Κυριακή 1 Ιουνίου 2025

Η ευνοϊκή συγκυρία, ελέω ΗΠΑ, και η τρίτη προεδρική θητεία Ερντογάν| ΤΟ ΒΗΜΑ

*Έλενα Μπουλετή, Μεταδιδακτορική ερευνήτρια, Πάντειο Πανεπιστήμιο– Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 26ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ

Η προσωρινά τουλάχιστον–ενισχυμένη διεθνώς θέση της Τουρκίας,που οφείλεται μάλλον σε μια ευνοϊκή για την τουρκική κυβέρνησησυγκυρία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, που συμβαίνει να χαιρετίζει τις πολιτικές επιλογές του προέδρου Ερντογάν,ενισχύει τις βλέψεις του για νέα/ ισόβια προεδρική θητεία. Δεν ξεχνάει κανείς ότι, πέντε χρόνια πριν, η αντίστοιχη πολιτική γραμμή είχε φέρει τον Τούρκο πρόεδρο σε ευθεία αντιπαράθεση με τον Ντόναλντ Τραμπ, με τον τελευταίο να εκφράζεται, κατά την προσφιλή του συνήθεια, όταν διαφωνεί, με σκαιό τρόπο για τον Τούρκο ομόλογό του, εκτοξεύοντας απειλές και υιοθετώντας κυρώσεις κατά της Τουρκίας, η οποία έως τότε ας μην ξεχνάμεότι είχε μια μακρά παράδοση συμμαχίας και επιρροής από τις ΗΠΑ.

Τώρα, τα καλά και συμφέροντα για τον πρόεδρο Τραμπ έχουν αντιστραφεί και τα κομπλιμέντα για τονΤαγίπΕρντογάν περισσεύουν, με τον ίδιο να λέει ότι «τον αγαπώ και με αγαπά και αυτός», κυρίως επειδή «κατάφερε κάτι που δεν είχε καταφέρει να κάνει κανείς σε 2.000 χρόνια. Πήρε τον έλεγχο της Συρίας». Για την αμερικανική κυβέρνηση, που φάνηκε ότι επιθυμούσε να απεμπλακεί πλέον στρατιωτικά από την περιοχή (έχοντας αφήσει τους Κούρδους της Συρίας στη μοίρα τους), η τουρκική στρατιωτική παρουσία στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία είναι πολλαπλά συμφέρουσα, καθώς η τελευταία θα λειτουργήσει πιθανότατα ως αμερικανικός βραχίονας στην περιοχή, αστυνομεύοντας τη νέα, διάδοχη κατάσταση και πρωταγωνιστώντας στην «επόμενη μέρα» της.Το νέο καθεστώς φαίνεται πως προέκυψε με τις ευλογίες του Ερντογάν και τυγχάνει της εμπιστοσύνης του. Ουσιαστικά, όλοι οι έμμεσα και/ή άμεσα εμπλεκόμενοι αποδέχθηκαν τον τουλάχιστον διττό– ρόλο του Ελ Τζολάνι – Αλ Σάραα, του νέουεπικεφαλής της Συρίας, ο οποίος συστήθηκε στα διεθνή φόρα και στον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο σε συμφωνία και μέσα από πρωτοβουλίες του Ερντογάν.

Παράλληλα, στο εσωτερικό της Τουρκίας ο πρόεδρος έκανε μια θεαματική πολιτική αναδίπλωση και, εκεί όπου καταδίωκε απηνώς –και όχι μόνο πολιτικά– τους Κούρδους πολιτικούς και πολίτες της χώρας, έκανε ένα άνοιγμα στην παλιά ηγεσία των Κούρδων και του PKK, και μέσω του Οτσαλάν ζήτησε μια «επανεκκίνηση» στις σχέσεις των Κούρδων της Τουρκίας με το τουρκικό κράτος, αλλά όχι μόνο. Μέσα από την αυτοδιάλυση του PKK, που ζήτησε και έλαβε ο Ερντογάν, αποδυναμώθηκε –τουλάχιστον για τώρα– η σύνδεσή τουPKKτόσο με το PYD, την κουρδική οργάνωση που ασκεί σημαντική πολιτική εξουσία στη Βορειοδυτική Συρία,όσο και με τους Κούρδους του Ιράν. Κατά κάποιον τρόπο, η κυβέρνηση Ερντογάν προσπάθησε (και γιατην ώρα πέτυχε) να αποδυναμωθεί το κοινό μέτωπο, κι έτσι να αποφύγει για άλλη μια φορά την όποια προοπτική για το Κουρδικό, είτε εντός είτε στα σύνορα της Τουρκίας, καθώς ελέγχει το παιχνίδι και εκτός συνόρων, ώστε να μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις υπέρ της.

Αν οι χειρισμοί της τουρκικής κυβέρνησης στη Συρία είχαν ως αποτέλεσμα την αμερικανική «ευμένεια», η τελευταία ενίσχυσε το προφίλ του Τούρκου προέδρου στην Ευρώπη, στη Ρωσία, αποδίδοντας πλέον στη χώρα έναν ρόλο που για χρόνια διεκδικούσε με πρωτοβουλίες που στο παρελθόν συχνά έπεφταν στο κενό, τώρα όμως η συγκυρία που προαναφέραμε τον καθιερώνει: τον ρόλο του σημαντικού περιφερειακού παίκτη, του ρυθμιστή της ευρύτερης περιοχής στην οποία βρίσκεται.

Σε αυτό το σημείο έχει ενδιαφέρον το πώς ο πρόεδρος Ερντογάν αντιλαμβάνεται το αυξημένο πολιτικό εκτόπισμα της χώρας του σε σχέση, για παράδειγμα, με την Ευρώπη: «Καθώς επανεξετάζουμε τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής Ασφαλείας και της Αμυντικής Βιομηχανίας, εξέφρασα τον αδιαπραγμάτευτο ρόλο της Τουρκίας στο μέλλον της Ευρώπης. Ήρθε η ώρα να ξεπεράσουμε τα πολιτικά εμπόδια και τις προκαταλήψεις που παρεμποδίζουν βαθύτερη συνεργασία σε όλους αυτούς τους τομείς. Διαφορετικά, η Ευρώπη δεν θα πετύχει τον αναγκαίο μετασχηματισμό και η ανταγωνιστικότητά της θα μειωθεί περαιτέρω». Άρα, κατά τον Τούρκο πρόεδρο,μάλλον η Ευρώπη έχει ανάγκη την Τουρκία και όχι το αντίστροφο, αλλά κυρίως η σχέση της Τουρκίας με την Ευρώπη θα είναι στα πεδία που αποφασίζει η πρώτη –και δη σε αυτά που αφορούν την ασφάλεια και την αμυντική βιομηχανία– και όχι σε κάποιον άλλο τομέα, λόγου χάρη σε αυτόν των δημοκρατικών θεσμών, των ανθρώπινων δικαιωμάτων κ.λπ. Αυτά έχουν υποβιβαστεί στο επίπεδο των εμποδίων που πρέπει να ξεπεραστούν, ενώ στις «προκαταλήψεις» σίγουρα εντάσσει ο πρόεδρος και τις ενστάσεις των κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου.

Είναι λοιπόν σαφές ότι, αν τα προηγούμενα χρόνια η Τουρκία βρισκόταν στον ευρωπαϊκό προθάλαμο και ζητούσε να μπει, χωρίς να θέτει σαφείς όρους για αυτή της την είσοδο, η συνθήκη αυτή έχει αλλάξει και πλέον τα «σημεία επαφής» που ζητά με την Ευρώπη είναι συγκεκριμένα και διακριτά, τέτοια που να εξυπηρετούν τον αυταρχικό τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται ο Τούρκος πρόεδρος αλλά και την αλλαγή πολιτικών και προτεραιοτήτων των περισσότερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Επ’ αυτού λοιπόν μπορούμε μόνο να πούμε ότι οι λόγοι ανησυχίας της ελληνικής και της κυπριακής κυβέρνησης είναι και πολλοί και βάσιμοι, καθώς όλα δείχνουν ότι η Τουρκία θα μετάσχει στο γενικό πλάνο του ReArmEurope, πράγμα που θα σημάνει περαιτέρω αύξηση της επιρροής και των διεκδικήσεών της έναντι όποιου θεωρήσει –έστω και ευκαιριακά– αδύναμο. Και καθώς οι ευρωπαϊκές αρχές και αξίες είναι σε συνεχή υποχώρηση τα τελευταία –πολλά– χρόνια, έχει γίνει δυστυχώς εμφανές ότι ακόμη και όσοι τις επικαλούνται ευκαιριακά το κάνουν ελλείψει άλλων, κατά τη γνώμη τους πιο ισχυρών, επιχειρημάτων.

Εδώ και καιρό ο πρόεδρος Ερντογάν «εξαργυρώνει» την αυξημένη του κινητικότητα στα διεθνή με ευχέρεια κινήσεων στο εσωτερικό της χώρας χωρίς διεθνείς συνέπειες και ουσιαστικές κυρώσεις, μεσταδιακή ενίσχυση της θέσης του εις βάρος της αντιπολίτευσης, των θεσμών, των ατομικών ελευθεριών κ.λπ. Αυτό έσπευσε να κάνει και πάλι με τη δρομολογούμενη αλλαγή του Συντάγματος, τώρα που νιώθει ισχυρός και η συγκυρία τον βοηθά. «Το κράτος είμαι εγώ», είναι σαν να δηλώνει ο Ερντογάνόταν εξηγεί ότι ανέθεσε «σε δέκα φίλους νομικούς» να ετοιμάσουν μεταρρυθμίσεις για το νέο Σύνταγμα, που θα είναι «πιο δημοκρατικό», υπό την έννοια μάλλον ότι θα του επιτρέπει και άλλη θητεία. Ήδη έχει υπαινιχθεί σε πρόσφατες κομματικές συγκεντρώσεις ότι, εφόσον είναι και λαϊκή βούληση,προτίθεται να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα. Άλλωστε, αν είχε κανείς αμφιβολίες επ’ αυτού, η φυλάκιση Ιμάμογλου κατέστησε παραπάνω από σαφείς τις προθέσεις του.