Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

Οι φωτογραφίες από την Γάζα, ο πόλεμος της προπαγάνδας και η σημερινή πραγματικότητα του φωτογραφικού πολεμικού ρεπορτάζ


Η εφημερίδα SZ δημοσιεύει σήμερα ένα πολύ χρήσιμο, μακροσκελές, επεξηγηματικό κείμενο σχετικά με τη συζήτηση που έχει ξεσπάσει τις τελευταίες ημέρες, πρώτα με αφορμή της φωτογραφία του μικρού αγοριού από τη Γάζα και δεύτερον το ρεπορτάζ της Bild, το οποίο επικαλείται την SZ.

Το μετέφρασα ολόκληρο, όποιος ενδιαφέρεται αρκετά για το θέμα μπορεί να το διαβάσει. (Όποιος δεν εμπιστεύεται την SZ έχει κάθε δικαίωμα να το κάνει, πρόβλημά του, δεν με αφορά, οπότε ας μην ασχοληθεί να γράψει σχόλια υβριστικά, επιθετικά και ειρωνείες γιατί έτσι κι αλλιώς θα σβήνονται).

«Ο Μοχάμεντ αλ-Ματούκ είναι 18 μηνών, λίγο μικρότερος από τον πόλεμο στη Γάζα, και πάσχει από εγκεφαλική παράλυση. Ένα μικρό αγόρι, αποστεωμένο, που συμβολίζει την καταστροφική κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας, που προκλήθηκε από τον ισραηλινό αποκλεισμό της ανθρωπιστικής βοήθειας.

Έτσι, έφτασε να εμφανιστεί στην πρώτη σελίδα της ψηφιακής και έντυπης έκδοσης των New York Times.

Ωστόσο, στην εφημερίδα δεν έγινε καμιά αναφορά στην προϋπάρχουσα ασθένεια του Μοχάμεντ – ομοίως και στα άλλα μέσα ενημέρωσης, μεταξύ των οποίων και το BBC, που έδειξαν τον Μοχάμεντ σε περίοπτη θέση. Έτσι, ο 18 μηνών μικρός βρέθηκε στο επίκεντρο μιας συζήτησης που διεξάγεται εδώ και λίγο περισσότερο από μια εβδομάδα στα κοινωνικά και τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.

Η συγκεκριμένη κατηγορία: θα έπρεπε τουλάχιστον να είχε αναφερθεί ότι τα παιδιά δεν υποφέρουν μόνο από την πείνα. Το μεγάλο ερώτημα πίσω από αυτό: Μπορούμε να εμπιστευτούμε τις εικόνες από τη Γάζα;

Αυτό το ερώτημα θέτει, μεταξύ άλλων, η ισραηλινή κυβέρνηση, και ιδίως το Υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο δημοσίευσε στους λογαριασμούς του σύντομα βίντεο σε πολλές γλώσσες, στα οποία κατηγορεί το BBC, τους New York Times και άλλα μέσα ενημέρωσης για ψέματα, προπαγάνδα και «επικίνδυνη υποκίνηση».

Αφού η SZ ασχολήθηκε πριν από λίγες ημέρες με την ιστορία γύρω από τη φωτογραφία του μικρού Μοχάμεντ αλ-Ματούκ, ο επίσημος λογαριασμός X του κράτους του Ισραήλ ισχυρίστηκε ότι η SZ, σε συνεργασία με την Bild, αποκάλυψε παραποιήσεις από το «Pallywood» – ένα συνδυασμό των λέξεων Παλαιστίνη και Χόλιγουντ.

Αυτό ήταν μια χονδροειδής παραποίηση της κάλυψης της SZ και μια επιπλέον απόδειξη ότι: Παράλληλα με τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας, μαίνεται ένας πόλεμος για τις εικόνες, για την κυριαρχία στην ερμηνεία.

Και οι δυο πλευρές, η ισραηλινή και η παλαιστινιακή, χρησιμοποιούν εικόνες για τους σκοπούς τους, ως μέσο στον πόλεμο. Και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν τη συζήτηση για την αυθεντικότητα των εικόνων για να κατηγορήσουν την άλλη πλευρά για χειραγώγηση της κοινής γνώμης.

