Το αριστουργηματικό έργο του Φειδία, τον Χρυσελεφάντινο Δία της Ολυμπίας
Το άγαλμα κατασκευάστηκε το 430 π.χ και τοποθετήθηκε στο μεγάλο ναό του
Δία στην Ολυμπία που είχε χτιστεί το 470 π.χ.
Πρόκειται για ένα ακόμα άγαλμα τεραστίων διαστάσεων , που είχε
κατασκευαστεί με την ίδια τεχνική με την Αθηνά Παλλάδα του Παρθενώνα.
Επάνω σε ξύλινο σκελετό ο Φειδίας είχε στερεώσει κινητά μέρη χρυσού και
ελεφαντόδοντου.
Ο Δίας ήταν καθιστός σε θρόνο κατασκευασμένο από ελεφαντόδοντο, χρυσάφι
και έβενο.
Στο δεξί του χέρι κρατούσε το χρυσελεφάντινο άγαλμα μιας Νίκης σε φυσικό
μέγεθος ενώ στο αριστερό το σκήπτρο με το οποίο εξουσίαζε το Σύμπαν.
Τα μάτια του ήταν από πολύτιμους λίθους και το στεφάνι στο κεφάλι του
από πράσινο σμάλτο.
Το άγαλμα βρισκόταν σε βάθρο που αποτελείτο από τρεις βαθμίδες και ήταν
κατάφορτο με χρυσελεφάντινες παραστάσεις των ΄Αθλων του Ηρακλή, της
Αμαζονομαχίας, της Γέννησης της Αφροδίτης, των αρμάτων του ΄Ηλιου και της
Σελήνης αλλά ταυτόχρονα υπήρχαν γρύπες, λιοντάρια και σφίγγες.
Είχε συνολικό ύψος 13 μέτρων.
Το άγαλμα ήταν αξιοθαύμαστο κι οι προσκυνητές έρχονταν από όλο τον κόσμο
για να το θαυμάσουν.
Γύρω από το Δία υπήρχαν 36 πανύψηλες κολώνες από γρανίτη.
Η οροφή επάνω από το άγαλμα ήταν ανοιχτή, ώστε το φως του ΄Ηλιου να
έρχεται σε επαφή με τον Θεό.
Το άγαλμα πέρασε πολλές περιπέτειες κατά τη διάρκεια της ιστορίας του
μέχρι την τελική καταστροφή του.
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου αιώνα π.χ το επισκεύασε ο γλύπτης Δημοφών
ο Μεσσήνιος γιατί είχε πάθει κάποιες φθορές.
Την εποχή του Ιούλιου Καίσαρα το χτύπησε κεραυνός χωρίς να του προκαλέσει
ζημιές.
Ο Καλιγούλας διέταξε να μεταφερθεί στη Ρώμη και να αντικατασταθεί το
κεφάλι του Θεού με το δικό του, αΛλά κατά την παράδοση κεραυνός χτύπησε το
πλοίο που επρόκειτο να το μεταφέρει.
Ο Καλιγούλας εν τω μεταξύ σκοτώθηκε και το άγαλμα έμεινε στη θέση του.
Τέλος ο Θεοδόσιος Α΄ έκλεισε και πυρπόλησε το Ναό και το άγαλμα
καταστράφηκε.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση μεταφέρθηκε από τον Θεοδόσιο στην Κων/πολη,
τοποθετήθηκε στο παλάτι του Λαύσου , όπου και κάηκε κατά τη Στάση του Νίκα το
532 μ.χ.
Το εκπληκτικό αυτό άγαλμα συμπλήρωνε την τριάδα των γνωστών
χρυσελεφάντινων αγαλμάτων της κλασσικής εποχής μαζί με την Αθηνά Παλλάδα και
την ΄Ηρα του ΄Αργους.
Δυστυχώς, όπως ήταν φυσικό λόγω του πολύτιμου των υλικών τους, δεν
έχουμε κανένα στοιχείο για τα έργα αυτά παρά μόνο περιγραφές περιηγητών και
απεικονίσεις τους σε αρχαία νομίσματα.
Πηγή:
Αρχαία Ελλάς