Εὐαγγέλιο: Λουκᾶς13:10-17
Ἡ θεραπεία τῆςσυγκύπτουσας γυναίκας
Στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε, εἴδαμε τὸν
Κύριο νὰ κάνει ἄλλο θαῦμα μέσα σὲ μία συναγωγή, ὅπου δίδασκε. Τὸ θαῦμα ἔγινεσὲ
γυναίκα, ἡ ὁποίαἐ πὶδεκαοκτὼ χρόνια δὲν μποροῦσενὰ σηκώσει τὸ κορμί της οὔτενὰ
κουνήσει τὸ κεφάλι της. Ἔμενε σκυμμένη.
Ὅπωςεἴπαμε, τὸθαῦμαἔγινε σὲ μία συναγωγή. Κάθε
ἑβδομάδαοἱἙβραῖοι συγκεντρώνονταν στὴσυναγωγὴ, γιὰνὰ προσεύχονται
καὶνὰμελετοῦντὴ Γραφή. ΣτὸνναὸτοῦΣολομῶντοςἀνέβαινανγιὰνὰ γιορτάσουν τὶς
μεγάλες γιορτές, ἀλλὰσὲ κάθε πόλη, ἀκόμηκαὶτοῦἐξωτερικοῦ, ὅπουὑπῆρχεἑβραϊκὴ
παροικία, ἔκτιζαντὴ συναγωγή. Σὲ μία, λοιπόν, συναγωγὴ δίδασκε ὁ Χριστός, ἡμέρα
Σάββατο. Αὐτὴ ἡ ἡμέραἦτανἀφιερωμένηστὸν Θεό, σύμφωνα μὲτὴνἐντολὴτοῦΘεοῦ.
ὍμωςσὲαὐτὴντὴνἐντολὴοἱΦαρισαῖοι πρόσθεσαν δικές τους διατάξεις,
ποὺδὲνἀπηχοῦσαντὸπνεῦματοῦ νόμου, ἀλλὰ φόρτωναν τὸν κόσμο μὲβαρειὰ φορτία,
δυσβάστακτα.
Μέσα στὴσυναγωγὴποὺ δίδασκε ὁ Ἰησοῦςὑπῆρχε μία
γυναίκα, ἡ ὁποίαἐξαἰτίαςπονηροῦ πνεύματος ἦταν καμπουριασμένη καὶδὲνμποροῦσε,
ὅπωςεἴπαμε, νὰ σηκώσει τὸ κεφάλι της μέχρι πάνω. Ἦτανσυνεχῶς σκυμμένο καὶδὲντὸκουνοῦσε
καθόλου. Παρὰτὸ πρόβλημά της, ἦλθεστὴσυναγωγὴγιὰνὰπροσευχηθεῖκαὶνὰἀκούσειτὴ
διδασκαλία τοῦ νόμου. Ὁ Ἰησοῦςτὴν πρόσεξε. Τὴ φώναξε καὶτῆςεἶπε: “Γυναίκα,
εἶσαιἀπελευθερωμένηἀπὸτὴνἀσθένειά σου”. Ὄχι μόνο τῆς μίλησε, ἀλλὰκαὶἔβαλετὰ
χέρια Του πάνω της. Τὴνἄγγιξε. ὩςΘεὸςτὴ θεράπευσε μὲτὸν λόγο Του·
ὡςἄνθρωποςμὲτὰ χέρια Του. Ἀμέσως ἡ γυναίκα ἀπελευθερώθηκεἀπὸτὴνκαταδυναστείατοῦ
διαβόλου καὶἐπανέκτησετὴνὄρθια στάση τοῦ σώματος.