Οι New York Times εξηγούν στη διόρθωση του κύριου άρθρου τους: «Αν η συντακτική ομάδα γνώριζε την πληροφορία πριν από τη δημοσίευση, αυτή θα είχε συμπεριληφθεί στο άρθρο».

Στην SZ δημοσιεύτηκε μια φωτογραφία ενός άλλου παιδιού με την ίδια προϋπάρχουσα ασθένεια, χωρίς να γίνει αναφορά σε αυτήν. Και στην SZ το λάθος διορθώθηκε αμέσως με διαφάνεια.

Ωστόσο, αυτό δεν λύνει το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση. Οι αμφιβολίες παραμένουν και πίσω από αυτές κρύβεται ένα πραγματικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλά μέσα ενημέρωσης:

Πώς μπορεί κανείς να βρει αξιόπιστες φωτογραφίες από τη Λωρίδα της Γάζας;

Κατά την έρευνα για αυτό το άρθρο, η SZ δεν μίλησε μόνο με φωτογράφους και φωτορεπόρτερ σε πρακτορεία και συντακτικές ομάδες, αλλά και με παιδίατρους στη Γάζα και με τον φωτογράφο της φωτογραφίας του Μοχάμεντ αλ-Ματούκ.

Κάθε μέρα, χιλιάδες φωτογραφίες από τη Γάζα φτάνουν σε συντακτικές ομάδες σε όλο τον κόσμο.

Μεταξύ αυτών, αμέτρητες που δείχνουν παιδιά που λιμοκτονούν, καταστροφικές συνθήκες σε νοσοκομεία και καταυλισμούς προσφύγων ή χαοτικές σκηνές κατά τη διανομή τροφίμων.

Προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από Παλαιστίνιους φωτογράφους. Από την αρχή του πολέμου, οι ξένοι δημοσιογράφοι δεν έχουν πλέον πρόσβαση στη Λωρίδα της Γάζας, καθώς η ισραηλινή κυβέρνηση τους απαγορεύει την είσοδο.

Ακόμη και για τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (RSF) είναι δύσκολο να εκτιμήσουν την τρέχουσα κατάσταση επιτόπου, καθώς η σημαντικότερη συνεργάτιδά τους στην περιοχή αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Λωρίδα της Γάζας. «Έχουμε το πρόβλημα ότι, από τη μία πλευρά, πρέπει να προστατεύσουμε τους ανθρώπους, αλλά από την άλλη, τους χρειαζόμαστε στο πεδίο», λέει ο Christopher Resch, εκπρόσωπος των RSF για τη Μέση Ανατολή.

Στην εμπόλεμη ζώνη μπορούν να εισέλθουν δημοσιογράφοι από το εξωτερικό μόνο συνοδευόμενοι από τον ισραηλινό στρατό. Έτσι, η ανταποκρίτρια της SZ Kristiana Ludwig βρέθηκε στη Λωρίδα της Γάζας τον Ιούνιο, αλλά μόνο για λίγες ώρες, κατά τις οποίες είδε πολλά ερείπια, αλλά ούτε έναν Παλαιστίνιο.

Όποιος θέλει να δημοσιεύσει εικόνες από τη Λωρίδα της Γάζας πρέπει να βασιστεί στη δουλειά των Παλαιστινίων φωτογράφων και κάμεραμεν, οι οποίοι εργάζονται υπό ακραίες συνθήκες.

Πολλοί από αυτούς είναι έμπειροι φωτογράφοι που καλύπτουν τα γεγονότα στη Γάζα εδώ και χρόνια ή δεκαετίες. Ο Saher Alghorra, η φωτογραφία του οποίου για την New York Times πυροδότησε τη συζήτηση, είναι ένας από αυτούς. Φωτογραφίζει για τη Zuma Press από το 2018 και για τους New York Times από το 2021, ενώ έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία για το έργο του.

