματική του πείνα.
Ματαιωμένος καθηλώνεται ή αναβάλλει, αδυνατώντας να εμπιστευτεί τον εαυτό του και να χαράξει καινούργιους δρόμους. Βαδίζει στα χνάρια των γονιών του, υποκύπτει στις προσδοκίες τους, νιώθει ανασφάλεια και αβεβαιότητα στην ιδέα της αλλαγής και κάθε αεράκι ελευθερίας το αισθάνεται ως απειλή οπότε το αποφεύγει.  
Το φράγμα του ψυχισμού του διάχυτο από συναισθηματική δυσφορία δεν μπορεί να συγκρατήσει τα συναισθήματά του και να αποτελέσει ασπίδα που θα επεξεργάζεται τα εξωτερικά ερεθίσματα, ώστε να καλοδέχεται τα θετικά, να απαγκιστρώνεται από τα αρνητικά και να φιλτράρει τα μαθήματα από τις εμπειρίες του.
Έχοντας την ψυχική του φυσαλίδα διαρρηγμένη από τις παρορμήσεις των γονιών του, καθετί που αφουγκράζεται, ακόμα κι αν είναι θετικό, το απωθεί, για να μην κινδυνεύσει άλλο ο ψυχικός του κόσμος. Σαν η χωρητικότητα του ψυχικού του σάκου να είναι κατειλημμένη από οδύνη, οπότε οτιδήποτε άλλο δεν μπορεί να είναι ευπρόσδεκτο.
Όταν ένας άνθρωπος ματαιώνεται συνεχώς κάτω από μια ψυχική δυσφορία, η οποία αναπαράγεται στο περιβάλλον του, τότε δεν μπορεί να νιώσει ασφάλεια και να εμπιστευτεί τον εαυτό του και τους άλλους.
Παραμένει δέσμιος των ανασφαλειών του και προβάλλει ή μεταθέτει στους άλλους τους φόβους του, ενώ ο ψυχικός του κόσμος είναι αλωμένος από φαντάσματα του παρελθόντος που τον εμποδίζουν να ζήσει. Νιώθει εγκλωβισμένος και θέλει τεράστιο ψυχικό αγώνα, για να βγει από τα αδιέξοδα που πλέον τοποθετεί ο ίδιος τον εαυτό του.
Εκείνο που το τρομάζει περισσότερο είναι ότι όσο μεγαλώνει και από παιδί γίνεται έφηβος και στη συνέχεια ενήλικας, διαπιστώνει ότι οικειοποιείται συμπεριφορές που τον είχαν πληγώσει στο παρελθόν και τις υιοθετεί στις σχέσεις του με τους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή του. 
Αναπαράγει λάθη τα οποία τον είχαν τραυματίσει ή επιδιώκει καταστάσεις όπου αναβιώνει τα ίδια συναισθήματα, αλλά η ηχώ της απαξίωσης αντηχεί μέσα του και σαν να του κάνει υποδείξεις για ένα τρόπο που θα πρέπει να ακολουθήσει.
Κάποια παιδιά ή έφηβοι, στην προσπάθεια τους να μην αποδιοργανωθούν ψυχικά, αποσχίζονται πρόωρα από τον γονιό που πάσχει, με σοβαρό κίνδυνο για τη σεξουαλική τους ταυτότητα, αν είναι του ίδιου φύλου, ενώ, αν είναι διαφορετικού, καταδικάζονται σε μια μοναξιά, αναζητώντας εκείνο που τους έλειψε σε πρόσωπα, όπου εκείνο που τους ελκύει είναι η οικειότητα με τον γονιό που πάσχει.
Γίνονται δέσμιοι των νοσηρών τους επιλογών και εκείνες πλέον γίνονται ένας μονόδρομος, από τις οποίες δεν μπορούν να ξεφύγει. Όταν  ο πίνακας πάνω στον οποίο έχει τοποθετηθεί η ζωή τους είναι διαποτισμένος από μια ψυχική δυσφορία, τότε οι επιλογές που ακολουθούν είναι το ίδιο διαποτισμένες από νοσηρότητα.
Οι γονείς θα πρέπει να σκύψουν στον εαυτό τους, στη μεταξύ τους σχέση, να αναζητήσουν τους λόγους που καταφεύγουν σε παρορμητικές συμπεριφορές και να προσπαθήσουν να τις αλλάξουν, γιατί αυτές οι συμπεριφορές καθρεφτίζονται στο παιδί τους. Τις υιοθετεί και τις αναπαράγει.
Οι γονείς ενός παιδιού είτε είναι μαζί είτε αποφασίσουν να ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους είναι πάντα γονείς. Η ευθύνη για ένα παιδί δε σταματά, επειδή υπάρχουν προβλήματα σε μια σχέση.
Και βέβαια το ζευγάρι, που η σχέση του ραγίζει, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να δουν ο καθένας στο παιδί τους χαρακτηριστικά του πρώην συντρόφου και να νιώσουν συναισθήματα απογοήτευσης, ματαίωσης, απόρριψης, θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουν θεραπευτικά, γιατί ένα παιδί, αν το κοιτάμε με ένα συγκεκριμένο τρόπο, μοιραία υιοθετεί αυτά τα χαρακτηριστικά.
Τα λάθη που έχουν γίνει στο παρελθόν είναι αναστρέψιμα, όταν υπάρχει η διάθεση από εκείνους να τα αναγνωρίσουν, να προσπαθήσουν να τα διορθώσουν και να ζητήσουν απλόχερα συγνώμη από το παιδί τους.
Τα τραύματα του παρελθόντος μπορούν να επουλωθούν, εάν οι γονείς τα παραδεχτούν και αποφασίσουν να αλλάξουν τις συμπεριφορές τους, εκφράζοντας με ένα υγιή τρόπο  το ενδιαφέρον προς τον εαυτό τους και κατ’ επέκταση για τους ανθρώπους που είναι σημαντικοί για εκείνους.
Οι άνθρωποι, που έχουν μεγαλώσει με γονείς οι οποίοι είχαν εγκαταλειφθεί στις παρορμήσεις τους, καλούνται να επουλώσουν τα τραύματά τους, μετά που θα τολμήσουν να τα αναγνωρίσουν και να έρθουν σε επαφή με τα συναισθήματα που είχαν απωθηθεί στον ψυχισμό τους. Η ζωή μας δεν είναι μονόδρομος.
Όσο δύσκολες κι αν ήταν οι συγκυρίες του παρελθόντος, μπορεί ο καθένας μας να διαφοροποιηθεί από την εικόνα που σχημάτισε για τον εαυτό του ως παιδί, μέσα από λάθος καθρεφτίσματα που δεν εξέφραζαν αυτόν, αλλά δυσκολίες άλλων. Μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που σχετίζεται με τον εαυτό του και με τους άλλους, αν τολμήσει να κοιτάξει την αλήθεια του, χωρίς φόβο ή πάθος.
Το παρελθόν μας μπορεί να είναι ο χάρτης μας, όμως εμείς είμαστε οι δημιουργοί της ζωής μας. Μπορούμε αποφασιστικά να τολμήσουμε να χαράξουμε  νέα μονοπάτια, αδοκίμαστες αλλά γοητευτικές διαδρομές, που θα τις διασχίζουμε είτε μόνοι μας απολαμβάνοντας την πορεία της ζωής μας είτε με άλλους ελκυστικούς συνοδοιπόρους που θα μας ενώνει μαζί τους η επιθυμία για ζωή.
