Γνωρίζατε ότι τα άτομα που
αισθάνονται θυμό συνήθως επιλέγουν συμπαγείς τροφές, δύσκολες στην μάσηση, όπως
είναι μία μπριζόλα, που … πολλές φορές τους βοηθάνε, έστω παροδικά στην
εκτόνωση του;
Πρόσφατες έρευνες απέδειξαν πως οι διατροφικές μας επιλογές φωτογραφίζουν τη διάθεση μας, που οδηγεί στο να διαλέγουμε συγκεκριμένες τροφές έναντι κάποιων άλλων, με σκοπό να ελέγξουμε, υπό μια έννοια τα εκάστοτε συναισθήματά μας.
Είναι πολλές οι φορές που
χρησιμοποιούμε το φαγητό ως μέσο προκειμένου να αντιμετωπίσουμε, να ρυθμίσουμε
ή ακόμα και να εξαλείψουμε τα δυσάρεστα συναισθήματα.
Τι μπορεί όμως να σημαίνει
κάτι τέτοιο; Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα διαπιστώθηκε ότι υπάρχει σύνδεσμος
μεμονωμένων τροφών με συγκεκριμένα συναισθήματα.
Τα άτομα με μελαγχολία ή με
καταπιεσμένη ερωτική ζωή διαπιστώνεται πως καταφεύγουν στην κατανάλωση τροφών
που είναι πλούσιες σε υδατάνθρακες, όπως το σκέτο ψωμί, τα γλυκά ή τα μπισκότα.
Ως πιο πιθανός προτεινόμενος
μεταβολικός μηχανισμός είναι αυτός σύμφωνα με τον οποίο τα φαγητά αυτά αυξάνουν
τα επίπεδα σεροτονίνης στο αίμα μας, μίας ορμόνης που σχετίζεται με την καλή
διάθεση και συνεπώς το άτομο βρίσκει αυτό που αναζητά μέσα από την τροφή.
Μια δύσκολη συναισθηματική
περίοδος αντιμετωπίζεται με τροφές που, καταναλώναμε στην παιδική μας ηλικία
όπως τα παγωτά και οι κρέμες, που μας γυρίζουν σε στιγμές ξεγνοιασιάς.
Από την άλλη οι ιδιαίτερα
αγχωμένοι άνθρωποι εμφανίζουν την τάση να επιλέγουν αλμυρά σνακ, όπως τα
πατατάκια, ποπ κορν ξηρούς καρπούς. Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι το stress
ευθύνεται για την αυξημένη παραγωγή αδρεναλίνης από τα επινεφρίδια, υπεύθυνα,
σύμφωνα με ορισμένους ειδικούς με την επιθυμία μας για αλμυρή τροφή.
Το σύνηθες στην εποχή μας
αίσθημα της μοναξιάς βρίσκει την λύση του τεχνητα σε λιπαρές τροφές (παγωτά, γλυκά)
που καλύπτουν το συναισθηματικό αυτό κενό με μια ευχάριστη και απαλή γεύση στο
στόμα, ενώ κάποιος με έντονο το συναίσθημα της ζήλιας τείνει να γεμίζει το
πιάτο του με ό,τι βρει μπροστά του, παλινδρομώντας στην παιδική του ηλικία όπου
καλούνταν να συναγωνιστεί τα αδέλφια του στο τραπέζι.
Συμπερασματικά λοιπον
συνάγεται πως αν η διατροφική μας συμπεριφορά προδίδει, έστω και κατά ένα
ποσοστό τα συναισθήματα και τις σκέψεις μας, τότε ίσως να μπορούσαμε να
κατανοήσουμε το γιατί και το πώς, κάποιοι καταφέρνουν να είναι εγκρατείς ενώ
άλλοι χάνουν τον έλεγχο καταναλώνοντας μεγάλες ποσότητες τροφής.
Φυσικά αποκρυπτογραφώντας το
συμπεριφοριστικό και εσωτερικό ψυχικό εσωτερικό κόσμο, μας δίνεται η δυνατότητα
να προσεγγίσουμε τη σωστή διαιτητική και ψυχολογική αγωγή με μεγαλύτερη
ακρίβεια.