Ένας άλλος είναι ο Khalil Hamra, ο οποίος για περισσότερες από δυο δεκαετίες φωτογραφίζει τη ζωή και τα βάσανα στην πατρίδα όπου επέλεξε να ζήσει για λογαριασμό του πρακτορείου Associated Press (AP) (το 2007 έγραψε ένα άρθρο για τους σέρφερ της Γάζας για το περιοδικό SZ-Magazin). Το 2013 κέρδισε το βραβείο Pulitzer.

Ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχιστεί για πολύ, για παράδειγμα με τους επίσης βραβευμένους φωτογράφους Mahmoud Issa, για τη δουλειά του οποίου έχει κάνει ένα ενδιαφέρον αφιέρωμα το περιοδικό της Zeit, και τον Omar Al-Qattaa, ο οποίος φωτογραφίζει πολύ για το γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων AFP.

Ωστόσο, ούτε αυτοί οι φωτογράφοι μπορούν να είναι τόσο ουδέτεροι όσο απαιτεί η επαγγελματική δεοντολογία ενός δημοσιογράφου: καταγράφουν πώς καταστρέφεται η πατρίδα τους, πώς οι γείτονές τους πεθαίνουν μπροστά στα μάτια τους μετά από αεροπορικές επιδρομές ή πώς τα παιδιά που βρίσκονται κοντά στον θάνατο από την πείνα δεν έχουν πρόσβαση σε τροφή.

Είναι οι φωτογραφίες που τραβούν λιγότερο αυθεντικές ή ακόμη και προπαγανδιστικές;

Η φωτογραφία στην οποία αναφέρονται τόσο η εφημερίδα Bild όσο και το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών προέρχεται από ένα ντοκιμαντέρ στο οποίο ένας ανεξάρτητος φωτογράφος συνόδευσε τον επίσης ανεξάρτητο φωτογράφο Anas Zeyad Fteha κατά τη διάρκεια της εργασίας του.

Έτσι δημιουργήθηκε μια εικόνα που δείχνει τον φωτογράφο να γονατίζει μπροστά από ένα φράγμα. Μπροστά του υπάρχουν πολλά άτομα που του τείνουν άδεια πιάτα και κουβάδες.

Μια άλλη φωτογραφία από την ίδια κατάσταση καθιστά σαφές: Ο Fteha βρίσκεται πραγματικά σε ένα σταθμό διανομής φαγητού. Πίσω του, ωστόσο, φαίνονται και άλλοι φωτογράφοι. Δεν είναι σαφές πόσο στημένη είναι η σκηνή – και αν εκείνη τη στιγμή διανέμονταν πραγματικά τρόφιμα.

Ο Γερμανός φωτορεπόρτερ Andy Spyra έχει βρεθεί σε πολλές περιοχές που μαστίζονται από πολέμους και κρίσεις. Λέει: «Θεωρώ αθέμιτο να σκηνοθετείς σκηνές ή να παρεμβαίνεις λέγοντας στους ανθρώπους τι πρέπει να κάνουν». Αλλά η διαχωριστική γραμμή είναι λεπτή: οι φωτογραφίες - πορτραίτο, για παράδειγμα, είναι πάντα λίγο σκηνοθετημένες.

«Όλοι προσπαθούμε να τραβήξουμε τις φωτογραφίες που αφήνουν την πιο έντονη εντύπωση από τη σκηνή». Αν βρισκόταν στη Λωρίδα της Γάζας, θα τραβούσε «ακριβώς τις ίδιες φωτογραφίες στις ίδιες καταστάσεις» με τους συναδέλφους του που βρίσκονται εκεί, λέει ο Spyra.

Το γεγονός ότι αυτές οι φωτογραφίες μπορούν στη συνέχεια να ωφελήσουν την προπαγάνδα της Χαμάς είναι κάτι στο οποίο δεν έχει κανείς καμία επιρροή. «Δεν μπορώ να πάω εκεί και να τραβήξω σκόπιμα κακές φωτογραφίες», λέει.

