Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024

Μάθημα 25ο| Ὁ προφήτης Ἠλίας προλέγει τὸν θάνατο τοῦ βασιλέως Ὀχοζίου (Βασ. Δ΄. 1,1-18δ)

Ἐπαναλαμβάνω ὅτι ἀπὸ τὸν στίχο 41 μέχρι τὸ τέλος τοῦ κεφαλαίου, καὶ τέλος τοῦ βιβλίου Βασιλειῶν Γ΄, ἀναφέρεται περιληπτικὰ καὶ σύντομα ἡ βασιλεία τοῦ Ἰωσαφὰτ στὴν περιοχὴ τοῦ Ἰούδα, καὶ τοῦ Ὀχοζίου υἱοῦ τοῦ Ἀχαὰβ στὸ βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ.

Πρέπει νὰ τονισθῆ ὅτι ὁ Ὀχοζίας ὄχι μόνον ἀκολούθησε τὸν πατέρα του στὴν λατρεία τοῦ Βαάλ, ἀλλὰ καὶ ἀπομακρύνθηκε ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.  Μὲ τὴν ἀρχὴ τοῦ βιβλίου Βασιλειῶν Δ΄ θὰ δοῦμε τὴν συνέχεια γιὰ τὸν προφήτη Ἠλία, στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ὀχοζίου. Γιὰ μᾶς τὸ κύριο πρόσωπο θὰ παραμένη νὰ εἶναι ὁ Προφήτης Ἠλίας. Αὐτὸ μᾶς ἐνδιαφέρει.

Κεφάλαιο Α΄ ἀπὸ τὸ βιβλίο Δ΄ Βασιλειῶν

Δ΄. Βασ. 1,1 Καὶ ἠθέτησε Μωὰβ ἐν Ἰσραὴλ μετὰ τὸ ἀποθανεῖν Ἀχαάβ.

Δ΄. Βασ. 1,1 Μετά τὸν θάνατο τοῦ Ἀχαὰβ οἱ Μωαβῖτες ἀθέτησαν τὴν συνθήκη ὑποτελείας των, ποὺ εἶχαν συνάψει μὲ τοὺς Ἰσραηλῖτες.

Θὰ σημειώσω ἐξ ἀρχῆς ὅτι οἱ Μωαβῖτες ὑποτάχθηκαν ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλῖτες καὶ στὰ χρόνια τῆς βασιλείας  τοῦ Δαβίδ, ἀλλὰ κατάφεραν νὰ ἀποτινάξουν τὸν ζυγὸ δουλείας. Ὅμως ὑποτάχθηκαν πάλι στοὺς Ἰσραηλῖτες ἀπὸ τὸν πατέρα τοῦ Ἀχαάβ, τὸν Ἀμβρί. Καὶ τώρα, ποὺ πέθανε καὶ ὁ Ἀχαάβ, βρῆκαν πάλι τὴν εὐκαιρία νὰ ἀναζητήσουν τὴν ἐλευθερία τους. Ὁ Θεοδώρητος διευκρινίζει γιὰ τὴν ὑποτέλεια καὶ λέγει· Πῶς πρέπει νὰ ἐννοήσουμε τό «ἠθέτησε Μωὰβ ἐν Ἰσραήλ»; Καὶ σημειώνει· «Δασμὸν ἔφερον οἱ Μωαβῖται τῷ Ἀχαὰβ ὡς ὑπήκοοι». Μὲ ἄλλα λόγια, ἦταν ὑποχρεωμένοι οἱ Μωαβῖτες νὰ πληρώνουν φόρους στοὺς Ἰσραηλῖτες, σὰν νὰ ἦσαν ὑπήκοοι τοῦ Ἀχαάβ. Καὶ τώρα ποὺ δὲν ὑπάρχει ὁ Ἀχαάβ, δὲν σέβονται τὸν διάδοχό του, τὸν Ὀχοζία, καὶ ἀρνοῦνται νὰ πληρώνουν τοὺς φόρους. Δὲν ἀποδέχονται τὴν συνθήκη ὑποτελείας καὶ ἐπαναστατοῦν.  

