Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Έρευνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Έρευνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2019

Οι γυναίκες αντιμετωπίζουν περισσότερο στρες και άλλες διαταραχές διάθεσης από τους άνδρες αλλά στα ερευνητικά ερωτηματολόγια εμφανίζονται πιο ευτυχισμένες από τους άνδρες, κάτι που αποτελεί μυστήριο. Μια νέα μελέτη βρήκε τώρα ότι ένα γονίδιο μπορεί να φέρει την ευτυχία στις γυναίκες, αλλά όχι στους άνδρες. Το συγκεκριμένο γονίδιο που φέρει την ονομασία ΜΑΟΑ (monoamine oxidase A) ρυθμίζει τη δραστηριότητα ενός ενζύμου που διασπά τη σεροτονίνη, τη ντοπαμίνη και άλλες «χημικές ουσίες της ευφορίας» στον εγκέφαλο.
Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές εξέτασαν την έκφραση του γονιδίου ΜΑΟΑ σε 193 γυναίκες και 152 άνδρες, που είχαν επίσης συμπληρώσει ειδικά ερωτηματολόγια για την ευτυχία που ένιωθαν. Όπως διαπίστωσαν, οι γυναίκες που διέθεταν έστω και μία κόπια από τον τύπου του ΜΑΟΑ με χαμηλή έκφραση, ανέφεραν πως είναι πολύ πιο ευτυχισμένες απ’ όσες δεν διέθεταν καμία. Αντιθέτως, οι άντρες που έφεραν την ίδια κόπια, δεν ανέφεραν μεγαλύτερη ευτυχία απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους δίχως αυτήν. Για να καταλήξουν στο συμπέρασμά τους για τη συσχέτιση με την ευτυχία, οι ερευνητές έλαβαν υπ’ όψιν και άλλους παράγοντες που την επηρεάζουν, όπως η ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο και το εισόδημα.
«Είναι το πρώτο γονίδιο της ευτυχίας που εντοπίζεται στις γυναίκες», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Χένιαν Τσεν, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Επιδημιολογίας & Βιοστατιστικής του Κολεγίου Δημοσίας Υγείας του πανεπιστημίου.
Η τεστοστερόνη ίσως να μετριάζει την ευτυχία
Όπως ανακάλυψαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα, η χαμηλή έκφραση του γονιδίου ΜΑΟΑ προκαλεί θετικά συναισθήματα στις γυναίκες. Στους άντρες, όμως, ασκεί ακριβώς την αντίθετη δράση, καθώς σχετίζεται με την επιθετικότητα.
Γιατί όμως υπάρχει αυτή η διαφορά ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες; Οι ερευνητές υποψιάζονται, όπως γράφουν στην επιθεώρηση «Πρόοδος στην Νευρο-Ψυχοφαρμακολογία & Βιολογική Ψυχιατρική» (PNPBP), ότι γ διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ενδεχομένως να οφείλεται στην τεστοστερόνη, η οποία μπορεί να μετριάζει την θετική επίδραση του ΜΑΟΑ στους άνδρες.
Όπως και να ‘χει, οι ερευνητές εξέφρασαν έκπληξη για τα ευρήματά τους, διότι η χαμηλή έκφραση του ΜΑΟΑ έχει σχετισθεί με προβλήματα, όπως ο αλκοολισμός, η επιθετικότητα και η αντικοινωνική συμπεριφορά, κατά τον δρα Τσεν. «Εξαιτίας αυτών των συσχετίσεων, αποκαλείται ακόμα και “γονίδιο του πολεμιστή” από ορισμένους επιστήμονες», εξήγησε. «Ωστόσο η μελέτη μας δείχνει πως στις γυναίκες τουλάχιστον, έχει και μια πολύ πιο φωτεινή πλευρά».
Πηγή:healthyliving.gr

Γονίδιο φέρνει ευτυχία στις γυναίκες αλλά όχι στους άνδρες

Οι γυναίκες αντιμετωπίζουν περισσότερο στρες και άλλες διαταραχές διάθεσης από τους άνδρες αλλά στα ερευνητικά ερωτηματολόγια εμφανίζονται πιο ευτυχισμένες από τους άνδρες, κάτι που αποτελεί μυστήριο. Μια νέα μελέτη βρήκε τώρα ότι ένα γονίδιο μπορεί να φέρει την ευτυχία στις γυναίκες, αλλά όχι στους άνδρες. Το συγκεκριμένο γονίδιο που φέρει την ονομασία ΜΑΟΑ (monoamine oxidase A) ρυθμίζει τη δραστηριότητα ενός ενζύμου που διασπά τη σεροτονίνη, τη ντοπαμίνη και άλλες «χημικές ουσίες της ευφορίας» στον εγκέφαλο.
Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές εξέτασαν την έκφραση του γονιδίου ΜΑΟΑ σε 193 γυναίκες και 152 άνδρες, που είχαν επίσης συμπληρώσει ειδικά ερωτηματολόγια για την ευτυχία που ένιωθαν. Όπως διαπίστωσαν, οι γυναίκες που διέθεταν έστω και μία κόπια από τον τύπου του ΜΑΟΑ με χαμηλή έκφραση, ανέφεραν πως είναι πολύ πιο ευτυχισμένες απ’ όσες δεν διέθεταν καμία. Αντιθέτως, οι άντρες που έφεραν την ίδια κόπια, δεν ανέφεραν μεγαλύτερη ευτυχία απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους δίχως αυτήν. Για να καταλήξουν στο συμπέρασμά τους για τη συσχέτιση με την ευτυχία, οι ερευνητές έλαβαν υπ’ όψιν και άλλους παράγοντες που την επηρεάζουν, όπως η ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο και το εισόδημα.
«Είναι το πρώτο γονίδιο της ευτυχίας που εντοπίζεται στις γυναίκες», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Χένιαν Τσεν, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Επιδημιολογίας & Βιοστατιστικής του Κολεγίου Δημοσίας Υγείας του πανεπιστημίου.
Η τεστοστερόνη ίσως να μετριάζει την ευτυχία
Όπως ανακάλυψαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα, η χαμηλή έκφραση του γονιδίου ΜΑΟΑ προκαλεί θετικά συναισθήματα στις γυναίκες. Στους άντρες, όμως, ασκεί ακριβώς την αντίθετη δράση, καθώς σχετίζεται με την επιθετικότητα.
Γιατί όμως υπάρχει αυτή η διαφορά ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες; Οι ερευνητές υποψιάζονται, όπως γράφουν στην επιθεώρηση «Πρόοδος στην Νευρο-Ψυχοφαρμακολογία & Βιολογική Ψυχιατρική» (PNPBP), ότι γ διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ενδεχομένως να οφείλεται στην τεστοστερόνη, η οποία μπορεί να μετριάζει την θετική επίδραση του ΜΑΟΑ στους άνδρες.
Όπως και να ‘χει, οι ερευνητές εξέφρασαν έκπληξη για τα ευρήματά τους, διότι η χαμηλή έκφραση του ΜΑΟΑ έχει σχετισθεί με προβλήματα, όπως ο αλκοολισμός, η επιθετικότητα και η αντικοινωνική συμπεριφορά, κατά τον δρα Τσεν. «Εξαιτίας αυτών των συσχετίσεων, αποκαλείται ακόμα και “γονίδιο του πολεμιστή” από ορισμένους επιστήμονες», εξήγησε. «Ωστόσο η μελέτη μας δείχνει πως στις γυναίκες τουλάχιστον, έχει και μια πολύ πιο φωτεινή πλευρά».
Πηγή:healthyliving.gr

Μερικά απορρυπαντικά διαφημίζονται ότι πλένουν αποτελεσματικά ακόμα και στους 15 βαθμούς Κελσίου, αλλά οι ειδικοί προειδοποιούν ότι κάτι τέτοιο δεν σκοτώνει τα μικρόβια.
Μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι το πλύσιμο ρούχων και παιχνιδιών μέχρι τους 40 βαθμούς Κελσίου σκοτώνει λίγα μικρόβια. Πιο συγκεκριμένα, το μικροβιακό φορτίο των ρούχων και των παιχνιδιών μετά το πλύσιμο στου 40 βαθμούς Κελσίου ήταν μόνο 14% μικρότερο από αυτό που είχαν ως άπλυτα.
Οι μικροβιολόγοι που πραγματοποίησαν τη μελέτη ανακάλυψαν επίσης ότι μετά από το πλύσιμο στους 40 βαθμούς Κελσίου, 1 στα 4 ρούχα και παιχνίδια, είχαν ίχνη βακτηρίων που υπάρχουν στα κόπρανα.
Οι ερευνητές πήραν δείγματα από περισσότερα από 100 παιδικά ρούχα, ειδή και παιχνίδια. Τα μισά πλύθηκαν στους 40 βαθμούς Κελσίου και τα υπόλοιπα έμειναν άπλυτα. Διαπίστωσαν ότι τα περισσότερα βακτήρια που σχετίζονται με τα κόπρανα υπήρχαν στα πλυμένα παιχνίδια με τα οποία κοιμούνται αγκαλιά τα μικρά παιδιά, ενώ τα εσώρουχά τους είχαν το υψηλότερο βακτηριακό φορτίο. Πολλά βακτήρια είχαν απομείνει μετά το
πλύσιμο και στα Τ-shirt των παιδιών. Τα λιγότερα πάντως είχαν οι μαξιλαροθήκες και τα παντελόνια.
«Τα αποτελέσματα δεν προξενούν έκπληξη», δήλωσε η δρ Λίσα Άκερλι, ειδική σε θέματα υγιεινής. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι το πλύσιμο των ρούχων στο πλυντήριο με κρύο νερό δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη των μικροβίων. Τα βακτήρια δεν σκοτώνονται επειδή απλώς τα βάζουμε στο πλυντήριο, ούτε τα ρούχα είναι καθαρά επειδή μυρίζουν καθαριότητα και φαίνονται καθαρά. Οι χαμηλές θερμοκρασίες δεν είναι καλές για την υγεία μας».
-Η σωστή θερμοκρασία
Οι ειδικοί λένε πως πρέπει να πλένουμε τα ρούχα στους 60 βαθμούς Κελσίου, τουλάχιστον. Όσοι δεν το θέλουν, πρέπει να τα απλώνουν στον ήλιο, διότι μελέτες έχουν δείξει ότι η υπεριώδης ακτινοβολία του σκοτώνει τα περισσότερα βακτήρια.
Προγενέστερες μελέτες έδειξαν ότι κάθε καθαρό εσώρουχο που έχει πλυθεί με κρύο νερό μπορεί να περιέχει μέχρι 10.000 μικρόβια που σχετίζονται με τα κόπρανα. Επίσης έδειξα ότι δύο κουταλιές της σούπας από το νερό του πλυντηρίου ρούχων περιέχουν κατά την έναρξη της πλύσης έως και 1 εκατομμύριο μικρόβια.
Οι ειδικοί λένε πως αν θέλετε με σιγουριά να απαλλαγείτε από τα μικρόβια που προσβάλουν το έντερο πρέπει να πλένετε τα ρούχα στο πλυντήριο με πολύ ζεστό νερό: στους 60 βαθμούς Κελσίου ή ακόμα και στους 90 βαθμούς Κελσίου. Τα ακάρεα αρχίζουν να πεθαίνουν στους 35-55 βαθμούς Κελσίου Κελσίου. Τα σεντόνια, οι μαξιλαροθήκες και οι παπλωματοθήκες πρέπει να πλένονται σε θερμοκρασία 55 – 60 βαθμούς Κελσίου, το ίδιο και οι θήκες των μαξιλαριών. Ακόμα και οι κουρτίνες πρέπει να είναι από υφάσματα που μπορεί να πλυθούν σε καυτό νερό. Τα μικρόβια και οι ιοί της γρίπης, του AIDS και της ηπατίτιδας πεθαίνουν σε θερμοκρασίες πάνω από 70 βαθμούς Κελσίου.
Ειδικά για τα εσώρουχα, οι συνιστούν επίσης να πλένονται  σε καυτό νερό και ξεχωριστά από τα άλλα ρούχα σας (μπλούζες, παντελόνια, φορέματα κλπ) ή γιατί έχουν υψηλό μικροβιακό φορτίο.
Πηγή:healthyliving.gr

Τα βακτήρια επιζούν όταν τα ρούχα πλένονται στους 40 βαθμούς

Μερικά απορρυπαντικά διαφημίζονται ότι πλένουν αποτελεσματικά ακόμα και στους 15 βαθμούς Κελσίου, αλλά οι ειδικοί προειδοποιούν ότι κάτι τέτοιο δεν σκοτώνει τα μικρόβια.
Μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι το πλύσιμο ρούχων και παιχνιδιών μέχρι τους 40 βαθμούς Κελσίου σκοτώνει λίγα μικρόβια. Πιο συγκεκριμένα, το μικροβιακό φορτίο των ρούχων και των παιχνιδιών μετά το πλύσιμο στου 40 βαθμούς Κελσίου ήταν μόνο 14% μικρότερο από αυτό που είχαν ως άπλυτα.
Οι μικροβιολόγοι που πραγματοποίησαν τη μελέτη ανακάλυψαν επίσης ότι μετά από το πλύσιμο στους 40 βαθμούς Κελσίου, 1 στα 4 ρούχα και παιχνίδια, είχαν ίχνη βακτηρίων που υπάρχουν στα κόπρανα.
Οι ερευνητές πήραν δείγματα από περισσότερα από 100 παιδικά ρούχα, ειδή και παιχνίδια. Τα μισά πλύθηκαν στους 40 βαθμούς Κελσίου και τα υπόλοιπα έμειναν άπλυτα. Διαπίστωσαν ότι τα περισσότερα βακτήρια που σχετίζονται με τα κόπρανα υπήρχαν στα πλυμένα παιχνίδια με τα οποία κοιμούνται αγκαλιά τα μικρά παιδιά, ενώ τα εσώρουχά τους είχαν το υψηλότερο βακτηριακό φορτίο. Πολλά βακτήρια είχαν απομείνει μετά το
πλύσιμο και στα Τ-shirt των παιδιών. Τα λιγότερα πάντως είχαν οι μαξιλαροθήκες και τα παντελόνια.
«Τα αποτελέσματα δεν προξενούν έκπληξη», δήλωσε η δρ Λίσα Άκερλι, ειδική σε θέματα υγιεινής. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι το πλύσιμο των ρούχων στο πλυντήριο με κρύο νερό δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη των μικροβίων. Τα βακτήρια δεν σκοτώνονται επειδή απλώς τα βάζουμε στο πλυντήριο, ούτε τα ρούχα είναι καθαρά επειδή μυρίζουν καθαριότητα και φαίνονται καθαρά. Οι χαμηλές θερμοκρασίες δεν είναι καλές για την υγεία μας».
-Η σωστή θερμοκρασία
Οι ειδικοί λένε πως πρέπει να πλένουμε τα ρούχα στους 60 βαθμούς Κελσίου, τουλάχιστον. Όσοι δεν το θέλουν, πρέπει να τα απλώνουν στον ήλιο, διότι μελέτες έχουν δείξει ότι η υπεριώδης ακτινοβολία του σκοτώνει τα περισσότερα βακτήρια.
Προγενέστερες μελέτες έδειξαν ότι κάθε καθαρό εσώρουχο που έχει πλυθεί με κρύο νερό μπορεί να περιέχει μέχρι 10.000 μικρόβια που σχετίζονται με τα κόπρανα. Επίσης έδειξα ότι δύο κουταλιές της σούπας από το νερό του πλυντηρίου ρούχων περιέχουν κατά την έναρξη της πλύσης έως και 1 εκατομμύριο μικρόβια.
Οι ειδικοί λένε πως αν θέλετε με σιγουριά να απαλλαγείτε από τα μικρόβια που προσβάλουν το έντερο πρέπει να πλένετε τα ρούχα στο πλυντήριο με πολύ ζεστό νερό: στους 60 βαθμούς Κελσίου ή ακόμα και στους 90 βαθμούς Κελσίου. Τα ακάρεα αρχίζουν να πεθαίνουν στους 35-55 βαθμούς Κελσίου Κελσίου. Τα σεντόνια, οι μαξιλαροθήκες και οι παπλωματοθήκες πρέπει να πλένονται σε θερμοκρασία 55 – 60 βαθμούς Κελσίου, το ίδιο και οι θήκες των μαξιλαριών. Ακόμα και οι κουρτίνες πρέπει να είναι από υφάσματα που μπορεί να πλυθούν σε καυτό νερό. Τα μικρόβια και οι ιοί της γρίπης, του AIDS και της ηπατίτιδας πεθαίνουν σε θερμοκρασίες πάνω από 70 βαθμούς Κελσίου.
Ειδικά για τα εσώρουχα, οι συνιστούν επίσης να πλένονται  σε καυτό νερό και ξεχωριστά από τα άλλα ρούχα σας (μπλούζες, παντελόνια, φορέματα κλπ) ή γιατί έχουν υψηλό μικροβιακό φορτίο.
Πηγή:healthyliving.gr

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται με διαφορετικό τρόπο την εικόνα του γυναικείου σώματος από αυτήν του ανδρικού. Το γυναικείο σώμα το «βλέπει» περισσότερο σαν κομμάτια, ενώ το ανδρικό το αντιλαμβάνεται περισσότερο ως σύνολο και όχι ως ξεχωριστά μέρη. Αυτό είναι το καταπληκτικό συμπέρασμα μίας νέας μελέτης, που δημοσιεύθηκε στην «Ευρωπαϊκή Επιθεώρηση Κοινωνικής Ψυχολογίας» (EJSP) την οποία πραγματοποίησαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα, στο Λίνκολν, με επικεφαλής την ψυχολόγο δρα Σάρα Γκερβέις.
Οι ερευνητές θέλησαν να απαντήσουν σε ένα απλό ερώτημα: για ποιον λόγο αντιμετωπίζονται τόσο συχνά οι γυναίκες, αλλά όχι οι άντρες, ως αντικείμενο του σεξ;
«Κάθε μέρα, κάθε γυναίκα μειώνεται στα σεξουαλικά τμήματα του σώματός της», δήλωσε χαρακτηριστικά η δρ Γκερβέις. «Και αυτό δεν είναι κάτι που υφίστανται μόνο τα φωτομοντέλα ή οι πορνοστάρ, αλλά οι καθημερινές γυναίκες».
Το θέμα είναι σοβαρό, διότι πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει πως όταν οι γυναίκες νιώθουν ως αντικείμενο του σεξ διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν προβλήματα, όπως ντροπή για το σώμα τους, διατροφικές διαταραχές (όπως η νευρογενής ανορεξία και η βουλιμία) και γενικά προβλήματα ψυχικής διάθεσης.
-Σφαιρική και τοπική διεργασία
Για να μάθουν οι ερευνητές γιατί οι γυναίκες αντιμετωπίζονται ως αντικείμενο του σεξ, εστιάσθηκαν σε δύο είδη νοητικής διεργασίας, την σφαιρική και την τοπική.
Η σφαιρική διεργασία είναι ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται τα αντικείμενα ως σύνολα. Την διεργασία αυτή λ.χ. χρησιμοποιούμε ακούσια για να αναγνωρίσουμε ένα πρόσωπο – παρατηρούμε, λ.χ., ακαριαία όχι μόνο το σχήμα της μύτης αλλά και την θέση της σε συνάρτηση με τα μάτια και το στόμα, τα μάγουλα κ.τ.λ.
Η τοπική διεργασία, από την άλλη πλευρά, εστιάζει περισσότερο στα διάφορα τμήματα ενός αντικειμένου. Με αυτήν μπορούμε λ.χ. να αναγνωρίσουμε ένα σπίτι από την πόρτα του.
Οι ερευνητές σκέφτηκαν πως αν πραγματικά υπάρχει διαφορά στην αντίληψη του γυναικείου από το ανδρικό σώμα, οι γυναικείες εικόνες θα ενεργοποιούν περισσότερο την τοπική διεργασία (λ.χ. θα εστιάζει κάποιος ακούσια τη ματιά του στο στήθος τους).
-Το πείραμα
Για να ελέγξουν τη θεωρία τους, επιστράτευσαν 227 φοιτητές και φοιτήτριες του πανεπιστημίου και τους έδειξαν σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές μη ερωτικές φωτογραφίες ανδρών και γυναικών (συνολικά, κάθε ένας είδε 48 φωτογραφίες).
Οι εθελοντές έβλεπαν πρώτα φωτογραφία ενός ντυμένου άνδρα ή γυναίκας, από το κεφάλι έως τα γόνατα.
Μετά από ένα μικρό διάλειμμα, στην οθόνη εμφανίζονταν δύο φωτογραφίες δίπλα-δίπλα: η μία ήταν αυτή που είχαν δει προηγουμένως, και η άλλη η ίδια φωτογραφία αλλά με ελαφρώς τονισμένο το στήθος ή την κοιλιά, επειδή αυτά είναι τα κύρια σεξουαλικά τμήματα του σώματος.
Τους έδειξαν επίσης ένα δεύτερο σετ ζουμαρισμένων φωτογραφιών του στήθους ή της κοιλιάς, ζητώντας τους να ξεχωρίσουν ποιο είναι αυτό που έχει τροποποιηθεί.
-Διαφορά στα δύο φύλα
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως υπήρχε σαφής διαφορά στον τρόπο αντίληψης των φωτογραφιών των δύο φύλων.
Όταν έβλεπαν τις φωτογραφίες των γυναικών, εθελοντές και εθελόντριες αναγνώριζαν καλύτερα τα μεμονωμένα τμήματα του σώματος απ’ ό,τι όταν ταίριαζαν τις ολόσωμες φωτογραφίες τους με τις πρωτότυπες.
Το ακριβώς αντίθετο ίσχυε για τις φωτογραφίες των ανδρών: φοιτητές και φοιτήτριες αναγνώριζαν καλύτερα τον άντρα ως ολόσωμη εικόνα παρά τα μεμονωμένα τμήματα του σώματός του.
«Και οι άντρες και οι γυναίκες κάνουν αυτή την διαφοροποίηση όταν κοιτάζουν το γυναικείο σώμα», τόνισε η δρ Γκερβέις, «συνεπώς δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να κατηγορήσουμε τους άνδρες».
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι άντρες και γυναίκες επεξεργάζονται με διαφορετικό τρόπο την εικόνα του ανδρικού και γυναικείου σώματος για κάποιον άγνωστο εξελικτικό λόγο, κάτι το οποίο καταλήγει στην αντίληψη ότι οι γυναίκα συνδέεται με το σεξ. Αλλά εκτιμούν πως καθοριστικό ρόλο στις μέρες μας παίζει και ο τρόπος με τον οποίο προβάλλονται τα δύο φύλα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
«Το γυναικείο σώμα και τα διάφορα τμήματά τους χρησιμοποιούνται για την πώληση κάθε είδους προϊόντων και πλέον αντιμετωπίζουμε την μέση, καθημερινή γυναίκα με παρόμοιο τρόπο», είπε η δρ Γκερβέις.
Από την άλλη μεριά, μπορεί ένας άνδρας να ξεπεράσει τη συνήθεια να κοιτάζει πρώτα το στήθος ή τους γλουτούς μιας γυναίκας – αρκεί βεβαίως να το θέλει, κατέληξε. Είναι άγνωστο ωστόσο το αν αυτός ο τρόπος κοιτάγματος εκ μέρους του άνδρα έχει παρενέργειες όσον αφορά την επιθυμία του για σεξ.
Πηγή:healthyliving.gr