Ωστόσο, παραμένει το ερώτημα ποια είναι η επιρροή της Χαμάς στην επιλογή των εικόνων και των πληροφοριών που φεύγουν από τη Λωρίδα της Γάζας.

«Στην καθημερινή δημοσιογραφική εργασία δεν μπορείς να αγνοήσεις τους ανθρώπους της Χαμάς», λέει ο Resch από τους «Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα» σχετικά με την κάλυψη από τη Γάζα.

Ωστόσο, η επιρροή της Χαμάς μειώνεται εδώ και μήνες. Ο ελεύθερος φωτογράφος Ahmed Al-Arini, από τον οποίο προέρχεται μια από τις πολύσυζητημένες φωτογραφίες του Μοχάμεντ, αναφέρει ότι η κατάσταση έχει αλλάξει.

Η αστυνομία και η κυβέρνηση της Χαμάς είναι πλέον σχεδόν αόρατες στην πόλη της Γάζας, όπου ζει και εργάζεται. Ωστόσο, και ο ισραηλινός στρατός ελέγχει την κυκλοφορία πληροφοριών και εικόνων που αφορούν στρατιωτικά θέματα.

Η μη κυβερνητική οργάνωση Committee to Protect Journalists εκτιμά ότι από την επίθεση της Χαμάς τον Οκτώβριο του 2023 έως τον Ιούλιο του 2025, τουλάχιστον 186 δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν στον πόλεμο της Γάζας.

Η οργάνωση Reporter ohne Grenzen (Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα) έχει αφιερώσει σε μερικούς από αυτούς μια ξεχωριστή σελίδα, η οποία δείχνει επίσης πόσοι από αυτούς ήταν φωτορεπόρτερ.

Για αυτόν τον λόγο, ορισμένα πρακτορεία και μέσα ενημέρωσης συνεργάστηκαν με νέους, άπειρους ντόπιους συνεργάτες, των οποίων η καταλληλότητα ως δημοσιογράφων ήταν αμφισβητήσιμη.

Προκάλεσε αίσθηση η περίπτωση του Χασάν Εσλάια, ο οποίος εργάζονταν ως ελεύθερος συνεργάτης για μεγάλα μέσα ενημέρωσης όπως οι New York Times και το CNN, αλλά και για το AP από τη Γάζα. Σε μια φωτογραφία φαινόταν ο ηγέτης της Χαμάς, Γιαχία Σινουάρ, ο οποίος έχει πλέον σκοτωθεί, να τον φιλάει στο μάγουλο.

Το Γερμανικό Πρακτορείο Τύπου (dpa) αναφέρει ότι λαμβάνει συνεχώς προσφορές από άγνωστους φωτογράφους της περιοχής, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις τις απορρίπτει και συνεργάζεται με φωτογράφους που γνωρίζει.

Ωστόσο, και για τις φωτογραφίες τους ισχύει το εξής: «Ελέγχονται σύμφωνα με την αρχή της διπλής επαλήθευσης από φωτορεπόρτερ που εργάζονται εδώ και χρόνια στο εξωτερικό με εικόνες από την περιοχή και μπορούν επομένως να εκτιμήσουν πολύ καλά την κατάσταση στη Γάζα», λέει η Nicole Becker, υπεύθυνη εικόνων του dpa.

Μέσω των πρακτορείων, οι φωτογραφίες φτάνουν στις συντακτικές ομάδες σε όλο τον κόσμο. Στις συντακτικές ομάδες που έχουν υψηλές απαιτήσεις ποιότητας όσον αφορά την εικονογράφηση, πραγματοποιείται ξανά νέος έλεγχος ποιότητας.

Ο Jose Blanco, υπεύθυνος εικόνων στο Spiegel, περιγράφει πόσο χρονοβόρα ήταν η έρευνα για ένα θέμα φωτογραφίας που τελικά κατέληξε στο εξώφυλλο:

«Δεν εξετάσαμε μόνο το θέμα της φωτογραφίας, αλλά και το ιστορικό του φωτογράφου, για παράδειγμα αν είχε τραβήξει στο παρελθόν φωτογραφίες μαχητών της Χάμας που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για προπαγανδιστικούς σκοπούς».

