Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄, Β΄ Κορ. 6,16-18.7,1


 «Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ »

Ἀκούσαμε, εὐλογημένοι Χριστιανοί, στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα γιὰ τὶς ὑποσχέσεις ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός. Ποιὲς εἶναι αὐτές; Μὲ συντομίατὶς ἀναφέρει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ λέγει· «Τὸ νὰ εἴμεθα Ναοὶ τοῦ Θεοῦ, τὸ νὰ ἔχωμεν τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα κατοικοῦντα καὶ περιπατοῦντα μέσα εἰς τὸν ἑαυτὸν μας, καὶ τὸ νὰ ἔμεθα υἱοὶ καὶ λαὸς τοῦ Θεοῦ».

Εἶναι μεγάλο τὸ δῶρο ποὺ μᾶς ὑπόσχεται ὁ ἅγιος Θεός. Ὅμως γιὰ νὰ τὸ λάβουμε πρέπει νὰ προετοιμασθοῦμε γιὰ νὰ γίνουμε ἅξιοι τῶν ὑποσχέσεων καὶ τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ Ἀπόστολος μᾶς ὑποδεικνύει μὲ ποιὰ προετοιμασία θὰ γίνουμε ἄξιοι ἀποδέκτες τῶν ὑποσχέσεων.

Ὡς ἄνθρωποι ποὺ ξεπέσαμε ἀπὸ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ ζοῦμε μέσα στὴν ἁμαρτία. Ξεπέσαμε, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ χαθοῦμε. Καὶ γιὰ χάρι μας ἔστειλε στὴν γῆ τὸν Υἱό του, ποὺ μὲ ὅσα εἶπε, ἔκανε καὶ ἔπαθε, μᾶς κάλεσε κοντά του νὰ εἴμαστε γιὰ πάντα μαζί του. Ὁ Υἱός, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς θυσιάστηκε γιὰ μᾶς, καὶ ἔτσι ἄνοιξε ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας μας. Αὐτὸν τὸν δρόμο μᾶς καλεῖ νὰ ἀκολουθήσουμε. Ὅσοι θέλουμε, κανέναν δὲν ἐξαναγκάζει. Ἀλλὰ ὅσοι θέλουμε νὰ εἴμαστε μαζί του, πρέπει νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε ἐφαρμόζοντας στὴν ζωή μας τὸν νόμο του, τὸ θέλημά του. Καὶ πάλι ἡ ἀγάπη του μᾶς πληροφορεῖ ἐκ τῶν προτέρων ὅτι «Αὕτη γάρ ἐστιν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἵνα τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ τηρῶμεν· καὶ αἱ ἐντολαὶ αὐτοῦ βαρεῖαι οὐκ εἰσίν». Αὐτὰ ποὺ μᾶς ζητάει ὁ Θεὸς νὰ κάνουμε μὲ τὶς ἐντολές του εἶναι στὰ μέτρα καὶ τὶς δυνατότητες τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι ἀκατόρθωτες οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἀσφαλῶς ποτὲ δὲν θὰ μᾶς ζητοῦσε νὰ κάνουμε  ἀκατόρ-θωτα πράγματα.

«Διὰ τοῦτο λοιπὸν, γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος, ἂς καθαρίσωμεν τὸν ἑαυτόν μας ἀπὸ τὰ ἀκάθαρτα ἔργα διατὶ αὐτὰ μολύνουσι τὸ σῶμα μας· ἂς καθαρίσωμεν δὲ τὸν ἑαυτὸν μας καὶ ἀπὸ τοὺς αἰσχροὺς, καὶ βλασφήμους, καὶ ἐμπαθεῖς λογισμούς, διατὶ αὐτοὶ μολύνουν τὸ πνεῦμα, ἤτοι τὴν ψυχήν μας». Κατὰ δὲ τὸν μέγα Βασίλειο «μολυσμὸς σαρκὸς εἶναι τὸ νὰ σμίγη κάποιος μὲ ἐκείνους ποὺ πράττουν τὰ αἰσχρὰ καὶ παράνομα ἔργα τὰ ἐμποδισμένα ἀπὸ τὴν Γραφήν. Καὶ μολυσμὸς τῆς ψυχῆς εἶναι τὸ νὰ φαίνεται κάποιος ἀδιάφορος σὲ ἐκείνους ποὺ φρονοῦν καὶ πράττουν τὰ τέτοια ἐμποδισμένα ἔργα. Καὶ τότε γίνεται καθαρὸς ἀπὸ τὰ τοιαῦτα, ὅταν οὔτε συντρώγει μὲ ἐκείνους ποὺ τὰ ἀποδέχονται καὶ τὰ πράττουν, ἢ ὅταν λυπηθῆ στὴν καρδιά του γι’ αὐτούς, ὅπως εἶπε ὁ Δαβίδ· «Ἀθυμία κατέσχε με ἀπὸ ἁμαρτωλῶν τῶν ἐγκαταλιμπανόντων τὸν νόμον σου».