Αν θα αναπαράγουμε το παρελθόν μας ή αν θα δημιουργήσουμε ένα νέο παρόν και ένα νέο μέλλον μέσα από τη σύνθεση αλλά και μέσα από τη διαφοροποίηση, εξαρτάται από μας. Από την αποφασιστικότητά μας, από την τόλμη μας, από την επιθυμία μας να υπάρξουμε ως οραματιστές ενός καλύτερου αύριο, ως καλλιτέχνες των στόχων μας, ως πομποί και δέκτες ζωής.

Αγγελική Μπολουδάκη
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι.


Ετοιμάζεστε να πάτε στο σχολείο να ενημερωθείτε για την πρόοδο των παιδιών σας, να συζητήσετε, να πάρετε τους βαθμούς τους...
Δεν είναι καθόλου σπάνιο το γεγονός να ακούσετε κάτι που δε θα σας αρέσει είτε πρόκειται για το γνωστικό επίπεδο του παιδιού σας, είτε για τη συμπεριφορά του μέσα στην τάξη, τις διαπροσωπικές του σχέσεις κλπ.
Είναι φυσικό όλοι οι γονείς να θέλουν να ακούσουν τα καλύτερα για το παιδί τους ακόμη κι όταν ξέρουν ότι υπάρχουν πολλές ελλείψεις.
Και τότε αντί να εκτιμηθεί η ειλικρίνεια του εκπαιδευτικού που έχει εντοπίσει ελλείψεις στο παιδί και θέλει να τις γνωστοποιήσει στο γονιό, ώστε από κοινού να προσπαθήσουν για το καλό του, ο γονιός αμέσως μετατρέπεται στην κουκουβάγια του παραμυθιού που το ΔΙΚΟ του παιδί ήταν το καλύτερο, το εξυπνότερο …κλπ κλπ.
Και όποιος είχε αντίθετη γνώμη δεν ήταν στα καλά του, στην προκειμένη περίπτωση η δασκάλα είναι ανίδεη, τεμπέλα, γεροντοκόρη και χίλια δυο κουσούρια έχει αφού δεν μπορεί να δει το τέλειο παιδί μας ως τέτοιο.
Ναι, έρχεται η στιγμή να αποδοθούν ευθύνες... κάτι μισόλογα μεταξύ μαμάδων «Εκείνο το παιδί το συμπαθεί πιο πολύ από το δικό μου η δασκάλα… Τον έχει βάλει στο μάτι η δασκάλα... Δεν τα εξήγησε σωστά... η δασκάλα!! Δεν τους έβαλε αρκετές ασκήσεις για το σπίτι η δασκάλα… τους έβαλε πάρα πολλά για το σπίτι ….»και η λίστα των κατηγοριών δεν έχει τέλος.
Δεν υπάρχει περίπτωση να σκεφτούμε ότι κάπου φταίξαμε κι εμείς ως γονείς αλλά και το ίδιο το παιδί που δεν πρόσεχε την ώρα της παράδοσης, που δε σέβεται τους κανόνες, που δεν έχει τη σωστή συμπεριφορά… 
Ποιος άραγε είναι υπεύθυνος που το παιδί όταν γυρνάει στο σπίτι πετάει την τσάντα και τρέχει να δει τηλεόραση, να παίξει και να βρει τους φίλους του μέχρι το βράδυ;
Ποιος είναι υπεύθυνος να θέσει πρόγραμμα στο σπίτι για τις ώρες μελέτης και τα διαλείμματα, να βοηθήσει το παιδί σε τυχόν δυσκολίες και να φροντίσει ώστε αυτό να τρέφεται και να κοιμάται σωστά; Μήπως αντί να αποδίδουμε ευθύνες και να προσάπτουμε κατηγορίες σε όλους τους άλλους να δούμε τι είναι αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς ως γονείς...
Αγαπάμε το παιδί μας, ναι, αλλά μήπως αυτό μας τυφλώνει και παραβλέπουμε κάποιες απαράδεκτες συμπεριφορές του; Το έχουμε μαλώσει όταν δεν υπακούει; Έχουμε παρατηρήσει πόσο συχνά χρησιμοποιεί άσχημο λεξιλόγιο και «σηκώνει» το χέρι του;
Λέει ψέματα, κατηγορώντας για δική του αμέλεια τους άλλους και εμείς αμέσως το πιστεύουμε χωρίς να εξετάσουμε αν είναι όντως έτσι όπως τα λέει τα πράγματα;  Μήπως φέρνει ξένα πράγματα στο σπίτι και βρεθεί η δασκάλα σε δύσκολη θέση να μας ανακοινώσει πλήθος σκανταλιών του;
Με τι τρόπο μιλάει στους γύρω του; Πόσο έχει εξασκηθεί να περιμένει να έρθει η σειρά του και να ακολουθεί κανόνες; Έχουν τεθεί όρια στο σπίτι και όταν τα παραβεί  κρατάμε το λόγο μας (ακολουθεί η συνέπεια που του είχαμε εξηγήσει από πριν ότι θα υπάρξει ή μας κάνει ό,τι θέλει;)
Tο συγχωρούμε αμέσως μετατρέποντάς το σε ένα μικρό τύρρανο που αν δε γίνει το δικό του αρχίζει να κοπανάει το πόδι στο πάτωμα και να τσιρίζει μέχρι να ικανοποιήσουν και την τελευταία του επιθυμία;
Το να θέτουμε φραγμούς στα παιδιά και να βάζουμε κανόνες και απαγορεύσεις, το να μάθουν και το «όχι» πέρα από το «ναι» μόνο καλό μπορεί να τους κάνει αφού ούτως ή άλλως στη ζωή θα ανακαλύψουν και μόνα τους ότι δεν μπορούνε να τα έχουνε όλα και πως είναι απαραίτητο να σέβονται τα δικαιώματα των άλλων.
Όλη αυτή η εκπαίδευση πρέπει να αρχίζει από νωρίς, πριν το παιδί πάει στο σχολείο. Οπότε όταν σε μια τάξη υπάρχουν παιδιά ήρεμα και υπάκουα και άλλα που συμπεριφέρονται σαν θηρία στη ζούγκλα μια μικρή επίσκεψη στο περιβάλλον του κάθε παιδιού θα μας αποκαλύψει την ανατροφή του, που όταν είναι σωστή φαίνεται στα πρόσωπα των παιδιών και το αντίθετο-και σε αυτό αποκλειστική ευθύνη φέρουν οι γονείς.
Όλες αυτές οι απόψεις που παρουσιάστηκαν εδώ δεν αποσκοπούν στο να θέσουν στο απυρόβλητο τους εκπαιδευτικούς και να στοχοποιήσουν αποκλειστικά τους γονείς για όσα θέματα σχετίζονται με τα παιδιά.
Επιπλέον να υπογραμμιστεί ότι πάντα θα υπάρχουν εξαιρέσεις όπως γονείς που αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους και δάσκαλοι που όντως δε θα έπρεπε να ασκούν το επάγγελμα.
Επιμένω όμως πως επειδή είναι πολύ συνηθισμένα τα περιστατικά να δέχονται κατηγορίες οι δάσκαλοι για όλα, (μέχρι για την άσχημη συμπεριφορά παιδιών σε εξωσχολικό party -ναι το ακούσαμε κι αυτό) είναι καλή μια ώριμη αυτοκριτική από τον κάθε ένα και μια αξιοπρεπής ανάληψη ευθυνών ώστε να βοηθηθεί πραγματικά αυτός για τον οποίο πασχίζουν –ή θα έπρεπε να πασχίζουν αμφότεροι- δηλαδή το καλό του παιδιού.