Αυτή η ακρίβεια δεν είναι εφικτή στην καθημερινή εργασία των συντακτικών ομάδων, ακόμη και σε μεγάλες εκδοτικές οίκους όπως ο Spiegel ή η Süddeutsche Zeitung, αλλά κάθε φωτογραφία ελέγχεται πριν από τη δημοσίευσή της, συχνά από περισσότερους από έναν συντάκτες εικόνων και κειμένων, ανάλογα με τη θέση της. Ωστόσο, ακόμη και τα ποιοτικά μέσα ενημέρωσης πρέπει να βασίζονται στην ακρίβεια των φωτογραφικών πρακτορείων.

Εκτός από τις φωτογραφίες των πρακτορείων, μέσα ενημέρωσης όπως οι New York Times και η Süddeutsche Zeitung βασίζουν την κάλυψή τους και σε φωτογραφίες και βίντεο από κοινωνικά δίκτυα – ωστόσο, μόνο σε υλικό που οι δημοσιογράφοι έχουν καταφέρει να επαληθεύσουν εκ των προτέρων.

Τι ελέγχουν: Ποιος δημοσίευσε πρώτος μια φωτογραφία; Σε ποιο πλαίσιο; Υπάρχουν άλλες φωτογραφίες που δείχνουν κάτι παρόμοιο, από διαφορετική οπτική γωνία;

Δεν είναι πάντα δυνατό να απαντηθούν όλες οι ερωτήσεις. Εάν παραμένουν αβεβαιότητες, η SZ τις αποκαλύπτει. Ή το υλικό δεν χρησιμοποιείται καθόλου.

Με τη βοήθεια διαδικτυακών χαρτογραφικών υπηρεσιών και δορυφορικών εικόνων, οι δημοσιογράφοι μπορούν επίσης να εντοπίσουν το ακριβές σημείο όπου τραβήχτηκε μια φωτογραφία ή ένα βίντεο. Οι ειδικοί το αποκαλούν «γεωεντοπισμό».

Για παράδειγμα, ένα βίντεο που δημοσιεύτηκε στο Telegram τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους έδειχνε, σύμφωνα με ισχυρισμούς, ισραηλινούς στρατιώτες να πυροβολούν νοσοκόμους στην πόλη Τζενίν της Δυτικής Όχθης.

Η SZ εντόπισε τον δρόμο όπου τραβήχτηκε το βίντεο και έστειλε ερωτήσεις στον ισραηλινό στρατό σχετικά με τις κατηγορίες πριν από τη δημοσίευση. Η απάντησή του συμπεριλήφθηκε στο άρθρο. Με παρόμοιο τρόπο, η SZ καλύπτει τον πόλεμο στο Σουδάν και στην Ουκρανία.

Αυτός ο τύπος έρευνας – δηλαδή η χρήση δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών και διαδικτυακών εργαλείων για επαλήθευση – ονομάζεται επίσης «Open Source Intelligence» (ανοιχτή πηγή πληροφοριών). Βοηθά τους δημοσιογράφους να γράφουν για περιοχές σε πόλεμο και κρίση.

Ειδικά όταν οι δημοσιογράφοι δεν μπορούν να βρίσκονται επί τόπου, οι μέθοδοι αυτές είναι απαραίτητες για την όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική κάλυψη. Συχνά, αυτή η εργασία δεν είναι ορατή στο τελικό άρθρο. Εκεί αναγράφεται απλώς: «Η SZ επαλήθευσε τις λήψεις».

Όποτε είναι δυνατόν, η SZ προσπαθεί επίσης να επικοινωνήσει με το άτομο που τράβηξε μια φωτογραφία ή ένα βίντεο και το ανέβασε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όχι μόνο για να επαληθεύσει την ταυτότητά του, αλλά και επειδή αυτά τα άτομα μπορεί να είναι σημαντικοί αυτόπτες μάρτυρες για το περιεχόμενο που παρουσιάζεται.