Δὲν εἶναι καθόλου παράδοξο καὶ παράξενο τὸ γεγονὸς ποὺ συνέβη στὶς σχέσεις Μωὰβ καὶ Ἰσραὴλ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἀχαάβ. Οἱ ἀλλαγὲς στὰ πρόσωπα ἡγεσίας ἦταν κατὰ κανόνα εὐκαιρία γιὰ τὴν ἀποτίναξι ζυγοῦ ὑποτελείας. Ὁ Ἀχαὰβ εἶχε στερεώσει τὴν βασιλεία του καὶ φαινόταν δυνατός. Ἀνάγκασε τοὺς Μωαβῖτες νὰ ἀποδεχθοῦν συνθήκη ὑποτελείας, ποὺ συμφώνησε ὁ πατέρας του Ἀμβρί, μὲ ὅλα τὰ ἐπακόλουθα. Τώρα ποὺ πέθανε ὁ Ἀχαάβ, γιὰ τοὺς Μωαβῖτες δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἀποκηρύξουν τὴν ταπεινωτικὴ συνθήκη. Εἶναι βέβαια καὶ οἱ συνθῆκες κατάλληλες γιὰ τέτοια κίνησι, ἀφοῦ ἡ κατάστασις στὸ κράτος τοῦ Ἰσραὴλ εἶναι ρευστή, ὅπως θὰ δοῦμε στὴν συνέχεια.

1,2    καὶ ἔπεσεν Ὀχοζίας διὰ τοῦ δικτυωτοῦ τοῦ ἐν τῷ ὑπερῴῳ αὐτοῦ τῷ ἐν Σαμαρείᾳ καὶ ἠῤῥώστησε. καὶ ἀπέστειλεν ἀγγέλους καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· δεῦτε καὶ ἐπιζητήσατε ἐν τῷ Βάαλ μυῖαν θεὸν Ἀκκαρών, εἰ ζήσομαι ἐκ τῆς ἀῤῥωστίας μου ταύτης· καὶ ἐπορεύθησαν ἐπερωτῆσαι δι᾿ αὐτοῦ.

1,2    Στὴν Σαμάρεια ὁ βασιλεὺς Ὀχοζίας ἔπεσε ἀπὸ τὸ δικτυωτὸ τοῦ ὑπερώου του καὶ κατέκειτο ἀσθενής. Ἀπέστειλε δὲ ἀγγελιαφόρους, στοὺς ὁποίους εἶπε· “Πηγαίνετε καὶ ὰναζητήσατε στὴν πόλιν Ἀκκαρὼν τὸν εἰδωλικὸ θεὸ τῶν μυιῶν Βάαλ καὶ ρωτήσατέ τον, ἐὰν θὰ διαφύγω τὸν θάνατο ἀπὸ τὴν ἀρρώστειά μου αὐτή”. Οἱ ἀπεσταλμένοι πορεύθηκαν νὰ ρωτήσουν τὸν θεὸ Βάαλ.

Ὁ βασιλεὺς Ὀχοζίας εἶχε ἕνα ἀτύχημα. Ἔπεσε ἀπὸ τὸ δικτυωτὸ τοῦ πάνω δωματιοῦ στὸ ἀνάκτορό του στὴν Σαμάρεια καὶ βρέθηκε νὰ εἶναι κατάκειτος. Στὴν Ἀνατολὴ τὸ πιὸ σύνηθες στὶς κατοικίες ἦταν τὰ δικτυωτά, δηλαδὴ παράθυρα μὲ κάγκελλα, ξύλινα καφάσια μὲ δικτυωτά. Ὁ Θεοδώρητος περιγράφει «τί εἶναι τὸ δικτυωτό; σπίτι κατάλληλο γιὰ θερινὴ διαμονὴ μὲ πολλοὺς φωταγωγούς κατασκευασμένους μὲ δικτυωτά».

