Σάββατο 26 Ιουλίου 2025

Δέκα χρόνια μετά το ελληνικό δημοψήφισμα, δέκα χρόνια δημοκρατικού ελλείμματος στην ΕΕ| ΤΟ ΒΗΜΑ το blog των αποκαλύψεων!


* Δημήτρης Κανδηλάπτης, Πολιτικός επιστήμονας, MSc Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση, Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, MA Πολιτική & Δημόσια Διοίκηση, Πανεπιστήμιο της Κωνσταντίας–Hανάλυση περιλαμβάνεται στο 27ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ

Στις 5 Ιουλίου 2025 συμπληρώθηκαν δέκα χρόνιααπό μία εκ των πλέον καθοριστικών στιγμών τόσο της πρόσφατης ελληνικής πολιτικής ιστορίας όσο και της πορείας της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το δημοψήφισματου Ιουλίου του 2015αποτέλεσε την κορύφωση μιας θυελλώδους εξάμηνης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και την ΕΕ, φέρνοντας στην επιφάνεια βαθιές συγκρούσεις για το μέλλον ολόκληρης της Ευρώπης. Αν και πολλά έχουν καταγραφεί και αναλυθεί σχετικά με την κρίσιμη εκείνη περίοδο, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον —και επίκαιρο— να εξεταστείπώς έχουν εξελιχθεί οι δομές λήψης αποφάσεων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης 10 χρόνια μετά.

Οι βασικοί πυλώνες λήψης αποφάσεων το 2015

Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2015, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα προσπάθησε να διαπραγματευτεί με τα κράτη-μέληκαι τους θεσμούς της ΕΕ,την ΕΚΤ, αλλά και το ΔΝΤτη σύναψη μιας νέας, αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας. Η πορεία της διαπραγμάτευσης είναι γνωστή, καθώς έπειτα από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος η ελληνική κυβέρνηση ήρθε σε συμφωνία με την ΕΕ για ένα νέο, τελευταίο πρόγραμμαδημοσιονομικής προσαρμογής. Το κρίσιμο είναι να γίνει αντιληπτόςο τρόπος με τον οποίο έδρασε καιαποφάσισε η Ευρωπαϊκή Ένωση στην κορύφωση μια κρίσης με την οποία βρισκόταν αντιμέτωπη ήδη από το 2010. Έλλειψη διαφάνειας και λογοδοσίας, αλλά και επιλεκτική συμμετοχή δρώντων στη λήψη αποφάσεων ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του εξαμήνου, τα οποία εκφράστηκαν κυρίως μέσα από τον γαλλογερμανικό άξονα αλλά και το Eurogroup.

Γαλλογερμανικός Άξονας

Το πρώτο επεισόδιο τηςάτυπηςγαλλογερμανικής κυριαρχίας στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων σημειώθηκε ήδη από τις αρχές Φεβρουαρίου, όταν η Άνγκελα Μέρκελ και ο Φρανσουά Ολάντ συναντήθηκαν στο Παρίσι και συμφώνησαν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να προτείνει εναλλακτικά μέτρα, υπό την προϋπόθεση ότι θα είχαν ισοδύναμο δημοσιονομικό αποτέλεσμα με τα ήδη συμφωνηθέντα. Η απόφαση αυτή ελήφθη χωρίς την παρουσία εκπροσώπου της Ελλάδας, αλλά και χωρίς θεσμική συμμετοχή της ΕΕ, παρά το γεγονός ότι καθόριζε ολόκληρο το πλαίσιο της νέας διαπραγμάτευσης. Ακόμη πιο χαρακτηριστική ήταν η συνάντηση των δύο ηγετών αμέσως μετά το ελληνικό δημοψήφισμα, όπου, πίσω από κλειστές πόρτες, συζήτησαν τα δύο βασικά σενάρια (παραμονής ή αποχώρησης της Ελλάδας από το ευρώ) και κατέληξαν ότι η χώρα έπρεπε να παραμείνει στην Ευρωζώνη, για γεωπολιτικούς κυρίως λόγους. Και αυτή η καθοριστική—όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για ολόκληρη την Ένωση— απόφαση ελήφθη εν τη απουσία τόσο της ελληνικής πλευράς όσο και των ευρωπαϊκών θεσμών.Το αποκορύφωμα αυτής της θεσμικής παρατυπίαςσημειώθηκε στη Σύνοδο Κορυφής της 12ης Ιουλίου, όταν οι μόνοι Ευρωπαίοι ηγέτες που συμμετείχαν στην καθοριστική τελική φάση των διαπραγματεύσεων μαζί με τον Έλληνα πρωθυπουργό ήταν η Α. Μέρκελ και ο Φρ. Ολάντ. Παρά τις δημόσιες διαβεβαιώσεις της ΕΕ και της γερμανικής κυβέρνησης ότι οι τεχνικές λεπτομέρειες θα αποτελούσαν αντικείμενο διαβούλευσης με τους θεσμούς, η Γερμανίδα Καγκελάριος ενεπλάκη άμεσα ακόμη και σε ειδικά τεχνικά ζητήματα, όπως η έδρα του Υπερταμείου αποκρατικοποιήσεων ή η συμμετοχή του ΔΝΤ. Η παρέμβαση αυτή συνιστά ευθεία παραβίαση των αρχών διαφάνειας, θεσμικής ισορροπίας και συλλογικής λήψης αποφάσεων που κατοχυρώνονται στις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Eurogroup