Γράφει η Ελένη Αργυροπούλου - Εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
Πηγή: paramana.eu

Η δασκάλα. Δεν φταίει για όλα

Ετοιμάζεστε να πάτε στο σχολείο να ενημερωθείτε για την πρόοδο των παιδιών σας, να συζητήσετε, να πάρετε τους βαθμούς τους...
Δεν είναι καθόλου σπάνιο το γεγονός να ακούσετε κάτι που δε θα σας αρέσει είτε πρόκειται για το γνωστικό επίπεδο του παιδιού σας, είτε για τη συμπεριφορά του μέσα στην τάξη, τις διαπροσωπικές του σχέσεις κλπ.
Είναι φυσικό όλοι οι γονείς να θέλουν να ακούσουν τα καλύτερα για το παιδί τους ακόμη κι όταν ξέρουν ότι υπάρχουν πολλές ελλείψεις.
Και τότε αντί να εκτιμηθεί η ειλικρίνεια του εκπαιδευτικού που έχει εντοπίσει ελλείψεις στο παιδί και θέλει να τις γνωστοποιήσει στο γονιό, ώστε από κοινού να προσπαθήσουν για το καλό του, ο γονιός αμέσως μετατρέπεται στην κουκουβάγια του παραμυθιού που το ΔΙΚΟ του παιδί ήταν το καλύτερο, το εξυπνότερο …κλπ κλπ.
Και όποιος είχε αντίθετη γνώμη δεν ήταν στα καλά του, στην προκειμένη περίπτωση η δασκάλα είναι ανίδεη, τεμπέλα, γεροντοκόρη και χίλια δυο κουσούρια έχει αφού δεν μπορεί να δει το τέλειο παιδί μας ως τέτοιο.
Ναι, έρχεται η στιγμή να αποδοθούν ευθύνες... κάτι μισόλογα μεταξύ μαμάδων «Εκείνο το παιδί το συμπαθεί πιο πολύ από το δικό μου η δασκάλα… Τον έχει βάλει στο μάτι η δασκάλα... Δεν τα εξήγησε σωστά... η δασκάλα!! Δεν τους έβαλε αρκετές ασκήσεις για το σπίτι η δασκάλα… τους έβαλε πάρα πολλά για το σπίτι ….»και η λίστα των κατηγοριών δεν έχει τέλος.
Δεν υπάρχει περίπτωση να σκεφτούμε ότι κάπου φταίξαμε κι εμείς ως γονείς αλλά και το ίδιο το παιδί που δεν πρόσεχε την ώρα της παράδοσης, που δε σέβεται τους κανόνες, που δεν έχει τη σωστή συμπεριφορά… 
Ποιος άραγε είναι υπεύθυνος που το παιδί όταν γυρνάει στο σπίτι πετάει την τσάντα και τρέχει να δει τηλεόραση, να παίξει και να βρει τους φίλους του μέχρι το βράδυ;
Ποιος είναι υπεύθυνος να θέσει πρόγραμμα στο σπίτι για τις ώρες μελέτης και τα διαλείμματα, να βοηθήσει το παιδί σε τυχόν δυσκολίες και να φροντίσει ώστε αυτό να τρέφεται και να κοιμάται σωστά; Μήπως αντί να αποδίδουμε ευθύνες και να προσάπτουμε κατηγορίες σε όλους τους άλλους να δούμε τι είναι αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς ως γονείς...
Αγαπάμε το παιδί μας, ναι, αλλά μήπως αυτό μας τυφλώνει και παραβλέπουμε κάποιες απαράδεκτες συμπεριφορές του; Το έχουμε μαλώσει όταν δεν υπακούει; Έχουμε παρατηρήσει πόσο συχνά χρησιμοποιεί άσχημο λεξιλόγιο και «σηκώνει» το χέρι του;
Λέει ψέματα, κατηγορώντας για δική του αμέλεια τους άλλους και εμείς αμέσως το πιστεύουμε χωρίς να εξετάσουμε αν είναι όντως έτσι όπως τα λέει τα πράγματα;  Μήπως φέρνει ξένα πράγματα στο σπίτι και βρεθεί η δασκάλα σε δύσκολη θέση να μας ανακοινώσει πλήθος σκανταλιών του;
Με τι τρόπο μιλάει στους γύρω του; Πόσο έχει εξασκηθεί να περιμένει να έρθει η σειρά του και να ακολουθεί κανόνες; Έχουν τεθεί όρια στο σπίτι και όταν τα παραβεί  κρατάμε το λόγο μας (ακολουθεί η συνέπεια που του είχαμε εξηγήσει από πριν ότι θα υπάρξει ή μας κάνει ό,τι θέλει;)
Tο συγχωρούμε αμέσως μετατρέποντάς το σε ένα μικρό τύρρανο που αν δε γίνει το δικό του αρχίζει να κοπανάει το πόδι στο πάτωμα και να τσιρίζει μέχρι να ικανοποιήσουν και την τελευταία του επιθυμία;
Το να θέτουμε φραγμούς στα παιδιά και να βάζουμε κανόνες και απαγορεύσεις, το να μάθουν και το «όχι» πέρα από το «ναι» μόνο καλό μπορεί να τους κάνει αφού ούτως ή άλλως στη ζωή θα ανακαλύψουν και μόνα τους ότι δεν μπορούνε να τα έχουνε όλα και πως είναι απαραίτητο να σέβονται τα δικαιώματα των άλλων.
Όλη αυτή η εκπαίδευση πρέπει να αρχίζει από νωρίς, πριν το παιδί πάει στο σχολείο. Οπότε όταν σε μια τάξη υπάρχουν παιδιά ήρεμα και υπάκουα και άλλα που συμπεριφέρονται σαν θηρία στη ζούγκλα μια μικρή επίσκεψη στο περιβάλλον του κάθε παιδιού θα μας αποκαλύψει την ανατροφή του, που όταν είναι σωστή φαίνεται στα πρόσωπα των παιδιών και το αντίθετο-και σε αυτό αποκλειστική ευθύνη φέρουν οι γονείς.
Όλες αυτές οι απόψεις που παρουσιάστηκαν εδώ δεν αποσκοπούν στο να θέσουν στο απυρόβλητο τους εκπαιδευτικούς και να στοχοποιήσουν αποκλειστικά τους γονείς για όσα θέματα σχετίζονται με τα παιδιά.
Επιπλέον να υπογραμμιστεί ότι πάντα θα υπάρχουν εξαιρέσεις όπως γονείς που αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους και δάσκαλοι που όντως δε θα έπρεπε να ασκούν το επάγγελμα.
Επιμένω όμως πως επειδή είναι πολύ συνηθισμένα τα περιστατικά να δέχονται κατηγορίες οι δάσκαλοι για όλα, (μέχρι για την άσχημη συμπεριφορά παιδιών σε εξωσχολικό party -ναι το ακούσαμε κι αυτό) είναι καλή μια ώριμη αυτοκριτική από τον κάθε ένα και μια αξιοπρεπής ανάληψη ευθυνών ώστε να βοηθηθεί πραγματικά αυτός για τον οποίο πασχίζουν –ή θα έπρεπε να πασχίζουν αμφότεροι- δηλαδή το καλό του παιδιού.
Γράφει η Ελένη Αργυροπούλου - Εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
Πηγή: paramana.eu

Συνεξάρτηση είναι όταν αναλαμβάνεις τα προβλήματα των άλλων, τις ανάγκες, τα συναισθήματά, τις προτιμήσεις, τους στόχους, τη ζωή τους, σα να είναι δικά σου, παραμελώντας ή ακόμη και χάνοντας επαφή με τα πραγματικά δικά σου.
