Η εικασία ότι η εγκληματική
συμπεριφορά κληρονομείται έχει τις ρίζες της στο 19ο αιώνα. Το 1965 οι
επιστήμονες ήταν πεπεισμένοι ότι απομόνωσαν το γενετικό της παράγοντα.
Η Αγγλίδα Πατρίτσια
Τζέικομπς, βασιζόμενη σε έρευνα που έγινε σε κρατούμενους των αγγλικών φυλακών,
υποστήριξε ότι οι άντρες που έχουν δύο χρωμοσώματα ΥΥ, δηλαδή ΧΥΥ αντί για ΧΥ
-συνηθισμένη και αβλαβής χρωμοσωμική ανωμαλία- έχουν εμφανείς επιθετικές
τάσεις.
Πράγματι μεταξύ των κρατουμένων η εμφάνιση της ανωμαλίας αυτής
φαινόταν συχνότερη.
Μεταγενέστερες έρευνες έδειξαν ότι η συχνότητα αντρών με ΥΥ στο σύνολο του
πληθυσμού είχε υποτιμηθεί. Κατά τη δεκαετία του 1980 απομονώθηκε ένα γονίδιο η
μετάλλαξη του οποίου προκαλεί το σύνδρομο του εύθραυστου Χ. Πρόκειται για
γενετική ασθένεια που εμφανίζει νοητική καθυστέρηση.
Ορισμένα από τα συμπτώματά
της είναι η υπερκινητικότητα και η μεγάλη δυσκολία συγκέντρωσης. Βιάστηκαν να
το βαφτίσουν "γονίδιο της εγκληματικότητας", όμως τελικά οι
γενετιστές απέρριψαν οποιαδήποτε σχέση του με την εγκληματική συμπεριφορά.