Κυριακή 2 Μαρτίου 2025

Modus operandi | του Γιώργου Τσίπη, αρχαιολόγου


-Θα προσπαθήσω, μέσα από τον δικό μου τρόπο και την δική μου συμμετοχή, να καταγράψω την αποτίμηση που κάνω για την επέτειο δύο χρόνων από το σιδηροδρομικό δυστύχημα, που μάτωσε για άλλη μια φορά την πανέμορφη κοιλάδα των Τεμπών. Οι φίλοι μου με παρακίνησαν να πάμε στην συγκέντρωση, που έγινε στην πρωτεύουσα του νομού όπου ζω. Δεν μπορώ να υπολογίσω πόσος κόσμος ήταν εκεί. Ήταν δηλαδή τόσος, που οπτικά δεν μπορούσε να υπολογιστεί. Σε τοπικό, αλλά και πανελλαδικό επίπεδο, θεωρώ σημαντικό βήμα την συνεννόηση των επιχειρηματιών, με στόχο να κλείσουν τα καταστήματά τους, σε ένδειξη όχι μόνο συμπαράστασης, αλλά και δυναμικότητας του κλάδου τους. Αυτή ήταν μια κίνηση που επικροτώ. Μου αρέσουν οι πράξεις, κυρίως δε αυτές που έχουν κόστος. Δεν μου αρέσουν όμως τα λόγια τα παχιά και τα μεγάλα.

-Από ένα σημείο και μετά, λοιπόν, στην συγκέντρωση για την επέτειο δύο χρόνων από το σιδηροδρομικό δυστύχημα που όλοι γνωρίζουμε, αισθάνθηκα σκουπίδι. Μας κάλεσαν σε μια εκδήλωση, προστρέξαμε, αλλά στο τέλος φεύγεις λιγότερο γεμάτος και περισσότερο άδειος. Επί δύο σχεδόν ώρες στεκόμασταν όρθιοι, κάποιους τους χτυπούσε κι από πάνω ο ήλιος καταπρόσωπο, υπήρχαν μικρά παιδιά που έκλαιγαν, κι όλο αυτό για να ακούσουμε καμιά σαρανταριά εκπροσώπους συνδικαλιστικών φορέων να λέει ο καθένας τα δικά του, φυσικά εκπορευόμενα από την ασφάλεια του μόνιμου δημοσίου υπαλλήλου οι περισσότεροι (ενώσεις εκπαιδευτικών, νοσοκομειακών, κλπ.). Ασυναρτησίες, πράγματα άσχετα ως έναν βαθμό με το θέμα της εκδήλωσης (όπως πχ. τα προβλήματα του κλάδου της εκπαίδευσης, που είναι φυσικά πολλά), και κυρίως αρκετές ακρότητες. Ακούσαμε από κάποιον ότι θα πρέπει, λέει, να αλλάξει το πολίτευμα (και αυτός ο κύριος ήταν εκπρόσωπος ενός κλάδου, δηλαδή θεσμικό πρόσωπο). Όχι βέβαια ότι το πολίτευμα δεν χρήζει βελτιώσεων, όμως η αλλαγή του είναι ένα κεφάλαιο με επικίνδυνες προεκτάσεις και πρωτίστως βαθιά υποκριτική στάση, όταν το αίτημα προέρχεται από όσους ευεργετήθηκαν από αυτό, στον μέγιστο δυνατό βαθμό.

