Εὐλογημένοι ἀποδέκτες τῶν διαδικτυακῶν
κατηχητικῶν μαθημάτων.
Μὲ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ βρισκόμαστε στὴν Κυριακὴ
τῶν Πατέρων τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Κατ’ αὐτὴν ἀναγινώσκεται ὡς
εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἡ Παραβολὴ τοῦ Σπορέως. Καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει
ὁρίσει τὴν ἡμέρα αὐτὴ ὡς ἀρχὴ τοῦ Κατηχητικοῦ ἔτους, δηλ. ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἡμέρα,
μετὰ τὴν παῦσι τοῦ καλοκαιριοῦ, συνεχίζονται τὰ μαθήματα τῶν Κατηχητικῶν, τῶν
Κύκλων, τῶν Ὁμάδων.
Διαδικτυακὰ, λόγω πανδημίας, εἴχαμε ξεκινήσει
κάποια μαθήματα. Παρακολουθήσαμε τὸ κατὰ Μᾶρκον Εὐαγγέλιο, καὶ μετὰ τὶς
ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου πρὸς Θεσσαλονικεῖς. Ὡς τρίτο θέμα ἐπιλέξαμε τὴν παρουσίασι
τοῦ Προφήτου Ἠλιού μὲ βάσι τὸ ἁγιογραφικὸ κείμενο ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Βασιλειῶν.
Τὰ ἑβδομαδιαῖα μαθήματα ἔγιναν μηνιαῖα, πολὺ ἀραιά καὶ ὄχι κατὰ ἑβδομάδα στὴν
διάρκεια τοῦ Καλοκαιριοῦ. Τώρα μὲ τὴν ἔναρξι τοῦ Κατηχητικοῦ ἔτους, καὶ μὲ τὴν
χάρι τοῦ Θεοῦ, θὰ συνεχίσουμε τὰ διαδικτυακὰ μαθήματα μὲ μεγαλύτερη συνέπεια
στὴν ἑβδομαδιαία τακτική.
Σᾶς εὔχομαι καλὴ συνέχεια, καὶ νὰ πέφτη ὁ
σπόρος σὲ «γῆ ἀγαθή».
Σημειώνω ὅτι ὅποιος ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὰ
μαθήματα, μπορεῖ νὰ ζητήση τὴν διακοπὴ τῆς ἀποστολῆς. Ἐλεύθερα μπορεῖτε νὰ
κοινοποιῆτε σὲ δικά σας πρόσωπα τὰ μαθήματα ἢ νὰ μοῦ στείλετε τὴν ἠλεκτρονικὴ
διεύθυνσί τους.
Τὸ περιοδικό «ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΕΣ» θὰ κυκλοφορεῖται
πλέον μόνον σὲ ἠλεκτρονικὴ μορφή. Καὶ γιὰ τὸ περιοδικὸ ἰσχύουν τὰ ἴδια μὲ τὰ
μαθήματα, δηλ. νὰ κοινοποῆται τὸ μάθημε-μήνυμα ἢ νὰ ζητηθῆ ἡ διακοπή τῆς
ἀποστολῆς.
Καλὴ Κατηχητικὴ χρονιά, εὐλογημένη ἀπὸ τὸν
Κύριό μας.
Δημήτριος Πέτρου Ρίζος
Δρ θεολογίας-φιλόλογος
Προφ. Ηλιού 16ο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΚΤΟ ΕΝΑΤΟ
Ὁ Προφήτης Ἠλίας καὶ ὁ Ἐλισσαῖος
Ἡ φυγὴ τοῦ προφήτου Ἠλιού (Βασ. Γ΄. 19,1-10)
19,1 Καὶ
ἀνήγγειλεν Ἀχαὰβ τῇ Ἰεζάβελ γυναικὶ αὐτοῦ πάντα, ἃ ἐποίησεν Ἠλιού, καὶ ὡς
ἀπέκτεινε τοὺς προφήτας ἐν ῥομφαίᾳ.
19,1 Ὁ Ἀχαάβ,
ὅταν ἔφθασε στὸ ἀνάκτορό του, γνωστοποίησε στὴν σύζυγό του, τὴν Ἰεζάβελ, ὅλα ὅσα
θαυματουργικὰ ἔκανε ὁ Ἠλιού, ὅπως ἐπίσης καὶ τὸ ὅτι θανάτωσε μὲ ρομφαία τοὺς
προφῆτες τῶν εἰδώλων.