Γιατί οι γυναίκες αντιμετωπίζονται ως αντικείμενο του σεξ

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται με διαφορετικό τρόπο την εικόνα του γυναικείου σώματος από αυτήν του ανδρικού. Το γυναικείο σώμα το «βλέπει» περισσότερο σαν κομμάτια, ενώ το ανδρικό το αντιλαμβάνεται περισσότερο ως σύνολο και όχι ως ξεχωριστά μέρη. Αυτό είναι το καταπληκτικό συμπέρασμα μίας νέας μελέτης, που δημοσιεύθηκε στην «Ευρωπαϊκή Επιθεώρηση Κοινωνικής Ψυχολογίας» (EJSP) την οποία πραγματοποίησαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα, στο Λίνκολν, με επικεφαλής την ψυχολόγο δρα Σάρα Γκερβέις.
Οι ερευνητές θέλησαν να απαντήσουν σε ένα απλό ερώτημα: για ποιον λόγο αντιμετωπίζονται τόσο συχνά οι γυναίκες, αλλά όχι οι άντρες, ως αντικείμενο του σεξ;
«Κάθε μέρα, κάθε γυναίκα μειώνεται στα σεξουαλικά τμήματα του σώματός της», δήλωσε χαρακτηριστικά η δρ Γκερβέις. «Και αυτό δεν είναι κάτι που υφίστανται μόνο τα φωτομοντέλα ή οι πορνοστάρ, αλλά οι καθημερινές γυναίκες».
Το θέμα είναι σοβαρό, διότι πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει πως όταν οι γυναίκες νιώθουν ως αντικείμενο του σεξ διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν προβλήματα, όπως ντροπή για το σώμα τους, διατροφικές διαταραχές (όπως η νευρογενής ανορεξία και η βουλιμία) και γενικά προβλήματα ψυχικής διάθεσης.
-Σφαιρική και τοπική διεργασία
Για να μάθουν οι ερευνητές γιατί οι γυναίκες αντιμετωπίζονται ως αντικείμενο του σεξ, εστιάσθηκαν σε δύο είδη νοητικής διεργασίας, την σφαιρική και την τοπική.
Η σφαιρική διεργασία είναι ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται τα αντικείμενα ως σύνολα. Την διεργασία αυτή λ.χ. χρησιμοποιούμε ακούσια για να αναγνωρίσουμε ένα πρόσωπο – παρατηρούμε, λ.χ., ακαριαία όχι μόνο το σχήμα της μύτης αλλά και την θέση της σε συνάρτηση με τα μάτια και το στόμα, τα μάγουλα κ.τ.λ.
Η τοπική διεργασία, από την άλλη πλευρά, εστιάζει περισσότερο στα διάφορα τμήματα ενός αντικειμένου. Με αυτήν μπορούμε λ.χ. να αναγνωρίσουμε ένα σπίτι από την πόρτα του.
Οι ερευνητές σκέφτηκαν πως αν πραγματικά υπάρχει διαφορά στην αντίληψη του γυναικείου από το ανδρικό σώμα, οι γυναικείες εικόνες θα ενεργοποιούν περισσότερο την τοπική διεργασία (λ.χ. θα εστιάζει κάποιος ακούσια τη ματιά του στο στήθος τους).
-Το πείραμα
Για να ελέγξουν τη θεωρία τους, επιστράτευσαν 227 φοιτητές και φοιτήτριες του πανεπιστημίου και τους έδειξαν σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές μη ερωτικές φωτογραφίες ανδρών και γυναικών (συνολικά, κάθε ένας είδε 48 φωτογραφίες).
Οι εθελοντές έβλεπαν πρώτα φωτογραφία ενός ντυμένου άνδρα ή γυναίκας, από το κεφάλι έως τα γόνατα.
Μετά από ένα μικρό διάλειμμα, στην οθόνη εμφανίζονταν δύο φωτογραφίες δίπλα-δίπλα: η μία ήταν αυτή που είχαν δει προηγουμένως, και η άλλη η ίδια φωτογραφία αλλά με ελαφρώς τονισμένο το στήθος ή την κοιλιά, επειδή αυτά είναι τα κύρια σεξουαλικά τμήματα του σώματος.
Τους έδειξαν επίσης ένα δεύτερο σετ ζουμαρισμένων φωτογραφιών του στήθους ή της κοιλιάς, ζητώντας τους να ξεχωρίσουν ποιο είναι αυτό που έχει τροποποιηθεί.
-Διαφορά στα δύο φύλα
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως υπήρχε σαφής διαφορά στον τρόπο αντίληψης των φωτογραφιών των δύο φύλων.
Όταν έβλεπαν τις φωτογραφίες των γυναικών, εθελοντές και εθελόντριες αναγνώριζαν καλύτερα τα μεμονωμένα τμήματα του σώματος απ’ ό,τι όταν ταίριαζαν τις ολόσωμες φωτογραφίες τους με τις πρωτότυπες.
Το ακριβώς αντίθετο ίσχυε για τις φωτογραφίες των ανδρών: φοιτητές και φοιτήτριες αναγνώριζαν καλύτερα τον άντρα ως ολόσωμη εικόνα παρά τα μεμονωμένα τμήματα του σώματός του.
«Και οι άντρες και οι γυναίκες κάνουν αυτή την διαφοροποίηση όταν κοιτάζουν το γυναικείο σώμα», τόνισε η δρ Γκερβέις, «συνεπώς δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να κατηγορήσουμε τους άνδρες».
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι άντρες και γυναίκες επεξεργάζονται με διαφορετικό τρόπο την εικόνα του ανδρικού και γυναικείου σώματος για κάποιον άγνωστο εξελικτικό λόγο, κάτι το οποίο καταλήγει στην αντίληψη ότι οι γυναίκα συνδέεται με το σεξ. Αλλά εκτιμούν πως καθοριστικό ρόλο στις μέρες μας παίζει και ο τρόπος με τον οποίο προβάλλονται τα δύο φύλα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
«Το γυναικείο σώμα και τα διάφορα τμήματά τους χρησιμοποιούνται για την πώληση κάθε είδους προϊόντων και πλέον αντιμετωπίζουμε την μέση, καθημερινή γυναίκα με παρόμοιο τρόπο», είπε η δρ Γκερβέις.
Από την άλλη μεριά, μπορεί ένας άνδρας να ξεπεράσει τη συνήθεια να κοιτάζει πρώτα το στήθος ή τους γλουτούς μιας γυναίκας – αρκεί βεβαίως να το θέλει, κατέληξε. Είναι άγνωστο ωστόσο το αν αυτός ο τρόπος κοιτάγματος εκ μέρους του άνδρα έχει παρενέργειες όσον αφορά την επιθυμία του για σεξ.
Πηγή:healthyliving.gr

Οι γάμοι από συνοικέσιο είναι πιο επιτυχημένοι από τους γάμους που προήλθαν από έρωτα και αυτό αποτελεί ένα μεγάλο μυστήριο που παραμένει ανεξιχνίαστο. Ένα βήμα προς τη λύση του μυστηρίου έκανε μια νέα βρετανική μελέτη που έγινε από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Χερτφορντσάιρ. Σύμφωνα με τους ειδικούς, όταν κάποιος ή κάποια συμπεριφέρεται σαν να βρίσκει τον άλλον ελκυστικό, αυξάνει τις πιθανότητες να υποκύψει στην γοητεία του και τελικά να τον ερωτευτεί.
Speed dating για σκοπούς έρευνας
Στο πλαίσιο της δοκιμής, ο δρ Γουάιζμαν και οι συνεργάτες του διοργάνωσαν μια βραδιά speed dating – διαδικασία γρήγορων γνωριμιών ανάμεσα σε πολλά άτομα που συναντιούνται για τον σκοπό αυτόν σε συγκεκριμένο μέρος – κατά την οποία από κάποιους συμμετέχοντες ζητήθηκε να παίξουν τον ρόλο των ήδη ερωτευμένων ατόμων.
Οι ειδικοί παρότρυναν τους ήδη «ερωτευμένους» εθελοντές να κρατιούνται χέρι-χέρι, να κοιτάζουν έντονα ο ένας τον άλλον και να ψιθυρίζουν μυστικά μεταξύ τους.
Στη συνέχεια οι ερευνητές προχώρησαν στο στάδιο των ερωτηματολογίων για να καταγράψουν τα συναισθήματα των εθελοντών. Είδαν λοιπόν, ότι το 45% όσων έπαιξαν τον ρόλο των ερωτευμένων δήλωσαν ότι ήθελαν να ξαναδούν τον «συμπρωταγωνιστή» τους.
«Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό εύρημα. Όπως ακριβώς συμβαίνει όταν κάποιος χαμογελά χωρίς να το θέλει και αισθάνεται αυτομάτως πιο χαρούμενος, έτσι και τα άτομα που συμπεριφέρονται σαν να έλκονται από κάποιον άλλον αισθάνονται συναισθηματικά πιο κοντά του» εξηγεί ο δρ Γουάιζμαν.
«Όταν συμπεριφερόμαστε σαν να είμαστε ερωτευμένοι μπορεί τελικά να ερωτευθούμε πραγματικά. Για την ακρίβεια, κατά τη διάρκεια της δοκιμής, έπρεπε να φρενάρουμε τους εθελοντές: αναγκαζόμασταν να “ξεκολλάμε” τα ζευγάρια» περιγράφει χαριτολογώντας ο ειδικός.
Η πιθανή εξήγηση
Βάσει αυτών των αποτελεσμάτων, οι διάφορες συμπεριφορές μπορούν να οδηγήσουν στη γέννηση συναισθημάτων όπως ακριβώς τα συναισθήματα μπορούν να πυροδοτήσουν συμπεριφορές. Κάτι τέτοιο, εξηγεί ο ψυχολόγος δρ Ρίτσαρντ Γουάιζμαν θα μπορούσε ενδεχομένως να εξηγήσει την σχετική επιτυχία που εμφανίζουν οι γάμοι από συνοικέσιο συγκριτικά με τους γάμους από έρωτα.
Αλλες μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι όσο περνάει ο καιρός οι σύζυγοι από συνοικέσιο τείνουν να νιώθουν όλο και πιο ερωτευμένοι με το ταίρι τους, σε σχέση με τα ζευγάρια που έχουν παντρευτεί από έρωτα τα οποία βιώνουν ένα σταδιακό «ξεθώριασμα» στα συναισθήματά τους. Αυτό ενδεχομένως να εξηγεί γιατί ο γάμος από συνοικέσιο διαρκεί περισσότερο από το γάμο που γίνεται από έρωτα.
Πηγή:healthyliving.gr

Γιατί οι γάμοι από συνοικέσιο έχουν επιτυχία!

Οι γάμοι από συνοικέσιο είναι πιο επιτυχημένοι από τους γάμους που προήλθαν από έρωτα και αυτό αποτελεί ένα μεγάλο μυστήριο που παραμένει ανεξιχνίαστο. Ένα βήμα προς τη λύση του μυστηρίου έκανε μια νέα βρετανική μελέτη που έγινε από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Χερτφορντσάιρ. Σύμφωνα με τους ειδικούς, όταν κάποιος ή κάποια συμπεριφέρεται σαν να βρίσκει τον άλλον ελκυστικό, αυξάνει τις πιθανότητες να υποκύψει στην γοητεία του και τελικά να τον ερωτευτεί.
Speed dating για σκοπούς έρευνας
Στο πλαίσιο της δοκιμής, ο δρ Γουάιζμαν και οι συνεργάτες του διοργάνωσαν μια βραδιά speed dating – διαδικασία γρήγορων γνωριμιών ανάμεσα σε πολλά άτομα που συναντιούνται για τον σκοπό αυτόν σε συγκεκριμένο μέρος – κατά την οποία από κάποιους συμμετέχοντες ζητήθηκε να παίξουν τον ρόλο των ήδη ερωτευμένων ατόμων.
Οι ειδικοί παρότρυναν τους ήδη «ερωτευμένους» εθελοντές να κρατιούνται χέρι-χέρι, να κοιτάζουν έντονα ο ένας τον άλλον και να ψιθυρίζουν μυστικά μεταξύ τους.
Στη συνέχεια οι ερευνητές προχώρησαν στο στάδιο των ερωτηματολογίων για να καταγράψουν τα συναισθήματα των εθελοντών. Είδαν λοιπόν, ότι το 45% όσων έπαιξαν τον ρόλο των ερωτευμένων δήλωσαν ότι ήθελαν να ξαναδούν τον «συμπρωταγωνιστή» τους.
«Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό εύρημα. Όπως ακριβώς συμβαίνει όταν κάποιος χαμογελά χωρίς να το θέλει και αισθάνεται αυτομάτως πιο χαρούμενος, έτσι και τα άτομα που συμπεριφέρονται σαν να έλκονται από κάποιον άλλον αισθάνονται συναισθηματικά πιο κοντά του» εξηγεί ο δρ Γουάιζμαν.
«Όταν συμπεριφερόμαστε σαν να είμαστε ερωτευμένοι μπορεί τελικά να ερωτευθούμε πραγματικά. Για την ακρίβεια, κατά τη διάρκεια της δοκιμής, έπρεπε να φρενάρουμε τους εθελοντές: αναγκαζόμασταν να “ξεκολλάμε” τα ζευγάρια» περιγράφει χαριτολογώντας ο ειδικός.
Η πιθανή εξήγηση
Βάσει αυτών των αποτελεσμάτων, οι διάφορες συμπεριφορές μπορούν να οδηγήσουν στη γέννηση συναισθημάτων όπως ακριβώς τα συναισθήματα μπορούν να πυροδοτήσουν συμπεριφορές. Κάτι τέτοιο, εξηγεί ο ψυχολόγος δρ Ρίτσαρντ Γουάιζμαν θα μπορούσε ενδεχομένως να εξηγήσει την σχετική επιτυχία που εμφανίζουν οι γάμοι από συνοικέσιο συγκριτικά με τους γάμους από έρωτα.
Αλλες μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι όσο περνάει ο καιρός οι σύζυγοι από συνοικέσιο τείνουν να νιώθουν όλο και πιο ερωτευμένοι με το ταίρι τους, σε σχέση με τα ζευγάρια που έχουν παντρευτεί από έρωτα τα οποία βιώνουν ένα σταδιακό «ξεθώριασμα» στα συναισθήματά τους. Αυτό ενδεχομένως να εξηγεί γιατί ο γάμος από συνοικέσιο διαρκεί περισσότερο από το γάμο που γίνεται από έρωτα.
Πηγή:healthyliving.gr

Οι έρευνα έγινε από επιστήμονες του πολιτειακού πανεπιστημίου του Οχάιο και είναι πραγματικά ενδιαφέρουσα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν αρχικά ότι ο μέσος άνδρας σκέφτεται το σεξ, περισσότερο από τη μέση γυναίκα, αλλά πολύ λιγότερο από ότι πιστεύονταν μέχρι σήμερα. Για την ακρίβεια ο άνδρας σκέφτεται το σεξ τουλάχιστον 80 φορές λιγότερο, από ότι θεωρούσαν μέχρι πρόσφατα οι ειδικοί.
Μάλιστα οι άνδρες σκέφτονται εξίσου το φαγητό αλλά και τον ύπνο. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ο μέσος άνδρας σκέφτεται την ημέρα το σεξ: 19 φορές (περίπου κάθε ώρα εάν εξαιρέσουμε και ένα 5ωρο ύπνο). Το φαγητό το σκέφτεται ακόμη και χορτάτος, και κατά μέσο όρο 18 φορές την ημέρα, ενώ τον ύπνο, τον σκέφτεται από την ώρα που θα ξυπνήσει μέχρι και 11 φορές τη μέρα.
Τι διαπίστωσε η ίδια έρευνα όμως, ότι ισχύει για τις γυναίκες;
Οι γυναίκες λοιπόν σκέφτονται το σεξ 10 φορές τη μέρα, τον ύπνο 9 φορές και το φαγητό μόλις 5.
Οι επιστήμονες διευκρινίζουν ότι πρόκειται για τον μέσο όρο και ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας υπήρξαν περιπτώσεις γυναικών αλλά και ανδρών που τους εξέπληξαν με το πόσο συχνά η σκέψη τους τριγύρναγε γύρω από το σεξ.


Ποιος σκέφτεται το σεξ περισσότερο; ο άνδρας ή η γυναίκα;

Οι έρευνα έγινε από επιστήμονες του πολιτειακού πανεπιστημίου του Οχάιο και είναι πραγματικά ενδιαφέρουσα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν αρχικά ότι ο μέσος άνδρας σκέφτεται το σεξ, περισσότερο από τη μέση γυναίκα, αλλά πολύ λιγότερο από ότι πιστεύονταν μέχρι σήμερα. Για την ακρίβεια ο άνδρας σκέφτεται το σεξ τουλάχιστον 80 φορές λιγότερο, από ότι θεωρούσαν μέχρι πρόσφατα οι ειδικοί.
Μάλιστα οι άνδρες σκέφτονται εξίσου το φαγητό αλλά και τον ύπνο. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ο μέσος άνδρας σκέφτεται την ημέρα το σεξ: 19 φορές (περίπου κάθε ώρα εάν εξαιρέσουμε και ένα 5ωρο ύπνο). Το φαγητό το σκέφτεται ακόμη και χορτάτος, και κατά μέσο όρο 18 φορές την ημέρα, ενώ τον ύπνο, τον σκέφτεται από την ώρα που θα ξυπνήσει μέχρι και 11 φορές τη μέρα.
Τι διαπίστωσε η ίδια έρευνα όμως, ότι ισχύει για τις γυναίκες;
Οι γυναίκες λοιπόν σκέφτονται το σεξ 10 φορές τη μέρα, τον ύπνο 9 φορές και το φαγητό μόλις 5.
Οι επιστήμονες διευκρινίζουν ότι πρόκειται για τον μέσο όρο και ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας υπήρξαν περιπτώσεις γυναικών αλλά και ανδρών που τους εξέπληξαν με το πόσο συχνά η σκέψη τους τριγύρναγε γύρω από το σεξ.


Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

Η παχυσαρκία ευθύνεται και για ψυχικά προβλήματα. Μια αμερικανική μελέτη συνδέει την παιδική παχυσαρκία με τις κακές σχολικές επιδόσεις και ιδιαίτερα στα μαθηματικά. Όπως αναφέρεται σε σχετικό άρθρο του επιστημονικού εντύπου Child Development, ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μισούρι με επικεφαλής την Δρ Σάρα Γκέιμπλ από το Τμήμα Διατροφής-Διαιτολογίας μελέτησαν 6.250 παιδιά για 12 χρόνια περίπου. Συνεργάστηκαν με γονείς και δασκάλους ως προς την συλλογή πληροφοριών για το βάρος των παιδιών, ενώ διενεργούσαν τακτικά και τεστ σχολικών επιδόσεων.
Η ανάλυση των στοιχείων έδειξε ότι τα παιδιά που ήταν υπέρβαρα από το Νηπιαγωγείο και σε όλη τη διάρκεια του Δημοτικού σχολείου, είχαν χειρότερες επιδόσεις στα μαθηματικά, συγκριτικά με τα παιδιά που είχαν διαρκώς φυσιολογικό βάρος. Η χειρότερη επίδοση των παχύσαρκων παιδιών στα μαθηματικά δεν ήταν περιοδική, αλλά διαρκής κατά την φοίτηση σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού Σχολείου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα αγόρια που εξελίχθησαν σε υπέρβαρα παιδιά στην γ ή δ Δημοτικού δεν είχαν πρόβλημα επιδόσεων στα μαθηματικά. Τα κορίτσια που εξελίχθησαν σε υπέρβαρα μετέπειτα, εμφάνισαν περιστασιακό πρόβλημα με τα μαθηματικά. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το φαινόμενο αυτό έχει τη βάση του στην επίδραση της σωματικής εμφάνισης στις διαπροσωπικές σχέσεις των παιδιών, και κατά συνέπεια, στην ψυχολογία τους.
Τα παιδιά που είναι παχύσαρκα, αγόρια και κορίτσια, είναι γενικά πιο μοναχικά, έχουν περισσότερο άγχος, κάτι που επιδρά αρνητικά και στις σχολικές τους επιδόσεις. «Η μελέτη μάς δείχνει ότι η παιδική παχυσαρκία, ειδικά όταν εμμένει σε όλο το Δημοτικό, μπορεί να κάνει κακό στην κοινωνική υπόσταση και τη συναισθηματική ευεξία των παιδιών, καθώς και στις σχολικές επιδόσεις τους», δήλωσε η Δρ Γκέιμπλ. Βέβαια, όπως διευκρίνισε, η έρευνα δεν αποδεικνύει ότι υπάρχει μία άμεση σχέση αιτίου και αποτελέσματος ανάμεσα στο περιττό βάρος και στις επιδόσεις στα μαθήματα (ιδίως στα μαθηματικά), όμως αυτά τα δύο σχετίζονται.
Οι γονείς πρέπει να προστατεύσουν τα παιδιά
«Τα υπέρβαρα παιδιά δεν είναι κατ’ ανάγκη λιγότερα έξυπνα, απλώς αποδίδουν λιγότερο. Είναι γνωστό ότι τα παιδιά που δεν έχουν καλές σχέσεις με τους συνομηλίκους τους, δεν τα καταφέρνουν εξίσου καλά στο σχολείο», δήλωσε η ερευνήτρια, η οποία εκτίμησε ότι στο βαθμό που η παχυσαρκία επιμένει, κάθε χρόνο το κοινωνικό-ψυχολογικό πρόβλημα μπορεί να συσσωρεύεται σε ένα παιδί.
Το συμπέρασμα, κατά την Δρ Γκέιμπλ, είναι ότι «οι γονείς πρέπει να προστατεύσουν όσο μπορούν τα παιδιά τους από την παχυσαρκία και να επιβάλουν ένα υγιεινό τρόπο ζωής. Από τη στιγμή που ένα παιδί γίνεται υπέρβαρο, είναι πραγματικά δύσκολο να αλλάξει». Αυτή η στάση ζωής, για να είναι όμως αποτελεσματική, όπως είπε, πρέπει να περιλαμβάνει όλη την οικογένεια και όχι μόνο το παιδί. Από την άλλη, πρόσθεσε, είναι σημαντικό να εξηγηθεί στο παιδί ότι το βάρος του δεν είναι αυτό που το προσδιορίζει ως άνθρωπο.
Πηγή:healthyliving.gr

Η παιδική παχυσαρκία φέρνει κακές επιδόσεις στα μαθήματα

Η παχυσαρκία ευθύνεται και για ψυχικά προβλήματα. Μια αμερικανική μελέτη συνδέει την παιδική παχυσαρκία με τις κακές σχολικές επιδόσεις και ιδιαίτερα στα μαθηματικά. Όπως αναφέρεται σε σχετικό άρθρο του επιστημονικού εντύπου Child Development, ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μισούρι με επικεφαλής την Δρ Σάρα Γκέιμπλ από το Τμήμα Διατροφής-Διαιτολογίας μελέτησαν 6.250 παιδιά για 12 χρόνια περίπου. Συνεργάστηκαν με γονείς και δασκάλους ως προς την συλλογή πληροφοριών για το βάρος των παιδιών, ενώ διενεργούσαν τακτικά και τεστ σχολικών επιδόσεων.
Η ανάλυση των στοιχείων έδειξε ότι τα παιδιά που ήταν υπέρβαρα από το Νηπιαγωγείο και σε όλη τη διάρκεια του Δημοτικού σχολείου, είχαν χειρότερες επιδόσεις στα μαθηματικά, συγκριτικά με τα παιδιά που είχαν διαρκώς φυσιολογικό βάρος. Η χειρότερη επίδοση των παχύσαρκων παιδιών στα μαθηματικά δεν ήταν περιοδική, αλλά διαρκής κατά την φοίτηση σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού Σχολείου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα αγόρια που εξελίχθησαν σε υπέρβαρα παιδιά στην γ ή δ Δημοτικού δεν είχαν πρόβλημα επιδόσεων στα μαθηματικά. Τα κορίτσια που εξελίχθησαν σε υπέρβαρα μετέπειτα, εμφάνισαν περιστασιακό πρόβλημα με τα μαθηματικά. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το φαινόμενο αυτό έχει τη βάση του στην επίδραση της σωματικής εμφάνισης στις διαπροσωπικές σχέσεις των παιδιών, και κατά συνέπεια, στην ψυχολογία τους.
Τα παιδιά που είναι παχύσαρκα, αγόρια και κορίτσια, είναι γενικά πιο μοναχικά, έχουν περισσότερο άγχος, κάτι που επιδρά αρνητικά και στις σχολικές τους επιδόσεις. «Η μελέτη μάς δείχνει ότι η παιδική παχυσαρκία, ειδικά όταν εμμένει σε όλο το Δημοτικό, μπορεί να κάνει κακό στην κοινωνική υπόσταση και τη συναισθηματική ευεξία των παιδιών, καθώς και στις σχολικές επιδόσεις τους», δήλωσε η Δρ Γκέιμπλ. Βέβαια, όπως διευκρίνισε, η έρευνα δεν αποδεικνύει ότι υπάρχει μία άμεση σχέση αιτίου και αποτελέσματος ανάμεσα στο περιττό βάρος και στις επιδόσεις στα μαθήματα (ιδίως στα μαθηματικά), όμως αυτά τα δύο σχετίζονται.
Οι γονείς πρέπει να προστατεύσουν τα παιδιά
«Τα υπέρβαρα παιδιά δεν είναι κατ’ ανάγκη λιγότερα έξυπνα, απλώς αποδίδουν λιγότερο. Είναι γνωστό ότι τα παιδιά που δεν έχουν καλές σχέσεις με τους συνομηλίκους τους, δεν τα καταφέρνουν εξίσου καλά στο σχολείο», δήλωσε η ερευνήτρια, η οποία εκτίμησε ότι στο βαθμό που η παχυσαρκία επιμένει, κάθε χρόνο το κοινωνικό-ψυχολογικό πρόβλημα μπορεί να συσσωρεύεται σε ένα παιδί.
Το συμπέρασμα, κατά την Δρ Γκέιμπλ, είναι ότι «οι γονείς πρέπει να προστατεύσουν όσο μπορούν τα παιδιά τους από την παχυσαρκία και να επιβάλουν ένα υγιεινό τρόπο ζωής. Από τη στιγμή που ένα παιδί γίνεται υπέρβαρο, είναι πραγματικά δύσκολο να αλλάξει». Αυτή η στάση ζωής, για να είναι όμως αποτελεσματική, όπως είπε, πρέπει να περιλαμβάνει όλη την οικογένεια και όχι μόνο το παιδί. Από την άλλη, πρόσθεσε, είναι σημαντικό να εξηγηθεί στο παιδί ότι το βάρος του δεν είναι αυτό που το προσδιορίζει ως άνθρωπο.
Πηγή:healthyliving.gr

Τελικά ο σοφός λαός, έχει πάντα δίκιο. Ποιος δεν έχει ακούσει την έκφραση: “Είναι μόνος του και έχει χαζέψει”... Έχετε αναρωτηθεί τι κρύβεται πίσω από αυτό; Την απάντηση δίνει μια έρευνα επιστημόνων του πανεπιστημίου του Πρίνστον, σύμφωνα με την οποία όποιος κάνει συχνά σεξ, μεγαλώνει ο εγκέφαλος του, ενώ όποιος δεν κάνει, τότε ο εγκέφαλος του λειτουργεί σε... χαμηλότερες στροφές.
Σύμφωνα με την έρευνα το τακτικό σεξ διογκώνει τον εγκέφαλο και πολλαπλασιάζει τις συνάψεις του, κάτι που πρακτικά σημαίνει πως λειτουργεί καλύτερα και πολύ πιο γρήγορα. Το σεξ παίζει και τον καταλυτικό ρόλο του αγχολυτικού και εάν σκεφτούμε παλαιότερες μελέτες που θέλουν το άγχος και τις διάφορες στρεσογόνες καταστάσεις να εμποδίζουν την διόγκωση του εγκεφάλου, τότε καταλαβαίνουμε πολύ καλά γιατί με το σεξ, ο εγκέφαλος διογκώνεται.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου έκαναν το εξής πείραμα σε ποντίκια. Διαχώρισαν τα αρσενικά σε 3 ομάδες. Στην πρώτη έβαλαν εκείνα που θα έκαναν καθημερινά σεξ με τα θηλυκά. Στη δεύτερη εκείνα που θα έκαναν σεξ μια φορά το 15νθήμερο και στην τρίτη έβαλαν εκείνα τα άτυχα ποντίκια που δεν θα έκαναν καθόλου σεξ.
Τι διαπίστωσαν; Ότι τα ποντίκια που έκαναν καθημερινά σεξ, εμφάνισαν διόγκωση του εγκεφάλου τους, και αύξηση των εγκεφαλικών συνδέσεων τους, και αυτό γιατί το σεξ λειτουργούσε καταλυτικά και μείωνε το άγχος, ακόμη και εκείνο το άγχος της ανεύρεσης τροφής που έχουν τα ζώα. Τα αποτελέσματα στις άλλες 2 ομάδες δεν εμφάνισαν κάποια εντυπωσιακή μεταβολή.  
Πηγή: iatropedia.gr

Γιατί το σεξ μας κάνει εξυπνότερους;

Τελικά ο σοφός λαός, έχει πάντα δίκιο. Ποιος δεν έχει ακούσει την έκφραση: “Είναι μόνος του και έχει χαζέψει”... Έχετε αναρωτηθεί τι κρύβεται πίσω από αυτό; Την απάντηση δίνει μια έρευνα επιστημόνων του πανεπιστημίου του Πρίνστον, σύμφωνα με την οποία όποιος κάνει συχνά σεξ, μεγαλώνει ο εγκέφαλος του, ενώ όποιος δεν κάνει, τότε ο εγκέφαλος του λειτουργεί σε... χαμηλότερες στροφές.
Σύμφωνα με την έρευνα το τακτικό σεξ διογκώνει τον εγκέφαλο και πολλαπλασιάζει τις συνάψεις του, κάτι που πρακτικά σημαίνει πως λειτουργεί καλύτερα και πολύ πιο γρήγορα. Το σεξ παίζει και τον καταλυτικό ρόλο του αγχολυτικού και εάν σκεφτούμε παλαιότερες μελέτες που θέλουν το άγχος και τις διάφορες στρεσογόνες καταστάσεις να εμποδίζουν την διόγκωση του εγκεφάλου, τότε καταλαβαίνουμε πολύ καλά γιατί με το σεξ, ο εγκέφαλος διογκώνεται.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου έκαναν το εξής πείραμα σε ποντίκια. Διαχώρισαν τα αρσενικά σε 3 ομάδες. Στην πρώτη έβαλαν εκείνα που θα έκαναν καθημερινά σεξ με τα θηλυκά. Στη δεύτερη εκείνα που θα έκαναν σεξ μια φορά το 15νθήμερο και στην τρίτη έβαλαν εκείνα τα άτυχα ποντίκια που δεν θα έκαναν καθόλου σεξ.
Τι διαπίστωσαν; Ότι τα ποντίκια που έκαναν καθημερινά σεξ, εμφάνισαν διόγκωση του εγκεφάλου τους, και αύξηση των εγκεφαλικών συνδέσεων τους, και αυτό γιατί το σεξ λειτουργούσε καταλυτικά και μείωνε το άγχος, ακόμη και εκείνο το άγχος της ανεύρεσης τροφής που έχουν τα ζώα. Τα αποτελέσματα στις άλλες 2 ομάδες δεν εμφάνισαν κάποια εντυπωσιακή μεταβολή.  
Πηγή: iatropedia.gr

Απάντηση στο ερώτημα γιατί οι άνδρες αδυνατούν να καταλάβουν τις γυναίκες, δίνει νέα έρευνα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου LWL στο Μπόχουμ της Γερμανίας, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση PLOS One.
Στο πλαίσιο της έρευνας οι επιστήμονες υπέβαλαν στον μαγνητικό τομογράφο 22 άνδρες, ηλικίας από 21 ως 52, για να μελετήσουν την εγκεφαλική τους δραστηριότητα μέσω της ροής του αίματος.
Στη συνέχεια ζήτησαν από τους εθελοντές να μαντέψουν τα συναισθήματα ανθρώπων παρατηρώντας 36 ζεύγη ματιών, τα μισά εκ των οποίων ανήκαν σε άνδρες και τα μισά σε γυναίκες.
Τα μάτια των φωτογραφιών μαρτυρούσαν θετικά, ουδέτερα και αρνητικά συναισθήματα, τα οποία κλήθηκαν να περιγράψουν οι συμμετέχοντες επιλέγοντας ανάμεσα στις λέξεις δύσπιστος και τρομοκρατημένος.
Όπως προέκυψε από τη μελέτη, οι άνδρες αργούσαν και δυσκολεύονταν να ερμηνεύσουν το συναίσθημα όταν στις φωτογραφίες απεικονίζονταν γυναικεία μάτια, ενώ ο μαγνητικός τομογράφος κατάγραψε διαφορές στην εγκεφαλική τους λειτουργία ανάλογα με το αν κοίταζαν φωτογραφίες γυναικών ή ανδρών.
Επιπλέον, η αμυγδαλή των ανδρών, η περιοχή που συνδέεται με τα συναισθήματα, την ενσυναίσθηση και τον φόβο, δραστηριοποιούνταν περισσότερο όταν οι εθελοντές κοιτούσαν φωτογραφίες με ανδρικά μάτια, γεγονός που ενδεχομένως υποδεικνύει ότι οι άνδρες αδυνατούν να κατανοήσουν τις γυναίκες για βιολογικούς λόγους.
Συνολικά, τα ευρήματα της έρευνας αποδεικνύουν ότι οι άνδρες δεν μπορούν να διαβάσουν τα αισθήματα των γυναικών εξίσου καλά με τα συναισθήματα ατόμων του δικού τους φύλου, τουλάχιστον κοιτώντας μόνο τα μάτια τους.
Οι ερευνητές ακόμα δεν έχουν εντοπίσει που οφείλεται η δυσκολία κατανόησης, ωστόσο εικάζουν ότι ο εγκέφαλος των ανδρών ίσως είναι προγραμματισμένος να δίνει λιγότερη προσοχή στα συναισθήματα των γυναικών, ενώ μια άλλη εκδοχή είναι ότι η κατάσταση αυτή έχει τις ρίζες της στην ιστορία της εξέλιξης των ανδρών.
«Καθώς οι άνδρες συμμετείχαν περισσότερο στο κυνήγι και σε εδαφικές διεκδικήσεις, πρέπει να ήταν σημαντικό για εκείνους να μπορούν να προβλέψουν τις προθέσεις και τις πράξεις των αρσενικών αντιπάλων τους», επισημαίνουν στη μελέτη τους οι ερευνητές.

Βρήκαν γιατί οι άνδρες δεν καταλαβαίνουν τις γυναίκες

Απάντηση στο ερώτημα γιατί οι άνδρες αδυνατούν να καταλάβουν τις γυναίκες, δίνει νέα έρευνα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου LWL στο Μπόχουμ της Γερμανίας, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση PLOS One.
Στο πλαίσιο της έρευνας οι επιστήμονες υπέβαλαν στον μαγνητικό τομογράφο 22 άνδρες, ηλικίας από 21 ως 52, για να μελετήσουν την εγκεφαλική τους δραστηριότητα μέσω της ροής του αίματος.
Στη συνέχεια ζήτησαν από τους εθελοντές να μαντέψουν τα συναισθήματα ανθρώπων παρατηρώντας 36 ζεύγη ματιών, τα μισά εκ των οποίων ανήκαν σε άνδρες και τα μισά σε γυναίκες.
Τα μάτια των φωτογραφιών μαρτυρούσαν θετικά, ουδέτερα και αρνητικά συναισθήματα, τα οποία κλήθηκαν να περιγράψουν οι συμμετέχοντες επιλέγοντας ανάμεσα στις λέξεις δύσπιστος και τρομοκρατημένος.
Όπως προέκυψε από τη μελέτη, οι άνδρες αργούσαν και δυσκολεύονταν να ερμηνεύσουν το συναίσθημα όταν στις φωτογραφίες απεικονίζονταν γυναικεία μάτια, ενώ ο μαγνητικός τομογράφος κατάγραψε διαφορές στην εγκεφαλική τους λειτουργία ανάλογα με το αν κοίταζαν φωτογραφίες γυναικών ή ανδρών.
Επιπλέον, η αμυγδαλή των ανδρών, η περιοχή που συνδέεται με τα συναισθήματα, την ενσυναίσθηση και τον φόβο, δραστηριοποιούνταν περισσότερο όταν οι εθελοντές κοιτούσαν φωτογραφίες με ανδρικά μάτια, γεγονός που ενδεχομένως υποδεικνύει ότι οι άνδρες αδυνατούν να κατανοήσουν τις γυναίκες για βιολογικούς λόγους.
Συνολικά, τα ευρήματα της έρευνας αποδεικνύουν ότι οι άνδρες δεν μπορούν να διαβάσουν τα αισθήματα των γυναικών εξίσου καλά με τα συναισθήματα ατόμων του δικού τους φύλου, τουλάχιστον κοιτώντας μόνο τα μάτια τους.
Οι ερευνητές ακόμα δεν έχουν εντοπίσει που οφείλεται η δυσκολία κατανόησης, ωστόσο εικάζουν ότι ο εγκέφαλος των ανδρών ίσως είναι προγραμματισμένος να δίνει λιγότερη προσοχή στα συναισθήματα των γυναικών, ενώ μια άλλη εκδοχή είναι ότι η κατάσταση αυτή έχει τις ρίζες της στην ιστορία της εξέλιξης των ανδρών.
«Καθώς οι άνδρες συμμετείχαν περισσότερο στο κυνήγι και σε εδαφικές διεκδικήσεις, πρέπει να ήταν σημαντικό για εκείνους να μπορούν να προβλέψουν τις προθέσεις και τις πράξεις των αρσενικών αντιπάλων τους», επισημαίνουν στη μελέτη τους οι ερευνητές.