-Αυτό όμως που με ανησυχεί περισσότερο είναι η διαρκής επένδυση σε έναν πολιτικό λόγο επιπέδου καφενείου (που συμβολίζεται εδώ με την λέξη “μπάζωμα”), όταν αυτός ο λόγος εκπορεύεται από πρόσωπα που θεωρούνται και είναι -μεταξύ άλλων- εκπαιδευτικοί, πολλοί δε εξ αυτών ηγούνται των κλαδικών τους σωματείων. Εκπροσωπούν δηλαδή τους κοινωνικούς εταίρους, συνδιαμορφώνουν πολιτικές και συνειδήσεις. Πρώτα-πρώτα, διαμορφώνουν τις συνειδήσεις των μαθητών τους, που οι περισσότεροι από αυτούς ήταν παρόντες στην συγκέντρωση. Τους έβαλαν μάλιστα μπροστά-μπροστά, για να φαίνεται ότι η νέα γενιά αποτελεί την προμετωπίδα αυτής της εκδήλωσης, ενώ στην ουσία είναι αυτή που θα βρει μπροστά της και θα πρέπει να λύσει ή έστω να διαχειριστεί όλα εκείνα τα οποία οι προηγούμενες γενιές άφησαν στην τύχη τους. Είναι τα ίδια ή και χειρότερα με αυτά που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η δική μου γενιά, επειδή οι προηγούμενοι από εμάς θεώρησαν ότι πρόοδος είναι να ζητάς την αλλαγή, αλλά να μην θέλεις να αλλάξεις ποτέ εσύ ο ίδιος.

-Προσωπικά, επειδή ακριβώς δεν έχω τέτοιο πρόβλημα, σηκώθηκα και πήγα στην συγκέντρωση, ενώ δεν είναι κάτι που ήθελα κατά βάθος να κάνω. Όχι φυσικά για το θέμα της εκδήλωσης, αλλά καθαρά για το κομμάτι της οργάνωσης και το είδος αυτό της αντίδρασης, που περισσότερο προσφέρει μια εκτόνωση και τίποτα παραπάνω. Λάθος. Προσφέρει και περίσσια ταλαιπωρία. Η εκδήλωση αυτή, τόσο για το δυστύχημα, όσο και για τα αιτήματα που το συνοδεύουν (τα οποία υποστηρίζω), θα μπορούσε να γίνει το πολύ σε μία ώρα, συνυπολογίζοντας και την πορεία (την οποία δεν ακολούθησα, καθώς αισθάνθηκα εντελώς ανασφαλής μέσα σε τόσο κόσμο, από την στιγμή που η ΕΛ.ΑΣ. δεν σχεδίασε διαδρόμους διαφυγής και γενικά είχε διακοσμητικό ρόλο). Αντ' αυτού, κράτησε τρεις ολόκληρες ώρες, από τις οποίες οι μισές ήταν αφιερωμένες σε λυσσαλέους πολιτικούς λόγους, από ανθρώπους που στην πλειονότητά τους είναι βολεμένοι στο δημόσιο. Μπορώ να αναφερθώ σε ονόματα, αλλά δεν θα το κάνω. Κάποιοι από αυτούς υπήρξαν δάσκαλοί μου στο σχολείο. Καμιά φορά, σκέφτομαι πόσο πολύ έπρεπε να προσπαθήσω, αργότερα, για να απομακρυνθώ από όλα αυτά που είδα και άκουσα, όσο ήμουν ανήλικος μαθητής. Όλα αυτά που μας καταδικάζουν στον μέσο όρο, στον οποίο και ανήκω.

-Αν λοιπόν ήταν ή δεν ήταν επιτυχημένη η όλη διαμαρτυρία, δεν είμαι αυτός που θα το πει. Αν ο Έλληνας είναι ευχαριστημένος με την καταπίεση που δέχθηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια και κυρίως με το γεγονός ότι δεν έκανε σχεδόν τίποτα. Αν είναι ευχαριστημένος με το να βγαίνει στον δρόμο μια φορά στα είκοσι χρόνια. Αν δέχεται να του μιλούν για αλλαγή, όλοι αυτοί που η ζωή τους είναι σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό τακτοποιημένη. Αν ο Έλληνας είναι σήμερα σε μια φάση που θεωρεί υγιές να στέκεσαι τρεις ώρες στον ήλιο, για να ακούσεις εμβατήρια και λόγια που αναπαράγουν υποσχέσεις άλλων εποχών, υποσχέσεις που κάποιοι έκαναν πράξη παρ' όλα αυτά, ενώ κάποιοι άλλοι δεν τις εκτίμησαν ποτέ (χρηματισμένοι ιατροί στο πλαίσιο του ΕΣΥ, επίορκοι αστυνομικοί και άλλοι που φέρουν το εθνόσημο, κλπ.). Ο Έλληνας, στο τέλος, θα αποφασίσει αν του ταιριάζει όλο αυτό. Οι μονοθεματικές αναγνώσεις, κυρίως αυτές που προέρχονται από τα συστημικά ΜΜΕ, του τύπου “ένα εκατομμύριο Έλληνες ζήτησαν απαντήσεις”, πέφτουν εύκολα στο κενό, έστω και εν μέρει, από την στιγμή που κανένας δεν μπορεί να μιλήσει εξ ονόματος τόσων πολλών ανθρώπων. Ειδικά τα συστημικά ΜΜΕ, που ξαφνικά κατάλαβαν τί είναι αυτό που θέλει ο Έλληνας, είναι ολοφάνερο ότι επιχειρούν μια αντίστροφη λογική, με την οποία είναι τώρα σε θέση να δείξουν ότι και καλά έχουν πιάσει τον παλμό.

