-Ένα ιστιοφόρο αρμένιζε στα βαθιά της θάλασσας, μια φωνή από την πλώρη ακούστηκε «άνθρωπος στη θάλασσα» ο καπετάνιος έδωσε εντολή να τον τραβήξουν πάνω.
-Ήταν ένας νέγρος ναυαγός τον ονόμασαν «σκλάβο», τον πούλησαν στο πρώτο λιμάνι σε έναν κτηματία, δούλεψε σκληρά μέρες και νύχτες μήνες και χρόνια τον αφέντη υπηρετούσε δεν σταμάτησε ποτέ.
-Ένα απόγευμα πάνω σε μια Σούστα εμφανίστηκε ένας μαυροντυμένος με λευκό κολάρο στο ένα χέρι κρατούσε το ευαγγέλιο και στο άλλο τα γκέμια, πλησίασε τον νέγρο και είπε: Είσαι τυχερός που πουλήθηκες και εργάζεσαι για τους λευκούς, εδώ θα «γνωρίσεις» τον Κύριο, θα τον προσκυνήσεις και θα εξασφαλίσεις μια θέση στον παράδεισο.
-Ο σκλάβος ρώτησε: Αν γνωρίσω και προσκυνήσω τον Θεό σου θα είμαι λιγότερο σκλάβος θα έχω ένα ρούχο να μην κρυώνω, θα τρώω περισσότερο και θα δουλεύω λιγότερο, τα πόδια μου δεν θα ματώνουν από τις αλυσίδες, θα έχω περισσότερη ελευθερία ή θα παραμείνω ο ίδιος;
-Ο ιερέας δεν απάντησε, τράβηξε τα γκέμια και το άλογο έσυρε την Σούστα προς το μεγάλο σπίτι εκεί που κατοικούσε ο λευκός αφέντης, αυτός που «γνώρισε» τον Κύριο και «εξασφάλισε» μια θέση στον παράδεισο.-
Κεντρική ιδέα: Η υποτακτική και ενίοτε παθητική στάση της εκκλησίας ευνόησε υπέρμετρα το δουλεμπόριο.
Σημ.: Αφιερωμένο στα 12 εκατομμύρια νέγρους που πουλήθηκαν την περίοδο 1.500 – 1.600 μ.Χ
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος – Εκδότης