Τὸ τὶ πρέπει νὰ ἀποφύγουμε εἶναι φανερὸ καὶ γνωστό. Διότι ὅλοι κα- ταλαβαίνουμε ποιὸ εἶναι τὸ κακὸ καὶ ποιὸ τὸ καλό. Καὶ τὸ μὲν κακὸ τὸ ἀποφεύγομε καὶ τὸ καλὸ ἐπιλέγουμεν νὰ πράξουμε. Ἐκτὸς ἐὰν ὐπάρχη τόση σκληρότητα καὶ ἀδιαφορία καὶ διαστροφή, ὥστε νὰ ἐπιλέγη κάποιος συνειδητὰ τὸ κακό. Καὶ ὑπάρχουν κάποιοι ποὺ ἐπιχαίρουν μὲ τὴν κακία. Καὶ σὲ κάποιες ἀκραῖες περιπτώσεις γίνονται λάτρεις καὶ ὀργανωμένοι ἀκόλουθοι τοῦ διαβόλου.

Στὴν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀποφυγὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀκαθαρσίας, πρέπει αὐτὸ νὰ γίνεται, ἀλλὰ πρέπει κοντὰ σὲ αὐτὰ θετικὰ νὰ ἐνεργοῦμε καὶ νὰ πράττουμε τὸ ἀγαθὸ καὶ τὴν ἁγιωσύνη. Νὰ ἀποκτήσουμε δηλαδὴ τὴν καθαρότητα καὶ τὴν σωφροσύνη. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἄγνωστο. Τὸ γνωρίζομε καὶ τὸ κατανοοῦμε. Τὸ καλύτερο θὰ ἦταν καὶ νὰ τὸ ἐπιθυμοῦμε καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τὸ ἐπιτύχουμε.

Ὁ θεῖος Παῦλος στὸ σημεῖο αὐτὸ θέτει μία ἀσπίδα προστασίας γιὰ νὰ μὴ χαθοῦν οἱ κόποι καὶ οἱ προσπάθειές μας. Ἡ ἀσπίδα εἶναι ὁ τρόπος:  λα ὅσα κάνει ὁ Χριστιανός πρέπει νὰ ἔχουν τὸ ἴδιο μέτρο καὶ τὸν ἴδιο τρόπο. Νὰ γίνωνται τὰ πάντα ἐν «Ἐν φόβῳ Θεοῦ». Ὁ τρόπος καὶ τὸ μέτρο αὐτὸ εἶναι σωτήριο, διότι κατοχυρώνει καὶ ἀναγωρίζει τὴν προσπάθειά μας μέχρι νὰ πετύχουμε τὸν ἁγιασμό.