Μελέτη που δημοσιεύθηκε από Αυστραλούς επιστήμονες στο περιοδικό “Διεθνή Επιθεώρηση Σεξουαλικής Υγείας” αποκαλύπτει ότι το 10% των γυναικών δεν νιώθουν ευτυχισμένες, ή έστω ικανοποιημένες, μετά το σεξ. Αντίθετα η ερωτική επαφή τους προκαλεί μελαγχολία. Βάσει των στοιχείων της έρευνας, το 32,9% των ερωτηθέντων γυναικών απάντησαν πως τους έχει συμβεί κάποια στιγμή στη ζωή τους να νιώσουν κατάθλιψη μετά από το σεξ, ενώ το 10% είπαν πως αυτό συμβαίνει συχνά στην ερωτική τους ζωή.
Οι ερευνητές προσπαθούν τώρα να καταλάβουν που οφείλεται το φαινόμενο, δεδομένου ότι υπό φυσιολογικές συνθήκες οι στιγμές αμέσως μετά το σεξ γεννούν αισθήματα ευεξίας, καθώς και ψυχολογική και σωματική χαλάρωση.
-Μετασυνουσιακή δυσφορία
«Όλοι μας φανταζόμαστε το σεξ ως μία απολαυστική εμπειρία, αλλά ως φαίνεται υπάρχει μία αρκετά μεγάλη ομάδα ανθρώπων οι οποίοι, αντιθέτως, αισθάνονται δυστυχία μετά το σεξ. Το γιατί παραμένει μυστήριο, διότι το όλο θέμα ελάχιστες φορές έχει διερευνηθεί», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Ρόμπερτ Σβάιτζερ, αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Ψυχολογίας & Συμβουλευτικής του Πανεπιστημίου Τεχνολογίας του Κουήνσλαντ. «Ελπίζουμε ότι αυτό το στάδιο της έρευνάς μας θα βοηθήσει τελικά τους πάσχοντες από μετασυνουσιακή δυσφορία, όπως είναι ο επιστημονικός όρος, να διαχειριστούν καλύτερα τα συναισθήματά τους», πρόσθεσε.
Οι περισσότερες γυναίκες που πήραν μέρος στην έρευνα ανέφεραν πως τα αρνητικά τους συναισθήματα δεν έχουν καμία σχέση με τα αληθινά συναισθήματα που τρέφουν για τους συντρόφους τους.
Παράλληλα, δεν φαίνεται τα συναισθήματα αυτά να συσχετίζονται με ιδιαίτερους παράγοντες, όπως για παράδειγμα το ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης.
Βάσει αυτών και σύμφωνα με τον δρ. Σβάιτζερ, ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας της μελαγχολίας μετά το σεξ να είναι η βιολογική προδιάθεση.

Μια στις 10 γυναίκες μελαγχολεί μετά το σεξ

Μελέτη που δημοσιεύθηκε από Αυστραλούς επιστήμονες στο περιοδικό “Διεθνή Επιθεώρηση Σεξουαλικής Υγείας” αποκαλύπτει ότι το 10% των γυναικών δεν νιώθουν ευτυχισμένες, ή έστω ικανοποιημένες, μετά το σεξ. Αντίθετα η ερωτική επαφή τους προκαλεί μελαγχολία. Βάσει των στοιχείων της έρευνας, το 32,9% των ερωτηθέντων γυναικών απάντησαν πως τους έχει συμβεί κάποια στιγμή στη ζωή τους να νιώσουν κατάθλιψη μετά από το σεξ, ενώ το 10% είπαν πως αυτό συμβαίνει συχνά στην ερωτική τους ζωή.
Οι ερευνητές προσπαθούν τώρα να καταλάβουν που οφείλεται το φαινόμενο, δεδομένου ότι υπό φυσιολογικές συνθήκες οι στιγμές αμέσως μετά το σεξ γεννούν αισθήματα ευεξίας, καθώς και ψυχολογική και σωματική χαλάρωση.
-Μετασυνουσιακή δυσφορία
«Όλοι μας φανταζόμαστε το σεξ ως μία απολαυστική εμπειρία, αλλά ως φαίνεται υπάρχει μία αρκετά μεγάλη ομάδα ανθρώπων οι οποίοι, αντιθέτως, αισθάνονται δυστυχία μετά το σεξ. Το γιατί παραμένει μυστήριο, διότι το όλο θέμα ελάχιστες φορές έχει διερευνηθεί», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Ρόμπερτ Σβάιτζερ, αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Ψυχολογίας & Συμβουλευτικής του Πανεπιστημίου Τεχνολογίας του Κουήνσλαντ. «Ελπίζουμε ότι αυτό το στάδιο της έρευνάς μας θα βοηθήσει τελικά τους πάσχοντες από μετασυνουσιακή δυσφορία, όπως είναι ο επιστημονικός όρος, να διαχειριστούν καλύτερα τα συναισθήματά τους», πρόσθεσε.
Οι περισσότερες γυναίκες που πήραν μέρος στην έρευνα ανέφεραν πως τα αρνητικά τους συναισθήματα δεν έχουν καμία σχέση με τα αληθινά συναισθήματα που τρέφουν για τους συντρόφους τους.
Παράλληλα, δεν φαίνεται τα συναισθήματα αυτά να συσχετίζονται με ιδιαίτερους παράγοντες, όπως για παράδειγμα το ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης.
Βάσει αυτών και σύμφωνα με τον δρ. Σβάιτζερ, ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας της μελαγχολίας μετά το σεξ να είναι η βιολογική προδιάθεση.

Μια θεωρία για το ποιος κληρονομείται η ομοφυλοφιλία στο παιδί με βάση πορίσματα της επιγενετικής ανέπτυξαν αμερικανοί ειδικοί του Εθνικού Ινστιτούτου Μαθηματικής και Βιολογικής Σύνθεσης.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Quarterly Review of Biology» και το συμπέρασμά τους είναι ότι η ομοφυλοφιλία κληρονομείται από τη μητέρα στον γιο και από τον πατέρα στην κόρη.
Η ύπαρξη της ομοφυλοφιλίας είναι δύσκολο να εξηγηθεί από εξελικτικής άποψης. Θεωρητικά, υπό το πρίσμα της θεωρίας του Δαρβίνου το gay γονίδιο, αν υπάρχει στη φύση, είναι σχεδόν αδύνατο να επιβιώσει καθώς αυτοί που το έχουν δεν θα το κληρονομήσουν διότι δεν θα κάνουν απογόνους. Στην πράξη βέβαια, αυτό δεν επαληθεύεται καθώς το 27% των ομοφυλόφιλων ανδρών κάνουν παιδιά. Αλλά ούτε και στα ζώα επαληθεύεται η θεωρία καθώς οι μελέτες δείχνουν ότι ορισμένα είδη επιδεικνύουν συχνά ομοφυλόφιλη συμπεριφορά (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πίθηκοι μπονόμπο, ξαδέρφια των χιμπατζήδων αλά και του ανθρώπου).
Καθώς η ο ομοφυλοφιλία είναι αρκετά διαδεδομένη στο ζωικό βασίλειο, το φαινόμενο απαιτεί  μια εξήγηση. Από την άλλη μεριά υπάρχει η παρατήρηση εδώ και μερικά χρόνια ότι η ανδρική ομοφυλοφιλία “κληρονομείται” κατά κάποιο τρόπο όχι από τον πατέρα αλλά από τη μητέρα. Ορισμένες στατιστικές παρατηρήσεις έχουν δείξει ότι αν υπάρχει ομοφυλόφιλος γιος στην οικογένεια, τότε είναι πολύ πιθανότερο  να υπάρχει και άλλος ομοφυλόφιλος στο σόι της μητέρας απ’ ότι στους συγγενείς του πατέρα.
-Το γονιδιακό υπόβαθρο
Προηγούμενες μελέτες είχαν μάλιστα δείξει ότι η ομοφυλοφιλία εμφανίζεται συχνά μέσα στην ίδια οικογένεια, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι ερευνητές να εκτιμούν ότι υπάρχει γονιδιακό υπόβαθρο στις σεξουαλικές προτιμήσεις του κάθε ανθρώπου. Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχει εντοπιστεί το gay γονίδιο. Τώρα η νέα μελέτη των ειδικών του αμερικανικού Εθνικού Ινστιτούτου ισχυρίζεται ότι υπάρχει επιγενετική και όχι γενετική σύνδεση με την ομοφυλοφιλία.
Η επιγενετική εξηγεί πώς η έκφραση των γονιδίων ρυθμίζεται από προσωρινούς «διακόπτες», τους αποκαλούμενους επιγενετικούς δείκτες. Οι δείκτες αυτοί αποτελούν ουσιαστικώς ένα επιπλέον «στρώμα» πληροφορίας προσδεδεμένης στα γονίδια η οποία έχει επίδραση στην ανάπτυξή μας.
Παρότι τα γονίδια κρατούν τις «οδηγίες», οι επιγενετικοί δείκτες ορίζουν πώς ακριβώς εκτελούνται αυτές οι οδηγίες – ορίζουν δηλαδή πότε, πού και πόσο ένα γονίδιο εκφράζεται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης.
Σε κάθε γενιά παράγονται συνήθως νέοι επιγενετικοί δείκτες, ωστόσο πρόσφατα στοιχεία μαρτυρούν ότι κάποιοι επιγενετικοί δείκτες μεταφέρονται από γενιά σε γενιά και μπορούν έτσι να συμβάλλουν στις ομοιότητες μεταξύ συγγενών – μια διαδικασία που προσομοιάζει με αυτή των κοινών γονιδίων μεταξύ των μελών της ίδιας οικογένειας.
Αν ένας άνδρας είναι ετεροφυλόφιλος, ο αδερφός του έχει 2% πιθανότητα να είναι gay. Αν όμως ο άνδρας είναι gay, τότε ο αδερφός του έχει 12% πιθανότητα να είναι κι αυτός gay. Αν ο αδελφός ενός ομοφυλόφιλου άνδρα είναι δίδυμος, τότε έχει 24% πιθανότητα να είναι gay, κι αν είναι πανομοιότυπος δίδυμος (από το ίδιο ωάριο) η πιθανότητα ανεβαίνει στο 50%.
Ενώ ο πρώτος γιος έχει 2% πιθανότητα να είναι γκέι, ο δεύτερος γιος έχει 33% μεγαλύτερη πιθανότητα από τον πρώτο να είναι και αυτός gay, ενώ ο τρίτος γιος έχει 33% μεγαλύτερη πιθανότητα από το δεύτερο γιο να είναι επίσης ομοφυλόφιλος. Το φαινόμενο αυτό παραμένει ανεξήγητο μέχρι σήμερα.
Πάντως, με βάση αυτό το στατιστικό στοιχείο, ορισμένοι ερευνητές διατύπωσαν την άποψη ότι η ομοφυλοφιλία ίσως τελικά να έχει σχέση με ορισμένες αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος της μητέρας απέναντι στο έμβρυο, κάτι που βέβαια αυξάνει την πιθανότητα της ομοφυλοφιλίας ανάλογα με τον αριθμό των κυήσεων.
-Επιγενετική και ομοφυλοφιλία
Τώρα ο Γουίλιαμ Ράις, εξελικτικός βιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στη Σάντα Μπάρμπαρα και επικεφαλής της νέας μελέτης, υποστηρίζει ότι οι επιγενετικοί δείκτες μπορούν να προσδιορίσουν την ανάπτυξη της ομοφυλοφιλίας στους απογόνους ετεροφυλόφιλων γονέων.
«Υπάρχουν ολοένα και περισσότερα στοιχεία που δείχνουν ότι οι επιγενετικοί δείκτες συμβάλλουν τόσο στις ομοιότητες όσο και στις διαφορές μεταξύ μελών της ίδιας οικογενείας και έτσι πιθανότατα συμβάλλουν και στην παρατηρούμενη οικογενειακή κληρονομικότητα της ομοφυλοφιλίας» ανέφερε ο δρ Ράις.
Ο ερευνητής και η ομάδα του «πάντρεψαν» την εξελικτική θεωρία με τις πρόσφατες εξελίξεις στη μοριακή ρύθμιση της γονιδιακής έκφρασης καθώς και την επίδραση των ανδρογόνων στη σεξουαλική ανάπτυξη προκειμένου να δημιουργήσουν ένα βιολογικό και μαθηματικό μοντέλο που σκιαγραφεί τον ρόλο της επιγενετικής στην ομοφυλοφιλία.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι επιγενετικοί δείκτες που είναι συγκεκριμένοι για το κάθε φύλο και παράγονται στα πρώιμα στάδια της εμβρυϊκής ανάπτυξης προστατεύουν το κάθε φύλο από τη σημαντική φυσική μεταβολή στα επίπεδα της τεστοστερόνης η οποία λαμβάνει χώρα αργότερα κατά την ανάπτυξη του εμβρύου.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι συγκεκριμένοι ανάλογα με το φύλο επιγενετικοί δείκτες δεν επιτρέπουν στα θηλυκά έμβρυα να «αρρενοποιούνται» (σε διαφορετικά επίπεδα όπως στα γεννητικά όργανα ή στη σεξουαλική ταυτότητα) όταν εκτίθενται σε ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης – το αντίστροφο συμβαίνει σε ό,τι αφορά τα αρσενικά έμβρυα.
-Από τον πατέρα στην κόρη και από τη μητέρα στον γιο
Ωστόσο όταν αυτοί οι επιγενετικοί δείκτες περνούν από τη μια γενιά στην άλλη και συγκεκριμένα από τον πατέρα στην κόρη ή από τη μητέρα στον γιο, τότε ίσως έχουν αντίστροφη επίδραση οδηγώντας σε εκθήλυνση ορισμένων χαρακτηριστικών των αγοριών – όπως αυτά που αφορούν τις σεξουαλικές προτιμήσεις – και σε αντίστοιχη αρρενοποίηση ως έναν βαθμό των κοριτσιών.
Οι συγγραφείς της νέας μελέτης ισχυρίζονται ότι τα ευρήματά τους λύνουν τον εξελικτικό γρίφο της ομοφυλοφιλίας μέσω της ανακάλυψης αυτών των «σεξουαλικώς ανταγωνιστικών» επιγενετικών δεικτών οι οποίοι υπό φυσιολογικές συνθήκες προστατεύουν το φύλο αλλά, ως φαίνεται, μερικές φορές περνούν στις επόμενες γενιές και συνδέονται με ομοφυλοφιλία στους απογόνους του αντίθετου φύλου.
Το μαθηματικό μοντέλο των ερευνητών δείχνει ότι τα γονίδια που κωδικοποιούν για αυτούς τους επιγενετικούς δείκτες μπορούν εύκολα να «εξαπλωθούν» στον πληθυσμό επειδή ενισχύουν πάντα την καλή φυσική κατάσταση του γονέα αλλά μόνο σπάνια επιτελούν τον αντίθετο ρόλο μειώνοντας τη φυσική κατάσταση του απογόνου του.
«Η μετάδοση σεξουαλικώς ανταγωνιστικών επιγενετικών δεικτών μεταξύ γενεών αποτελεί τον πιο λογικό εξελικτικό μηχανισμό που εξηγεί την ανθρώπινη ομοφυλοφιλία» είπε σχετικά ο Σεργκέι Γκαβρίλετς, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τενεσί-Νόξβιλ που συμμετείχε στη μελέτη.

Η μητέρα και ο πατέρας «κληρονομούν» την ομοφυλοφιλία στο παιδιά

Μια θεωρία για το ποιος κληρονομείται η ομοφυλοφιλία στο παιδί με βάση πορίσματα της επιγενετικής ανέπτυξαν αμερικανοί ειδικοί του Εθνικού Ινστιτούτου Μαθηματικής και Βιολογικής Σύνθεσης.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Quarterly Review of Biology» και το συμπέρασμά τους είναι ότι η ομοφυλοφιλία κληρονομείται από τη μητέρα στον γιο και από τον πατέρα στην κόρη.
Η ύπαρξη της ομοφυλοφιλίας είναι δύσκολο να εξηγηθεί από εξελικτικής άποψης. Θεωρητικά, υπό το πρίσμα της θεωρίας του Δαρβίνου το gay γονίδιο, αν υπάρχει στη φύση, είναι σχεδόν αδύνατο να επιβιώσει καθώς αυτοί που το έχουν δεν θα το κληρονομήσουν διότι δεν θα κάνουν απογόνους. Στην πράξη βέβαια, αυτό δεν επαληθεύεται καθώς το 27% των ομοφυλόφιλων ανδρών κάνουν παιδιά. Αλλά ούτε και στα ζώα επαληθεύεται η θεωρία καθώς οι μελέτες δείχνουν ότι ορισμένα είδη επιδεικνύουν συχνά ομοφυλόφιλη συμπεριφορά (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πίθηκοι μπονόμπο, ξαδέρφια των χιμπατζήδων αλά και του ανθρώπου).
Καθώς η ο ομοφυλοφιλία είναι αρκετά διαδεδομένη στο ζωικό βασίλειο, το φαινόμενο απαιτεί  μια εξήγηση. Από την άλλη μεριά υπάρχει η παρατήρηση εδώ και μερικά χρόνια ότι η ανδρική ομοφυλοφιλία “κληρονομείται” κατά κάποιο τρόπο όχι από τον πατέρα αλλά από τη μητέρα. Ορισμένες στατιστικές παρατηρήσεις έχουν δείξει ότι αν υπάρχει ομοφυλόφιλος γιος στην οικογένεια, τότε είναι πολύ πιθανότερο  να υπάρχει και άλλος ομοφυλόφιλος στο σόι της μητέρας απ’ ότι στους συγγενείς του πατέρα.
-Το γονιδιακό υπόβαθρο
Προηγούμενες μελέτες είχαν μάλιστα δείξει ότι η ομοφυλοφιλία εμφανίζεται συχνά μέσα στην ίδια οικογένεια, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι ερευνητές να εκτιμούν ότι υπάρχει γονιδιακό υπόβαθρο στις σεξουαλικές προτιμήσεις του κάθε ανθρώπου. Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχει εντοπιστεί το gay γονίδιο. Τώρα η νέα μελέτη των ειδικών του αμερικανικού Εθνικού Ινστιτούτου ισχυρίζεται ότι υπάρχει επιγενετική και όχι γενετική σύνδεση με την ομοφυλοφιλία.
Η επιγενετική εξηγεί πώς η έκφραση των γονιδίων ρυθμίζεται από προσωρινούς «διακόπτες», τους αποκαλούμενους επιγενετικούς δείκτες. Οι δείκτες αυτοί αποτελούν ουσιαστικώς ένα επιπλέον «στρώμα» πληροφορίας προσδεδεμένης στα γονίδια η οποία έχει επίδραση στην ανάπτυξή μας.
Παρότι τα γονίδια κρατούν τις «οδηγίες», οι επιγενετικοί δείκτες ορίζουν πώς ακριβώς εκτελούνται αυτές οι οδηγίες – ορίζουν δηλαδή πότε, πού και πόσο ένα γονίδιο εκφράζεται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης.
Σε κάθε γενιά παράγονται συνήθως νέοι επιγενετικοί δείκτες, ωστόσο πρόσφατα στοιχεία μαρτυρούν ότι κάποιοι επιγενετικοί δείκτες μεταφέρονται από γενιά σε γενιά και μπορούν έτσι να συμβάλλουν στις ομοιότητες μεταξύ συγγενών – μια διαδικασία που προσομοιάζει με αυτή των κοινών γονιδίων μεταξύ των μελών της ίδιας οικογένειας.
Αν ένας άνδρας είναι ετεροφυλόφιλος, ο αδερφός του έχει 2% πιθανότητα να είναι gay. Αν όμως ο άνδρας είναι gay, τότε ο αδερφός του έχει 12% πιθανότητα να είναι κι αυτός gay. Αν ο αδελφός ενός ομοφυλόφιλου άνδρα είναι δίδυμος, τότε έχει 24% πιθανότητα να είναι gay, κι αν είναι πανομοιότυπος δίδυμος (από το ίδιο ωάριο) η πιθανότητα ανεβαίνει στο 50%.
Ενώ ο πρώτος γιος έχει 2% πιθανότητα να είναι γκέι, ο δεύτερος γιος έχει 33% μεγαλύτερη πιθανότητα από τον πρώτο να είναι και αυτός gay, ενώ ο τρίτος γιος έχει 33% μεγαλύτερη πιθανότητα από το δεύτερο γιο να είναι επίσης ομοφυλόφιλος. Το φαινόμενο αυτό παραμένει ανεξήγητο μέχρι σήμερα.
Πάντως, με βάση αυτό το στατιστικό στοιχείο, ορισμένοι ερευνητές διατύπωσαν την άποψη ότι η ομοφυλοφιλία ίσως τελικά να έχει σχέση με ορισμένες αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος της μητέρας απέναντι στο έμβρυο, κάτι που βέβαια αυξάνει την πιθανότητα της ομοφυλοφιλίας ανάλογα με τον αριθμό των κυήσεων.
-Επιγενετική και ομοφυλοφιλία
Τώρα ο Γουίλιαμ Ράις, εξελικτικός βιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στη Σάντα Μπάρμπαρα και επικεφαλής της νέας μελέτης, υποστηρίζει ότι οι επιγενετικοί δείκτες μπορούν να προσδιορίσουν την ανάπτυξη της ομοφυλοφιλίας στους απογόνους ετεροφυλόφιλων γονέων.
«Υπάρχουν ολοένα και περισσότερα στοιχεία που δείχνουν ότι οι επιγενετικοί δείκτες συμβάλλουν τόσο στις ομοιότητες όσο και στις διαφορές μεταξύ μελών της ίδιας οικογενείας και έτσι πιθανότατα συμβάλλουν και στην παρατηρούμενη οικογενειακή κληρονομικότητα της ομοφυλοφιλίας» ανέφερε ο δρ Ράις.
Ο ερευνητής και η ομάδα του «πάντρεψαν» την εξελικτική θεωρία με τις πρόσφατες εξελίξεις στη μοριακή ρύθμιση της γονιδιακής έκφρασης καθώς και την επίδραση των ανδρογόνων στη σεξουαλική ανάπτυξη προκειμένου να δημιουργήσουν ένα βιολογικό και μαθηματικό μοντέλο που σκιαγραφεί τον ρόλο της επιγενετικής στην ομοφυλοφιλία.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι επιγενετικοί δείκτες που είναι συγκεκριμένοι για το κάθε φύλο και παράγονται στα πρώιμα στάδια της εμβρυϊκής ανάπτυξης προστατεύουν το κάθε φύλο από τη σημαντική φυσική μεταβολή στα επίπεδα της τεστοστερόνης η οποία λαμβάνει χώρα αργότερα κατά την ανάπτυξη του εμβρύου.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι συγκεκριμένοι ανάλογα με το φύλο επιγενετικοί δείκτες δεν επιτρέπουν στα θηλυκά έμβρυα να «αρρενοποιούνται» (σε διαφορετικά επίπεδα όπως στα γεννητικά όργανα ή στη σεξουαλική ταυτότητα) όταν εκτίθενται σε ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης – το αντίστροφο συμβαίνει σε ό,τι αφορά τα αρσενικά έμβρυα.
-Από τον πατέρα στην κόρη και από τη μητέρα στον γιο
Ωστόσο όταν αυτοί οι επιγενετικοί δείκτες περνούν από τη μια γενιά στην άλλη και συγκεκριμένα από τον πατέρα στην κόρη ή από τη μητέρα στον γιο, τότε ίσως έχουν αντίστροφη επίδραση οδηγώντας σε εκθήλυνση ορισμένων χαρακτηριστικών των αγοριών – όπως αυτά που αφορούν τις σεξουαλικές προτιμήσεις – και σε αντίστοιχη αρρενοποίηση ως έναν βαθμό των κοριτσιών.
Οι συγγραφείς της νέας μελέτης ισχυρίζονται ότι τα ευρήματά τους λύνουν τον εξελικτικό γρίφο της ομοφυλοφιλίας μέσω της ανακάλυψης αυτών των «σεξουαλικώς ανταγωνιστικών» επιγενετικών δεικτών οι οποίοι υπό φυσιολογικές συνθήκες προστατεύουν το φύλο αλλά, ως φαίνεται, μερικές φορές περνούν στις επόμενες γενιές και συνδέονται με ομοφυλοφιλία στους απογόνους του αντίθετου φύλου.
Το μαθηματικό μοντέλο των ερευνητών δείχνει ότι τα γονίδια που κωδικοποιούν για αυτούς τους επιγενετικούς δείκτες μπορούν εύκολα να «εξαπλωθούν» στον πληθυσμό επειδή ενισχύουν πάντα την καλή φυσική κατάσταση του γονέα αλλά μόνο σπάνια επιτελούν τον αντίθετο ρόλο μειώνοντας τη φυσική κατάσταση του απογόνου του.
«Η μετάδοση σεξουαλικώς ανταγωνιστικών επιγενετικών δεικτών μεταξύ γενεών αποτελεί τον πιο λογικό εξελικτικό μηχανισμό που εξηγεί την ανθρώπινη ομοφυλοφιλία» είπε σχετικά ο Σεργκέι Γκαβρίλετς, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τενεσί-Νόξβιλ που συμμετείχε στη μελέτη.