Ο δεύτερος βασικός πυλώνας των διαπραγματεύσεων του 2015 ήταν το Eurogroup. Η κριτική που έχει ασκηθεί στο Eurogroupείναι γνωστή: πρόκειται για ένα άτυπο σώμα, που αποτελείται από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης. Η δημοσιότητα που έλαβε εκείνο το διάστημα οδήγησε ίσως στην αποκάλυψη ότι στις συνεδριάσεις του δεν τηρούνταν καν Πρακτικά. Το τελευταίο δεν θα ήταν πρόβλημα αν το Eurogroupαποτελούσε απλά ένα συμβουλευτικό σώμα. Ωστόσο, ο ρόλος του το 2015 ήταν πολύ πιο κρίσιμος. Στην αίθουσα συνεδριάσεων του Eurogroup ήταν που για πρώτη φορά έπεσε μέσα στο εξάμηνο στο τραπέζι η πρόταση για Grexit. Στις 24 Απριλίου 2015, στη Ρίγα, ο Σλοβένος υπουργός Οικονομικών Ντούσαν Μράμορ έθεσε για πρώτη φόρα ζήτημα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, προκαλώντας την έντονη αντίθεση του τότε υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη. Λίγους μήνες αργότερα, στις 27 Ιουνίου, μία μέρα μετά την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος, σε μια άνευπροηγουμένουκίνηση,το Eurogroup, καταπατώντας τον όρο της συλλογικής διαβούλευσης στην ΕΕ, συνεδρίασε και συζήτησε τις επιπτώσεις ενός πιθανού Grexit, χωρίς ελληνική εκπροσώπηση. Το Grexit συζητήθηκε στο Eurogroup ακόμη πιο διεξοδικά λίγες μέρες αργότερα, όταν, πέντε μέρες μετά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών κοινοποίησε ένα nonpaperπου περιείχε αναλυτική πρόταση εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ για πέντε χρόνια. Την επόμενη μέρα η πρόταση συζητήθηκε στο Eurogroup, εκεί όπου 15 υπουργοί συμφώνησαν, και περιεχόμενα της πρότασης, όπως η πενταετής έξοδος της Ελλάδας σε περίπτωση μη συμφωνίας και η ίδρυση Υπερταμείου με έδρα το Λουξεμβούργο, συμπεριλήφθηκαν στο κείμενο που θα προωθούταν στη Σύνοδο των ηγετών ως βάση εκκίνησης της τελικής διαπραγμάτευσης. Παρότι το πρώτο κομμάτι της πρότασης Σόιμπλε δεν υλοποιήθηκε, το δεύτερο μέρος απασχόλησε για ώρες τις συζητήσεις Τσίπρα – Μέρκελ, οι οποίοι αποφάσισαν το Ταμείο να έχει έδρα την Ελλάδα.

