Ο δημοσιογράφος,πολιτικός επιστήμονας και
βουλευτής του νομού της μονοεδρικήςΠεριφέρειας Ευρυτανίας με το κόμμα της Νέας
Δημοκρατίας Παύλος Μπακογιάννης αναδείχθηκε για την πολυσχιδή δράση του τόσο
στην πολιτική όσο και στη συγγραφή βιβλίωναλλά και τη δημοσιογραφία στην Ελλάδα
και στη Γερμανία.
Από τον Νοέμβριο 1985 έως τον Δεκέμβριο 1986
ήταν πολιτικός σύμβουλος του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη κι από τους πρωτεργάτες της πολιτικής του κόμματος για την εθνική
συμφιλίωση.
Εξελέγη βουλευτής το 1989 στον νομό Ευρυτανίας
και ακολούθησε η Κυβέρνηση Τζαννετάκη, στον σχηματισμό της οποίας έλαβε
ενεργό ρόλο, ως διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και του Συνασπισμού.
Ο Παύλος Μπακογιάννης δολοφονήθηκε στις 26
Σεπτεμβρίου 1989, την ημέρα που η Βουλή επρόκειτο να αποφασίσει αν θα παρέπεμπε
τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Σκοπό του αποτελούσε η επιτυχία του
εγχειρήματος συγκυβέρνησης Αριστεράς και Δεξιάς. Για τους ίδιους λόγους ήταν
εισηγητής, εκ μέρους της Ν.Δ., του νομοσχεδίου για την απάλειψη των συνεπειών
του εμφυλίου πολέμου που υπερψηφίστηκε και έγινε Νόμος το καλοκαίρι του 1989.
Η εθνική συνεννόηση ήταν απολύτως μέσα στο
πνεύμα του Μπακογιάννη, που μερικές εβδομάδες πριν την δολοφονία του εισηγήθηκε
ως βουλευτής της ΝΔ το νομοσχέδιο για την απάλειψη των συνεπειών του εμφυλίου
πολέμου.
Ο τότε Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με ομιλία του στη βουλή, εμφανώς συγκινημένος έκανε
λόγο για «πολιτική δολοφονία» αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Να είναι το αίμα
του Παύλου Μπακογιάννη το τελευταίο αίμα που χύνεται άδικα σε αυτό τον τόπο».
Ως πολιτικός θεωρούνταν ήπιος και συναινετικός. Θεωρούσε
επιβεβλημένη την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών, την επούλωση των πληγών
του Εμφυλίου και του Διχασμού και την Εθνική Συμφιλίωση.
Άξιο παράδειγμα μίμησης και προτύπου πολιτικού αλλά και ανθρώπου ο Παύλος Μπακογιάννης υπηρέτησε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας με
αυταπάρνηση και μόνο περηφάνια μπορεί να νιώθει κανείς για αυτόν τον ήρωα της
παράταξης.