Ο όρος αρχικά αναφερόταν στη νοσηρή «δυναμική» που παρατηρούνταν στους συντρόφους αλκοολικών, που χωρίς να το θέλουν, υπέθαλπαν τα προβλήματα του εθισμένου ατόμου, μέσα από υποθετικά βοηθητικές συμπεριφορές. 
Η συνεξάρτηση τώρα πλέον αναφέρεται σε οποιονδήποτε εμπλέκεται σε παρόμοια νοσηρή «δυναμική». Λέμε «νοσηρή» γιατί το να καλύπτει τις ανάγκες του άλλου, δεν είναι υγιές για τον συνεξαρτημένο αλλά ούτε και για τον παραλήπτη.
Πως αναπτύσσεται η συνεξάρτηση;
Η συνεξάρτηση αναπτύσσεται όταν ένα παιδί είναι σε ανισότιμη σχέση με τους γονείς του, όπου μαθαίνει να βάζει στην άκρη τις δικές του ανάγκες και επιθυμίες, ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τα θέλω των γονιών του, προκειμένου να πάρει τη φροντίδα τους, την προσοχή ή την έγκρισή τους. 
Έτσι το παιδί μεγαλώνοντας, αποκτά την τάση να ξαναδημιουργεί κα να έλκεται απ’ αυτή τη «δυναμική» σε όλες του τις σχέσεις. Συνήθως χρειάζεται να αλλάξει αρκετές σχέσεις ή θέσεις εργασίας, πριν συνειδητοποιήσει ότι τα προβλήματά του δεν οφείλονται στον λάθος σύντροφο ή στη λάθος δουλειά, αλλά σε νοσηρές συνήθειες. Επειδή οι συνήθειες στις σχέσεις αποκτούνται κατά την πρώιμη ανάπτυξη, είναι βαθιά ριζωμένες και φαίνονται φυσιολογικές, κάνοντάς το πιο δύσκολο να συνειδητοποιήσεις ότι υπάρχουν εναλλακτικές.
Παραδείγματα Συνεξάρτησης
Η Μαρία είχε συνεξάρτηση με τον σύντροφό της Παύλο. Ο Παύλος δεν ήταν ευχαριστημένος με τη δουλειά του και η Μαρία ανέλαβε να του βρει μια νέα δουλειά. Ξανάφτιαξε το βιογραφικό του, έψαξε στο διαδίκτυο για αγγελίες και του αγόρασε πουκάμισα και γραβάτες για τις συνεντεύξεις. 
Ο Παύλος ήταν πολύ ευχαριστημένος στη νέα δουλειά που βρήκε με τη σκληρή προσπάθεια της Μαρίας αλλά εκείνη έγινε καταθλιπτική και υποτονική. Καθώς ο Παύλος δεν χρειαζόταν τη βοήθειά της, εκείνη δεν ένιωθε πλέον σέξι και ελκυστική, πράγμα που έφερε προβλήματα και στην ερωτική τους ζωή. Η μελαγχολία της Μαρίας επιδεινώθηκε και παραιτήθηκε από τη δουλειά της. Ο οικογενειακός γιατρός την παρέπεμψε σ’ έναν ψυχολόγο και η Μαρία έμαθε πώς να σχετίζεται με πιο ισορροπημένο τρόπο και με τον σύντροφό της και με τον εαυτό της.
Ο Σταύρος είχε συνεξάρτηση με τη δουλειά του. Ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι στη δουλειά, έπαιρνε προαγωγές και αυξήσεις που έσπαγαν τα ρεκόρ της εταιρείας. Αυτό απαιτούσε ηρωική προσπάθεια από τον Σταύρο, που δούλευε μέχρι αργά τη νύχτα και τα σαββατοκύριακα, παραμελώντας την προσωπική του ζωή. Έξι μήνες αφότου προάχθηκε σε μια θέση που ούτε την ήθελε ούτε του άρεσε αλλά ένιωθε υποχρεωμένος να δεχτεί, κατέρρευσε με κλινική κατάθλιψη.
Η Ειρήνη είχε συνεξάρτηση με το γιό της Φώτη. Ο Φώτης δεν είχε τελειώσει μια εργασία για το σχολείο, που έπρεπε να παραδώσει την επόμενη μέρα. Δεν είχε αρκετό χρόνο για να την ολοκληρώσει και να πάει για προπόνηση στο ποδόσφαιρο. Η Ειρήνη δεν άντεξε να τον αφήσει να χάσει το ποδόσφαιρο, οπότε τελείωσε εκείνη την εργασία του και την είχε έτοιμη όταν εκείνος γύρισε στο σπίτι.
Είμαι συνεξαρτημένος;
Αν απαντήσετε «Ναι» σε 4 ή περισσότερες από τις παρακάτω δηλώσεις, τότε έχετε κάποιο βαθμό συνεξάρτησης.
1. Δεν μπορείτε να πείτε «Όχι».
2. Πάντα συμμορφώνεστε με τις προτιμήσεις των άλλων.
3. Νιώθετε άβολα και ένοχα όταν κάνετε τα πράγματα που εσείς θέλετε.
4. Έχετε δυσκολία να αποδεχτείτε τις φιλοφρονήσεις που σας κάνουν.
5. Ντρέπεστε ή νιώθετε υπεύθυνος για την κακή συμπεριφορά των άλλων.
6. Νιώθετε θυμωμένος και δεν ξέρετε γιατί.
7. Πιστεύετε ότι η σύγκρουση δεν έχει κανένα καλό αποτέλεσμα και την αποφεύγετε πάση θυσία.
8. Συνεχώς προλαβαίνετε τις ανάγκες των άλλων και τις ικανοποιείτε πριν καν σας το ζητήσουν.
9. Έχετε την τάση να έλκετε ανθρώπους που χρειάζονται κάποιον να τους σώσει.
10. Νιώθετε μεγάλο άγχος όταν τα πράγματα δεν εξελιχθούν όπως τα σχεδιάσατε.
Πως θα αναγνωρίσετε τη Συνεξάρτηση
Κάποιες φορές χρειάζεται να κάνουμε θυσίες για τους άλλους αλλά όταν παραμελούμε συστηματικά τις δικές μας ανάγκες, τους στόχους και τις προσδοκίες μας, για μήνες ή χρόνια, αυτό δεν είναι υγιές.
Η συνεξάρτηση οδηγεί το άτομο σε εξάντληση. Με τον καιρό, μπορεί να πάθει κατάθλιψη, να είναι αγχώδης, ευρέθιστος και θυμωμένος. Κάποιες φορές είναι πολύ δύσκολο για τα συνεξαρτημένα άτομα να επιτρέψουν στον εαυτό τους να νιώσουν αυτά τα αρνητικά συναισθήματα, καθώς έχουν μάθει να μη δίνουν αξία στα συναισθήματά τους.
Μπορώ να το αλλάξω;
Τα συνεξαρτημένα άτομα λένε συχνά: «Έτσι είμαι. Δεν μπορώ να αλλάξω». Συνήθως χωρίς να το συνειδητοποιούν, το να υποφέρουν τους δίνει μια ικανοποίηση και μια αίσθηση περηφάνιας επειδή τα καταφέρνουν. Όμως αν δεν ζήσεις εσύ τη ζωή σου, δεν θα το κάνει κανείς άλλος για σένα.