Στοὺς παλαιοὺς ναοὺς μας τὰ διαχωριστικὸ τοῦ γυναικωνίτου ἦταν μὲ δικτυωτὰ καφάσια. Οἱ πιστὲς γυναῖκες εἶχαν τὴν δυνατότητα νὰ βλέπουν καὶ νὰ ἀκοῦνε τὰ τελούμενα, ἀλλὰ δὲν ἦσαν ὁρατὲς ἀπὸ τοὺς ἄνδρες, ποὺ ἦσαν στὸν κυρίως ναό. Δηλ. ὑπῆρχε ὁ κυρίως ναός, χῶρος γιὰ τοὺς ἄνδρες, καὶ ὁ γυναικωνίτης γιὰ τὶς γυναῖκες. Σήμερα ἁπλῶς ὑπάρχει πινακίδα «Γυναῖκες ἀριστερά, Ἄνδρες δεξιά» γιὰ νὰ μὴν ὐπάρχει συγχρωτισμός, ἀλλὰ, δυστυχῶς, οὔτε αὐτὸ τηρεῖται. Δὲν σχολιάζω περισσότερο.

Τὰ δικτυωτὰ ὑπῆρχαν, ἀλλὰ δὲν ἦσαν ἀσφαλῆ, οὔτε ἄντεχαν σὲ μεγάλες πιέσεις. Ὡς φαίνεται, ὁ Ὀχοζίας ἀπὸ κάποια ἀνασφαλῆ κίνησι χρειάσθηκε νὰ στηριχθῆ στὸ δικτυωτὸ, τὸ ὁποῖο δὲν ἄντεξε στὸ βάρος του καὶ ἔπεσε ἀπὸ τὸν ὄροφο στὸ ἰσόγειο. Βρέθηκε ἔτσι νὰ εἶναι πλέον κατάκοιτος. Δὲν ἀναφέρεται τὸ πάθημα, μόνον ὅτι εἶναι κατάκοιτος. Καὶ ἀντὶ νὰ ἀναζητήση γιατρό, αὐτὸς ἔστειλε ἀγγελιοφόρους μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ πᾶνε στὴν πόλι Ἀκκαρών, ὅπου ὑπῆρχε ἄγαλμα τοῦ θεοῦ Βαὰλ τῶν μυιῶν, καὶ νὰ τὸν ρωτήσουν, ἂν θὰ ἐπιζήση ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀρρώστια. Καὶ αὐτοὶ ξεκίνησαν νὰ πᾶνε. Νὰ πᾶνε στὸν θεὸ τῆς μύγας Ἀκκαρών. Στὴν περιοχὴ ὑπῆρχαν πάρα πολλὲς μύγες, ἀλλὰ καὶ θεὸς τῆς μύγας. Τὸ ἄγαλμα τῆς θεότητος αὐτῆς ἦταν σὲ ὅλο τὸ σῶμα ἢ μόνον ὡς πρὸς τὸ κεφάλι σὲ μορφὴ μύγας. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν καὶ αὐτοὶ παρόμοια θεότητα, ἦταν ὁ «Ζεὺς ἀπόμυος», θεότητα σχετικὴ μὲ τὴν μύγα. Στὴν Αἴγυπτο ὑπῆρχαν πολλὰ σκαθάρια, ὑπῆρχε καὶ σκαθάρι θεός. Αὐτὴ ἦταν ἡ κατάντια τοῦ πεσόντος ἀνθρώπου. Ἀντικατέστησε τὸν ἀληθινὸ Θεό, μετὰ τὴν πτῶσι του, μὲ ἄπειρους θεούς, ὡς καὶ μῦγες καὶ σκαθάρια καὶ ἄλλες γελοῖες θεότητες.