Μετὰ τὴν βεβιασμένη ἐπιστροφὴ τοῦ Ἀχαάβ, ὁ
ὁποῖος ἔμεινε κατάπληκτος ἀπὸ τὰ γεγονότα ποὺ τὰ εἶδε νὰ γίνωνται μὲ τὶς ἐνέργειες
τοῦ Ἠλιού, ἔφθασε στὸ ἀνάκτορό του, ὅπου ἦταν ἡ Ἰεζάβελ. Τονίζομε γιὰ ἄλλη μία
φορά, ὅτι τὸ ἁγιογραφικὸ κείμενο εἶναι ἀπαλλαγμένο ἀπὸ συναισθηματισμούς,
καταγράφει τὰ γεγονότα ὅπως ἔχουν, καὶ δὲν παρασύρει τὸν μελετητὴ νὰ λάβη θέσι
ὑπὲρ ἢ κατά. Καθαρὴ ἡ ἀλήθεια. Λέω, ὅτι ἂν δὲν ἦταν ἁγιογραφικὸ κείμενο σίγουρα
θὰ εἴχαμε εἰκόνα καὶ περιγραφὴ τῆς σκηνῆς ἀπὸ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ Ἀχαάβ. Ὁ
βασιλεὺς ἀπουσιάζει ὁλόκληρη ἡμέρα σὲ μία κρίσιμη συνάντησι ποὺ προκάλεσε ὁ
Ἠλιού. Ἡ Ἰεζάβελ πρέπει νὰ ζῆ ἀγωνιώδεις στιγμὲς ἀναμένουσα τὸ ἀποτέλεσμα τῆς
θυσίας. Αὐτὰ τὰ στοιχεῖα λείπουν ἀπὸ τὸ ἁγιογραφικὸ κείμενο, διότι
παρουσιάζονται τὰ γεγονότα στεγνὰ χωρὶς συναίσθημα.
Τώρα ὁ βασιλεύς ἐφθασε στὰ ἀνάκτορα καὶ
ἀναγγέλλει ὅλα τὰ γεγονότα ποὺ συνέβησαν. Σημειώνω ὅτι ἀποκαλύπτεται ἕνα λεπτὸ
σημεῖο ἀπὸ τὴν σχέσι τῶν βασιλέων. Νομίζω καταλαβαίνετε πὼς κυρίαρχη εἶναι ἡ
Ἰεζάβελ. «Καὶ ἀνήγγειλεν Ἀχαὰβ τῇ Ἰεζάβελ γυναικὶ αὐτοῦ πάντα». Φαίνεται
ξεκάθαρα ὅτι ὁ βασιλεὺς δίνει ἀναφορὰ στὴν δυναμικὴ βασίλισσα, σημεῖο ὅτι ἦταν
ἀπόλυτα ἐξαρτημένος ἀπὸ τὴν βασίλισσα καὶ ἐνεργεῖ ὡς ὑποχείριό της. Ἔτσι
ἐξηγεῖται καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἰεζάβελ μπόρεσε νὰ ἐπιβάλλη τὴν εἰδωλολατρικὴ
θρησκεία της στὸ βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ μέχρι τότε λάτρευε τὸν ἀληθινὸ Θεό.
Ἀκόμα στὴν ἀναφορά του ὁ Ἀχαὰβ περιλαμβάνει καὶ τὴν εἴδησι ὅτι ὁ Ἠλιού θανάτωσε τοὺς προστατευομένους ἀπὸ τὴν βασίλισσα ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης.
19,2 καὶ
ἀπέστειλεν Ἰεζάβελ πρὸς Ἠλιοὺ καὶ εἶπεν· εἰ σὺ εἶ Ἠλιοὺ καὶ ἐγὼ Ἰεζάβελ, τάδε
ποιήσαι μοι ὁ Θεὸς καὶ τάδε προσθείη, ὅτι ταύτην τὴν ὥραν αὔριον θήσομαι τὴν
ψυχήν σου καθὼς ψυχὴν ἑνὸς ἐξ αὐτῶν.
19,2 Ἡ Ἰεζάβελ,
κυριεύθηκε ἀπὸ ὀργή, καὶ ἔστειλε ἀνθρώπους της πρὸς τὸν Ἠλία καὶ τοῦ εἶπε· “Ὅσο
εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἠλιού, καὶ ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἰεζάβελ. Ἂς μὲ τιμωρήση ὁ Θεὸς μὲ τὶς βαρύτερες τιμωρίες, ἐὰν
αὐτή τὴν ὥρα αὔριο δὲν παραδώσω τὴν ζωή σου σὲ θάνατο, ὡσάν ἑνὸς ἐξ αὐτῶν ποὺ ἐσὺ
θανάτωσες”.
Αὐτὸ τὸ σημεῖο τῆς ἀναφορᾶς τοῦ Ἀχαὰβ ἐξόργισε τὴν Ἰεζάβελ. Δὲν κατάλαβε ὅτι ἀντιπαρατίθεται μὲ τὸν ἀληθινὸ Θεό. Δὲν ἤθελε νὰ ἀναγνωρίση τὸν Θεό, ποὺ ὑπηρετεῖ ὁ Ἠλιοὺ καὶ νομίζει ἀκόμα ὅτι μπορεῖ νὰ τιμωρήση μὲ θάνατο τὸν Προφήτη. Γι’ αὐτὸ μὲ ἀνθρώπους της τοῦ στέλνει μήνυμα ἀπειλητικὸ μεθ’ ὅρκου, ὅτι τὴν ἑπομένη τὴν ἴδια ὥρα θὰ δώση τέλος στὸν Προφήτη, ὅπως θανατώθηκαν οἱ ἱερεῖς της. Χρησιμοποιεῖ μάλιστα τὴν φρᾶσι· «Τάδε ποιήσαι ὁ Θεὸς καὶ τάδε προσθείη». Αὐτὴ τὴν φρᾶσι χρησιμοποιοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι, ὅπως φαίνεται καὶ στὸ χωρίο «Τάδε ποιήσαι μοι Κύριος καὶ τάδε προσθείη Κύριος» (Ρούθ 1,17).
