Σύμφωνα με έρευνα Ούγγρων
ερευνητών, οι γυναίκες έχουν την τάση να επιλέγουν ερωτικούς συντρόφους που
μοιάζουν εμφανισιακά με τους πατέρες τους.
Φαίνεται ότι σε πολύ μικρή
ηλικία οι γυναίκες συντάσσουν ασυνείδητα τις «προδιαγραφές» του μελλοντικού
συζύγου τους βασιζόμενες στην πατρική εικόνα.
Οι άνθρωποι που μοιάζουν μεταξύ τους είναι πιθανότερο να διαθέτουν κοινά γονίδια. Και η γενετική ομοιότητα των γονέων είναι ως ένα βαθμό ωφέλιμη για τους απογόνους.
Σύμφωνα μάλιστα με τον Γκλεν
Ουάισφιλντ του Πανεπιστημίου Wayne στο Ντιτρόιτ, ο οποίος δεν μετείχε στην
έρευνα, υπάρχουν ενδείξεις ότι στον άνθρωπο τα ανδρόγυνα που μοιάζουν
παρουσιάζουν μικρότερη συχνότητα αποβολών.
Όταν πάντως η γενετική
ομοιότητα των γονέων είναι μεγάλη, συχνά δημιουργεί προβλήματα, όπως στις
περιπτώσεις αιμομιξίας.
Οι ερευνητές μελέτησαν 26
οικογένειες με υιοθετημένα παιδιά, ώστε να αποκλείσουν τυχόν κληρονομήσιμες
προτιμήσεις στην επιλογή συντρόφου. Περίπου 250 φοιτητές κλήθηκαν να
βαθμολογήσουν την εμφανισιακή ομοιότητα των μελών κάθε οικογένειας σε τρεις
σειρές φωτογραφιών.
Οι φοιτητές αντιστοίχισαν τις
γυναίκες με τους συζύγους τους (εντόπισαν αυξημένη ομοιότητα) με ποσοστό
επιτυχίας τόσο υψηλό που δεν μπορεί να οφείλεται στην τύχη. Ακόμα και οι
σύζυγοι υιοθετημένων γυναικών αντιστοιχήθηκαν επιτυχώς με τους θετούς πατέρες.
Το ποσοστό επιτυχίας στην περίπτωση αυτή ήταν 38%, ενώ αν οι απαντήσεις ήταν
τυχαίες δεν θα ήταν δυνατό να υπερβαίνει το 25%.
Ομοιότητα ανάμεσα στις
γυναίκες και στις θετές μητέρες τους δεν παρατηρήθηκε.
Ένα «μη αναμενόμενο εύρημα»
σχολιάζει ο Ουάισφιλντ, ήταν ότι οι γυναίκες που θεωρούσαν ότι οι θετοί πατέρες
τους ήταν δοτικοί συναισθηματικά είχαν αυξημένη πιθανότητα να παντρευτούν
άντρες που έμοιαζαν στους θετούς πατέρες τους. Ο Ουάισφιλντ διευκρινίζει,
πάντως, ότι στον άνθρωπο η διαδικασία επιλογής συντρόφου είναι περίπλοκη και
εξαρτάται από πολλούς ακόμα παράγοντες, όπως η οσμή.