1,3    καὶ ἄγγελος Κυρίου ἐκάλεσεν Ἠλιοὺ τὸν Θεσβίτην λέγων· ἀναστὰς δεῦρο εἰς συνάντησιν τῶν ἀγγέλων Ὀχοζίου βασιλέως Σαμαρείας καὶ λαλήσεις πρὸς αὐτούς· εἰ παρὰ τὸ μὴ εἶναι Θεὸν ἐν Ἰσραὴλ ὑμεῖς πορεύεσθε ἐπιζητῆσαι ἐν τῷ Βάαλ μυῖαν θεὸν Ἀκκαρών; καὶ οὐχ οὕτως·

1,3    Ὅμως ἄγγελος Κυρίου κάλεσε τὸν Ἠλία τὸν Θεσβίτη καὶ τοῦ εἶπε· “Σήκω καὶ πήγαινε νὰ συναντήσης τοὺς ἀγγελιαφόρους τοῦ Ὀχοζίου, τοῦ βασιλέως τῆς Σαμαρείας, καὶ νὰ τοὺς πῆς· «Μήπως τάχα δὲν ὑπάρχει θεὸς ἀληθινὸς στὸν Ἰσραηλιτικὸ  λαὸ καὶ σεῖς πορεύεσθε νὰ συμβουλευθῆτε τὸν Βάαλ, θεὸ τῶν μυιῶν στὴν Ἀκκαρών;

Τὸ ἔργο τοῦ προφήτου Ἠλία δὲν ἔχει ὁλοκληρωθῆ ἀκόμη. Τὸν ἀφήσαμε γιὰ λίγο, καὶ τώρα ἀνακαλεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀποστέλλεται σὲ μία νέα καινούργια ἀποστολὴ. Κλήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσω ἑνὸς ἀγγέλου, σὲ ἔργο προφήτου. Ἡ ἀποστολἠ του εἶναι νὰ πάη καὶ νὰ βρῆ τοὺς ἀγγελιοφόρους τοῦ  Ὀχοζίου βασιλέως Σαμαρείας. Ὄχι μόνον νὰ τοὺς βρῆ, ἀλλὰ καὶ νὰ τοὺς μεταφέρη μήνυμα, μήνυμα αὐστηρό. Πρέπει νὰ τοὺς πῆ· Γιατὶ τρέχετε νὰ βρῆτε καὶ νὰ συμβουλευθῆτε τὸν θεὸ τῆς μύγας Ἀκκαρών, μήπως δὲν ὑπάρχει θεὸς ἀληθινὸς στὸν Ἰσραήλ;

 1,4   ὅτι τάδε λέγει Κύριος· ἡ κλίνη, ἐφ᾿ ἧς ἀνέβης ἐκεῖ, οὐ καταβήσῃ ἀπ᾿ αὐτῆς, ὅτι θανάτῳ ἀποθανῇ. καὶ ἐπορεύθη Ἠλιοὺ καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς.

1,4    Ἐπειδὴ ὅμως ἐσεῖς κάνετε αὐτό, αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος νὰ πῆτε στὸν Ὀχοζία· Ἀπὸ τὴν κλίνη πάνω στὴν ὁποία ἀνέβηκες ἀσθενὴς, δὲν θὰ κατεβῆς ὑγιής, διότι θὰ πεθάνης ἐξάπαντος”. Ὁ Ἠλίας πῆγε καὶ τοὺς εἶπε, ὅσα ὁ Θεὸς τὸν διέταξε.

Λοιπὸν αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα τοῦ Κυρίου·  «Ἀπὸ τὴν κλίνη, πάνω στὴν ὁποία ἀνέβηκες ἄρρωστος, δὲν θὰ κατεβῆς ὑγιής, διότι θὰ πεθάνης». Ὁ προφήτης δὲν ξαφνιάσθηκε, δὲν ἐξέφρασε καμμία γνώμη, καμμία ἀντίρρησι. Ἁπλῶς πορεύθηκε, βρῆκε τοὺς ἀγγελιοφόρους καὶ τοὺς μετέφερε τὸ θεϊκὸ μήνυμα, ὅπως πῆρε τὴν ἐντολὴ ἀπὸ τὸν θεό. Ὁ ἀγγελιοφόρος δὲν ἔχει λόγο νὰ συμφωνήση ἢ νὰ διαφωνήση, νὰ σχολιάση, ἢ τέλος νὰ μὴν ὑπακούση. Ὑπάκουα πορεύθηκε νὰ ἐκτελέση τὴν ἐντολή.

