-Δεν είχε επαφές με τους
χωριανούς, δεν έβγαινε στα καφενεία ούτε στην πλατεία, στους δρόμους και στην
εκκλησία σπάνια τον συναντούσες, πέρναγε όλη την μέρα σε ένα ή δύο σπίτια και
από εκεί μάθαινε τα πάντα. Τις νύχτες ήταν πάνω σε μια παλιά μαύρη αλάδωτη
υπηρεσιακή γραφομηχανή σε ένα άθλιο μικρό γραφείο, πληκτρολογούσε όλα όσα
μάθαινε από τους «ποιητές» της διπλανής πόρτας.
-Στο ίδιο χωριό την εποχή εκείνη ένας νέος, αποφάσισε να «ανοίξει τα φτερά» του έδωσε εξετάσεις στην Αστυνομία και πέρασε μα γρήγορα τον έδιωξαν με την αιτιολογία «Οι κομουνιστές δεν μπορεί να υπηρετούν την πατρίδα», ο νεαρός προσανατολίστηκε σε άλλο επάγγελμα, αγωνίστηκε πάλεψε και στάθηκε αντάξιος στο ύψος των περιστάσεων.
-Έτσι πέρασαν τα χρόνια και ο
χρόνος έφερε στο φως το μυστικό που κράτησαν οι τρείς χωροφύλακες του σταθμού,
μια ηλιόφωτη μέρα παρουσιάστηκε ένας από αυτούς στον «κομουνιστή»… τον κοίταξε
διστακτικά και είπε: «Όλη την νύχτα εγώ και ο άλλος παρακαλούσαμε τον συνάδελφό
μας να μην στείλει την αναφορά που έγραψε. Μάταια, δεν έπαιρνε από λόγια, σε
βάπτισε κομουνιστή στην υπηρεσία για να σε διώξουν».
-Γιατί δεν το είπες εσύ και ό
άλλος την στιγμή και τον χρόνο που έπρεπε του απάντησα. «Φορούσαμε την στολή,
ήμασταν νέοι και φοβόμασταν μην μπλέξουμε, όσο για μένα εδώ και
χρόνια είμαι συνταξιούχος, πολίτης και μπορώ να πω ελεύθερα αυτό που τόσα
χρόνια βάραινε την συνείδηση μου, το είπα και αγαλλίασε η ψυχή μου! θα φύγω
ήσυχος από την ζωή όταν έρθει ή ώρα μου»... ήταν η απάντηση.-
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος
Εκδότης ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ
τ. Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος
TV ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