Μπορείς να αλλάξεις την τάση για συνεξάρτηση. Είναι δύσκολο και χρειάζεται χρόνο, αλλά δεν είναι τόσο κοπιαστικό όσο το να είσαι συνεξαρτημένος. Μικρές αλλαγές μπορεί να έχουν εντυπωσιακά μεγάλη επίδραση, γιατί η νοοτροπία, η συμπεριφορά και τα συναισθήματα της συνεξάρτησης αλληλεπιδρούν και έτσι, αλλάζοντας το ένα, αλλάζουν και τα άλλα.
Ένα πρώτο βήμα για να αλλάξεις τη συνεξάρτηση, είναι να αναπτύξεις μια νοητική εικόνα, ένα «μέτρο» για το τι είναι ρεαλιστικό για σένα να κάνεις. Μπορείς για παράδειγμα, να οραματιστείς τον εαυτό σου – το χρόνο και την ενέργειά σου – σαν ένα γυάλινο δοχείο με χρωματιστό νερό, στο αγαπημένο σου χρώμα.
Αποφάσισε πόσο από το χρωματιστό νερό χρησιμοποιούν ήδη οι διάφορες ευθύνες και υποχρεώσεις σου και επέλεξε το χαμηλότερο επίπεδο στάθμης (όχι κάτω από 30%) που θα φροντίζεις να εξασφαλίζεις για το περιεχόμενό σου, έτσι ώστε να έχεις αρκετό απόθεμα για τον εαυτό σου και τις έκτακτες ανάγκες. 
Από κει και πέρα, κάθε φορά που κάποιος θα σου ζητάει να κάνεις κάτι, πριν αποφασίσεις αν θα το κάνεις, μπορείς να φέρνεις στο μυαλό σου την εικόνα του δοχείου σου και να εξετάζεις αν, ικανοποιώντας το αίτημα, θα εξαντλήσεις τα αποθέματά σου κάτω από το χαμηλότερο επιτρεπτό όριο (π.χ. το 30% του περιεχομένου). Επιπλέον, είναι σημαντικό να λάβεις υπόψη αν το αίτημα έρχεται από κάποιον με τον οποίο έχεις μια ισορροπημένη και υγιή σχέση.
Το επόμενο βήμα είναι να μάθεις να λες «Όχι», πράγμα πολύ δύσκολο για όσους έχουν θέματα συνεξάρτησης. Το να λες «Όχι» δεν σε κάνει κακό άνθρωπο ούτε σε εμποδίζει να παίρνεις αγάπη και τρυφερότητα.
Το να νιώθεις ότι πρέπει να κερδίσεις την αγάπη και τη στοργή, είναι μια λανθασμένη πεποίθηση που οι συνεξαρτημένοι μαθαίνουν ακούσια, ως παιδιά. Χρειάζεται να μάθεις να επεξεργάζεσαι το αίτημα του άλλου αντί να συμφωνείς αυτόματα όπως συνηθίζει να κάνει ο συνεξαρτημένος.
Εξασκήσου στο να λες δυνατά μια φράση στον εαυτό σου, που θα λέει ότι θα το σκεφτείς και θα τους απαντήσεις. Είναι καθοριστικό να εξασκηθείς λέγοντας δυνατά τη φράση, γιατί έτσι κάνεις πρόβα σε μια νέα αυτόματη απάντηση που θα έχεις έτοιμη, καθώς είναι δύσκολο να πεις «Όχι» όταν σε αιφνιδιάζουν. Μέχρι να τους απαντήσεις, μπορεί κιόλας να έχουν βρει άλλη λύση στα προβλήματά τους. Στη συνέχεια, εξασκήσου με τον ίδιο τρόπο στο να λες «Όχι».
Επιπλέον, χρειάζεται να αλλάξεις τον τρόπο με τον οποίο νιώθεις καλά με τον εαυτό σου. Οι συνεξαρτημένοι νιώθουν αυτοεκτίμηση μέσα από τον εθισμό τους στο να παρέχουν βοήθεια. Οπότε για να αλλάξεις τη συνεξάρτηση, χρειάζεται να συμβιβαστείς με το γεγονός ότι θα παίρνεις λιγότερη ευχαρίστηση μέσα απ’ αυτό, και παράλληλα να αναπτύξεις νέους τρόπους για να νιώθεις αυτοεκτίμηση.
Για παράδειγμα, να ασχοληθείς με όλα εκείνα τα πράγματα που είχες βάλει στην άκρη, όπως το να αλλάξεις εργασία ή καριέρα, να ασχοληθείς με ένα αγαπημένο σου χόμπι ή να βρεις ένα καινούριο, να αθληθείς, να κοινωνικοποιηθείς κλπ.
Φαντάσου ότι αυτή η εξάσκηση στους νέους τρόπους συσχέτισης με τους άλλους, είναι ένα πείραμα. Μην περιμένεις να πετύχεις μόνιμες αλλαγές αμέσως. Δες τι αποδίδει και τι όχι, κάνε τις δικές σου διορθώσεις και πειραματίσου ξανά. Αρκετά σύντομα, αυτό που έμοιαζε πολύ δύσκολο στην αρχή, θα γίνει κάτι φυσιολογικό για σένα. Σκέψου πόσα πολλά μπορείς να πετύχεις αν βάλεις όλη την ενέργεια και το χρόνο που ξόδευες για τους άλλους, στη δική σου ζωή!! 
Κείμενο: Παναγιώτα Κυπραίου, Ψυχοθεραπεύτρια – Συντονίστρια Σχολών Γονέων
Πηγή: psychotherapeia.net.gr

Δεν χρειάζεται να είμαστε τόσο «καλοί» με τους άλλους

Συνεξάρτηση είναι όταν αναλαμβάνεις τα προβλήματα των άλλων, τις ανάγκες, τα συναισθήματά, τις προτιμήσεις, τους στόχους, τη ζωή τους, σα να είναι δικά σου, παραμελώντας ή ακόμη και χάνοντας επαφή με τα πραγματικά δικά σου.
Ο όρος αρχικά αναφερόταν στη νοσηρή «δυναμική» που παρατηρούνταν στους συντρόφους αλκοολικών, που χωρίς να το θέλουν, υπέθαλπαν τα προβλήματα του εθισμένου ατόμου, μέσα από υποθετικά βοηθητικές συμπεριφορές. 
Η συνεξάρτηση τώρα πλέον αναφέρεται σε οποιονδήποτε εμπλέκεται σε παρόμοια νοσηρή «δυναμική». Λέμε «νοσηρή» γιατί το να καλύπτει τις ανάγκες του άλλου, δεν είναι υγιές για τον συνεξαρτημένο αλλά ούτε και για τον παραλήπτη.
Πως αναπτύσσεται η συνεξάρτηση;
Η συνεξάρτηση αναπτύσσεται όταν ένα παιδί είναι σε ανισότιμη σχέση με τους γονείς του, όπου μαθαίνει να βάζει στην άκρη τις δικές του ανάγκες και επιθυμίες, ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τα θέλω των γονιών του, προκειμένου να πάρει τη φροντίδα τους, την προσοχή ή την έγκρισή τους. 
Έτσι το παιδί μεγαλώνοντας, αποκτά την τάση να ξαναδημιουργεί κα να έλκεται απ’ αυτή τη «δυναμική» σε όλες του τις σχέσεις. Συνήθως χρειάζεται να αλλάξει αρκετές σχέσεις ή θέσεις εργασίας, πριν συνειδητοποιήσει ότι τα προβλήματά του δεν οφείλονται στον λάθος σύντροφο ή στη λάθος δουλειά, αλλά σε νοσηρές συνήθειες. Επειδή οι συνήθειες στις σχέσεις αποκτούνται κατά την πρώιμη ανάπτυξη, είναι βαθιά ριζωμένες και φαίνονται φυσιολογικές, κάνοντάς το πιο δύσκολο να συνειδητοποιήσεις ότι υπάρχουν εναλλακτικές.
