Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄, (Γαλ 5,22-6,2). (Ἀπόστολος τοῦ Ὁσίου)


«Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν

σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις».

 

Καὶ σήμερα τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἐπιλεγμένο γιὰ τὴν μνήμη τοῦ ὁσίου τῆς ἡμέρας, τοῦ ὁσίου Γερασίμου τοῦ ἐν Κεφαλληνίᾳ, καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν σειρὰ τοῦ Κυριακοδρομίου. Ἐπιλέγομε ἕνα ρητὸ ἀπὸ τὸ κείμενο, ποὺ εἶναι μέρος ἀπὸ τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γιὰ νὰ τὸ παρουσιάσωμε ἁπλοϊκά.

Τὸ ἐπιλεγμένο γιὰ ἀνάπτυξι χωρίο εἶναι· «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίες». Δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ σταύρωσαν τὴν σάρκα τους μαζὶ μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες. Ἀπὸ τὸ χωρίο φαίνεται ὅτι ὑπάρχουν πλέον οἱ ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι μακρυὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ἢ οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου. Μὲ τὴν λέξι κόσμος δηλώνεται τὸ κάθε τι ποὺ ἐναντιώνεται τὴν Ἐκκλησία, ἢ ποὺ εἶναι ἔξω καὶ μακρυὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴν ἀπαρτίζουν ἄνθρωποι ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν, μέσα στὸν ὁποῖο ζοῦμε. Ὅσοι ἀπαρνοῦνται τὸν κόσμο καὶ πιστεύουν, μὲ τὴν βάπτισί τους γίνονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν κόσμο. Μόνον οἱ μοναχοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀπὸ τὴν ὥρα τῆς ἀφιερώσεως ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ δημιουργοῦν τὶς μοναστικὲς κοινότητες. Οἱ λοιποὶ πιστοὶ μένουν μέσα στὸν κόσμο. Ἀνέκαθεν ζοῦσαν κανονικὰ μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους στὴν ἴδια κοινωνία, μὲ τὶς ἴδιες συνήθειες, καὶ δὲν εἶχαν ἐξωτερικὰ χαρακτηριστικὰ γιὰ νὰ ξεχωρίζουν. Αὐτὸ ποὺ τοὺς διαφοροποιεῖ εἶναι ἡ πίστις. Ἡ πίστις ὅμως καὶ ἡ ὅλη πνευματικὴ διαγωγὴ τῶν πιστῶν εἶναι ἐσωτερικὰ καὶ ἀφανῆ γνωρίσματα. Τὸ βάθος τῆς πνευματικότητος τῶν πιστῶν δὲν φαίνεται ἐξωτερικά. Ἂν συναντήσουμε δύο ἀνθρώπους μπροστά μας, δὲν μποροῦμε ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνισι νὰ διακρίνωμε τὸν πιστὸ ἢ τὸν ἄπιστο. Γιὰ τὸ ἐσωτερικὸ γνώρισμα τοῦ πιστοῦ μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μὲ τὴν προκείμενη φρᾶσι· «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίες». Καὶ αὐτὸ μόνον τοὺς διαφοροποιεῖ ἀπὸ τὸν ὑπόλοιπο κόσμο.

Ὁ κόσμος μέσα στὸν ὁποῖο γεννήθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ πορεύθηκε ἱστορικὰ δὲν ἦταν ἀγγελικός. Οἱ ἄνθρωποι βούλιαζαν μέσα στὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα ὑπηρετοῦσαν πιστὰ καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις τὰ θεοποιοῦσαν. Τὰ πάθη τῆς σαρκὸς ὄχι μόνον δὲν τὰ πολεμοῦσαν, ἀλλὰ τὰ ὑπηρετοῦσαν μὲ εὐλάβεια. Ἡ πορνεία, γιὰ παράδειγμα, ἦταν μέρος καὶ τρόπος ἐκδηλώσεως τῆς θρησκευτικῆς λατρείας. Σὲ ἕναν τέτοιο κόσμο γεννήθηκε ἡ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ λειτουργήση θεραπευτικὰ ἐναντίον τῶν κακιῶν, τῶν παθῶν, τῆς ἁμαρτίας, χαράζοντας ἕναν δρόμο σωτηρίας καὶ λυτρώσεως, καὶ κηρύσσοντας τὸν πόλεμο κατὰ τῆς φθορᾶς.

Οἱ πιστοὶ ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας πορεύονται ἀντίθετα καὶ κόντρα στὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες τοῦ κόσμου. Ζοῦν μέσα στὸν κόσμο μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Δὲν ἔχουν ξεχωριστὲς συνοικίες. Δὲν ἀποτελοῦν εἰδικὴ κοινωνικὴ ὁμάδα, μὲ ἐξωτερικὰ γνωρίσματα. Ἐνῶ εἶναι μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους, διαφοροποιοῦνται μόνον στὸ γεγονὸς ὅτι δὲν μετέχουν στὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες τοῦ κόσμου. Λειτουργοῦν μέσα στὴν κοινωνία ὡς δύναμι ἐναντίον τοῦ κακοῦ. Συντηροῦν τὴν κοινωνία καὶ τὴν διασώζουν ἀπὸ τὴν σῆψι τῆς φθοροποιοῦ ἁμαρτίας. Εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τοὺς πιστούς· «Ἐσεῖς εἶστε τὸ ἁλάτι τῆς γῆς». Ὅπως τὸ ἁλάτι συντηρεῖ καὶ νοστιμεύει τὶς τροφές, ἔτσι καὶ οἱ πιστοὶ λειτουργοῦν ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, μέσα στὴν κοινωνία.