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

-Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι δημοσκοπήσεις αποτελούν αναγκαίο παράγοντα της λειτουργίας στα κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά δρώμενα μιας χώρας.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον ρόλο - τους σκοπούς - τους στόχους -  και την δημιουργική δύναμη της έρευνας, όταν διασφαλίζεται η θετική λειτουργία της.
-Έχοντας υπόψη πως η έρευνα εξυπηρετεί το κοινωνικό σύνολο αλλά και το ατομικό, το Κέντρο Κοινωνικών Πολιτικών & Οικονομικών Ερευνών αντιλαμβάνεται πως η επιτυχία μιας δημοσκόπησης είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, που παίζουν ένα κοινό ρόλο με ευρύτερες επιδιώξεις.
-Σε κάθε περίοδο διαφοροποιούνται τα αίτια και οι σκοποί που αποτελούν την βάση και τα θεμέλια, για την ανάπτυξη της κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής γραμμής μιας εταιρίας  - υπηρεσίας ή πολιτικού προσώπου.
-Βασικός σκοπός της έρευνας είναι να διερευνήσει επιστημονικά και να αναλύσει αντικειμενικά το θέμα, τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις για την ενημέρωση – επιτυχία.
-Η εφαρμοσμένη επιστημονική έρευνα είναι γνωστό ότι μπορεί να δώσει απαντήσεις, σε ερωτήματα που συσχετίζονται με την ορθή πορεία στα κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά δρώμενα μιας χώρας.
-Λαμβάνοντας σοβαρά τις γραπτές απαντήσεις που δίνουν οι ερωτηθέντες , γίνεται μια ανάλυση σε βάθος όλου του όγκου των δεδομένων. 
-Το κοινωνικό περιβάλλον μεταβάλλεται ραγδαία, παγκοσμιοποίηση , κοινωνία της πληροφορίας, νέες αξίες και προτεραιότητες των κοινωνικών φαινόμενων και συνθηκών, κάνουν της μετρήσεις των τάσεων περισσότερο αναγκαίες  από κάθε άλλη εποχή.
- Το Center Research είναι σε θέση και μπορεί να δώσει τα εξής:
1.Πολιτικές δημοσκοπήσεις, όπως δημοτικότητα και υπεροχή πολιτικού προσώπου ή θεσμού.
2.Κοινωνικές δημοσκοπήσεις, όπως  ποιοτική εμβάθυνση  σκέψεων – απόψεων εκφράσεων και αντιδράσεων του κοινού.
3.Οικονομικές δημοσκοπήσεις, όπως δομή και χαρακτηριστικά εταιρικής εικόνας. Ικανοποίηση πελατών  παρακολούθηση ελέγχου  σε επίπεδο τιμών – υπηρεσιών και συμπεριφοράς προσωπικού.
4.Δημοσκοπήσεις Δημόσιων Υπηρεσιών ένστολων και μη, όπως η γνώμη και άποψη του πολίτη για το λειτουργικό θεσμικό ρόλο τους.

-Το  Center Research είναι εργαλείο δημοσιογραφικής έρευνας της ηλεκτρονικής εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

Η διεύθυνση                        
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος – Εκδότης
Mail: iliadisspiros@hotmail.com


Center Research - Κέντρο Κοινωνικών Πολιτικών & Οικονομικών Ερευνών (ΚΕ.Κ.Π.Ο.Ε)

-Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι δημοσκοπήσεις αποτελούν αναγκαίο παράγοντα της λειτουργίας στα κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά δρώμενα μιας χώρας.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον ρόλο - τους σκοπούς - τους στόχους -  και την δημιουργική δύναμη της έρευνας, όταν διασφαλίζεται η θετική λειτουργία της.
-Έχοντας υπόψη πως η έρευνα εξυπηρετεί το κοινωνικό σύνολο αλλά και το ατομικό, το Κέντρο Κοινωνικών Πολιτικών & Οικονομικών Ερευνών αντιλαμβάνεται πως η επιτυχία μιας δημοσκόπησης είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, που παίζουν ένα κοινό ρόλο με ευρύτερες επιδιώξεις.
-Σε κάθε περίοδο διαφοροποιούνται τα αίτια και οι σκοποί που αποτελούν την βάση και τα θεμέλια, για την ανάπτυξη της κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής γραμμής μιας εταιρίας  - υπηρεσίας ή πολιτικού προσώπου.
-Βασικός σκοπός της έρευνας είναι να διερευνήσει επιστημονικά και να αναλύσει αντικειμενικά το θέμα, τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις για την ενημέρωση – επιτυχία.
-Η εφαρμοσμένη επιστημονική έρευνα είναι γνωστό ότι μπορεί να δώσει απαντήσεις, σε ερωτήματα που συσχετίζονται με την ορθή πορεία στα κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά δρώμενα μιας χώρας.
-Λαμβάνοντας σοβαρά τις γραπτές απαντήσεις που δίνουν οι ερωτηθέντες , γίνεται μια ανάλυση σε βάθος όλου του όγκου των δεδομένων. 
-Το κοινωνικό περιβάλλον μεταβάλλεται ραγδαία, παγκοσμιοποίηση , κοινωνία της πληροφορίας, νέες αξίες και προτεραιότητες των κοινωνικών φαινόμενων και συνθηκών, κάνουν της μετρήσεις των τάσεων περισσότερο αναγκαίες  από κάθε άλλη εποχή.
- Το Center Research είναι σε θέση και μπορεί να δώσει τα εξής:
1.Πολιτικές δημοσκοπήσεις, όπως δημοτικότητα και υπεροχή πολιτικού προσώπου ή θεσμού.
2.Κοινωνικές δημοσκοπήσεις, όπως  ποιοτική εμβάθυνση  σκέψεων – απόψεων εκφράσεων και αντιδράσεων του κοινού.
3.Οικονομικές δημοσκοπήσεις, όπως δομή και χαρακτηριστικά εταιρικής εικόνας. Ικανοποίηση πελατών  παρακολούθηση ελέγχου  σε επίπεδο τιμών – υπηρεσιών και συμπεριφοράς προσωπικού.
4.Δημοσκοπήσεις Δημόσιων Υπηρεσιών ένστολων και μη, όπως η γνώμη και άποψη του πολίτη για το λειτουργικό θεσμικό ρόλο τους.

-Το  Center Research είναι εργαλείο δημοσιογραφικής έρευνας της ηλεκτρονικής εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

Η διεύθυνση                        
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος – Εκδότης
Mail: iliadisspiros@hotmail.com


Μια μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου μπορεί να φανερώσει αν μια ερωτική σχέση θα διαρκέσει. Αυτό ανακάλυψαν ερευνητές που “διάβασαν” το μυαλό ανθρώπων την περίοδο που βρίσκονταν στην αρχή του δεσμού τους. Μελέτησαν εγκεφάλους ερωτευμένων ζευγαριών και παρατήρησαν ότι κάθε φορά που ο ένας σκεφτόταν τον άλλο,  ο εγκέφαλος παρουσίαζε έντονη ηλεκτρική δραστηριότητα. Αυτή η εγρήγορση δίνει πληροφορίες για το μέλλον της σχέσης.
Οι ειδικοί με επικεφαλής τον Ξιαομένγκ Χου, καθηγητή Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Brown της Νέας Υόρκης, χρησιμοποίησαν απεικονιστικές τεχνικές εγκεφάλου για να διαπιστώσουν πώς αντιδρούσαν οι νευρώνες των ανθρώπων όταν κοίταζαν φωτογραφίες των συντρόφων τους και ανακαλούσαν στη μνήμη τους στιγμές που έζησαν μαζί, το χρονικό διάστημα που διαρκεί η σχέση τους.
«Οι εθελοντές που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν πολύ ερωτευμένοι με τους συντρόφους τους και το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε στις μαγνητικές τομογραφίες των εγκεφάλων», ανέφερε ο δρ Αρθουρ Αρόν, μέλος της ερευνητικής ομάδας από το Πανεπιστήμιο Stony Brook. Για την έρευνά τους οι ειδικοί στηρίχθηκαν στη συμμετοχή 12 εθελοντών, επτά εξ αυτών γυναίκες, οι οποίοι είχαν ερωτευτεί με πάθος τον σύντροφό τους και η σχέση τους συμπλήρωνε ένα χρόνο ζωής.
Κάθε φορά που εξέταζαν τον εγκέφαλο ενός εθελοντή με μαγνητικό τομογράφο, του έδειχναν φωτογραφία του συντρόφου του ζητώντας παράλληλα να ανακαλέσει μνήμες από στιγμές που έζησαν μαζί. Επιπλέον, οι ερευνητές έδειχναν στους εθελοντές φωτογραφίες από κάποιους γνωστούς τους, με τους οποίους δεν είχαν κάποια ερωτική σχέση.
Όταν πέρασαν τρία χρόνια από τότε που εξέτασαν τους εθελοντές με τον μαγνητικό τομογράφο, οι ειδικοί ζήτησαν να μάθουν την εξέλιξη που είχε ο δεσμός καθενός εξ αυτών χωριστά. Διαπίστωσαν ότι οι μισοί από τους εθελοντές εξακολουθούσαν να είναι ερωτευμένοι με το ταίρι τους. Οι υπόλοιποι είχαν διακόψει τις σχέσεις τους. Κοιτώντας οι επιστήμονες τις μαγνητικές τομογραφίες των ανθρώπων που η σχέση τους συνεχιζόταν, διαπίστωσαν ότι οι εγκέφαλοί τους παρουσίαζαν (τρία χρόνια πριν) υψηλότερα επίπεδα δραστηριότητας από εκείνων που οι δεσμοί τους τερματίστηκαν.
-Έρωτας ίσον λιγότερη κριτική
Η δραστηριότητα εντοπιζόταν σε μια περιοχή του εγκεφάλου που παράγει συναισθηματική αντίδραση στη θέαση ενός όμορφου αντικειμένου και η οποία λέγεται κερκοφόρος ουρά του εγκεφάλου. Επιπλέον, οι άνθρωποι που εξακολουθούσαν να είναι ερωτευμένοι, παρουσίαζαν χαμηλότερα επίπεδα δραστηριότητας στα κέντρα των εγκεφάλων που συνδέονται με την εξάρτηση και την αναζήτηση επιβράβευσης. Μικρότερη εγκεφαλική δραστηριότητα παρατηρήθηκε και στον μετωποκογχικό φλοιό, γεγονός που σημαίνει, κατά τους ειδικούς, ότι οι άνθρωποι αυτοί ασκούσαν λιγότερη κριτική και ήταν και λιγότερο επικριτικοί απέναντι στους συντρόφους τους.
Ο δρ Αρθουρ Αρόν, που μαζί με τους συνεργάτες του δημοσίευσαν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους στο «Neuroscience Letters», λέει ότι τα ευρήματά τους μπορεί μελλοντικά να τους βοηθήσουν να καταλαβαίνουν αν ένας άνθρωπος είναι πραγματικά συνδεδεμένος με κάποιον άλλο, ανεξάρτητα με το τι ο ίδιος δηλώνει.

Το μέλλον της σχέσης το προβλέπει η μαγνητική τομογραφία

Μια μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου μπορεί να φανερώσει αν μια ερωτική σχέση θα διαρκέσει. Αυτό ανακάλυψαν ερευνητές που “διάβασαν” το μυαλό ανθρώπων την περίοδο που βρίσκονταν στην αρχή του δεσμού τους. Μελέτησαν εγκεφάλους ερωτευμένων ζευγαριών και παρατήρησαν ότι κάθε φορά που ο ένας σκεφτόταν τον άλλο,  ο εγκέφαλος παρουσίαζε έντονη ηλεκτρική δραστηριότητα. Αυτή η εγρήγορση δίνει πληροφορίες για το μέλλον της σχέσης.
Οι ειδικοί με επικεφαλής τον Ξιαομένγκ Χου, καθηγητή Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Brown της Νέας Υόρκης, χρησιμοποίησαν απεικονιστικές τεχνικές εγκεφάλου για να διαπιστώσουν πώς αντιδρούσαν οι νευρώνες των ανθρώπων όταν κοίταζαν φωτογραφίες των συντρόφων τους και ανακαλούσαν στη μνήμη τους στιγμές που έζησαν μαζί, το χρονικό διάστημα που διαρκεί η σχέση τους.
«Οι εθελοντές που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν πολύ ερωτευμένοι με τους συντρόφους τους και το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε στις μαγνητικές τομογραφίες των εγκεφάλων», ανέφερε ο δρ Αρθουρ Αρόν, μέλος της ερευνητικής ομάδας από το Πανεπιστήμιο Stony Brook. Για την έρευνά τους οι ειδικοί στηρίχθηκαν στη συμμετοχή 12 εθελοντών, επτά εξ αυτών γυναίκες, οι οποίοι είχαν ερωτευτεί με πάθος τον σύντροφό τους και η σχέση τους συμπλήρωνε ένα χρόνο ζωής.
Κάθε φορά που εξέταζαν τον εγκέφαλο ενός εθελοντή με μαγνητικό τομογράφο, του έδειχναν φωτογραφία του συντρόφου του ζητώντας παράλληλα να ανακαλέσει μνήμες από στιγμές που έζησαν μαζί. Επιπλέον, οι ερευνητές έδειχναν στους εθελοντές φωτογραφίες από κάποιους γνωστούς τους, με τους οποίους δεν είχαν κάποια ερωτική σχέση.
Όταν πέρασαν τρία χρόνια από τότε που εξέτασαν τους εθελοντές με τον μαγνητικό τομογράφο, οι ειδικοί ζήτησαν να μάθουν την εξέλιξη που είχε ο δεσμός καθενός εξ αυτών χωριστά. Διαπίστωσαν ότι οι μισοί από τους εθελοντές εξακολουθούσαν να είναι ερωτευμένοι με το ταίρι τους. Οι υπόλοιποι είχαν διακόψει τις σχέσεις τους. Κοιτώντας οι επιστήμονες τις μαγνητικές τομογραφίες των ανθρώπων που η σχέση τους συνεχιζόταν, διαπίστωσαν ότι οι εγκέφαλοί τους παρουσίαζαν (τρία χρόνια πριν) υψηλότερα επίπεδα δραστηριότητας από εκείνων που οι δεσμοί τους τερματίστηκαν.
-Έρωτας ίσον λιγότερη κριτική
Η δραστηριότητα εντοπιζόταν σε μια περιοχή του εγκεφάλου που παράγει συναισθηματική αντίδραση στη θέαση ενός όμορφου αντικειμένου και η οποία λέγεται κερκοφόρος ουρά του εγκεφάλου. Επιπλέον, οι άνθρωποι που εξακολουθούσαν να είναι ερωτευμένοι, παρουσίαζαν χαμηλότερα επίπεδα δραστηριότητας στα κέντρα των εγκεφάλων που συνδέονται με την εξάρτηση και την αναζήτηση επιβράβευσης. Μικρότερη εγκεφαλική δραστηριότητα παρατηρήθηκε και στον μετωποκογχικό φλοιό, γεγονός που σημαίνει, κατά τους ειδικούς, ότι οι άνθρωποι αυτοί ασκούσαν λιγότερη κριτική και ήταν και λιγότερο επικριτικοί απέναντι στους συντρόφους τους.
Ο δρ Αρθουρ Αρόν, που μαζί με τους συνεργάτες του δημοσίευσαν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους στο «Neuroscience Letters», λέει ότι τα ευρήματά τους μπορεί μελλοντικά να τους βοηθήσουν να καταλαβαίνουν αν ένας άνθρωπος είναι πραγματικά συνδεδεμένος με κάποιον άλλο, ανεξάρτητα με το τι ο ίδιος δηλώνει.