Ὅταν ἐμεῖς τρέχουμε, ἀγωνιζώμαστε, φροντίζουμε γιὰ τὸν ἁγιασμό μας, ἀλλὰ δὲν ἀποβλέπωμε στὸν Θεό, τότε δὲν θὰ ἔχωμε καρπό. Πιὸ ἀπλᾶ γιὰ νὰ γίνη κατανοητό, ἀναφέρω ἕναν λόγο. Ἂν δὲν εἶναι γιὰ τὸν Θεό καὶ δὲν ἔχομε φόβο Θεοῦ, ἀλλὰ ὅσα κάνουνε τὰ κάνουνε γιὰ νὰ φανοῦμε στοὺς ἀνθρώπους «ἅγιοι», τότε εἴμαστε θεοεμπαῖχτες καὶ ὑποκριτές. Ἀντὶ δὲ νὰ ἐπιτελοῦμε ἁγιωσύνη, καμαρώνουμε γιὰ τὴν ὑποκρισία μας, καὶ βεβαίως τελικὰ καταδικαζόμαστε. Χάνομε τὴν συμμετοχή μας στὶς ὑποσχέσεις τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θεὸς εἶπε· «Ἒσομαι ὑμῖν εἰς Πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας». Μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε τί μᾶς προσφέρει ὁ Θεὸς καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν συμπεριφορά μας τὸ ἀπορρίπτομε; Γιὰ νὰ κερδίσουμε αὐτὴν τὴν ὑπόσχεσι ἀξίζει νὰ κάνουμε τὸ πᾶν στὴν ζωή μας, μέχρι νὰ πετύχουμε μὲ τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, τὸν καθαρισμὸ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, μὲ σκοπὸ τὴν ἁγιωσύνη. Καὶ βεβαίως αὐτὸ θὰ γίνη μὲ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι δικό μας κατόρθωμα· Εἶπε ὁ ἀπόστολος Πέτρος: «οὐδὲν διέκρινε μεταξὺ ἡμῶν τε καὶ αὐτῶν τῇ πίστει καθαρίσας τὰς καρδίας αὐτῶν» (Πρξ 15,9). «Τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ…καθαριεῑ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι» (Ἑβρ. 9,14). «Τὸ αἶμα τοῦ Ἰ.Χ. τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α΄Ιω. 1,7).

Σήμερα βεβαίως, ὅταν μιλᾶμε γιὰ ἁγιωσύνη, εἶναι σὰν νὰ εἴμαστε ὄχι ἀπὸ τὸ παρελθόν, ἀλλὰ ἀπὸ «ἄλλον» κόσμο. Ἀκοῦμε ἀκόμα καὶ τὸ ἄλλο· Καλὰ ὅλοι ἅγιοι θὰ γίνουμε; Μά, ἀδελφοί μου, ὁ Θεὸς μᾶς θέλει ἁγίους. Λέγει· «Ἅγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι». Μᾶς προτρέπει νὰ γίνουμε καὶ μᾶς καλεῖ καὶ μᾶς θέλει ἁγίους. Γι’ αὐτὸ καὶ μὲ τὸν λόγο του, ποὺ ἀκούσαμε στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, μᾶς καλεῖ νὰ εἴμαστε μαζί του, ὅπως εἶναι καὶ ὁ ἴδιος, ἅγιοι.

Ἡ ἁγιωσύνη εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ὑπάρξεώς μας. Ὅμως ὁ τρόπος ποὺ διανύουμε τὸν ἐπὶ γῆς βίο μας δὲν φανερώνει νὰ ἔχουμε ἀγωνία καὶ φροντίδα καὶ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν καθαρισμὸ τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ φθάσουμε στὴν ἁγιωσύνη. Πρέπει νὰ πάρουμε τὴν ἀπόφασι καὶ θερμὰ καὶ σταθερὰ νὰ καταπιαστοῦμε μὲ τὸ σημαντικότερο ἔργο τῆς ζωῆς μας ποὺ εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα μπορεῖ νὰ εἶναι ἀναγκαῖα, ἀλλὰ μένουν στὴ γῆ καὶ εἶναι φθαρτά. Μόνον ἡ ψυχή μας εἶναι αἰώνια καὶ ὅλη μας ἡ ζωή, ὅση θὰ εἶναι στὴν γῆ, πρέπει νὰ εἶναι πορεία πρὸς τὸν οὐρανό, ὅπου εἶναι καὶ ἡ αἰώνια κατοικία μας.

Ἡ παρουσία καὶ πορεία μας στὴν γῆ δείχνει τὸν οὐρανό.