 1,5   καὶ ἐπεστράφησαν οἱ ἄγγελοι πρὸς αὐτόν, καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· τί ὅτι ἐπεστρέψατε;

1,5    Οἱ ἀγγελιαφόροι ἐπέστρεψαν πρὸς τὸν Ὀχοζία καὶ τοὺς ρώτησε· “Γιατὶ τόσο σύντομα ἐπιστρέψατε;”

Οἱ ἀγγελιοφόροι τοῦ Ὀχοζίου, μετὰ τὴν συνάντησι ποὺ εἶχαν μὲ τὸν προφήτη, καὶ ἀφοῦ τὸν ἄκουσαν, ἐπέστρεψαν. Δὲν ἐξετέλεσαν τὴν ἐντολή. Εἶχαν ἐντολὴ νὰ ρωτήσουν τὸν θεὸ τῆς μύγας Ἀκκαρών. Ἀλλὰ τοὺς πρόλαβε ὁ Ἠλίας, ὁ ὁποῖος προφήτευσε τὸν θάνατο τοῦ βασιλέως. Στὸ ἄκουσμα τῆς προφητείας μᾶλλον φοβήθηκαν καὶ τρομαγμένοι ἐπέστρεψαν. Λέγω τρομαγμένοι διότι τὸ μήνυμα εἶναι ἀπαισιόδοξο, καὶ δὲν ξέρουν πῶς θὰ ἀντιδράση ὁ Ὀχοζίας στὸ ἄκουσμα τῆς προφητείας. Ὁ ὁποῖος, ὅσο δὲν ἤξερε γιὰ τὸν προφητικὸ λόγο, εἶχε μόνον τὴν ἀπορία γιὰ τὸ σύντομο τῆς ἐπιστροφῆς των ἀγγελιοφόρων του. Καὶ γι’ αὐτὸ τοῦτο μόνον ρώτησε παραξενεμένος, πῶς καὶ γύρισαν τόσο γρήγορα.

 1,6   καὶ εἶπαν πρὸς αὐτόν· ἀνὴρ ἀνέβη εἰς συνάντησιν ἡμῶν καὶ εἶπε πρὸς ἡμᾶς· δεῦτε ἐπιστράφητε πρὸς τὸν βασιλέα τὸν ἀποστείλαντα ὑμᾶς καὶ λαλήσατε πρὸς αὐτόν· τάδε λέγει Κύριος· εἰ παρὰ τὸ μὴ εἶναι Θεὸν ἐν Ἰσραὴλ σὺ πορεύῃ ἐπιζητῆσαι ἐν τῷ Βάαλ μυῖαν θεὸν Ἀκκαρών; οὐχ οὕτως· ἡ κλίνη, ἐφ᾿ ἧς ἀνέβης ἐκεῖ, οὐ καταβήσῃ ἀπ᾿ αὐτῆς, ὅτι θανάτῳ ἀποθανῇ.

1,6    Καὶ τοῦ ἀπάντησαν· “Ἕνας ἄνδρας ἦρθε, μᾶς συνάντησε καὶ μᾶς εἶπε·  Ἐμπρός, ἐπιστρέψατε πρὸς τὸν βασιλέα, ποὺ σᾶς ἔστειλε, καὶ νὰ τοῦ μεταφέρετε λέγοντας, αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος· Μήπως τάχα δὲν ὑπάρχει Θεὸς ἀληθινὸς στὸν Ἰσραηλιτικό λαό; Καὶ ἐσὺ πηγαίνεις νὰ ζητήσης συμβουλὲς ἀπὸ τὸν Βαάλ, τὸν θεὸ τῶν μυιῶν στὴν Ἀκκαρών;  Δὲν εἶναι σωστό. Γι’ αὐτὸ δὲν θὰ κατεβῆς ὑγιὴς ἀπὸ τὴν κλίνη, πάνω στὴν ὁποία ἀνέβηκες ἀσθενής, διότι ἐξάπταντος θὰ ἀποθάνης”.