Γάλλοι και Δανοί ερευνητές, με επικεφαλής τον Δρ Σιντ Κούιντερ του Εργαστηρίου Γνωσιακών Επιστημών και Ψυχογλωσσολογίας του Παρισιού και του Τεχνικού Πανεπιστημίου της Δανίας μελέτησαν με ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα την εγκεφαλική δραστηριότητα μωρών και για πρώτη φορά εντόπισαν ενδείξεις της συνείδησης και της μνήμης να αναδύονται στον βρεφικό εγκέφαλο από τον 5ο μήνας της ζωής τους.
Έως τώρα οι επιστήμονες είχαν αμφιβολίες για το κατά πόσο ένα μωρό πέντε μηνών αντιδρά συνειδητά ή με ανακλαστικό τρόπο στα εξωτερικά ερεθίσματα, όπως π.χ. όταν κοιτά το πρόσωπο του γονιού του ή πιάνει ένα αντικείμενο που του δίνεται.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Science.
-Μωρά και εγκέφαλος
Οι επιστήμονες μελέτησαν 30 μωρά πέντε μηνών, 29 που ήταν 12 μηνών και 21 που ήταν 15 μηνών, στα οποία προσάρτησαν ειδικές «καπέλα» με ηλεκτρόδια για να καταγράψουν την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου τους. Τα μωρά κάθονταν στην αγκαλιά του μπαμπά ή της μαμάς και παρακολουθούσαν ταχέως εναλλασσόμενες εικόνες σε μια οθόνη.
Η ανάλυση της νευρωνικής δραστηριότητας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι τα βρέφη εμφάνιζαν όντως ενδείξεις συνείδησης παρόμοιας με αυτή των ενηλίκων, με μια βασική διαφορά: ενώ στους ενήλικες η συνείδηση του οπτικού ερεθίσματος εμφανιζόταν μέσα σε 0,3 δευτερόλεπτα, στα πέντε μηνών βρέφη ο αντίστοιχος χρόνος ήταν 1,3 δευτερόλεπτα, κατά μέσον όρο.
«Τα μωρά είναι περίπου τέσσερις φορές βραδύτερα», εξηγεί ο Δρ Κούιντερ. Στα βρέφη 12 έως 15 μηνών το νευρωνικό «αποτύπωμα» που δείχνει ότι έχουν κάποιου είδους συνείδηση του εξωτερικού ερεθίσματος, εμφανίζεται στα 0,8 έως 0,9 δευτερόλεπτα. Η αιτία γι’ αυτή τη χρονική υστέρηση σε σχέση με τους ενηλίκους, σύμφωνα με τους ερευνητές, πιθανώς οφείλεται στο ότι ο βρεφικός εγκέφαλος, ιδίως ο προμετωπιαίος φλοιός που ελέγχει την προσοχή και την επίγνωση, δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί πλήρως.
Επίσης, ο εγκέφαλος των βρεφών έχει έλλειψη μυελίνης, της ουσίας που μονώνει τα νεύρα και έτσι επιταχύνει την μετάδοση των ηλεκτρικών σημάτων από τη μία περιοχή του εγκεφάλου στην άλλη. Έτσι, έως ότου αυξηθεί η μυελίνη στα επίπεδα του ενήλικου εγκεφάλου, τα νευρικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος (π.χ. τα οπτικά) μετακινούνται πιο αργά από το πίσω μέρος του εγκεφάλου όπου καταλήγει το οπτικό νεύρο του ματιού, στο μπροστινό μέρος του εγκεφάλου, στον προμετωπιαίο φλοιό, όπου αποκτάται η συνείδηση του ερεθίσματος.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι τα βρέφη είναι πολύ πιο συνειδητά από ό,τι πιστεύαμε πριν και πιθανώς έχουν πολύ μεγαλύτερη συνείδηση του πόνου», σημειώνει ο Δρ Κούιντερ.
Οι ερευνητές σχεδιάζουν να κάνουν παρόμοιο πείραμα σε νεογνά μόλις δύο μηνών για να δουν σε ποιο βαθμό εμφανίζονται ίχνη συνείδησης, από τόσο νωρίς. Όπως ανέφεραν, τέτοιες έρευνες μπορεί μελλοντικά να βοηθήσουν στην έγκαιρη διάγνωση διαταραχών όπως ο αυτισμός, ενώ πιθανώς θα ρίξουν περισσότερο φως και στη συνειδησιακή κατάσταση ανθρώπων σε κατάσταση «φυτού».
Άλλοι επιστήμονες πάντως, όπως ο νευροψυχολόγος Τσαρλς Νέλσον της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί, θεωρώντας ότι δύο παρόμοια νευρωνικά «αποτυπώματα» δραστηριότητας στον εγκέφαλο ενός μωρού και ενός ενήλικα δεν αποδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το μωρό έχει πράγματι συνείδηση.

Από τον 5ο μήνα τα μωρά αποκτούν «συνείδηση»

Γάλλοι και Δανοί ερευνητές, με επικεφαλής τον Δρ Σιντ Κούιντερ του Εργαστηρίου Γνωσιακών Επιστημών και Ψυχογλωσσολογίας του Παρισιού και του Τεχνικού Πανεπιστημίου της Δανίας μελέτησαν με ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα την εγκεφαλική δραστηριότητα μωρών και για πρώτη φορά εντόπισαν ενδείξεις της συνείδησης και της μνήμης να αναδύονται στον βρεφικό εγκέφαλο από τον 5ο μήνας της ζωής τους.
Έως τώρα οι επιστήμονες είχαν αμφιβολίες για το κατά πόσο ένα μωρό πέντε μηνών αντιδρά συνειδητά ή με ανακλαστικό τρόπο στα εξωτερικά ερεθίσματα, όπως π.χ. όταν κοιτά το πρόσωπο του γονιού του ή πιάνει ένα αντικείμενο που του δίνεται.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Science.
-Μωρά και εγκέφαλος
Οι επιστήμονες μελέτησαν 30 μωρά πέντε μηνών, 29 που ήταν 12 μηνών και 21 που ήταν 15 μηνών, στα οποία προσάρτησαν ειδικές «καπέλα» με ηλεκτρόδια για να καταγράψουν την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου τους. Τα μωρά κάθονταν στην αγκαλιά του μπαμπά ή της μαμάς και παρακολουθούσαν ταχέως εναλλασσόμενες εικόνες σε μια οθόνη.
Η ανάλυση της νευρωνικής δραστηριότητας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι τα βρέφη εμφάνιζαν όντως ενδείξεις συνείδησης παρόμοιας με αυτή των ενηλίκων, με μια βασική διαφορά: ενώ στους ενήλικες η συνείδηση του οπτικού ερεθίσματος εμφανιζόταν μέσα σε 0,3 δευτερόλεπτα, στα πέντε μηνών βρέφη ο αντίστοιχος χρόνος ήταν 1,3 δευτερόλεπτα, κατά μέσον όρο.
«Τα μωρά είναι περίπου τέσσερις φορές βραδύτερα», εξηγεί ο Δρ Κούιντερ. Στα βρέφη 12 έως 15 μηνών το νευρωνικό «αποτύπωμα» που δείχνει ότι έχουν κάποιου είδους συνείδηση του εξωτερικού ερεθίσματος, εμφανίζεται στα 0,8 έως 0,9 δευτερόλεπτα. Η αιτία γι’ αυτή τη χρονική υστέρηση σε σχέση με τους ενηλίκους, σύμφωνα με τους ερευνητές, πιθανώς οφείλεται στο ότι ο βρεφικός εγκέφαλος, ιδίως ο προμετωπιαίος φλοιός που ελέγχει την προσοχή και την επίγνωση, δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί πλήρως.
Επίσης, ο εγκέφαλος των βρεφών έχει έλλειψη μυελίνης, της ουσίας που μονώνει τα νεύρα και έτσι επιταχύνει την μετάδοση των ηλεκτρικών σημάτων από τη μία περιοχή του εγκεφάλου στην άλλη. Έτσι, έως ότου αυξηθεί η μυελίνη στα επίπεδα του ενήλικου εγκεφάλου, τα νευρικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος (π.χ. τα οπτικά) μετακινούνται πιο αργά από το πίσω μέρος του εγκεφάλου όπου καταλήγει το οπτικό νεύρο του ματιού, στο μπροστινό μέρος του εγκεφάλου, στον προμετωπιαίο φλοιό, όπου αποκτάται η συνείδηση του ερεθίσματος.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι τα βρέφη είναι πολύ πιο συνειδητά από ό,τι πιστεύαμε πριν και πιθανώς έχουν πολύ μεγαλύτερη συνείδηση του πόνου», σημειώνει ο Δρ Κούιντερ.
Οι ερευνητές σχεδιάζουν να κάνουν παρόμοιο πείραμα σε νεογνά μόλις δύο μηνών για να δουν σε ποιο βαθμό εμφανίζονται ίχνη συνείδησης, από τόσο νωρίς. Όπως ανέφεραν, τέτοιες έρευνες μπορεί μελλοντικά να βοηθήσουν στην έγκαιρη διάγνωση διαταραχών όπως ο αυτισμός, ενώ πιθανώς θα ρίξουν περισσότερο φως και στη συνειδησιακή κατάσταση ανθρώπων σε κατάσταση «φυτού».
Άλλοι επιστήμονες πάντως, όπως ο νευροψυχολόγος Τσαρλς Νέλσον της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί, θεωρώντας ότι δύο παρόμοια νευρωνικά «αποτυπώματα» δραστηριότητας στον εγκέφαλο ενός μωρού και ενός ενήλικα δεν αποδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το μωρό έχει πράγματι συνείδηση.

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν υποστηρίζουν σε μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Psychological Science» ότι ο άνθρωπος είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αποδεχτεί ότι κάποια στιγμή στο μέλλον μπορεί να τον βρει μια μεγάλη τραγωδία, έστω κι αν ξέρει ότι πάντα υπάρχει πιθανότητα γι’ αυτό.
Ακόμα και όταν ξέρουμε ότι στο μέλλον μπορεί να μας συμβεί κάτι κακό (π.χ. ένα πρόβλημα υγείας) θέλουμε πάντα να κάνουμε θετικές σκέψεις για το αύριο. Και όσον αφορά το παρελθόν, έχουμε την τάση να θυμόμαστε περισσότερα τα καλά και να ξεχνάμε τα κακά. Με άλλα λόγια έχουμε την τάση να είμαστε αισιόδοξοι.
Η τάση όμως του ανθρώπου να είναι αισιόδοξος (συχνά υπεραισιόδοξος), αν και αποτελεί βασικό κίνητρο των ενεργειών του, μερικές φορές μπορεί να γίνει και πηγή δυστυχίας. H αισιοδοξία μας δίνει κουράγια και δύναμη αλλά μπορεί να μας κάνει παράτολμους και τελικά να χάσουμε επαφή με την πραγματικότητα. Όταν βλέπουμε μόνο τη θετική πλευρά των πραγμάτων και αγνοούμε τους παράγοντες αποτυχίας, τα πράγματα στο τέλος μπορεί να μην έχουν αίσιο τέλος και αυτό θα μας κάνει δυστυχισμένους.
-Μεροληπτική αισιοδοξία
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι ερευνητές διεξήγαγαν πέντε κύκλους δημοσκοπήσεων στο internet ώστε να μπορέσουν να δουν κατά πόσο η ψυχική ισορροπία των συμμετεχόντων επηρεάζεται από το πώς έφερναν στο μυαλό τους παρελθοντικά ή μελλοντικά γεγονότα.
Διαπίστωσαν λοιπόν, ότι όσο πιο εύκολα ανακαλούσαν οι εθελοντές θετικές εμπειρίες από το παρελθόν τους, τόσο πιο χαρούμενοι ήταν. Οι αρνητικές εμπειρίες πάλι έρχονταν στην επιφάνεια δυσκολότερα, οδηγώντας τους στη θλίψη. Η τάση αυτή όμως δεν ίσχυε όταν οι εθελοντές οραματίζονταν το μέλλον. Ενώ όταν καλούνταν να σκεφτούν θετικά μελλοντικά γεγονότα αισθάνονταν χαρά, όταν σκέφτονταν αρνητικά θετικά γεγονότα δεν αισθάνονταν θλίψη. Από την άλλη μεριά
«Με το που μπαίνουμε στη διαδικασία να σκεφτούμε καλά πράγματα που μας έχουν ήδη συμβεί, η ζωή μας στο παρόν μοιάζει πιο ευτυχισμένη» εξηγεί ο ψυχολόγος Εντ Ο’ Μπράιαν που δηλώνει ότι πάντα συνάρπαζε ο τρόπος που άνθρωποι σκέφτονται για το μέλλον τους.
«Σε ό,τι αφορά το μέλλον, οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν ότι τα δυσάρεστα γεγονότα δεν θα συμβούν στους ίδιους. Όμως δυσκολεύονται πολύ περισσότερο να εξηγήσουν πού οφείλεται η έλλειψη πιθανοτήτων να τους συμβεί κάτι καλό».
Οι θετικές σκέψεις μας κινητοποιούν ωστόσο πρέπει και αυτές να γίνονται με μέτρο. Οι ερευνητές είδαν ότι όταν κάποιος οραματίζεται υπερβολικά την ευτυχία του στο μέλλον καταλήγει τελικά πιο δυστυχισμένος.
«Συγκεκριμένα, όταν κάποιος προσπαθεί να σκεφτεί μια ολόκληρη λίστα από 10 καλά πράγματα που θα μπορούσαν να του συμβούν μπορεί να αισθανθεί πολύ χειρότερα, συγκριτικά με το αν σκεφτόταν δύο καλά πράγματα χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα».

Ο άνθρωπος έχει πάντα την τάση να είναι αισιόδοξος

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν υποστηρίζουν σε μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Psychological Science» ότι ο άνθρωπος είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αποδεχτεί ότι κάποια στιγμή στο μέλλον μπορεί να τον βρει μια μεγάλη τραγωδία, έστω κι αν ξέρει ότι πάντα υπάρχει πιθανότητα γι’ αυτό.
Ακόμα και όταν ξέρουμε ότι στο μέλλον μπορεί να μας συμβεί κάτι κακό (π.χ. ένα πρόβλημα υγείας) θέλουμε πάντα να κάνουμε θετικές σκέψεις για το αύριο. Και όσον αφορά το παρελθόν, έχουμε την τάση να θυμόμαστε περισσότερα τα καλά και να ξεχνάμε τα κακά. Με άλλα λόγια έχουμε την τάση να είμαστε αισιόδοξοι.
Η τάση όμως του ανθρώπου να είναι αισιόδοξος (συχνά υπεραισιόδοξος), αν και αποτελεί βασικό κίνητρο των ενεργειών του, μερικές φορές μπορεί να γίνει και πηγή δυστυχίας. H αισιοδοξία μας δίνει κουράγια και δύναμη αλλά μπορεί να μας κάνει παράτολμους και τελικά να χάσουμε επαφή με την πραγματικότητα. Όταν βλέπουμε μόνο τη θετική πλευρά των πραγμάτων και αγνοούμε τους παράγοντες αποτυχίας, τα πράγματα στο τέλος μπορεί να μην έχουν αίσιο τέλος και αυτό θα μας κάνει δυστυχισμένους.
-Μεροληπτική αισιοδοξία
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι ερευνητές διεξήγαγαν πέντε κύκλους δημοσκοπήσεων στο internet ώστε να μπορέσουν να δουν κατά πόσο η ψυχική ισορροπία των συμμετεχόντων επηρεάζεται από το πώς έφερναν στο μυαλό τους παρελθοντικά ή μελλοντικά γεγονότα.
Διαπίστωσαν λοιπόν, ότι όσο πιο εύκολα ανακαλούσαν οι εθελοντές θετικές εμπειρίες από το παρελθόν τους, τόσο πιο χαρούμενοι ήταν. Οι αρνητικές εμπειρίες πάλι έρχονταν στην επιφάνεια δυσκολότερα, οδηγώντας τους στη θλίψη. Η τάση αυτή όμως δεν ίσχυε όταν οι εθελοντές οραματίζονταν το μέλλον. Ενώ όταν καλούνταν να σκεφτούν θετικά μελλοντικά γεγονότα αισθάνονταν χαρά, όταν σκέφτονταν αρνητικά θετικά γεγονότα δεν αισθάνονταν θλίψη. Από την άλλη μεριά
«Με το που μπαίνουμε στη διαδικασία να σκεφτούμε καλά πράγματα που μας έχουν ήδη συμβεί, η ζωή μας στο παρόν μοιάζει πιο ευτυχισμένη» εξηγεί ο ψυχολόγος Εντ Ο’ Μπράιαν που δηλώνει ότι πάντα συνάρπαζε ο τρόπος που άνθρωποι σκέφτονται για το μέλλον τους.
«Σε ό,τι αφορά το μέλλον, οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν ότι τα δυσάρεστα γεγονότα δεν θα συμβούν στους ίδιους. Όμως δυσκολεύονται πολύ περισσότερο να εξηγήσουν πού οφείλεται η έλλειψη πιθανοτήτων να τους συμβεί κάτι καλό».
Οι θετικές σκέψεις μας κινητοποιούν ωστόσο πρέπει και αυτές να γίνονται με μέτρο. Οι ερευνητές είδαν ότι όταν κάποιος οραματίζεται υπερβολικά την ευτυχία του στο μέλλον καταλήγει τελικά πιο δυστυχισμένος.
«Συγκεκριμένα, όταν κάποιος προσπαθεί να σκεφτεί μια ολόκληρη λίστα από 10 καλά πράγματα που θα μπορούσαν να του συμβούν μπορεί να αισθανθεί πολύ χειρότερα, συγκριτικά με το αν σκεφτόταν δύο καλά πράγματα χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα».

Αμερικανοί ερευνητές σε μελέτη τους που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Clinical Psychological Science», βρήκαν ότι η μελαγχολία μιας ομάδας φοιτητών που ήταν ευάλωτη στην κατάθλιψη μπορούσε να αυξήσει τις πιθανότητες των φίλων τους να εκδηλώσουν κατάθλιψη και οι ίδιοι έξι μήνες αργότερα.
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως όσοι αντιδρούν αρνητικά στα στρεσογόνα γεγονότα, ερμηνεύοντάς τα ως επακόλουθο παραγόντων τους οποίους δεν μπορούν να αλλάξουν αλλά και ως αντανακλάσεις των δικών τους ανεπαρκειών, είναι πιο ευάλωτοι στην κατάθλιψη. Αυτή η συναισθηματική ευαλωτότητα, όπως αποκαλείται, αποτελεί τόσο ισχυρό παράγοντα κινδύνου για κατάθλιψη ώστε μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να προβλεφθεί ποιος διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσει κατάθλιψη στο μέλλον.
Οι δρες Τζέραλντ Χέφελ και Τζένιφερ Χέιμς, από το Πανεπιστήμιο Notre Dame της Ιντιάνα, λένε ότι η συναισθηματική ευαλωτότητα διαμορφώνεται κατά τα πρώτα χρόνια της εφηβικής ζωής, αλλά μοιάζει σταθερή κατά την ενήλικη. Ωστόσο, οι ίδιοι πιστεύουν πως μπορεί να μεταβληθεί στη διάρκεια ριζικών αλλαγών της ζωής. Μία τέτοια ριζική αλλαγή είναι το να φεύγει ένας νέος άνθρωπος από το σπίτι για να πάει να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο.
-«Κολλητική» η κατάθλιψη
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 206 πρωτοετείς φοιτητές του πανεπιστημίου τους, οι οποίοι είχαν οριστεί τυχαία να συγκατοικήσουν ανά δύο όταν έγιναν δεκτοί σε αυτό.
Μέσα σε ένα μήνα από την άφιξή τους στο πανεπιστήμιο, οι φοιτητές συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια που στόχο είχαν να αξιολογήσουν τη νοητική ευαλωτότητα και τα καταθλιπτικά συμπτώματα. Τα ίδια ερωτηματολόγια συμπλήρωσαν εκ νέου 3 και 6 μήνες αργότερα, ενώ ανέφεραν και κάθε είδους στρεσογόνο γεγονός που είχε μεσολαβήσει.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι φοιτητές που συγκατοικούσαν με άτομα με υψηλά επίπεδα συναισθηματικής ευαλωτότητας είχαν αυξημένες πιθανότητες να «κολλήσουν» την συναισθηματική κατάστασή του και να αποκτήσουν οι ίδιοι υψηλότερα επίπεδα συναισθηματικής ευαλωτότητας, με επακόλουθο να αυξάνεται ο κίνδυνος να εκδηλώσουν κατάθλιψη.
Αντίστοιχα, όσοι συγκατοικούσαν με φοιτητές με μειωμένη συναισθηματική ευαλωτότητα, παρουσίαζαν μείωση και της δικής τους, οπότε ο κίνδυνος κατάθλιψης απομακρυνόταν. Αυτό ήταν εμφανές τόσο στις μετρήσεις των 3 μηνών, όσο και σε εκείνες των έξι μηνών. Επιπλέον, οι φοιτητές που παρουσίασαν αυξημένη συναισθηματική ευαλωτότητα κατά την μέτρηση του πρώτου τριμήνου, είχαν διπλάσια καταθλιπτικά συμπτώματα στη μέτρηση των 6 μηνών, σε σύγκριση με όσους δεν είχαν παρουσιάσει ανάλογη αύξηση.
Τα ευρήματα αυτά παρέχουν «πειστικές ενδείξεις» για την θεωρία της «μεταδοτικότητας της κατάθλιψης», δήλωσε ο δρ Χέφελ, ο οποίος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ψυχολογίας του Notre Dame.
Υποδηλώνουν επίσης ότι η μεταβολή του κοινωνικού περιβάλλοντος των πασχόντων από κατάθλιψη, θα μπορούσε να αποτελέσει τμήμα της θεραπείας που κάνουν για να την καταπολεμήσουν.