Ἀλλὰ ὁ ἀρχισυνάγωγοςἐνοχλήθηκε. Ἀγανάκτησε
γιατί ἦταν Σάββατο, ὅτανἔγινετὸθαῦμα. Ἀντὶνὰχαρεῖποὺ μία δυστυχισμένη γυναίκα
βρῆκετὴνὑγεία της, δείχνει τὴ δυσφορία του. Δὲντολμᾶνὰἀπευθυνθεῖἀπ’
εὐθείαςστὸνἸησοῦ. Στρέφεται πρὸςτὰ μέλη τῆςσυναγωγῆςκαὶτοὺς λέγει: “Στὴ διάθεσή
σας ἔχετεἕξιἡμέρες, κατὰτὶςὁποῖες πρέπει νὰἐργάζεσθε. Αὐτές, λοιπόν,
τὶςἡμέρεςνὰἔρχεσθεκαὶνὰ θεραπεύεσθε· ὄχιτὴνἡμέρατοῦ Σαββάτου”. Ὁ Κύριος
δὲνἀφήνειἀναπάντητηαὐτὴντὴναἰχμὴτοῦἀρχισυναγώγου. Τὸνἀποκαλεῖὑποκριτή, γιατί ἡ
θεοσέβειά του ἦτανἐπίπλαστη. Λέγει αὐτὸποὺ γινόταν στὴν καθημερινότητα
τῶνἀνθρώπων. Ὁ καθένας τὸ Σάββατο δὲν λύνει τὸ βόδι ἢ τὸνὄνοἀπὸτὸπαχνὶκαὶδὲντὸ
πηγαίνει νὰτὸ ποτίσει; Tὸ Σάββατο ἁγιάζεταιμὲτὸνὰ διακόψουν κάθε
ἔργοὑλικὸκαὶνὰἀφοσιωθοῦνστὰπνευματικὰἔργα. Ἐφ’ ὅσον, λοιπόν, κάνουν τέτοια
ἔργαὑλικὰτὴνἡμέρατοῦ Σαββάτου, “αὐτὴ ἡ θυγατέρα τοῦἈβραάμ, ποὺ ὁ σατανᾶςἔδεσεμὲτὴνἀρρώστια,
δὲνἔπρεπενὰλυθεῖἀπὸτὸ δέσιμό της τὴνἡμέρατοῦ Σαββάτου;”. Προφανῶςαὐτὴ ἡ γυναίκα
ἦτανἙβραία. Ὁ δὲ Κύριος, μὲὅσαεἶπε, ξεσκέπασε τὴνὑποκρισίατοῦἀρχισυναγώγου.
Τιμᾶτὴνἐντολὴτοῦ νόμου αὐτὸςποὺ πηγαίνει γιὰ πότισμα τὸ βόδι ἢ τὸνὄνοκαὶὄχιαὐτὸςποὺβοηθᾶτὸνἄνθρωπο;
Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἦτανἀφορμὴνὰντροπιασθοῦνὅσοιἦσανμὲτὸ μέρος τοῦἀρχισυναγώγου,
ὅσοιἦσανἀντίθετοιμὲτὸνἸησοῦ. Ἀντίθετα ὁ ἁπλὸςλαὸς χαίρονταν
γιὰὅλατὰθαυμαστὰἔργα, ποὺἔκανε ὁ Ἰησοῦς.
Ἡ ὑποκρισίατοῦἀρχισυναγώγου, τὴνὁποίαἐλέγχει ὁ
Κύριος, εἶναι μεγάλο μάθημα γιὰὅλουςἐμᾶς. Ὁ Χριστὸςδὲν κατηγόρησε μόνον
αὐτὸντὸνἀρχισυνάγωγοὡςὑποκριτή. Προπάντων τοὺς φαρισαίους ἤλεγξεγιὰτὴνὑποκρισία
τους. Ὁ Φαρισαῖος… Ὁ τύπος τοῦἀνθρώπουποὺ συγκεντρώνει τὴν ψεύτικη,
τὴντυποκρατικὴκαὶἐγωκεντρικὴ θρησκευτικότητα σὲβαθμὸἐξαιρετικό. Εἶναι ἡ
ἐνσάρκωσηαὐτῆςτῆς θρησκευτικότητας. Γνωρίζουμε ὅλοιποιόςὑπῆρξε ὁ κύριος
πολέμιος τῆςὑποκρισίαςτοῦ φαρισαίου. Ὁ Χριστός. Εἶναιὅμωςκαὶγνωστὸποῦ κατέληξε
αὐτὸς ὁ πόλεμος: ΣτὸνΓολγοθᾶ, στὸν Σταυρό. Ἀλλὰἔχουμε προσέξει ὅτι, ἐνῶμετὰἀπὸτὸνΣταυρὸἀκολούθησε
ἡ Ἀνάσταση, ἡ Πεντηκοστή, ἡ διάδοση τοῦΕὐαγγελίου, ὁ ἡττημένοςφαρισαῖος
κατάφερε νὰ κάνει πάλι τὴνἐμφάνισή του· ὄχιὡς σταυρωτής, ἀλλὰὡς μαθητής·
νὰεἰσχωρήσειστὸν δικό μας χῶροκαὶνὰ προσπαθήσει νὰ περάσει μέσα μας τὴ νεκρή,
τὴνἀποστεωμένη θρησκευτικότητά του;
Ὁ ὑποκριτὴςἀλλάζειπολλὰ πρόσωπα, γιατί τὸ δικό
του τὸἔχει χάσει. Ὅταν, μάλιστα, πέφτουν οἱ μάσκες, τότε
ἀποδεικνύεταιποιόςεἶναι. Εἶναισὰνἐκεῖνοτὸ χαριτωμένο ἐπεισόδιοποὺἀναφέρει ὁ
ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ἀδελφὸςτοῦ Μ. Βασιλείου. Κάποιος εἶχεἐξασκήσειἕναν
πίθηκο νὰ χορεύει καὶνὰ φέρεται σὰνἄνθρωπος. Τὸνεἶχε ντύσει
μὲροῦχαἀριστοκράτηκαὶτοῦεἶχε βάλει μάσκα ἀνθρώπινη. Ὅλοι νόμιζαν ὅτι πρόκειται
γιὰμικρὸἀνθρωπάκι, ὅπωςτὸνἔβλεπαννὰ χορεύει. Κάποιος ὅμωςἀπὸτοὺςθεατὲςποὺ
κατάλαβε περί τίνος πρόκειται, εἶπε: Τώρα θὰδεῖτεὅτιδὲν πρόκειται γιὰἄνθρωπο,
ἀλλὰγιὰ πίθηκο. Πέταξε ἀμύγδαλα πάνω στὴ σκηνή. Τὸζῶο παράτησε τοὺς χορούς,
ἔσχισετὴ μάσκα, γιατί τὸἐμπόδιζε, καὶὅρμησεστὰἀμύγδαλα, γιὰνὰτὰ φάει. Ἔτσι,
λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, εἶναικαὶοἱὑποκριτές. Μόλις ἐμφανισθεῖτὸ συμφέρον τους,
λησμονοῦντὸνἐπιφανειακὸἀνθρωπισμό τους καὶἀποδεικνύονται κτήνη.
Οἱὑποκριτὲςεἶναιοἱἠθοποιοὶτῆς θρησκείας. Μόλις
τοὺς πλησιάσεις καὶτοὺς θίξεις κάποιο συμφέρον, ποὺεἶναιἀσήμαντο, μόλις
προκαλέσεις λίγο τὸνἐγωισμό τους, τότε ἀποδεικνύονται πόσο καλοὶἠθοποιοὶεἶναι.
Ἀλλὰ ὁ Θεὸς γνωρίζει καὶἀποκαλύπτειτοὺςὑποκριτές, τὴν ψεύτικη εὐσέβειά τους.
Δὲνεὐαρεστεῖταισὲαὐτούς. Οἱὑποκριτὲςἔχουν μόνον τὴμορφὴτῆςεὐσέβειας.
Αὐτοδικαιώνονται. Λέγουν πολλά, ἀλλὰδὲν κάνουν τίποτε. ΦαινομενικὰεἶναιζηλωτὲςστὰτοῦΘεοῦ.
Κατ’ οὐσίανεἶναιψυχροὶκαὶἀδιάφοροι.
Ὅμως ὁ Κύριος, ἀγαπητοί μου,
δὲνἦλθεγιὰνὰἀποκαλύψειτὴνὑποκρισίατῶνἀνθρώπων. Ἦλθεστὴγῆ, ἐνανθρώπησε,
γιὰνὰἀνυψώσειτὴ «συγκύπτουσα» ἀνθρωπότητα· τὸἀνθρώπινο γένος
ποὺἀποστάτησεἀπὸτὸν Θεό, γιατί θέλησε νὰ σηκώσει κεφάλι, καὶ γι’ αὐτὸ κύρτωσε.
Ὁ ἄνθρωποςδὲν μπόρεσε ποτὲνὰὑψώσειτὸνἑαυτό του ἀπὸαὐτὸτὸ κύρτωμα. Τὰ πάθη
τὸνκρατοῦσαν δέσμιο καὶδὲντὸνἄφηναννὰσηκωθεῖπαντελῶς. Ἀλλὰἦλθε ὁ Λυτρωτής,
πλησίασε τὴν κυρτωμένη ἀνθρωπότητα, τὴνἄγγιξεμὲτὰ σταυρωμένα χέρια Του,
ἔδειξεὅλητὴ συμπάθεια καὶτὴν τέλεια ἀγάπη Του. Ἡ ἀνθρωπότητα “λύνεται” πλέον
ἀπὸτὴνἀσθένειά της, τὴνἁμαρτία.
Γι’
αὐτὸ πλέον ὁ ἄνθρωπος, ποὺ σώζεται, ἀγωνίζεταινὰ μένει ὄρθιος· νὰμὴτὸν ρίξει
πάλι κάτω τὸπονηρὸπνεῦματῆς “ἀσθενείας” του· ἀλλὰ σωζόμενος πλέον
νὰδοξολογεῖτὸνΣωτῆρα του, στὸνὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμὴκαὶ προσκύνηση
εἰςαἰῶναςαἰώνων. Ἀμήν.
ἘκτῆςἹερᾶς Μητροπόλεως