-Στην περίπτωση που η ερώτηση είναι αν μας ένωσαν τα Τέμπη, η απάντηση μπορεί να είναι και ναι. Το σίγουρο είναι ότι ο καθένας πήγε στην συγκέντρωση για τους δικούς του λόγους, παρακινήθηκε δηλαδή από καθαρά προσωπικές ανάγκες. Αυτό λέει από μόνο του πολλά για τον τρόπο με τον οποίο υπάρχουμε, σκεφτόμαστε και αντιδρούμε. Δεν υπάρχει ή δεν φαίνεται να υπάρχει ένα συλλογικό διακύβευμα, πέρα από αυτή την ιστορία, ικανό να συμπαρασύρει ευρύτερες εξελίξεις. Η αλλαγή κυβέρνησης δεν προσμετράται σε αυτές τις εξελίξεις. Δεν είναι επίσης τυχαίο που μας ένωσαν τα Τέμπη και όχι κάποιο άλλο θέμα, γιατί είναι ο εαυτός μας που πρώτος ήρθε σε δύσκολη θέση, όταν κάναμε την σκέψη ότι θα μπορούσε αυτός να είναι στο τραίνο. Υπάρχει μια λεπτή διαφορά ανάμεσα στο πόσο λυπόμαστε και το πόσο φοβόμαστε. Δεν μας ένωσαν οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας, γιατί προφανώς δεν κινδυνεύει το δικό μας σπίτι. Δεν μας ένωσε η σφαγή στην Γάζα, αφού δεν πρόκειται για τα δικά μας παιδιά. Δεν μας ένωσε καν η καταστροφή του περιβάλλοντος, που είναι εκκωφαντικά εξόφθαλμη. Όλη αυτή η υπόθεση μπαίνει από εμένα σε έναν φάκελο με τίτλο “modus operandi της ελληνικής κοινωνίας”, κατ' επέκτασιν και της ελληνικής δημόσιας διοίκησης και δικαιοσύνης. Είναι ένα τρόπος με τον οποίο έχουμε μάθει να λειτουργούμε, που στην ιστορία αυτή, του δυστυχήματος και των όσων ακολούθησαν, φάνηκε όλη του η σαθρότητα. Είναι το ίδιο modus operandi που έχει αφήσει την υπόθεση Μεσχισβίλι στο απόλυτο σκοτάδι, όταν πολλοί στην Βέροια γνωρίζουν πολλά, αλλά από το 2006 μέχρι και σήμερα την συγκαλύπτουν όλοι μαζί και χωρίς κανένα προσωπικό κόστος. Η Βέροια μπορεί να θεωρεί ότι έστειλε το δικό της μήνυμα κατά της συγκάλυψης ευθυνών στο θέμα του δυστυχήματος των Τεμπών, αλλά τα δικά της παιδιά παραμένουν στην αφάνεια και οι ελπίδες τους καλά κλειδωμένες στα συρτάρια της.

Ο κ. Γ. Τσίπης έχει διατελέσει αιρετός τοπικός σύμβουλος νέων (ΤΟ.ΣΥ.Ν.) του πρώην δήμου Αντιγονιδών.