Η βαρύτητα της συγκεκριμένης πρότασης, που διατυπώθηκε σε ένα κλειστό δωμάτιο,όπως αυτό του Eurogroup,χωρίς διαφάνεια, οδήγησε στην καταδίκη της γερμανικής κυβέρνησης από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης, το οποίο έκρινε ότι τόσο ο Β. Σόιμπλε όσο και η Α. Μέρκελ θα έπρεπε να δράσουν με μεγαλύτερη διαφάνεια στα τελευταία κρίσιμα ραντεβού πριν από τη συμφωνία της 12ης Ιουλίου. Πιο αναλυτικά, με απόφαση του 2021 το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο επέκρινε την κυβέρνηση της χώρας για το ότι προτίμησε την κρυφή διαχείριση των διαπραγματεύσεων και δεν ενημέρωσε τη γερμανική Βουλή. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε επίσης το γεγονός ότι ορισμένες από τις προτάσεις τουγερμανικού υπουργείουΟικονομικών περί εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ συμπεριλήφθηκαν στο κείμενο που αποτέλεσε τη βάση των τελικών διαπραγματεύσεων, γεγονός που καταδεικνύειμε τον πλέον επίσημο τρόπο την επιρροή του άτυπου και χωρίς διαφάνεια Eurogroup στο περιεχόμενο της τελικής συμφωνίας.Λίγα χρόνια νωρίτερα και ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής (European Ombudsman), σε υπόθεση του 2016 (υπόθεση SI/5/2016/EA), είχε απευθύνει έκκληση για ενίσχυση της διαφάνειας στο πλαίσιο λειτουργίας του Eurogroup.

Ευρωπαϊκή Ένωση: 10 χρόνια μετά

Γαλλογερμανικός Άξονας

Η άτυπη ηγεμονία της Γερμανίας και της Γαλλίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ,που έγινε απόλυτα αντιληπτή το 2015, συνεχίστηκε αδιάκοπα την τελευταία δεκαετία μέσα από σειρά διμερών πρωτοβουλιών που συχνά παρακάμπτουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Τον Μάιο του 2020, εν μέσω πανδημίας, το Παρίσι και το Βερολίνο πρότειναν από κοινού το EURecoveryFund ύψους 500 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντάς το ως τετελεσμένο γεγονός προτού ξεκινήσει ουσιαστική διαπραγμάτευση στα θεσμικά όργανα της ΕΕ. Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούνιο, Α. Μέρκελ και Ε. Μακρόν προκάλεσαν την έντονηαντίδραση χωρών της Ανατολικής Ευρώπης όταν, χωρίς διαβούλευση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, πρότειναν τη σύγκληση Συνόδου Κορυφής με τη συμμετοχή του Βλαντίμιρ Πούτιν. Ακόμα πιο πρόσφατα, τον Ιούλιο του 2025, ο νέος Καγκελάριος της Γερμανίας Φρίντριχ Μερτς και ο Ε. Μακρόν διαπραγματεύθηκαν ιδιωτικά την πρόταση για έναν ευρωπαϊκό κανονισμό που στόχευε να υποχρεώσει τις μεγάλες εταιρείες να ελέγχουν αν οι προμηθευτές τους ανά τον κόσμο εμπλέκονται σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή σε περιβαλλοντικές καταχρήσεις. Η παρέμβασή τους, με στόχο τη μείωση των υποχρεώσεων για τις εθνικές τους επιχειρήσεις και την προώθηση μιας κοινής φιλοεπιχειρηματικής ατζέντας, οδήγησε σε σημαντικό περιορισμό της εμβέλειας του κανονισμού, πριν αυτός φτάσει καν επίσημα στο Συμβούλιο της ΕΕ.

Η διαδικασία διαπραγμάτευσης και λήψης αποφάσεων κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2015 ανέδειξε με σαφήνεια πως οι θεσμοθετημένες διαδικασίες της ΕΕ μπορούν να υποκαθίστανται από άτυπους διμερείς συσχετισμούς ισχύος. Δέκα χρόνια μετά, η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί. Η κυριαρχία του γαλλογερμανικού άξονα έχει παγιωθεί και διευρυνθεί, με κρίσιμες αποφάσειςνα λαμβάνονται μεταξύ Παρισιού και Βερολίνου, πριν καν συζητηθούν και αξιολογηθούναπό τους ευρωπαϊκούς θεσμούςκαι από τα άλλα κράτη-μέλη. Αυτό το μοντέλο φαίνεται ότι αποτελεί μια «κανονικότητα» που διαβρώνει τη θεσμική ισότητα και θέτει σε αμφισβήτηση τη συνοχή της ΕΕ. Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση επιθυμεί να επιβιώσει πολιτικά και θεσμικά, καλείται να επιλέξει εάν θα εξελιχθεί σε μια πραγματικά δημοκρατική και ισότιμη ένωση ή εάν, αντίθετα, θα συνεχίσει να λειτουργεί ως μια ΕΕ των ισχυρών και των λίγων.