Παραδείγματα Συνεξάρτησης
Η Μαρία είχε συνεξάρτηση με τον σύντροφό της Παύλο. Ο Παύλος δεν ήταν ευχαριστημένος με τη δουλειά του και η Μαρία ανέλαβε να του βρει μια νέα δουλειά. Ξανάφτιαξε το βιογραφικό του, έψαξε στο διαδίκτυο για αγγελίες και του αγόρασε πουκάμισα και γραβάτες για τις συνεντεύξεις. 
Ο Παύλος ήταν πολύ ευχαριστημένος στη νέα δουλειά που βρήκε με τη σκληρή προσπάθεια της Μαρίας αλλά εκείνη έγινε καταθλιπτική και υποτονική. Καθώς ο Παύλος δεν χρειαζόταν τη βοήθειά της, εκείνη δεν ένιωθε πλέον σέξι και ελκυστική, πράγμα που έφερε προβλήματα και στην ερωτική τους ζωή. Η μελαγχολία της Μαρίας επιδεινώθηκε και παραιτήθηκε από τη δουλειά της. Ο οικογενειακός γιατρός την παρέπεμψε σ’ έναν ψυχολόγο και η Μαρία έμαθε πώς να σχετίζεται με πιο ισορροπημένο τρόπο και με τον σύντροφό της και με τον εαυτό της.
Ο Σταύρος είχε συνεξάρτηση με τη δουλειά του. Ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι στη δουλειά, έπαιρνε προαγωγές και αυξήσεις που έσπαγαν τα ρεκόρ της εταιρείας. Αυτό απαιτούσε ηρωική προσπάθεια από τον Σταύρο, που δούλευε μέχρι αργά τη νύχτα και τα σαββατοκύριακα, παραμελώντας την προσωπική του ζωή. Έξι μήνες αφότου προάχθηκε σε μια θέση που ούτε την ήθελε ούτε του άρεσε αλλά ένιωθε υποχρεωμένος να δεχτεί, κατέρρευσε με κλινική κατάθλιψη.
Η Ειρήνη είχε συνεξάρτηση με το γιό της Φώτη. Ο Φώτης δεν είχε τελειώσει μια εργασία για το σχολείο, που έπρεπε να παραδώσει την επόμενη μέρα. Δεν είχε αρκετό χρόνο για να την ολοκληρώσει και να πάει για προπόνηση στο ποδόσφαιρο. Η Ειρήνη δεν άντεξε να τον αφήσει να χάσει το ποδόσφαιρο, οπότε τελείωσε εκείνη την εργασία του και την είχε έτοιμη όταν εκείνος γύρισε στο σπίτι.
Είμαι συνεξαρτημένος;
Αν απαντήσετε «Ναι» σε 4 ή περισσότερες από τις παρακάτω δηλώσεις, τότε έχετε κάποιο βαθμό συνεξάρτησης.
1. Δεν μπορείτε να πείτε «Όχι».
2. Πάντα συμμορφώνεστε με τις προτιμήσεις των άλλων.
3. Νιώθετε άβολα και ένοχα όταν κάνετε τα πράγματα που εσείς θέλετε.
4. Έχετε δυσκολία να αποδεχτείτε τις φιλοφρονήσεις που σας κάνουν.
5. Ντρέπεστε ή νιώθετε υπεύθυνος για την κακή συμπεριφορά των άλλων.
6. Νιώθετε θυμωμένος και δεν ξέρετε γιατί.
7. Πιστεύετε ότι η σύγκρουση δεν έχει κανένα καλό αποτέλεσμα και την αποφεύγετε πάση θυσία.
8. Συνεχώς προλαβαίνετε τις ανάγκες των άλλων και τις ικανοποιείτε πριν καν σας το ζητήσουν.
9. Έχετε την τάση να έλκετε ανθρώπους που χρειάζονται κάποιον να τους σώσει.
10. Νιώθετε μεγάλο άγχος όταν τα πράγματα δεν εξελιχθούν όπως τα σχεδιάσατε.
Πως θα αναγνωρίσετε τη Συνεξάρτηση
Κάποιες φορές χρειάζεται να κάνουμε θυσίες για τους άλλους αλλά όταν παραμελούμε συστηματικά τις δικές μας ανάγκες, τους στόχους και τις προσδοκίες μας, για μήνες ή χρόνια, αυτό δεν είναι υγιές.
Η συνεξάρτηση οδηγεί το άτομο σε εξάντληση. Με τον καιρό, μπορεί να πάθει κατάθλιψη, να είναι αγχώδης, ευρέθιστος και θυμωμένος. Κάποιες φορές είναι πολύ δύσκολο για τα συνεξαρτημένα άτομα να επιτρέψουν στον εαυτό τους να νιώσουν αυτά τα αρνητικά συναισθήματα, καθώς έχουν μάθει να μη δίνουν αξία στα συναισθήματά τους.
Μπορώ να το αλλάξω;
Τα συνεξαρτημένα άτομα λένε συχνά: «Έτσι είμαι. Δεν μπορώ να αλλάξω». Συνήθως χωρίς να το συνειδητοποιούν, το να υποφέρουν τους δίνει μια ικανοποίηση και μια αίσθηση περηφάνιας επειδή τα καταφέρνουν. Όμως αν δεν ζήσεις εσύ τη ζωή σου, δεν θα το κάνει κανείς άλλος για σένα.
Μπορείς να αλλάξεις την τάση για συνεξάρτηση. Είναι δύσκολο και χρειάζεται χρόνο, αλλά δεν είναι τόσο κοπιαστικό όσο το να είσαι συνεξαρτημένος. Μικρές αλλαγές μπορεί να έχουν εντυπωσιακά μεγάλη επίδραση, γιατί η νοοτροπία, η συμπεριφορά και τα συναισθήματα της συνεξάρτησης αλληλεπιδρούν και έτσι, αλλάζοντας το ένα, αλλάζουν και τα άλλα.
Ένα πρώτο βήμα για να αλλάξεις τη συνεξάρτηση, είναι να αναπτύξεις μια νοητική εικόνα, ένα «μέτρο» για το τι είναι ρεαλιστικό για σένα να κάνεις. Μπορείς για παράδειγμα, να οραματιστείς τον εαυτό σου – το χρόνο και την ενέργειά σου – σαν ένα γυάλινο δοχείο με χρωματιστό νερό, στο αγαπημένο σου χρώμα.
Αποφάσισε πόσο από το χρωματιστό νερό χρησιμοποιούν ήδη οι διάφορες ευθύνες και υποχρεώσεις σου και επέλεξε το χαμηλότερο επίπεδο στάθμης (όχι κάτω από 30%) που θα φροντίζεις να εξασφαλίζεις για το περιεχόμενό σου, έτσι ώστε να έχεις αρκετό απόθεμα για τον εαυτό σου και τις έκτακτες ανάγκες. 
Από κει και πέρα, κάθε φορά που κάποιος θα σου ζητάει να κάνεις κάτι, πριν αποφασίσεις αν θα το κάνεις, μπορείς να φέρνεις στο μυαλό σου την εικόνα του δοχείου σου και να εξετάζεις αν, ικανοποιώντας το αίτημα, θα εξαντλήσεις τα αποθέματά σου κάτω από το χαμηλότερο επιτρεπτό όριο (π.χ. το 30% του περιεχομένου). Επιπλέον, είναι σημαντικό να λάβεις υπόψη αν το αίτημα έρχεται από κάποιον με τον οποίο έχεις μια ισορροπημένη και υγιή σχέση.
