Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2020

Το ξημέρωμα

-Είναι κι ο χρόνος που ύστερα έχασε τον δρόμο του
γιατί είχε μάθει σε ίσιους δρόμους να πηγαίνει
δρασκελίζοντας μαύρους φράχτες ετοιμόρροπους.
-Άφησε ίχνη από λασπόνερα και αίμα
για όπλο, κράταγε στο χέρι του δρεπάνι
και θέριζε Μέλλον, το κεφάλι και τα πόδια
για να μην φτάσει να σκεφτεί, να κάνει βήμα
κι ύστερα θέρισε με βία όλους τους νέους
και των παιδιών τα δυνατά κι αθώα γέλια.
-Ύστερα ψάχνοντας για έδαφος πιο γόνιμο
μέσα στις γλάστρες των σπιτιών και στα παρτέρια
φύτεψε σπόρους και βολβούς που είχε στη τσέπη του
γιους της Απώλειας που ανθίζουν το ξημέρωμα.-