Ἀφοῦ μετέφεραν τὸ μήνυμα τοῦ προφήτου, ὁ Ὀχοζίας ἀντιλήφθηκε ὅτι συνέβη ὁπωσδήποτε κάποια θεϊκὴ παρέμβασις. Ἡ ὑποψία του ἦταν βάσιμη.

1,7    καὶ ἐλάλησε πρὸς αὐτοὺς λέγων· τίς ἡ κρίσις τοῦ ἀνδρὸς τοῦ ἀναβάντος εἰς συνάντησιν ὑμῖν καὶ λαλήσαντος πρὸς ὑμᾶς τοὺς λόγους τούτους;

1,7    Ὁ Ὀχοζίας μίλησε καὶ τοὺς ρώτησε· “Ποία εἶναι ἡ ἐμφάνισις τοῦ ἀνδρὸς αὐτοῦ, ποὺ ἦρθεν νὰ σᾶς συναντήση καὶ σᾶς εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια;”

Καὶ γι’ αὐτὸ ζήτησε νὰ τοῦ περιγράψουν τὸ πρόσωπο τοῦ ἀνδρός, ποὺ τοὺς συνάντησε καὶ τοὺς ἄφησε τόσο σκληρὸ μήνυμα. «Τίς ἡ κρίσις τοῦ ἀνδρός»; Πῶς σᾶς φάνηκε ὁ ἄνθρωπος, πῶς ἦταν στὴν ἐξωτερική του ἐμφάνισις; Εἶναι πλέον φανερὸ ὅτι μαῦρες ὑποψίες τρῶνε τὴν σκέψι τοῦ Ὀχοζίου. Οἱ ἐρωτήσεις του εἶναι ἐρωτήσεις φόβου, προαισθάνεται τὰ δυσάρεστα.

1,8    καὶ εἶπαν πρὸς αὐτόν· ἀνὴρ δασὺς καὶ ζώνην δερματίνην περιεζωσμένος τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ. καὶ εἶπεν· Ἠλιοὺ ὁ Θεσβίτης οὗτός ἐστι.

1,8    Ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν· “Εἶναι ἄνδρας δασύτριχος, ζωσμένος γύρω ἀπὸ τὴν μέση δερμάτινη ζώνη”. Ὁ Ὀχοζίας τοὺς εἶπε· “Αυτὸς εἶναι Ἠλιού ὁ Θεσβίτης”.

Οἱ ἀγγελιοφόροι δὲν γνωρίζουν τὸν προφήτη, ὅμως δίνουν πλήρη περιγραφή, ὡς πρὸς τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνισι. Περιγράφουν τὸν ἄνθρωπο μὲ πλούσια γενειάδα καὶ μὲ δεμένη τὴν μέση του μὲ δερμάτινη ζώνη. «Ἄνθρωπος δαςὺς καὶ ζώνην δερματίνην». Γιὰ τὸν Ὀχοζία δὲν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν προφήτη, τὸν Ἠλία τὸν Θεσβίτη. Ἐξάπαντος εἶναι ὁ Ἠλίας ὁ Θεσβίτης. Αὐτὸς εἶναι!

Οἱ προφῆτες, σὲ ἀντίθεσι μὲ τοὺς λοιποὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους, δὲν φοροῦσαν λινὰ ἢ βαμβακερά, ἀλλὰ κατὰ κανόνα δέρμα δασύμαλλο. Ἀναφέρεται στὸ βιβλίο προφητείας Ζαχαρίου γιὰ τὸ ντύσιμο· «οἱ προφῆται…ἐνδύσονται δέρριν τριχίνην» (Ζαχ. 13,4). Γιὰ τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο γράφει ὁ Ματθαῖος· «Αὐτὸς δὲ ὁ Ἰωάννης εἶχε τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ ἀπὸ τριχῶν καμήλου καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ» (Μτ 3,4). Τὸ χαρακτηριστικὸ ἔνδυμα, ὅπως τὸ περιέγραψαν οἱ ἀγγελιοφόροι, ἔκανε τὸν Ὀχοζία νὰ ταυτίση τὸ πρόσωπο μὲ τὸν προφήτη Ἠλιού.