Το επόμενο βήμα είναι να μάθεις να λες «Όχι», πράγμα πολύ δύσκολο για όσους έχουν θέματα συνεξάρτησης. Το να λες «Όχι» δεν σε κάνει κακό άνθρωπο ούτε σε εμποδίζει να παίρνεις αγάπη και τρυφερότητα.
Το να νιώθεις ότι πρέπει να κερδίσεις την αγάπη και τη στοργή, είναι μια λανθασμένη πεποίθηση που οι συνεξαρτημένοι μαθαίνουν ακούσια, ως παιδιά. Χρειάζεται να μάθεις να επεξεργάζεσαι το αίτημα του άλλου αντί να συμφωνείς αυτόματα όπως συνηθίζει να κάνει ο συνεξαρτημένος.
Εξασκήσου στο να λες δυνατά μια φράση στον εαυτό σου, που θα λέει ότι θα το σκεφτείς και θα τους απαντήσεις. Είναι καθοριστικό να εξασκηθείς λέγοντας δυνατά τη φράση, γιατί έτσι κάνεις πρόβα σε μια νέα αυτόματη απάντηση που θα έχεις έτοιμη, καθώς είναι δύσκολο να πεις «Όχι» όταν σε αιφνιδιάζουν. Μέχρι να τους απαντήσεις, μπορεί κιόλας να έχουν βρει άλλη λύση στα προβλήματά τους. Στη συνέχεια, εξασκήσου με τον ίδιο τρόπο στο να λες «Όχι».
Επιπλέον, χρειάζεται να αλλάξεις τον τρόπο με τον οποίο νιώθεις καλά με τον εαυτό σου. Οι συνεξαρτημένοι νιώθουν αυτοεκτίμηση μέσα από τον εθισμό τους στο να παρέχουν βοήθεια. Οπότε για να αλλάξεις τη συνεξάρτηση, χρειάζεται να συμβιβαστείς με το γεγονός ότι θα παίρνεις λιγότερη ευχαρίστηση μέσα απ’ αυτό, και παράλληλα να αναπτύξεις νέους τρόπους για να νιώθεις αυτοεκτίμηση.
Για παράδειγμα, να ασχοληθείς με όλα εκείνα τα πράγματα που είχες βάλει στην άκρη, όπως το να αλλάξεις εργασία ή καριέρα, να ασχοληθείς με ένα αγαπημένο σου χόμπι ή να βρεις ένα καινούριο, να αθληθείς, να κοινωνικοποιηθείς κλπ.
Φαντάσου ότι αυτή η εξάσκηση στους νέους τρόπους συσχέτισης με τους άλλους, είναι ένα πείραμα. Μην περιμένεις να πετύχεις μόνιμες αλλαγές αμέσως. Δες τι αποδίδει και τι όχι, κάνε τις δικές σου διορθώσεις και πειραματίσου ξανά. Αρκετά σύντομα, αυτό που έμοιαζε πολύ δύσκολο στην αρχή, θα γίνει κάτι φυσιολογικό για σένα. Σκέψου πόσα πολλά μπορείς να πετύχεις αν βάλεις όλη την ενέργεια και το χρόνο που ξόδευες για τους άλλους, στη δική σου ζωή!! 
Κείμενο: Παναγιώτα Κυπραίου, Ψυχοθεραπεύτρια – Συντονίστρια Σχολών Γονέων
Πηγή: psychotherapeia.net.gr

Παρασκευή 5 Απριλίου 2019

Όλοι σε κάποιο βαθμό είμαστε διατεθειμένοι και πρέπει να κάνουμε υποχωρήσεις, να ανεχόμαστε και να συγχωρούμε.
Σε μερικές περιπτώσεις όμως η ανεκτικότητα και οι υποχωρήσεις που κάνουμε μας εξουθενώνουν, θίγουν την αξιοπρέπειά μας, ανατρέπουν την ισορροπία μας και μας κάνουν να νιώθουμε αποτυχημένοι και δυστυχείς.
Παρακάπτω μπορούμε να διαπιστώσουμε αν και σε ποιο βαθμό τα συναισθήματα που βιώνουμε απέναντι στον σύντροφό μας είναι αληθινή αγάπη ή η έκφραση νευρωσικών αδυναμιών που μας δεσμεύουν και εμείς τις καλύπτουμε κάτω από το πρόσχημα της αγάπης. 
Αληθινή αγάπη: κύρια προτεραιότητα είναι η εξέλιξη του εαυτού σας.
Τοξική αγάπη: υπάρχει εμμονή με τη σχέση. 
Αληθινή Αγάπη: υπάρχει χώρος για ανάπτυξη και επέκταση αλλά και επιθυμία για τους άλλους να αναπτυχθούν εξίσου.
Τοξική αγάπη: αίσθημα ασφάλειας και άνεσης μόνο στην ομοιότητα. Η ανάγκη θεωρείται απόδειξη αγάπης – στην πραγματικότητα ίσως είναι φόβος, ανασφάλεια, μοναξιά.
Αληθινή Αγάπη: υπάρχουν ξεχωριστά ενδιαφέροντα και φίλοι ενώ ταυτόχρονα διατηρείτε τις υπόλοιπες σημαντικές σχέσεις στη ζωή σας.
Τοξική αγάπη: απόλυτη εμπλοκή στα πάντα, περιορισμένη κοινωνική ζωή, παραμέληση παλιών φίλων κι ενδιαφερόντων.
Αληθινή αγάπη: ενθάρρυνση της εξέλιξης του άλλου κι αίσθημα ασφάλειας που οφείλεται στη δική σας αξία.
Τοξική αγάπη: ενασχόληση με τη συμπεριφορά του άλλου και φόβος πιθανών αλλαγών του.
Αληθινή αγάπη: ύπαρξη αρμόζουσας εμπιστοσύνης (εμπιστοσύνη στον/στην σύντροφο όσον αφορά τη συμπεριφορά του/της).
Τοξική αγάπη: αισθήματα ζήλειας, κτητικότητας, ανταγωνισμού, ανάγκη προστασίας των «κεκτημένων». 
Αληθινή αγάπη: συμβιβασμός, διαπραγμάτευση ή ηγετική συμπεριφορά εκ περιτροπής κι επίλυση των προβλημάτων από κοινού.
Τοξική αγάπη: προσπάθειες για απόκτηση του ελέγχου, κατηγορίες, παθητική ή επιθετική χειραγώγηση.
Αληθινή αγάπη: αποδοχή της ατομικότητας του άλλου.
Τοξική αγάπη: προσπάθεια αλλαγής του άλλου σύμφωνα με τα δικά σας πρότυπα.
Αληθινή αγάπη: μέσα στη σχέση ασχολείστε με όλες τις πτυχές της πραγματικότητας.
Τοξική αγάπη: η σχέση βασίζεται στην ψευδαίσθηση και την αποφυγή των δυσάρεστων καταστάσεων.
Αληθινή αγάπη: οι δύο σύντροφοι φροντίζουν τον εαυτό τους και η συναισθηματική τους κατάσταση δεν εξαρτάται από τη διάθεση του άλλου.
Τοξική αγάπη: υπάρχουν προσδοκίες ότι ο ένας σύντροφος θα φροντίσει και θα «σώσει» τον άλλο.
Αληθινή Αγάπη: αποστασιοποιημένη αγάπη (υγιές ενδιαφέρον για τον/την σύντροφο διατηρώντας τα όρια της ελευθερίας του/της.)
Τοξική αγάπη: εμμονή με τα προβλήματα και τα συναισθήματα του άλλου.