Αὐτοί, «οἱ τοῦ Χριστοῦ», ἔχουν σταυρώσει τὴν σάρκα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἔχουν θανατώσει, ἔχουν σταυρώσει τὸν παλαιὸ σαρκικὸ ἑαυτό τους. Στὰ χρόνια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τότε ποὺ ἔγραψε τὴν ἐπιστολή, οἱ εἰσερχόμενοι στὴν Ἐκκλησία ἦταν ἐνήλικες μὲ παρελθὸν στὴν ζωή τους. Προέρχονταν ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς φθορᾶς. Κατὰ τὸ παρελθόν, ὅσο ἦσαν μέσα στὸν κόσμο τῆς φθορᾶς, καὶ προτοῦ νὰ γνωρίσουν τὴν ἀλήθεια, ὑπηρέτησαν τὰ πάθη. Ὅμως μὲ τὴν εἴσοδό τους στὴν Ἐκκλησία νέκρωσαν τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ πλέον ζοῦν καὶ πορεύονται στὸν νέο κόσμο τῆς «καινῆς κτίσεως», ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Σήμερα, ποὺ ἐφαρμόζεται ὁ νηπιοβαπτισμός, δὲν ἀλλάζει τίποτε, διότι ναὶ μὲν νήπια εἰσέρχονται στὴν Ἐκκλησία, ὅμως οἱ περισσότεροι ζοῦν ἀδιάφοροι, ἕως ἐχθρικοί, στὰ θέματα τῆς πνευματικῆς «κατὰ Χριστόν» θρησκευτικῆς ζωῆς. Συμπεριφέρονται ὅπως οἱ εἰδωλολάτρες. Συμβαίνει κατὰ κανόνα νὰ γνωρίσουν τὸν Χριστὸ σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς τους σὲ μεγάλη ἡλικία, καὶ τὸτε γίνονται συνειδητοὶ χριστιανοί, τότε γίνονται «οἱ τοῦ Χριστοῦ». Καὶ ἀπὸ τότε πλέον πορεύονται ἔχοντας θανατώσει, ὄχι τὸ σῶμα τους, ἀλλὰ τὶς παλαιὲς συνήθειες τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ τὸ θέμα λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος· «Σάρκα ἐδῶ ὀνομάζει τὶς πονηρὲς πράξεις. Αὐτὲς τὶς παλαιὲς συνήθειες θανάτωσαν ὄχι τὴν σάρκα, διότι ἂν θανάτωναν τὸ σάρκινο σῶμα πῶς θὰ ζοῦσαν;»

Αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ στὴν ζωὴ τῶν πιστῶν δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεσις. Γιὰ νὰ φθάση κανεὶς νὰ σταυρώση τὰ πάθη του χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια καὶ πολὺς κόπος. Τὰ πάθη δὲν ἀντιμετωπίζονται εὔκολα. Πόσο εὔκολα μπορεῖ κάποιος νὰ κόψη τὴν κακὴ συνήθεια τοῦ καπνίσματος, τῆς χαρτοπαιξίας, τοῦ ἀλκοόλ; Πόσο εἶναι εὔκολο νὰ κάνη ἔλεγχο κανεὶς στὴν γλῶσσα του, στὸν θυμό, στὸν ἐγωϊσμό; Δὲν εἶναι εὔκολα αὐτά. Ὅμως αὐτὸς εἶναι ὁ ἀγῶνας καὶ ἡ προσπάθεια τοῦ πιστοῦ. Καὶ ἡ ἐπιτυχία ἔρχεται ἐπειδὴ τὸν ἀγῶνα τοῦ πιστοῦ τὸν συντρέχει καὶ τὸν σκεπάζει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ κάνη τὸ παραμικρό. Ἡ νίκη κατὰ τῶν παθῶν καὶ ὁ ἔλεγχός τους ὀφείλεται στὸν φιλάνθρωπο Θεό. Αὐτοὶ εἶναι «οἱ τοῦ Χριστοῦ», ὅσοι ἀγωνίζονται μέν, ἀλλὰ δὲν στηρίζονται στὶς δικὲς τους δυνάμεις καὶ δυνατότητες, στηρίζονται στὴν παντοδύναμι χάρι τοῦ Θεοῦ. Ἀγώνας μὲ σύμμαχο τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ. Σὲ ἄλλο σημεῖο γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Ἔχω σταυρωθεῖ μαζί μὲ τὸν Χριστό, δὲν ζῶ πιὰ ἐγώ, ἀλλὰ ζῆ μέσα μου ὁ Χριστός». Νά, «οἱ τοῦ Χριστοῦ» ἔτσι σταυρώνουν τὴν σάρκα καὶ ἐλέγχουν τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες. Καὶ λέγει πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος· «Τὸ σταυρωμένο εἶναι νεκρὸ καὶ ἀνενέργητο», γιὰ νὰ δείξη ὅτι οἱ ἐπιθυμίες ὑπάρχουν μὲν καὶ ἐνοχλοῦν, ἀλλὰ μάταια λυσσομανοῦν, διότι εἶναι πιὰ κάτω ἀπὸ ἔλεγχο.