Η κατάθλιψη είναι «Μεταδοτική»

Αμερικανοί ερευνητές σε μελέτη τους που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Clinical Psychological Science», βρήκαν ότι η μελαγχολία μιας ομάδας φοιτητών που ήταν ευάλωτη στην κατάθλιψη μπορούσε να αυξήσει τις πιθανότητες των φίλων τους να εκδηλώσουν κατάθλιψη και οι ίδιοι έξι μήνες αργότερα.
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως όσοι αντιδρούν αρνητικά στα στρεσογόνα γεγονότα, ερμηνεύοντάς τα ως επακόλουθο παραγόντων τους οποίους δεν μπορούν να αλλάξουν αλλά και ως αντανακλάσεις των δικών τους ανεπαρκειών, είναι πιο ευάλωτοι στην κατάθλιψη. Αυτή η συναισθηματική ευαλωτότητα, όπως αποκαλείται, αποτελεί τόσο ισχυρό παράγοντα κινδύνου για κατάθλιψη ώστε μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να προβλεφθεί ποιος διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσει κατάθλιψη στο μέλλον.
Οι δρες Τζέραλντ Χέφελ και Τζένιφερ Χέιμς, από το Πανεπιστήμιο Notre Dame της Ιντιάνα, λένε ότι η συναισθηματική ευαλωτότητα διαμορφώνεται κατά τα πρώτα χρόνια της εφηβικής ζωής, αλλά μοιάζει σταθερή κατά την ενήλικη. Ωστόσο, οι ίδιοι πιστεύουν πως μπορεί να μεταβληθεί στη διάρκεια ριζικών αλλαγών της ζωής. Μία τέτοια ριζική αλλαγή είναι το να φεύγει ένας νέος άνθρωπος από το σπίτι για να πάει να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο.
-«Κολλητική» η κατάθλιψη
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 206 πρωτοετείς φοιτητές του πανεπιστημίου τους, οι οποίοι είχαν οριστεί τυχαία να συγκατοικήσουν ανά δύο όταν έγιναν δεκτοί σε αυτό.
Μέσα σε ένα μήνα από την άφιξή τους στο πανεπιστήμιο, οι φοιτητές συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια που στόχο είχαν να αξιολογήσουν τη νοητική ευαλωτότητα και τα καταθλιπτικά συμπτώματα. Τα ίδια ερωτηματολόγια συμπλήρωσαν εκ νέου 3 και 6 μήνες αργότερα, ενώ ανέφεραν και κάθε είδους στρεσογόνο γεγονός που είχε μεσολαβήσει.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι φοιτητές που συγκατοικούσαν με άτομα με υψηλά επίπεδα συναισθηματικής ευαλωτότητας είχαν αυξημένες πιθανότητες να «κολλήσουν» την συναισθηματική κατάστασή του και να αποκτήσουν οι ίδιοι υψηλότερα επίπεδα συναισθηματικής ευαλωτότητας, με επακόλουθο να αυξάνεται ο κίνδυνος να εκδηλώσουν κατάθλιψη.
Αντίστοιχα, όσοι συγκατοικούσαν με φοιτητές με μειωμένη συναισθηματική ευαλωτότητα, παρουσίαζαν μείωση και της δικής τους, οπότε ο κίνδυνος κατάθλιψης απομακρυνόταν. Αυτό ήταν εμφανές τόσο στις μετρήσεις των 3 μηνών, όσο και σε εκείνες των έξι μηνών. Επιπλέον, οι φοιτητές που παρουσίασαν αυξημένη συναισθηματική ευαλωτότητα κατά την μέτρηση του πρώτου τριμήνου, είχαν διπλάσια καταθλιπτικά συμπτώματα στη μέτρηση των 6 μηνών, σε σύγκριση με όσους δεν είχαν παρουσιάσει ανάλογη αύξηση.
Τα ευρήματα αυτά παρέχουν «πειστικές ενδείξεις» για την θεωρία της «μεταδοτικότητας της κατάθλιψης», δήλωσε ο δρ Χέφελ, ο οποίος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ψυχολογίας του Notre Dame.
Υποδηλώνουν επίσης ότι η μεταβολή του κοινωνικού περιβάλλοντος των πασχόντων από κατάθλιψη, θα μπορούσε να αποτελέσει τμήμα της θεραπείας που κάνουν για να την καταπολεμήσουν.

Ανάλογα με το κίνητρο που έχει ένας άντρας για να κάνει την ...κουτσουκέλα, οι ειδικοί κατηγοριοποιούν τα άπιστα αρσενικά σε πέντε διαφορετικούς τύπους. Αν σκεφτεί κανείς πως το 75% των άπιστων αντρών δηλώνει αρκετά ικανοποιημένο από τον γάμο του και ευτυχισμένο πλάι στη γυναίκα του, δημιουργείται έντονα το ερώτημα: «γιατί την απατά τότε;»
Υπάρχουν πολλοί άλλοι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν έναν άντρα σε άλλη αγκαλιά, πέρα από τα προβλήματα στη σχέση, που ίσως θα να ήταν μια απάντηση (αν βέβαια δεν υπήρχε το παραπάνω ποσοστό). Τα κίνητρα αυτά έχουν να κάνουν κυρίως με τον χαρακτήρα του ανθρώπου και τις ανασφάλειες που κρύβει μέσα του.
Μερικοί τύποι άπιστων αντρών:
-Ο ευκαιριακός τύπος είναι επιρρεπής σε τυχαίες ευκαιρίες γιατί έτσι επιβεβαιώνει τον ανδρισμό του. Συνήθως, δεν νιώθει τίποτα για την ερωμένη του και δεν έχει σοβαρά προβλήματα στη σχέση του. Και το χειρότερο είναι πως δεν αισθάνεται καμία ενοχή.
-Ο νάρκισσος. Όταν ένας άντρας είναι πολύ ωραίος είναι πιθανό να πέσει στη παγίδα και να «ερωτευτεί» τον εαυτό του. Θεωρώντας λοιπόν πως έχει απίστευτα προσόντα για να έχει όποια θέλει, κοιμάται και με άλλες συστηματικά χωρίς να δένεται όμως με καμία.
-Ο κουρασμένος οικογενειάρχης. Πρόκειται για τον άντρα που κάποια στιγμή αποφασίζει πως δεν θέλει όλη του η ζωή να περιστρέφεται γύρω από τη σύζυγο και τα παιδιά. Στο να ξενοκοιτάξει όμως παίζει σημαντικό ρόλο το αν η γυναίκα του εξακολουθεί να περιποιείται την εμφάνιση της και τη νοιάζει ακόμη να τον ικανοποιεί σεξουαλικά.
-Ο αδύναμος χαρακτήρας. Είναι ο άντρας που ενώ νιώθει ότι του λείπουν πράγματα από τη σχέση νιώθει αδύναμος να τα συζητήσει και να τα αλλάξει. Κρατώντας τα μέσα του όμως, αντιδρά ακραία και δημιουργεί ένα παράνομο δεσμό μς έντονα στοιχεία συντροφικότητας. Αυτός ο τύπος όταν βρει μια τέτοια ερωμένη και ξέρει πως αν χωρίσει δεν θα μείνει μόνος του, σχεδόν πάντα εγκαταλείπει τη σύντροφό του και συνεχίζει με το 3ο πρόσωπο.
-Ο μισογύνης τύπος. Είναι ο άντρας που επειδή δεν εκτιμά τις γυναίκες τις χρησιμοποιεί για σεξ και πάνω απ’ όλα δεν μπορεί να σεβαστεί όπως θα έπρεπε τη σύντροφό του.


5 τύποι των άπιστων αντρών

Ανάλογα με το κίνητρο που έχει ένας άντρας για να κάνει την ...κουτσουκέλα, οι ειδικοί κατηγοριοποιούν τα άπιστα αρσενικά σε πέντε διαφορετικούς τύπους. Αν σκεφτεί κανείς πως το 75% των άπιστων αντρών δηλώνει αρκετά ικανοποιημένο από τον γάμο του και ευτυχισμένο πλάι στη γυναίκα του, δημιουργείται έντονα το ερώτημα: «γιατί την απατά τότε;»
Υπάρχουν πολλοί άλλοι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν έναν άντρα σε άλλη αγκαλιά, πέρα από τα προβλήματα στη σχέση, που ίσως θα να ήταν μια απάντηση (αν βέβαια δεν υπήρχε το παραπάνω ποσοστό). Τα κίνητρα αυτά έχουν να κάνουν κυρίως με τον χαρακτήρα του ανθρώπου και τις ανασφάλειες που κρύβει μέσα του.
Μερικοί τύποι άπιστων αντρών:
-Ο ευκαιριακός τύπος είναι επιρρεπής σε τυχαίες ευκαιρίες γιατί έτσι επιβεβαιώνει τον ανδρισμό του. Συνήθως, δεν νιώθει τίποτα για την ερωμένη του και δεν έχει σοβαρά προβλήματα στη σχέση του. Και το χειρότερο είναι πως δεν αισθάνεται καμία ενοχή.
-Ο νάρκισσος. Όταν ένας άντρας είναι πολύ ωραίος είναι πιθανό να πέσει στη παγίδα και να «ερωτευτεί» τον εαυτό του. Θεωρώντας λοιπόν πως έχει απίστευτα προσόντα για να έχει όποια θέλει, κοιμάται και με άλλες συστηματικά χωρίς να δένεται όμως με καμία.
-Ο κουρασμένος οικογενειάρχης. Πρόκειται για τον άντρα που κάποια στιγμή αποφασίζει πως δεν θέλει όλη του η ζωή να περιστρέφεται γύρω από τη σύζυγο και τα παιδιά. Στο να ξενοκοιτάξει όμως παίζει σημαντικό ρόλο το αν η γυναίκα του εξακολουθεί να περιποιείται την εμφάνιση της και τη νοιάζει ακόμη να τον ικανοποιεί σεξουαλικά.
-Ο αδύναμος χαρακτήρας. Είναι ο άντρας που ενώ νιώθει ότι του λείπουν πράγματα από τη σχέση νιώθει αδύναμος να τα συζητήσει και να τα αλλάξει. Κρατώντας τα μέσα του όμως, αντιδρά ακραία και δημιουργεί ένα παράνομο δεσμό μς έντονα στοιχεία συντροφικότητας. Αυτός ο τύπος όταν βρει μια τέτοια ερωμένη και ξέρει πως αν χωρίσει δεν θα μείνει μόνος του, σχεδόν πάντα εγκαταλείπει τη σύντροφό του και συνεχίζει με το 3ο πρόσωπο.
-Ο μισογύνης τύπος. Είναι ο άντρας που επειδή δεν εκτιμά τις γυναίκες τις χρησιμοποιεί για σεξ και πάνω απ’ όλα δεν μπορεί να σεβαστεί όπως θα έπρεπε τη σύντροφό του.


Μια παγκόσμια έρευνα, η οποία εξέτασε 70.000 εθελοντές απ’ όλο τον κόσμο όσον αφορά τη στάση τους απέναντι στην αγάπη και τις σχέσεις αποκαλύπτει ότι το 48% των ανδρών έχουν ερωτευτεί με την πρώτη ματιά – κάτι που έχει συμβεί μόλις στο 28% των γυναικών.
Η έρευνα αποτελεί αντικείμενο ενός νέου βιβλίου, που τιτλοφορείται «The Normal Bar» και συνυπογράφεται από την δρα Πέπερ Σβαρτς, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, και τον δρα Τζέιμς Σβαρτς, καθηγητή και διευθυντή του Κέντρου Έρευνας Κοινωνικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο GeorgeMason της Βιρτζίνια.
Η έρευνα βασίζεται σε ερωτηματολόγιο που αποτελείται από 1.300 ερωτήματα, τα οποία απάντησαν οι εθελοντές online. Τα ερωτήματα αφορούν τα πάντα – από το σεξ και τα πιο ελκυστικά σωματικά χαρακτηριστικά έως τα στοιχεία της προσωπικότητας που βρίσκουμε ελκυστικά σε έναν δυνητικό σύντροφο.
-Η επικοινωνία
Εκτός από το ότι ο έρωτας με την πρώτη ματιά είναι συχνός στους άνδρες, ένα άλλο από τα ευρήματα της έρευνας είναι ότι το 74% των εθελοντών είναι ευτυχισμένοι στη σχέση ή το γάμο τους, ενώ το 66% πιστεύουν πως έχουν βρει την «αδελφή ψυχή» τους.
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι μια ευτυχισμένη σχέση ή γάμος έχει πολλά μυστικά, όπως συχνές νυχτερινές εξόδους του ζευγαριού, τρυφερότητα που εκδηλώνεται με χάδια, φιλιά και κράτημα από το χέρι, συχνή σωματική μη ερωτική επαφή (λ.χ. να πιάνει και να κάνει μασάζ ο ένας τον άλλο) και πολλά τρυφερά λόγια και «σ’ αγαπώ».
Ο πιο σημαντικός παράγοντας όλων, όμως, τον οποίο επικαλέστηκαν όλα τα ζευγάρια που δήλωσαν ευτυχισμένα στη σχέση ή το γάμο τους, είναι η επικοινωνία.
Αντίστοιχα, στα ζευγάρια που δήλωσαν ανικανοποίητα από τη σχέση ή το γάμο τους, η έλλειψή της είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη διάλυσή της.
-Η απιστία
Ένα ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι μολονότι μόλις το 15% των ερωτηθέντων απάντησαν καταφατικά στο ερώτημα «έχετε απατήσει τον/την σύντροφό σας;», το ποσοστό αυτό αυξάνεται δραματικά όταν βγαίνει από τη μέση η λέξη «απιστία».
Στην πραγματικότητα, στο ερώτημα «έχετε κάνει σεξ εκτός της νυν σχέσης σας;» οι καταφατικές απαντήσεις εκτοξεύτηκαν στο 33% για τους άνδρες και στο 19% για τις γυναίκες.
Το βιβλίο εξηγεί πως η απόκλιση αυτή πιθανώς οφείλεται στο ότι η «απιστία» θεωρείται ως κάτι που εμπεριέχει και συναισθήματα – κάτι σαν «είμαι άπιστος εάν ερωτευτώ κάποιον άλλο». Το «ξερό» σεξ, όμως, δίχως συναισθηματική εμπλοκή, πιθανώς φαίνεται πως δεν θεωρείται απιστία.

Η επικοινωνία είναι το μυστικό του ευτυχισμένου γάμου

Μια παγκόσμια έρευνα, η οποία εξέτασε 70.000 εθελοντές απ’ όλο τον κόσμο όσον αφορά τη στάση τους απέναντι στην αγάπη και τις σχέσεις αποκαλύπτει ότι το 48% των ανδρών έχουν ερωτευτεί με την πρώτη ματιά – κάτι που έχει συμβεί μόλις στο 28% των γυναικών.
Η έρευνα αποτελεί αντικείμενο ενός νέου βιβλίου, που τιτλοφορείται «The Normal Bar» και συνυπογράφεται από την δρα Πέπερ Σβαρτς, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, και τον δρα Τζέιμς Σβαρτς, καθηγητή και διευθυντή του Κέντρου Έρευνας Κοινωνικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο GeorgeMason της Βιρτζίνια.
Η έρευνα βασίζεται σε ερωτηματολόγιο που αποτελείται από 1.300 ερωτήματα, τα οποία απάντησαν οι εθελοντές online. Τα ερωτήματα αφορούν τα πάντα – από το σεξ και τα πιο ελκυστικά σωματικά χαρακτηριστικά έως τα στοιχεία της προσωπικότητας που βρίσκουμε ελκυστικά σε έναν δυνητικό σύντροφο.
-Η επικοινωνία
Εκτός από το ότι ο έρωτας με την πρώτη ματιά είναι συχνός στους άνδρες, ένα άλλο από τα ευρήματα της έρευνας είναι ότι το 74% των εθελοντών είναι ευτυχισμένοι στη σχέση ή το γάμο τους, ενώ το 66% πιστεύουν πως έχουν βρει την «αδελφή ψυχή» τους.
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι μια ευτυχισμένη σχέση ή γάμος έχει πολλά μυστικά, όπως συχνές νυχτερινές εξόδους του ζευγαριού, τρυφερότητα που εκδηλώνεται με χάδια, φιλιά και κράτημα από το χέρι, συχνή σωματική μη ερωτική επαφή (λ.χ. να πιάνει και να κάνει μασάζ ο ένας τον άλλο) και πολλά τρυφερά λόγια και «σ’ αγαπώ».
Ο πιο σημαντικός παράγοντας όλων, όμως, τον οποίο επικαλέστηκαν όλα τα ζευγάρια που δήλωσαν ευτυχισμένα στη σχέση ή το γάμο τους, είναι η επικοινωνία.
Αντίστοιχα, στα ζευγάρια που δήλωσαν ανικανοποίητα από τη σχέση ή το γάμο τους, η έλλειψή της είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη διάλυσή της.
-Η απιστία
Ένα ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι μολονότι μόλις το 15% των ερωτηθέντων απάντησαν καταφατικά στο ερώτημα «έχετε απατήσει τον/την σύντροφό σας;», το ποσοστό αυτό αυξάνεται δραματικά όταν βγαίνει από τη μέση η λέξη «απιστία».
Στην πραγματικότητα, στο ερώτημα «έχετε κάνει σεξ εκτός της νυν σχέσης σας;» οι καταφατικές απαντήσεις εκτοξεύτηκαν στο 33% για τους άνδρες και στο 19% για τις γυναίκες.
Το βιβλίο εξηγεί πως η απόκλιση αυτή πιθανώς οφείλεται στο ότι η «απιστία» θεωρείται ως κάτι που εμπεριέχει και συναισθήματα – κάτι σαν «είμαι άπιστος εάν ερωτευτώ κάποιον άλλο». Το «ξερό» σεξ, όμως, δίχως συναισθηματική εμπλοκή, πιθανώς φαίνεται πως δεν θεωρείται απιστία.

Για το 15% των ζευγαριών η πορεία της σχέσης εξαρτάται από από το σεξ  και αν το ταίρι τους δεν τους ικανοποιεί, η σχέση τελειώνει. Για άλλο ένα 40% των ζευγαριών, το κακό σεξ αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην απόφαση να χωρίσουν. Στην πραγματικότητα, ένας στους τέσσερις άντρες και μία στις πέντε γυναίκες θεωρούν ότι ο συχνός οργασμός είναι πιο σημαντικός για την σχέση τους από τον έρωτα. Τελικά, λιγότερα από ένα στα δύο ζευγάρια είναι πολύ ικανοποιημένα από τη συχνότητα των οργασμών που έχουν στην παρούσα σχέση τους.
Αυτά είναι τα ευρήματα νέας βρετανικής δημοσκόπησης, στην οποία συμμετείχαν 3.800 άνδρες και γυναίκες και πραγματοποιήθηκε με αφορμή την βρετανική Εθνική Ημέρα Οργασμού (31 Ιουλίου 2013).
Μολονότι το 60% των ερωτηθέντων είπαν ότι γενικώς είναι πολύ ικανοποιημένοι από τη σχέση τους, το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 17% για τους άντρες και στο 6% για τις γυναίκες όταν τους ζητήθηκε να βαθμολογήσουν μεμονωμένα την σεξουαλική πλευρά της σχέσης τους.
Το 16% των ανδρών, εξάλλου, και το 13% των γυναικών είπαν ότι το κακό σεξ αποτελεί αιτία για την οποία χωρίζουν, ενώ το 39% ότι αποτελεί συμβάλλοντα παράγοντα στην απόφασή τους να χωρίσουν.
Η κούραση εμπόδιο στο καλό σεξ
Όταν ρωτήθηκαν τι είναι αυτό που επηρεάζει την ικανότητά τους να έχουν οργασμό, η κούραση ανεδείχθη ως η πιο σημαντική αιτία, με το 20% των γυναικών και το 23% των ανδρών να την επικαλούνται. Δεύτερη συχνότερη αιτία για τις γυναίκες ήταν ζητήματα αυτοεκτίμησης και τρίτη η έλλειψη ερωτικής επιθυμίας.
Για το 15% των ανδρών, το ποτό ήταν το δεύτερο κυριότερο εμπόδιο στην κορύφωσή τους, με το άγχος για τη δουλειά να είναι το τρίτο καθώς επηρεάζει αρνητικά τον οργασμό στο 12% των ερωτηθέντων.
Συνολικά, ένας στους τέσσερις ερωτηθέντες είπαν ότι αισθάνονται υποχρεωμένοι να έχουν οργασμό κάθε φορά που κάνουν σεξ. Ανεξάρτητα από το τι είπαν, όμως, το 27% των ανδρών και το 69% των γυναικών παραδέχτηκαν ότι κάποια στιγμή έχουν προσποιηθεί οργασμό.