Αληθινή Αγάπη: το σεξ είναι ελεύθερη επιλογή που αναπτύσσεται μέσω της φροντίδας και της φιλίας.
Τοξική αγάπη: υπάρχει πίεση γύρω από το σεξ που οφείλεται στον φόβο, την ανασφάλεια και την ανάγκη για άμεση ικανοποίηση.
Αληθινή αγάπη: υπάρχει η δυνατότητα οι σύντροφοι να απολαμβάνουν μοναχικές στιγμές.
Τοξική αγάπη: υπάρχει προσκόλληση, οι δύο σύντροφοι δεν μπορούν να αντέξουν μακριά ο ένας από τον άλλο.
Αληθινή αγάπη: μια κατάσταση άνεσης κι ευχαρίστησης.
Τοξική αγάπη: μια κατάσταση πόνου και απελπισίας.
Αληθινή αγάπη: οι συζητήσεις γίνονται με βάση την κατανόηση, τη βοήθεια ή τη φροντίδα.
Τοξική αγάπη: οι συζητήσεις γίνονται με βάση τις κατηγορίες, την υπεράσπιση του εαυτού μας ή τον χειρισμό του άλλου.
Η Αγάπη δεν περιέχει πόνο. Ο πόνος προέρχεται από τα προβληματικά στοιχεία του χαρακτήρα και το Εγώ μας. Οι ευτυχισμένες σχέσεις βασίζονται στην αμοιβαία εκτίμηση και σεβασμό και όχι στο φόβο ή στη χειραγώγηση.
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί αποτέλεσμα συλλογικής εργασίας των  Melody Beattie, Terence Gorski και Robert Burney
Πηγή: enallaktikidrasi.com


Βασικές διαφορές ανάμεσα στην αληθινή και την τοξική αγάπη

Όλοι σε κάποιο βαθμό είμαστε διατεθειμένοι και πρέπει να κάνουμε υποχωρήσεις, να ανεχόμαστε και να συγχωρούμε.
Σε μερικές περιπτώσεις όμως η ανεκτικότητα και οι υποχωρήσεις που κάνουμε μας εξουθενώνουν, θίγουν την αξιοπρέπειά μας, ανατρέπουν την ισορροπία μας και μας κάνουν να νιώθουμε αποτυχημένοι και δυστυχείς.
Παρακάπτω μπορούμε να διαπιστώσουμε αν και σε ποιο βαθμό τα συναισθήματα που βιώνουμε απέναντι στον σύντροφό μας είναι αληθινή αγάπη ή η έκφραση νευρωσικών αδυναμιών που μας δεσμεύουν και εμείς τις καλύπτουμε κάτω από το πρόσχημα της αγάπης. 
Αληθινή αγάπη: κύρια προτεραιότητα είναι η εξέλιξη του εαυτού σας.
Τοξική αγάπη: υπάρχει εμμονή με τη σχέση. 
Αληθινή Αγάπη: υπάρχει χώρος για ανάπτυξη και επέκταση αλλά και επιθυμία για τους άλλους να αναπτυχθούν εξίσου.
Τοξική αγάπη: αίσθημα ασφάλειας και άνεσης μόνο στην ομοιότητα. Η ανάγκη θεωρείται απόδειξη αγάπης – στην πραγματικότητα ίσως είναι φόβος, ανασφάλεια, μοναξιά.
Αληθινή Αγάπη: υπάρχουν ξεχωριστά ενδιαφέροντα και φίλοι ενώ ταυτόχρονα διατηρείτε τις υπόλοιπες σημαντικές σχέσεις στη ζωή σας.
Τοξική αγάπη: απόλυτη εμπλοκή στα πάντα, περιορισμένη κοινωνική ζωή, παραμέληση παλιών φίλων κι ενδιαφερόντων.
Αληθινή αγάπη: ενθάρρυνση της εξέλιξης του άλλου κι αίσθημα ασφάλειας που οφείλεται στη δική σας αξία.
Τοξική αγάπη: ενασχόληση με τη συμπεριφορά του άλλου και φόβος πιθανών αλλαγών του.
Αληθινή αγάπη: ύπαρξη αρμόζουσας εμπιστοσύνης (εμπιστοσύνη στον/στην σύντροφο όσον αφορά τη συμπεριφορά του/της).
Τοξική αγάπη: αισθήματα ζήλειας, κτητικότητας, ανταγωνισμού, ανάγκη προστασίας των «κεκτημένων». 
Αληθινή αγάπη: συμβιβασμός, διαπραγμάτευση ή ηγετική συμπεριφορά εκ περιτροπής κι επίλυση των προβλημάτων από κοινού.
Τοξική αγάπη: προσπάθειες για απόκτηση του ελέγχου, κατηγορίες, παθητική ή επιθετική χειραγώγηση.
Αληθινή αγάπη: αποδοχή της ατομικότητας του άλλου.
Τοξική αγάπη: προσπάθεια αλλαγής του άλλου σύμφωνα με τα δικά σας πρότυπα.
Αληθινή αγάπη: μέσα στη σχέση ασχολείστε με όλες τις πτυχές της πραγματικότητας.
Τοξική αγάπη: η σχέση βασίζεται στην ψευδαίσθηση και την αποφυγή των δυσάρεστων καταστάσεων.
Αληθινή αγάπη: οι δύο σύντροφοι φροντίζουν τον εαυτό τους και η συναισθηματική τους κατάσταση δεν εξαρτάται από τη διάθεση του άλλου.
Τοξική αγάπη: υπάρχουν προσδοκίες ότι ο ένας σύντροφος θα φροντίσει και θα «σώσει» τον άλλο.
Αληθινή Αγάπη: αποστασιοποιημένη αγάπη (υγιές ενδιαφέρον για τον/την σύντροφο διατηρώντας τα όρια της ελευθερίας του/της.)
Τοξική αγάπη: εμμονή με τα προβλήματα και τα συναισθήματα του άλλου.
Αληθινή Αγάπη: το σεξ είναι ελεύθερη επιλογή που αναπτύσσεται μέσω της φροντίδας και της φιλίας.
Τοξική αγάπη: υπάρχει πίεση γύρω από το σεξ που οφείλεται στον φόβο, την ανασφάλεια και την ανάγκη για άμεση ικανοποίηση.
Αληθινή αγάπη: υπάρχει η δυνατότητα οι σύντροφοι να απολαμβάνουν μοναχικές στιγμές.
Τοξική αγάπη: υπάρχει προσκόλληση, οι δύο σύντροφοι δεν μπορούν να αντέξουν μακριά ο ένας από τον άλλο.
Αληθινή αγάπη: μια κατάσταση άνεσης κι ευχαρίστησης.
Τοξική αγάπη: μια κατάσταση πόνου και απελπισίας.
Αληθινή αγάπη: οι συζητήσεις γίνονται με βάση την κατανόηση, τη βοήθεια ή τη φροντίδα.
Τοξική αγάπη: οι συζητήσεις γίνονται με βάση τις κατηγορίες, την υπεράσπιση του εαυτού μας ή τον χειρισμό του άλλου.
Η Αγάπη δεν περιέχει πόνο. Ο πόνος προέρχεται από τα προβληματικά στοιχεία του χαρακτήρα και το Εγώ μας. Οι ευτυχισμένες σχέσεις βασίζονται στην αμοιβαία εκτίμηση και σεβασμό και όχι στο φόβο ή στη χειραγώγηση.
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί αποτέλεσμα συλλογικής εργασίας των  Melody Beattie, Terence Gorski και Robert Burney
Πηγή: enallaktikidrasi.com