Η SZ ζητά συχνά από άτομα με τα οποία έρχεται σε επαφή για άλλους λόγους για την κάλυψή της να τραβήξουν φωτογραφίες και βίντεο από το περιβάλλον τους, ώστε να αποκτήσει μια εικόνα της κατάστασης και, στην καλύτερη περίπτωση, να επαληθεύσει τα λεγόμενα.

Ωστόσο, στη Γάζα, όπου είναι πολύ δύσκολο να επικοινωνήσει κανείς με τους ανθρώπους μέσω τηλεφώνου ή υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων, η επαλήθευση συχνά φτάνει στα όριά της.

Και η αλήθεια είναι επίσης ότι, παρά τις πολυάριθμες μεθόδους επαλήθευσης των εικόνων που παρουσιάζονται, παραμένει ένα περιθώριο λάθους. Το γεγονός ότι όλο και περισσότερες εικόνες και βίντεο που έχουν δημιουργηθεί με τεχνητή νοημοσύνη κυκλοφορούν στο διαδίκτυο δεν διευκολύνει τη διάκριση μεταξύ ψεύτικων και πραγματικών ειδήσεων.

Αυτό καθιστά ακόμη πιο σημαντική μια από τις βασικές αρχές της δημοσιογραφικής δουλειάς: να μην βασίζεσαι ποτέ σε μία μόνο πηγή, είτε πρόκειται για ένα άτομο, έναν οργανισμό ή ένα βίντεο.

Η SZ χρησιμοποιεί επίσης δορυφορικές εικόνες της περιοχής τόσο για την έρευνα όσο και για την οπτικοποίηση της κάλυψης, στις οποίες είναι δυνατή η αναγνώριση και η σύγκριση της καταστροφής, των μεγάλων καταυλισμών και, εν μέρει, μεμονωμένων σκηνών του πολέμου.

Επιστρέφοντας στον Μοχάμεντ αλ-Ματούκ, τον 18 μηνών μικρό, η φωτογραφία του οποίου πυροδότησε τη συζήτηση όχι μόνο για τους New York Times, αλλά και για το BBC: Η φωτογραφία που χρησιμοποίησε η BBC τραβήχτηκε από τον Ahmed Al Arini, ο οποίος επίσης δεν είχε αναφέρει την ασθένεια στο κρατικό τουρκικό πρακτορείο Anadolu.

Ο ίδιος δεν καταλαβαίνει τις επικρίσεις: «Δεν ήθελα να εξαπατήσω κανέναν, απλά ήθελα να απεικονίσω το τρομερό πόνο». Είχε δει φωτογραφίες του αγοριού κατά τη διάρκεια της τελευταίας εκεχειρίας, όταν έφταναν ακόμη επαρκείς προμήθειες στη Λωρίδα της Γάζας.

Έχει δει τον μικρό αγόρι πολλές φορές και για εκείνον είναι σαφές: ο Μοχάμεντ, εκτός από την προϋπάρχουσα ασθένειά του, πάσχει σαφώς από υποσιτισμό. Τα παιδιά με εγκεφαλική παράλυση χρειάζονται ειδική διατροφή και είναι επομένως πιο ευάλωτα στην τρέχουσα κατάσταση.

Στο νοσοκομείο στην πόλη της Γάζας νοσηλεύονται επίσης παιδιά με σοβαρό υποσιτισμό χωρίς προϋπάρχουσα ασθένεια. Ο διευθυντής της παιδιατρικής κλινικής στο νοσοκομείο Νάσερ στο Χαν Γιούνις, Αχμέντ Αλφάρα, δήλωσε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα SZ ότι μόνο το 40% περίπου των υποσιτιζόμενων παιδιών πάσχουν από χρόνιες προϋπάρχουσες παθήσεις όπως εγκεφαλική παράλυση ή κυστική ίνωση.

Δεν μπορεί να καταλάβει γιατί η φωτογραφία ενός παιδιού με προϋπάρχουσα πάθηση έχει προκαλέσει τόση κριτική."

https://www.sueddeutsche.de/.../gaza-israel-bilder.../

Katerina Oikonomakou

ΚΙΣ Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδος