Τo Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ διοργάνωσε,την Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου, εκδήλωση με θέμα «Η εργασία σήμερα: Για μια προοδευτική πρόταση» στην αίθουσα «Γεώργιος Καράντζας» της ΕΣΗΕΑ.
Στην εκδήλωση συμμετείχαν η ΜαρίαΚαραμεσίνη, καθηγήτρια Οικονομικών της
Εργασίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, πρ. Πρόεδρος και Διοικήτρια του ΟΑΕΔ και
μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του ΕΝΑ, ο ΛόηςΛαμπριανίδης, οικονομικός
γεωγράφος, αφ. καθηγητής του ΠΑΜΑΚ και μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου ΕΝΑ,
και οι δικηγόροι-εργατολόγοιΔιονύσηςΤεμπονέρας και ΚώσταςΤσουκαλάς. Τη συζήτηση
συντόνισε η δημοσιογράφος της Εφημερίδας των Συντακτών ΧριστίναΚοψίνη.
«Το σημερινό εργασιακό μοντέλο παράγει κοινωνικά και οικονομικά
αδιέξοδα»
Όπως επισήμανε η Μαρία Καραμεσίνηστην εισήγησή της, «η ανεργία και η
απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων επί Μνημονίων και επί κυβερνήσεων Μητσοτάκη
έχουν διαμορφώσει και εδραιώσει ένα νέο εργασιακό μοντέλο φθηνής και ευέλικτης
εργασίας και εξατομικευμένων εργασιακών σχέσεων», το οποίο έχει οδηγήσει σε ένα
κύμα φτωχοποίησης των μισθωτών, που βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη.
Σύμφωνα με τη Μ. Καραμεσίνη, «το εργασιακό μοντέλο είναι δομικό στοιχείο
ενός αναπτυξιακού μοντέλου και θα πρέπει να είναι το κομβικό στοιχείο
διαφοροποίησης μεταξύ νεοφιλελεύθερων/συντηρητικών και προοδευτικών δυνάμεων».
Καθώς το σημερινό εργασιακό μοντέλο «παράγει κοινωνικά και οικονομικά
αδιέξοδα», υπάρχουν, όπως υποστήριξε η εισηγήτρια,«περιθώρια για την πειστικότητα
μιας εναλλακτικής αναπτυξιακής πρότασης, βασισμένης σε ένα διαφορετικό
εργασιακό μοντέλο, που θα πρέπει να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς μισθούς και εργασία
με δικαιώματα και να ενθαρρύνει τη συλλογική οργάνωση και δράση των μισθωτών».
Σε μια προσπάθεια να σκιαγραφήσει τους βασικούςάξονες μιας προοδευτικής
πρότασης για την εργασία, η Μ.Καραμεσίνηέθεσε ως προτεραιότητα τη ριζική
αναμόρφωση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την ενίσχυση της
διαπραγματευτικής δύναμης των συνδικάτων, καθώς, όπως υποστήριξε, «χωρίς
αυτήδεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική αύξηση μισθών και βελτίωση των εργασιακών
σχέσεων». Η ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας για τους αξιοπρεπείς μισθούς
αποτελεί, κατά την εισηγήτρια, «ευκαιρία για μια τέτοια διεκδίκηση από την πλευρά
του συνδικαλιστικού κινήματος και για την εκδίπλωση μιας ολοκληρωμένης πρότασης
από την πλευρά της Αριστεράς και των προοδευτικών δυνάμεων γενικότερα».
Επιπλέον, αναγκαίες, κατά τη Μ. Καραμεσίνη, είναι η επαναφορά του 13ου
και 14ου μισθού στο δημόσιο και γενναίες μισθολογικές αυξήσεις και κίνητρα για
υψηλής ειδίκευσης προσωπικό σε κρίσιμους τομείς, η επαναρρύθμιση και μείωση του
χρόνου εργασίας, η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου για τη σεξουαλική παρενόχληση
στην εργασία, ο ριζικός ανασχεδιασμός του θεσμικού πλαισίου για την υγεία και
ασφάλεια στην εργασία, η καταπολέμηση της εικονικής εργολαβίας, η αναβάθμιση
της Επιθεώρησης Εργασίας, ο επανασχεδιασμός των ενεργητικών πολιτικών
απασχόλησης κ.ά.
«Αλλαγή παραγωγικού υποδείγματος - Αναπτυξιακό κράτος - Οικονομία υψηλής
προστιθέμενης αξίας»
O ΛόηςΛαμπριανίδηςεπισήμανε στη δική του εισήγηση ότι «η χώρα έχει από
καιρό υιοθετήσει πολιτικές που οδηγούν σε κακές συνθήκες εργασίας και
περιορισμένη ζήτηση για εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, με αποτέλεσμα να
οδηγείται σε έναν φαύλο κύκλο υπανάπτυξης». Όπως υποστήριξε, «για να ξεφύγει
από αυτά τα προβλήματα, πρέπει να δημιουργήσει ένα ισχυρό αναπτυξιακό κράτος
και να επιδιώξει τη μετάβαση σε μια οικονομία υψηλής προστιθέμενης αξίας».Πιο
συγκεκριμένα,ο Λ. Λαμπριανίδης υπογράμμισε ότι «είναι απαραίτητη η διαμόρφωση
ενός σταθερού πολιτικού συσχετισμού παραγωγικών και κοινωνικών δυνάμεων, ικανών
να ηγεμονεύσουν μακροπρόθεσμα και να επιβάλουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις σε
κρίσιμα ζητήματα». Στο πλαίσιο αυτό, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στα ακόλουθα
ζητήματα:
Πρώτον, τόνισε την ανάγκηαλλαγής του παραγωγικού υποδείγματος«με στόχο
τη σταδιακή αύξηση της προστιθέμενης αξίας των παραγόμενων προϊόντων και
υπηρεσιών, τη μείωση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, την ενίσχυση
και αναβάθμιση των ΜμΕ, την επαναφορά του δημόσιου ελέγχου σε στρατηγικούς
τομείς, την οικολογική αειφορία, την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος
και του braindrain, την ενίσχυση του κράτους δικαίου και το κτύπημα των καρτέλ
και της ολιγαρχίας».
Δεύτερον, επισήμανετην ανάγκη διαμόρφωσης ενόςαναπτυξιακού κράτους που
θα«διαθέτει “ενσωματωμένη αυτονομία”, θα είναι δηλαδή συνδεδεμένο με το
δημιουργικό κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, διατηρώντας θεσμοθετημένα κανάλια
επικοινωνίας με την κοινωνία, ώστε να χαράζει στοχευμένες αναπτυξιακές
πολιτικές (industrialpolicies), ενώ ταυτόχρονα θα είναι αυτόνομο από
αντιαναπτυξιακές παρεμβάσεις ολιγαρχικών συμφερόντων».
Τρίτον, σε σχέση με την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος και
την κάλυψη των κενών στην αγορά εργασίας, υπογράμμισε ότι χρειάζεται μια
ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική, η οποία«δεν πρέπει να στηρίζεται μόνο στα
τρέχοντα αιτήματα της προβληματικής οικονομικής δομής, αλλά να εντάσσεται σε
μια στρατηγική δόμησης νέων συγκριτικών πλεονεκτημάτων», προκειμένου «η χώρα να
μπορέσει να προσελκύσει μετανάστες με δεξιότητες, που θα συμβάλουν στη μετάβαση
σε μια οικονομία βασισμένη στη γνώση».
«Έναρξη διαλόγου των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων με τοταυτοτικό
ζήτημα της εργασίας»
Ο Διονύσης Τεμπονέραςυπογράμμισε στην εισήγησή του την ανάγκη «να
ανοίξει ένας διάλογος μεταξύ των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων ο οποίος
μπορεί να βοηθήσει μια κοινωνική πλειοψηφία που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο
περιθώριονα αντιδράσει και να περάσει από μια παθητική στάση σε αυτή της
ενεργητικής αντίστασης», συμπληρώνοντας ότι ένας τέτοιος διάλογος δεν μπορεί
παρά να αρχίσει από ένα «ταυτοτικό ζήτημα, όπως αυτό της εργασίας».
Ο Δ. Τεμπονέραςπαρέθεσε στη συνέχεια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της
ελληνικής οικονομίας που συνδέονται με την καθήλωση της εργασίας: μεγέθυνση της
οικονομίας με βάση κυρίως την κατανάλωση και με μία βίαιη αναδιανομή εις βάρος
του κόσμου της εργασίας· εξαιρετικά χαμηλές επενδύσεις· τεράστια ελλείμματα σε
έρευνα και ανάπτυξη· η χώρα έχει φτάσει να έχει τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη
σε ολόκληρη την ΕΕ· το εισόδημα λεηλατείται τα τελευταία χρόνια από τους
τεράστιους έμμεσους φόρους·το πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας, παρά τη μείωσή του
την τελευταία δεκαετία· τεράστιες ανισότητες, τόσο φυλετικές όσο και
περιφερειακές· πλήρης απορρύθμιση του συστήματος των συλλογικών
διαπραγματεύσεων.
Σκιαγραφώντας τα βασικά σημεία μιαςπροοδευτικής απάντησης για την
εργασία, ο Δ. Τεμπονέρας τόνισε ότι «πρέπει να περάσουμε σε ένα στάδιο
ανατροπής των μνημονιακών ρυθμίσεων που επιβλήθηκαν στη χώρα και παραμένουν
ακόμα σε ισχύ», κάνοντας λόγο γιανέα διαστρωμάτωση στον κόσμο της
εργασίας,καθώς«αναδύεται ένα νέο κοινωνικό στρώμα, αυτό της επισφάλειας
(πρεκαριάτο)», έναντι της οποίας χρειάζεται ένα«άμεσο δίχτυ προστασίας».Εν
συνεχεία, ο Δ. Τεμπονέρας υπογράμμισε την ανάγκηαποκατάστασης του απεργιακού
δικαιώματος, καθώς καιάμεσης επαναφοράς του συστήματος των συλλογικών
διαπραγματεύσεων, της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης και του καθορισμού
του κατώτατου μισθού από τους λεγόμενους κοινωνικούς ανταγωνιστές.
Επιπροσθέτως,αναφέρθηκεστη σημασία ύπαρξης ενός ισχυρούΣώματος Επιθεώρησης
Εργασίας«σε συνθήκες κοινωνικής λογοδοσίας», με στελέχωση και ψηφιακά μέσα,
καθώς καιστο κρίσιμο ζήτημα τόσο της άμεσης επίλυσης των εργασιακών διαφορών με
επαναφορά της συζήτησης για εργατοδικεία, όπως σε άλλες χώρες,όσο και της
αναθεώρησηςτου νομοθετικού πλαισίου γιατο χρόνο εργασίας, ο οποίος στην Ελλάδα
αυξάνεται, τη στιγμή που στο εξωτερικό βρίσκεται υπό δοκιμή η μείωσή του. Ο Δ.
Τεμπονέραςτόνισε, τέλος, την κρισιμότητα της καταπολέμησης της εισφοροδιαφυγής
και της εισφοροαποφυγής, επισημαίνοντας ότι οι μεγάλοι παραβάτες είναι οι
μεγάλες επιχειρήσεις, καλώντας «σε εναντίωση απέναντι στο μεγάλο κεφάλαιο και
σε μεγάλους ομίλους» οι οποίοι προχώρησαν σε«εγκατάσταση στη χώρα συγκεκριμένων
εργασιακών σχέσεων».
«Να συγκλίνουν κοινωνικές δυναμικές και να διαμορφωθούν εκ νέου
κοινωνικές συμμαχίες»
Ο Κώστας Τσουκαλάς επισήμανε στην εισήγησή του ότι«το κοινωνικό
κεκτημένο της Μεταπολίτευσης ήταν ότι για πρώτη φορά εφαρμόστηκαν πολιτικές
ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας, μέσα από τις οποίες μεγάλο μέρος της
κοινωνίας μπόρεσε, ανεξάρτητα από την κοινωνική και οικονομική καταγωγή του, να
εξελιχθεί οικονομικά και να τολμήσει να αγγίξει ένα όνειρο ευημερίας». Την
τελευταία δεκαπενταετία ωστόσο σημειώθηκε, όπως υποστήριξε, «ένα μεγάλο
πισωγύρισμα με «πολιτικές που επιβλήθηκαν από το εξωτερικό και τις οποίες
αξιοποίησαν ελίτ εντός της χώρας», ενώ «από το 2019 και μετά βιώνουμε ένα
εσωτερικό Μνημόνιο, μια συνολική πολιτική υποτίμησης της εργασίας».Ο Κ.
Τσουκαλάς αναφέρθηκε σε «μεγάλες αλλαγές στον τρόπο διεκδίκησης των συνδικάτων,
που οδήγησαν σε αδυναμία το συνδικαλιστικό κίνημα», το οποίο, όπως υπογράμμισε,
σήμερα μοιάζει δυσφημισμένο και απαξιωμένο, «ενώ, όταν δεν έχει εργαλεία για να
αντιπαρατεθεί, είναι πολύ πιο δύσκολο να δώσει αυτές τις μάχες».Εξού και «το
πρώτο που πρέπει να αλλάξει με μια πολιτική αλλαγή στη χώρα» είναι, όπως
είπε,«το θεσμικό πλαίσιο, για να μπορούμε να έχουμε συνδικάτα που να μπορούν να
πετυχαίνουν πράγματα».
Συνεχίζοντας, ο Κ. Τσουκαλάς έκανε λόγο για «κυβερνητική πολιτική φθηνής
εργασίας και χαμηλής παραγωγικότητας», γιαένα μοντέλο που είναι βασισμένο
κυρίως στην υψηλή κατανάλωση και όχι στις επενδύσεις, ένα «παραγωγικό μοντέλο
μονοκαλλιέργειας, κατακερματισμένο κυρίως στον τουρισμό και στο realestate»,
που αυξάνει τις ανισότητες. Έτσι, ενώ «το 2012 και το 2015 η χώρα βίωνε μια
γενικευμένη υποτίμηση και δεν παρήγαγε πλούτο, σήμερα παράγει πλούτο, αλλά
αυτός διανέμεται, με ευθύνη της κυβέρνησης, πάρα πολύ άνισα και μέσα από τις
εργασιακές σχέσεις».Όπως υπογράμμισε ο Κ. Τσουκαλάς, «η πιο μεγάλη μεταρρύθμιση
στην εργασία περνά μέσα από την εκπαίδευση», ωστόσο στην Ελλάδα «είμαστε
ουραγοί ως εργατικό προσωπικό σε θέματα τεχνητής νοημοσύνης και ρομποτικής, δεν
εκπαιδεύουμε το προσωπικό μας».
Κατά τον εισηγητή, απαιτείται ένα «κοινωνικόσυμβόλαιο» στο πλαίσιο του
οποίου «οι επιχειρήσεις θα κερδοφορούν, όμως θα πληρώνουν φόρους, για να έχουμε
κοινωνικό κράτος, και ο κόσμος της εργασίας θα έχει το μέρισμα που του αναλογεί
στο αποτέλεσμα της οικονομικής ανάπτυξης». Για να γίνει όμως αυτό,«πριν συγκλίνουν δυνάμεις ή
πρόσωπα», το βασικό είναι, όπως υποστήριξε,«να συγκλίνουν κοινωνικές δυναμικές,
κοινωνικά συμφέροντα, να διαμορφωθούν εκ νέου κοινωνικές συμμαχίες. Ο κόσμος
της εργασίας, της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, των επιστημόνων, των
αγροτών, η νέα γενιά κυρίως, όλα αυτά θέλουν μία συμμαχία». Αν δεν διαμορφωθεί
«μια κοινωνική συμμαχία με συνείδηση αυτού, μια ταυτοποίηση συλλογική», δεν
είναι εύκολο, κατά τον Κ. Τσουκαλά,«να συμπτυχθούν τα κοινά συμφέροντα σε μία
κοινή κοινωνική συμμαχία, που ένα πολιτικό υποκείμενο θα έρθει να
εκφράσει».
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης παρεμβάσεις, με σύντομες τοποθετήσεις,
έκαναν εκπρόσωποι συνδικαλιστικών φορέων, μεταξύ των οποίων ο γενικός
γραμματέας της ΓΣΕΕ Νίκος Φωτόπουλος, ο πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της
ΑΔΕΔΥ Δημήτρης Μπράτης, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτρης
Βερβεσσός, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συνδικάτων Μεταφορών Ελλάδας Θέμης Αμπλάς
και ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος-Ακροάματος Κώστας
Κεχαγιόγλου. Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν και οι πρώην υπουργοί ΈφηΑχτσιόγλου,
Νίκος Φίλης και Παναγιώτης Κουρουμπλής.
Η εκδήλωση σε βίντεο: https://youtu.be/r3VfF8v7NNo?si=qGK4TtWi1LyWOvPG