Eurogroup

Η επιρροή τουEurogroup στις διαπραγματεύσεις του 2015 οδήγησε σε αύξηση της προσοχής γύρω από το συγκεκριμένο φόρουμ. Εκτός από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, υπήρξαν ακόμα περισσότερες παραινέσεις για ενίσχυση της λογοδοσίας. Ο τότε Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της ΕΕ Πιέρ Μοσκοβισί (2014-2019) είχε δηλώσει το 2017 ότι η διαχείριση του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας από το Eurogroup αποτέλεσε ένα «δημοκρατικό σκάνδαλο». Όλες αυτές οι επικριτικές φωνές οδήγησαν σε μια σειρά από πολύ μικρές μεταρρυθμίσεις, όπως ηθεσμοθέτηση μητρώου εγγράφων με δυνατότητα αναζήτησης, η δημοσιοποίηση του ημερολογίου συνεδριάσεων του προπαρασκευαστικού οργάνου του Eurogroup (EurogroupWorking Group) και ηδέσμευση για βελτίωση της πληροφόρησης μέσω των ιστοσελίδων του. Επιπλέον, διευρύνθηκαν τα συνοπτικά σημειώματα των συνεδριάσεων ώστε να δίνουν μια αίσθηση των θέσεων των κρατών-μελών. Παρ’ όλα αυτά, οι κύριες πηγές κριτικής παραμένουν. Μόνο βαθιές θεσμικές μεταρρυθμίσεις, όπως η επίσημη ενσωμάτωση του Eurogroup στο θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ και η θεσμοθέτηση μηχανισμών λογοδοσίας, όπως η δημοσιοποίηση των Πρακτικών των συνεδριάσεών του και η αναφορά και λογοδοσία προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μπορούν να μετατρέψουν το Eurogroup σε ένα πραγματικά δημοκρατικό φόρουμ.

Από το 2015 και μετά, οι δύο μεγάλες κρίσεις που ανέκυψαν στην ΕΕ-Covid-19 και πόλεμος στην Ουκρανία-και επέφεραν οικονομικές επιπτώσεις διαχειριστήκαν κυρίως στο κορυφαίο επίπεδο ηγετών και όχι από το Eurogroup. Ωστόσο, σε περίπτωση μιας νέας πρωτογενούς οικονομικής κρίσης στο εσωτερικό της ΕΕ, η Ευρώπη θα φανεί άλλη μια φορά απροετοίμαστη. Εάν δεν προχωρήσει τώρα στις αναγκαίες αυτές ρυθμίσεις, όταν ανακύψει το επόμενο πρόβλημα, θα τεθούν ξανά τα ίδια ερωτήματα περί δημοκρατικής νομιμοποίησης και διαφάνειας. Η συζήτηση αυτή όμως δεν αφορά μόνο το Eurogroup. Αναδεικνύει ένα ευρύτερο πρόβλημα διαφάνειας και λογοδοσίας των δομών λήψης αποφάσεων της ΕΕ —και δυστυχώς, το Eurogroup δεν είναι το μόνο παράδειγμα.Παρόμοιες ανησυχίες έχουν διατυπωθεί και για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που ασκεί ισχυρή επιρροή στη νομισματική πολιτική χωρίς ουσιαστικό πολιτικό έλεγχο. Αντίστοιχα, η επιτροπολογία (comitology) και οι Ομάδες Υψηλού Επιπέδου της Επιτροπής, όπου λαμβάνονται κρίσιμες αποφάσεις από τεχνικές επιτροπές και ιδιώτες, συχνά επικρίνονται για έλλειψη διαφάνειας και λογοδοσίας, ιδίως όταν επηρεάζονται από ιδιωτικά συμφέροντα.