Η
Αγγελική Γουδέλη, Ψυχολόγος M.A., εξηγεί για
ποιους λόγους κρύβουμε μυστικά και λέμε ψέματα, καθώς και ποια είναι η επίδρασή
τους στις σχέσεις μας.
Μυστικά και ψέματα, μπορεί να είναι ο τίτλος Χολιγουντιανής ταινίας αλλά όχι μόνο. Είναι δύο έννοιες που βρίσκονται σε όποια ανθρώπινη σχέση μπορεί να πάει ο νους μας: κυβερνώντων-πολιτών, συναδέλφων, ενός ζευγαριού, γονιού-παιδιού, φίλων, ακόμη και στην πιο στενή σχέση που έχουμε, αυτή με τον ίδιο μας τον εαυτό.
Αναρωτηθείτε για μια στιγμή “πόσο συχνά λέω ψέματα;” και “πόσα μυστικά έχω από τους κοντινούς μου ανθρώπους;”. Σκεπτόμενοι τα δικά σας μυστικά και ψέματα κάποιοι θα αναστενάξουν από το βάρος που αυτά μπορεί να προκαλούν. Άλλοι θα χαμογελάσουν φέρνοντας στο μυαλό τους πράγματα τα οποία είναι αποκλειστικά δικά τους. Κι άλλοι θα σπεύσουν να πουν ότι είναι «ανοιχτό βιβλίο» και δε λένε ποτέ ψέματα στους αγαπημένους τους.
Όποια κι αν είναι η αντίδρασή σας, είναι γεγονός ότι τα μυστικά και τα ψέματα, είτε είναι μικρά, είτε μεγάλα, συναισθηματικά, πρακτικά ή επαγγελματικά, έχουν σταθερή θέση στην καθημερινότητά μας, ακόμα κι αν πολλές φορές δεν συνειδητοποιούμε καν ότι τα χρησιμοποιούμε. Από την πολύ απλή και συνηθισμένη απάντηση που δίνουμε στο Τι κάνεις; - Μια χαρά είμαι, τα “θετικά” κατά συνθήκη ψέματα όπως Είσαι το πιο έξυπνο παιδί/η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο, μέχρι τα μεγαλύτερα μυστικά και ψέματα που μπορεί να κλονίσουν την εμπιστοσύνη που έχει χτιστεί σε μια σχέση.
Σύμφωνα με σχετικές έρευνες (DePaulo & Kashy, 1996-1998) η συχνότητα με την οποία ψεύδονται οι ενήλικες είναι περίπου 1 έως 2 φορές την ημέρα υπολογίζοντας μόνο τα ψέματα που είχαν ως συνειδητό στόχο την εξαπάτηση ακόμη κι αν το κίνητρο ήταν κάποιος καλός σκοπός. Δεν φαίνεται να υπάρχει διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών στο πόσο συχνά ψεύδονται, και τα δύο φύλα είχαν πει ψέματα στο 30% των συνδιαλλαγών που διήρκησαν από 10 λεπτά και πάνω. Και αυτό το ποσοστό αυξάνεται σημαντικά σε δείγμα φοιτητών, όπου τα ευρήματα δείχνουν ότι λένε ψέματα μία στις δύο φορές που μιλάνε με τους γονείς τους!
Γιατί όμως έχουμε τόσο συχνή ανάγκη να αποκρύπτουμε την αλήθεια; Ή να παρουσιάζουμε μια παραποιημένη εκδοχή της; Πρώτα απ’ όλα είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι μαθαίνουμε από πολύ μικροί τα οφέλη της εξαπάτησης. Όταν μάθουμε ότι μια ζημιά μας έχει συνέπειες είναι πιθανό την επόμενη φορά να αποκρύψουμε την συμμετοχή μας σε αυτή, π.χ. δεν ξέρω πως έσπασε το βάζο, ώστε να συνεχίσουμε να έχουμε την εύνοια των γονιών. Ακόμα και για να πετύχουμε κάτι ως παιδιά μπορεί να χρησιμοποιήσουμε την εξαπάτηση, π.χ. δεν έχω φάει γλυκό σήμερα για να πάρουμε αυτό το επιπλέον απαγορευμένο σοκολατάκι.