Το κακό σεξ είναι η αιτία χωρισμού για το 15% των ζευγαριών

Για το 15% των ζευγαριών η πορεία της σχέσης εξαρτάται από από το σεξ  και αν το ταίρι τους δεν τους ικανοποιεί, η σχέση τελειώνει. Για άλλο ένα 40% των ζευγαριών, το κακό σεξ αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην απόφαση να χωρίσουν. Στην πραγματικότητα, ένας στους τέσσερις άντρες και μία στις πέντε γυναίκες θεωρούν ότι ο συχνός οργασμός είναι πιο σημαντικός για την σχέση τους από τον έρωτα. Τελικά, λιγότερα από ένα στα δύο ζευγάρια είναι πολύ ικανοποιημένα από τη συχνότητα των οργασμών που έχουν στην παρούσα σχέση τους.
Αυτά είναι τα ευρήματα νέας βρετανικής δημοσκόπησης, στην οποία συμμετείχαν 3.800 άνδρες και γυναίκες και πραγματοποιήθηκε με αφορμή την βρετανική Εθνική Ημέρα Οργασμού (31 Ιουλίου 2013).
Μολονότι το 60% των ερωτηθέντων είπαν ότι γενικώς είναι πολύ ικανοποιημένοι από τη σχέση τους, το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 17% για τους άντρες και στο 6% για τις γυναίκες όταν τους ζητήθηκε να βαθμολογήσουν μεμονωμένα την σεξουαλική πλευρά της σχέσης τους.
Το 16% των ανδρών, εξάλλου, και το 13% των γυναικών είπαν ότι το κακό σεξ αποτελεί αιτία για την οποία χωρίζουν, ενώ το 39% ότι αποτελεί συμβάλλοντα παράγοντα στην απόφασή τους να χωρίσουν.
Η κούραση εμπόδιο στο καλό σεξ
Όταν ρωτήθηκαν τι είναι αυτό που επηρεάζει την ικανότητά τους να έχουν οργασμό, η κούραση ανεδείχθη ως η πιο σημαντική αιτία, με το 20% των γυναικών και το 23% των ανδρών να την επικαλούνται. Δεύτερη συχνότερη αιτία για τις γυναίκες ήταν ζητήματα αυτοεκτίμησης και τρίτη η έλλειψη ερωτικής επιθυμίας.
Για το 15% των ανδρών, το ποτό ήταν το δεύτερο κυριότερο εμπόδιο στην κορύφωσή τους, με το άγχος για τη δουλειά να είναι το τρίτο καθώς επηρεάζει αρνητικά τον οργασμό στο 12% των ερωτηθέντων.
Συνολικά, ένας στους τέσσερις ερωτηθέντες είπαν ότι αισθάνονται υποχρεωμένοι να έχουν οργασμό κάθε φορά που κάνουν σεξ. Ανεξάρτητα από το τι είπαν, όμως, το 27% των ανδρών και το 69% των γυναικών παραδέχτηκαν ότι κάποια στιγμή έχουν προσποιηθεί οργασμό.


Έχω ζωή επειδή δεν έχω παιδιά, δηλώνει η Κάμερον Ντίαζ.
Βρετανός ψυχολόγος που ειδικεύεται στην εξελικτική ψυχολογία υποστηρίζει ότι η ευφυΐα της γυναίκας έχει σαφή συσχέτιση με την επιθυμία ή την απροθυμία της να αποκτήσει παιδιά. Σε μελέτη που πραγματοποίησε κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες με υψηλό δείκτη νοημοσύνης έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να μην κάνουν οικογένεια.
Η μελέτη, που διεξήχθη από τον δρα Σατόσι Καναζάβα, λέκτορα στην φημισμένη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου (LSE), έδειξε ότι η λαχτάρα των γυναικών να αποκτήσουν παιδιά μειώνεται κατά σχεδόν 25% ανά κάθε πρόσθετους 15 βαθμούς στον δείκτη νοημοσύνης τους.
Όταν ο δρ Καναζάβα, ο οποίος ανέλυσε στοιχεία από την Εθνική Μελέτη Ανάπτυξης Παιδιών της Βρετανίας, συνυπολόγισε την οικονομική κατάσταση και το μορφωτικό επίπεδο των γυναικών, το αρχικό εύρημα δεν άλλαξε: όσο πιο ευφυής ήταν μια γυναίκα, τόσο λιγότερο πιθανό ήταν να θέλει παιδιά.
Χωρίς απογόνους το 43% των γυναικών με πτυχίο
Οι γυναίκες που δεν έχουν παιδιά αυξάνονται διαρκώς. Σύμφωνα με στοιχεία από την Υπηρεσία Εθνικής Στατιστικής (ONS) της Βρετανίας, ο αριθμός τους σχεδόν διπλασιάσθηκε στη χώρα από την δεκαετία του 1990.
Έτσι, σήμερα μία στις πέντε 45χρονες Βρετανίδες δεν έχουν παιδιά, αλλά το ποσοστό αυξάνεται στο 43% μεταξύ όσων εξ αυτών κατέχουν πανεπιστημιακούς τίτλους – ένα εύρημα που φαίνεται να τεκμηριώνει τα συμπεράσματα του δρος Καναζάβα, γράφει η εφημερίδα «Daily Mail».
Πολλές είναι οι διάσημες γυναίκες που ανοικτά έχουν δηλώσει ότι δεν επιθυμούν να κάνουν παιδιά. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται η καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών του Κέιμπριτζ Μέρι Μπερντ, οι ηθοποιοί Έλεν Μίρεν, Κάμερον Ντίαζ και Εύα Μέντες, και οι παρουσιάστριες Όπρα Γουίνφρεϊ και Κέιτ Χαμπλ.
Η Ντίαζ έχει δηλώσει ότι «έχω ζωή επειδή δεν έχω παιδιά», ενώ η Μέντες έχει πει «δεν θέλω παιδιά, γιατί μου αρέσει να κοιμάμαι και ούτως ή άλλως ανησυχώ για τα πάντα». Η δε Χαμπλ έχει πει ότι «απλώς δεν διαθέτω το μητρικό γονίδιο», προσθέτοντας ότι αποφάσισε στα 14 της χρόνια πως δεν θα κάνει ποτέ παιδιά.

Οι μορφωμένες γυναίκες αποφεύγουν να κάνουν παιδιά

Έχω ζωή επειδή δεν έχω παιδιά, δηλώνει η Κάμερον Ντίαζ.
Βρετανός ψυχολόγος που ειδικεύεται στην εξελικτική ψυχολογία υποστηρίζει ότι η ευφυΐα της γυναίκας έχει σαφή συσχέτιση με την επιθυμία ή την απροθυμία της να αποκτήσει παιδιά. Σε μελέτη που πραγματοποίησε κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες με υψηλό δείκτη νοημοσύνης έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να μην κάνουν οικογένεια.
Η μελέτη, που διεξήχθη από τον δρα Σατόσι Καναζάβα, λέκτορα στην φημισμένη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου (LSE), έδειξε ότι η λαχτάρα των γυναικών να αποκτήσουν παιδιά μειώνεται κατά σχεδόν 25% ανά κάθε πρόσθετους 15 βαθμούς στον δείκτη νοημοσύνης τους.
Όταν ο δρ Καναζάβα, ο οποίος ανέλυσε στοιχεία από την Εθνική Μελέτη Ανάπτυξης Παιδιών της Βρετανίας, συνυπολόγισε την οικονομική κατάσταση και το μορφωτικό επίπεδο των γυναικών, το αρχικό εύρημα δεν άλλαξε: όσο πιο ευφυής ήταν μια γυναίκα, τόσο λιγότερο πιθανό ήταν να θέλει παιδιά.
Χωρίς απογόνους το 43% των γυναικών με πτυχίο
Οι γυναίκες που δεν έχουν παιδιά αυξάνονται διαρκώς. Σύμφωνα με στοιχεία από την Υπηρεσία Εθνικής Στατιστικής (ONS) της Βρετανίας, ο αριθμός τους σχεδόν διπλασιάσθηκε στη χώρα από την δεκαετία του 1990.
Έτσι, σήμερα μία στις πέντε 45χρονες Βρετανίδες δεν έχουν παιδιά, αλλά το ποσοστό αυξάνεται στο 43% μεταξύ όσων εξ αυτών κατέχουν πανεπιστημιακούς τίτλους – ένα εύρημα που φαίνεται να τεκμηριώνει τα συμπεράσματα του δρος Καναζάβα, γράφει η εφημερίδα «Daily Mail».
Πολλές είναι οι διάσημες γυναίκες που ανοικτά έχουν δηλώσει ότι δεν επιθυμούν να κάνουν παιδιά. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται η καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών του Κέιμπριτζ Μέρι Μπερντ, οι ηθοποιοί Έλεν Μίρεν, Κάμερον Ντίαζ και Εύα Μέντες, και οι παρουσιάστριες Όπρα Γουίνφρεϊ και Κέιτ Χαμπλ.
Η Ντίαζ έχει δηλώσει ότι «έχω ζωή επειδή δεν έχω παιδιά», ενώ η Μέντες έχει πει «δεν θέλω παιδιά, γιατί μου αρέσει να κοιμάμαι και ούτως ή άλλως ανησυχώ για τα πάντα». Η δε Χαμπλ έχει πει ότι «απλώς δεν διαθέτω το μητρικό γονίδιο», προσθέτοντας ότι αποφάσισε στα 14 της χρόνια πως δεν θα κάνει ποτέ παιδιά.

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Σύμφωνα με έρευνες, η ικανοποίηση που νιώθει κάθε άνθρωπος από τη ζωή του δεν είναι σταθερή σε όλη τη διάρκειά της, αλλά ακολουθεί μια πορεία που μοιάζει με το γράμμα Μ. Αρχικά ανεβαίνει και είναι υψηλή στις ηλικίες 20-29 ετών, φτάνει στο χαμηλότερο σημείο της στη μέση ηλικία και αρχίζει να αυξάνεται πάλι κατά την συνταξιοδότηση. Προς το τέλος της ζωής όμως πέφτει κατακόρυφα.
Το σχήμα αυτό έχει καταγραφεί σε μελέτες σε περισσότερες από 50 χώρες και σε όλες τις κοινωνικο-οικονομικές ομάδες. Έχει επίσης παρατηρηθεί σε πιθήκους: περυσινή μελέτη της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι χιμπατζήδες και ουραγκοτάγκοι περνούν κρίση της μέσης ηλικίας, σαν τους ανθρώπους.
Σύμφωνα με τα ευρήματα των μελετών, στα 23 μας χρόνια είμαστε υπεραισιόδοξοι και ευτυχισμένοι διότι πιστεύουμε ότι τίποτα δεν μπορεί να μας εμποδίσει να πραγματοποιήσουμε όσα θέλουμε.  Ακολουθούν μερικές δεκαετίες ανεκπλήρωτων προσδοκιών και απογοητεύσεων, που κορυφώνουν το αίσθημα της δυστυχίας εκεί γύρω στα 55 χρόνια – την τελευταία χρόνια που οι περισσότεροι νιώθουν να «λυγίζουν» από το βάρος των απραγματοποίητων ονείρων της νιότης τους. Από κει και πέρα αρχίζει η σταδιακά αποδοχή και η εκτίμηση όσων ήδη υπάρχουν στην ζωή – και η ευτυχία σταδιακά αυξάνει, για να φτάσει εκ νέου στο μέγιστο σημείο της στα 69 χρόνια.
Τα παραπάνω στοιχεία καταγράφονται σε μια μελέτη που πραγματοποίησε ο ο δρ Χέινς Σουάντ, ερευνητής στο Κέντρο Υγείας & Ευεξίας του Πανεπιστημίου Princeton και στο Κέντρο Οικονομικών Επιδόσεων της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (LSE) για να δει πως συγκρίνονται οι προσδοκίες με την πραγματικότητα σε διάφορα στάδια της ζωής. Έτσι, ανέλυσε στοιχεία για την ευτυχία 23.161 Γερμανών, ηλικίας 17-85 ετών.
Όπως διαπίστωσε, στις ηλικίες 23 και 69 ετών το επίπεδο της ικανοποίησης από τη ζωή ήταν το υψηλότερο, στα 55 το χαμηλότερο, ενώ από τα 75 χρόνια και μετά ξαναμειωνόταν σημαντικά.
Προσδοκίες και πραγματικότητα
Ο δρ Σουάντ ανακάλυψε ακόμα ότι οι 20άρηδες είχαν την τάση να πιστεύουν πως στο μέλλον θα είναι πολύ πιο ευτυχισμένοι απ’ ό,τι στ’ αλήθεια έγιναν, με τη διαφορά να φτάνει το σχεδόν 10%. Αντίστοιχα, οι 68χρονοι είχαν την τάση να πιστεύουν πως θα είναι στο μέλλον λιγότερο ευτυχισμένοι απ’ ό,τι πραγματικά ήταν, με τη διαφορά να είναι σχεδόν η μισή (4,5%).
Η ανάλυση έδειξε ακόμα ότι μετά την ηλικία των 30 ετών οι προσδοκίες για προσωπική ευτυχία μειώνονται σταθερά έως ότου εξισωθούν με την πραγματικότητα εκεί γύρω στα 55 χρόνια. Στη συνέχεια, εξακολουθούν να μειώνονται οι προσδοκίες, αλλά αρχίζει να αυξάνεται η ευτυχία που νιώθουμε για τις πραγματικές συνθήκες της ζωής μας – και αυτό υποδηλώνει ότι επιτέλους αρχίζουμε να εκτιμάμε ό,τι έχουμε στη ζωή μας.
Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; «Μία πιθανή εξήγηση είναι ότι οι αυξομειώσεις στην ικανοποίηση από τη ζωή άγονται από τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες, τις οποίες νιώθουμε στο πετσί μας στη μέση ηλικία, αλλά στην πορεία της ζωής αφήνουμε πίσω μας», εξήγησε ο δρ Σουάντ.
Μία άλλη εξήγηση, είναι πιο ιατρική: η νευροεπιστήμη έχει δείξει ότι «οι συναισθηματικές αντιδράσεις στις χαμένες ευκαιρίες της ζωής ελαττώνονται με την ηλικία και έτσι οι ηλικιωμένοι αισθάνονται λιγότερη θλίψη για ό,τι δεν κατόρθωσαν να πετύχουν», πρόσθεσε.
Σε κάθε περίπτωση, «η αισιοδοξία της νιότης είναι σαφέστατα κάτι θετικό και όχι κάτι που πρέπει να αλλάξουμε, αλλά οι νέοι θα πρέπει να ξέρουν ότι τα πράγματα πιθανότατα δεν θα μοιάζουν τόσο καλά στην μέση ηλικία», επισήμανε.
Η έρευνα του δρος Σουάντ έδειξε ακόμα ότι οι πιο μορφωμένοι νεαροί ενήλικες έχουν περισσότερες πιθανότητες να υπερεκτιμούν την μελλοντική ικανοποίησή τους – ίσως επειδή έχουν μεγαλύτερες οικονομικές προοπτικές απ’ όσες τελικά αποκτούν.
Αν και η έρευνα βασίζεται σε στοιχεία από γερμανούς πολίτες, ο δρ Σουάντ πιστεύει ότι τα ευρήματα ισχύουν για όλα τα έθνη, παρά τις οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές τους – μία εκτίμηση που ενισχύεται από το γεγονός ότι ταευρήματα της μελέτης του ήταν παρόμοια στους εθελοντές τόσο της ανατολικής όσο και της δυτικής Γερμανίας, ανεξάρτητα από τις οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ τους.

Η ευτυχία ακολουθεί το γράμμα Μ

Σύμφωνα με έρευνες, η ικανοποίηση που νιώθει κάθε άνθρωπος από τη ζωή του δεν είναι σταθερή σε όλη τη διάρκειά της, αλλά ακολουθεί μια πορεία που μοιάζει με το γράμμα Μ. Αρχικά ανεβαίνει και είναι υψηλή στις ηλικίες 20-29 ετών, φτάνει στο χαμηλότερο σημείο της στη μέση ηλικία και αρχίζει να αυξάνεται πάλι κατά την συνταξιοδότηση. Προς το τέλος της ζωής όμως πέφτει κατακόρυφα.
Το σχήμα αυτό έχει καταγραφεί σε μελέτες σε περισσότερες από 50 χώρες και σε όλες τις κοινωνικο-οικονομικές ομάδες. Έχει επίσης παρατηρηθεί σε πιθήκους: περυσινή μελέτη της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι χιμπατζήδες και ουραγκοτάγκοι περνούν κρίση της μέσης ηλικίας, σαν τους ανθρώπους.
Σύμφωνα με τα ευρήματα των μελετών, στα 23 μας χρόνια είμαστε υπεραισιόδοξοι και ευτυχισμένοι διότι πιστεύουμε ότι τίποτα δεν μπορεί να μας εμποδίσει να πραγματοποιήσουμε όσα θέλουμε.  Ακολουθούν μερικές δεκαετίες ανεκπλήρωτων προσδοκιών και απογοητεύσεων, που κορυφώνουν το αίσθημα της δυστυχίας εκεί γύρω στα 55 χρόνια – την τελευταία χρόνια που οι περισσότεροι νιώθουν να «λυγίζουν» από το βάρος των απραγματοποίητων ονείρων της νιότης τους. Από κει και πέρα αρχίζει η σταδιακά αποδοχή και η εκτίμηση όσων ήδη υπάρχουν στην ζωή – και η ευτυχία σταδιακά αυξάνει, για να φτάσει εκ νέου στο μέγιστο σημείο της στα 69 χρόνια.
Τα παραπάνω στοιχεία καταγράφονται σε μια μελέτη που πραγματοποίησε ο ο δρ Χέινς Σουάντ, ερευνητής στο Κέντρο Υγείας & Ευεξίας του Πανεπιστημίου Princeton και στο Κέντρο Οικονομικών Επιδόσεων της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (LSE) για να δει πως συγκρίνονται οι προσδοκίες με την πραγματικότητα σε διάφορα στάδια της ζωής. Έτσι, ανέλυσε στοιχεία για την ευτυχία 23.161 Γερμανών, ηλικίας 17-85 ετών.
Όπως διαπίστωσε, στις ηλικίες 23 και 69 ετών το επίπεδο της ικανοποίησης από τη ζωή ήταν το υψηλότερο, στα 55 το χαμηλότερο, ενώ από τα 75 χρόνια και μετά ξαναμειωνόταν σημαντικά.
Προσδοκίες και πραγματικότητα
Ο δρ Σουάντ ανακάλυψε ακόμα ότι οι 20άρηδες είχαν την τάση να πιστεύουν πως στο μέλλον θα είναι πολύ πιο ευτυχισμένοι απ’ ό,τι στ’ αλήθεια έγιναν, με τη διαφορά να φτάνει το σχεδόν 10%. Αντίστοιχα, οι 68χρονοι είχαν την τάση να πιστεύουν πως θα είναι στο μέλλον λιγότερο ευτυχισμένοι απ’ ό,τι πραγματικά ήταν, με τη διαφορά να είναι σχεδόν η μισή (4,5%).
Η ανάλυση έδειξε ακόμα ότι μετά την ηλικία των 30 ετών οι προσδοκίες για προσωπική ευτυχία μειώνονται σταθερά έως ότου εξισωθούν με την πραγματικότητα εκεί γύρω στα 55 χρόνια. Στη συνέχεια, εξακολουθούν να μειώνονται οι προσδοκίες, αλλά αρχίζει να αυξάνεται η ευτυχία που νιώθουμε για τις πραγματικές συνθήκες της ζωής μας – και αυτό υποδηλώνει ότι επιτέλους αρχίζουμε να εκτιμάμε ό,τι έχουμε στη ζωή μας.
Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; «Μία πιθανή εξήγηση είναι ότι οι αυξομειώσεις στην ικανοποίηση από τη ζωή άγονται από τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες, τις οποίες νιώθουμε στο πετσί μας στη μέση ηλικία, αλλά στην πορεία της ζωής αφήνουμε πίσω μας», εξήγησε ο δρ Σουάντ.
Μία άλλη εξήγηση, είναι πιο ιατρική: η νευροεπιστήμη έχει δείξει ότι «οι συναισθηματικές αντιδράσεις στις χαμένες ευκαιρίες της ζωής ελαττώνονται με την ηλικία και έτσι οι ηλικιωμένοι αισθάνονται λιγότερη θλίψη για ό,τι δεν κατόρθωσαν να πετύχουν», πρόσθεσε.
Σε κάθε περίπτωση, «η αισιοδοξία της νιότης είναι σαφέστατα κάτι θετικό και όχι κάτι που πρέπει να αλλάξουμε, αλλά οι νέοι θα πρέπει να ξέρουν ότι τα πράγματα πιθανότατα δεν θα μοιάζουν τόσο καλά στην μέση ηλικία», επισήμανε.
Η έρευνα του δρος Σουάντ έδειξε ακόμα ότι οι πιο μορφωμένοι νεαροί ενήλικες έχουν περισσότερες πιθανότητες να υπερεκτιμούν την μελλοντική ικανοποίησή τους – ίσως επειδή έχουν μεγαλύτερες οικονομικές προοπτικές απ’ όσες τελικά αποκτούν.
Αν και η έρευνα βασίζεται σε στοιχεία από γερμανούς πολίτες, ο δρ Σουάντ πιστεύει ότι τα ευρήματα ισχύουν για όλα τα έθνη, παρά τις οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές τους – μία εκτίμηση που ενισχύεται από το γεγονός ότι ταευρήματα της μελέτης του ήταν παρόμοια στους εθελοντές τόσο της ανατολικής όσο και της δυτικής Γερμανίας, ανεξάρτητα από τις οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ τους.