Και αργότερα στη ζωή, ενώ το ψέμα έχει κακή φήμη και είναι κατακριτέο φαίνεται ότι η κοινωνία έμμεσα το προωθεί. Κάποιες φορές ένα μικρό ψέμα ή μυστικό φαίνεται να είναι μια καλή λύση για να προστατεύσουμε τον εαυτό μας σύμφωνα με τους κοινωνικούς κανόνες. Για παράδειγμα εάν καθυστερήσουμε σε κάποιο επαγγελματικό ραντεβού οι συνέπειες ως προς την επαγγελματική μας εικόνα θα είναι μάλλον μικρότερες εάν πούμε κόλλησα στην κίνηση αντί να παραδεχτούμε ότι μας πήρε ο ύπνος. Και στις πιο προσωπικές μας σχέσεις μπορεί να φανεί πιο εύκολο να πούμε ένα ψέμα από το να γίνουμε ευάλωτοι ή να προκαλέσουμε μια σύγκρουση.
Κάτι ακόμα που φαίνεται να μας ωθεί να κρατήσουμε ένα μυστικό ή να πούμε ψέματα είναι για να προστατεύσουμε τα αισθήματα των άλλων. Με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται (έστω και ψευδώς ή/και προσωρινώς) η επικοινωνία μας μαζί τους ή ακόμη προσφέρουμε και υποστήριξη σε άλλους, π.χ. κάνοντας ένα κομπλιμέντο το οποίο δεν πιστεύουμε στην πραγματικότητα. Αυτού του είδους τα ψέματα είναι πιο συχνά προς τους οικείους μας και οι γυναίκες φαίνεται να είναι πιο επιρρεπείς στην χρήση τους σε σχέση με τους άντρες.
Φυσικά
υπάρχουν και οι περιπτώσεις που τα ψέματα έχουν στόχο να βλάψουν άλλους ή να
εξυπηρετήσουν καθαρά προσωπικά συμφέροντα. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο τρόπος
με τον οποίο χρησιμοποιούν τα ψέματα οι πολιτικοί για να καλύψουν τη
διαφθορά ή να χειραγωγήσουν τους πολίτες. Αυτή η διαδικασία έχει προφανείς
οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις (φτώχεια, ανεργία, αίσθηση απελπισίας,
θυμός, βία κ.α.) στις κοινωνίες του κόσμου σήμερα.
Κάποιες φορές η ένταση και η συχνότητα που λέγονται τα ψέματα συνιστούν κάποια
παθολογία (μυθομανία). Αυτή η συμπεριφορά συνήθως γίνεται αντιληπτή από το
περιβάλλον του “ψεύτη”, κυρίως εξαιτίας του πλήθους των ψεμάτων και του
κραυγαλέου περιεχομένου τους που δημιουργούν σημαντική δυσκολία στην ανάπτυξη
μιας ουσιαστική σχέσης οικειότητας.
Η οικειότητα έχει ως βασικό συστατικό της την εμπιστοσύνη. Και η εμπιστοσύνη
είναι ακριβώς αυτή που φαίνεται να πλήττεται περισσότερο με ένα μικρό ή μεγάλο
μυστικό/ψέμα, είτε αυτό αποκαλυφθεί είτε όχι. Εάν αποκαλυφθεί τότε ο άλλος
χάνει την εμπιστοσύνη του σε εμάς, εάν δεν αποκαλυφθεί τότε κλονίζεται η
εμπιστοσύνη μας στον εαυτό μας (“δεν είμαι αρκετά καλός-ή όπως είμαι, για να
είμαι αποδεκτός-ή πρέπει να λέω ψέματα”) και μπαίνουμε σε έναν φαύλο κύκλο
χαμηλής αυτοεκτίμησης και διαστρεβλωμένης εικόνας του εαυτού.
Αν και το κίνητρο μάλλον είναι ο ενστικτώδης φόβος μας ότι θα εκτεθούμε και θα
ρισκάρουμε την αποδοχή των άλλων λέγοντας “την αλήθεια και μόνο την αλήθεια”,
τελικά αυτό που αποφεύγουμε είναι να δείξουμε τον πραγματικό μας εαυτό κι έτσι,
αυτό που πετυχαίνουμε είναι να εμποδίζουμε την ανάπτυξη της ίδιας της σχέσης
που θέλουμε να προστατεύσουμε.