19,3 καὶ
ἐφοβήθη Ἠλιοὺ καὶ ἀνέστη καὶ ἀπῆλθε κατὰ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ καὶ ἔρχεται εἰς
Βηρσαβεὲ γῆν Ἰούδα καὶ ἀφῆκε τὸ παιδάριον αὐτοῦ ἐκεῖ·
19,3 Ὁ
Ἠλίας φοβήθηκε, σηκώθηκε καὶ ἔφυγε. Ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ κατηυθύνθηκε, ὅπου τὸν ὠθοῦσε
ἡ φοβισμένη καρδιά του. Ἔφθασε στὴν Βηρσαβεέ, πόλι τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα. Ἐκεῖ ἄφησε
τὸν ὑπηρέτη του.
Τὸ μήνυμα τῆς Ἰεζάβελ τὸ πῆρε ὁ προφήτης, καὶ ὅλως παραδόξως, αὐτὸς ὁ τόσο σπουδαῖος ἄνθρωπος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ μὲ τὸ στόμα του, δηλαδὴ μὲ ἕνα λόγο του, ἔκλεισε τὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ μὴ βρέξη, ποὺ κράτησε ἀμείωτο τὸ λάδι καὶ τὸ ἀλεύρι τῆς χήρας γιὰ ὅσο διαρκοῦσε ἡ ἀναβροχιά, ποὺ ἀνέστησε τὸ νεκρὸ παιδί της, αὐτὸς φοβήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς Ἰεζάβελ. Τὸ ἀπειλητικὸ μήνυμα τὸν ἔκανε νὰ φοβηθῆ. Σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καὶ λέγει (μεταφρασμένο): «Ἡ οὐρανομήκης ἐκείνη ψυχή, ποὺ καταφρονησε τὴν φοβερὴ πεῖνα, ποὺ δὲν λογάριασε τόσο τυραννικὸ βασιλιά, ποὺ ἔκλεισε τὸν οὐρανὸ καὶ πάλι τὸν ἄνοιξε, ποὺ κατέβασε νερὸ καὶ ἄλλοτε φωτιὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό, παντοῦ θαρραλέος, φοβήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ μιᾶς γυναὶκας ποὺ παρανομοῦσε. Σίγουρα τὸν γύμνωσε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν χάρι του, καὶ ἁπλῶς φάνηκε ἡ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου». Καὶ γιὰ νὰ σωθῆ, τράπηκε σὲ φυγὴ κατὰ τὴν διάθεσί του, δηλαδὴ πορεύθηκε, ὅπου αὐτὸς ἤθελε. Διάλεξε μέρος ὅπου δὲν ἔφθανε ἡ ἐξουσία τῆς Ἰεζάβελ, ἦρθε στὴν Βηρσαβεέ, πόλι στὰ νότια τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα πρὸς τὴν περιοχὴ Φαράν, ὅπου καὶ ἄφησε τὸν ὑπηρέτη του, διότι ὁ ἴδιος θὰ ἀπομακρυνόταν ἀκόμη πιὸ βαθειὰ στὴν ἔρημο. Διότι ὁ βασιλιὰς τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα εἶναι φίλος τοῦ βασιλιά τοῦ Ἰσραήλ, γι’ αὐτὸ ἀπομακρύνεται σὲ περιοχὴ ὅπου δὲν φθάνει ἡ δικαιοδοσία αὐτῶν τῶν βασιλέων.
19,4 καὶ
αὐτὸς ἐπορεύθη ἐν τῇ ἐρήμῳ ὁδὸν ἡμέρας καὶ ἦλθε καὶ ἐκάθισεν ὑποκάτω Ῥαθμὲν καὶ
ᾐτήσατο τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀποθανεῖν καὶ εἶπεν· ἱκανούσθω νῦν, λαβὲ δὴ τὴν ψυχή
μου ἀπ᾿ ἐμοῦ, Κύριε, ὅτι οὐ κρείσσων ἐγώ εἰμι ὑπὲρ τοὺς πατέρας μου.
19,4 Ὁ Ἠλίας
προχώρησε στὸ ἐσωτερικὸ τῆς ἐρήμου, δρόμο μιᾶς ἡμέρας, ἦρθε καὶ κάθισε κάτω ἀπὸ
ἕνα φυτό, ποὺ ὠνομαζόταν Ραθμέν (ἄρκευθος), καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ πεθάνη,
λέγοντας· “Ἀρκετὰ ἕως τώρα ἔζησα. Πάρε, Κύριε, ἀπὸ ἐμένα τὴν ψυχή μου, διότι ἐγὼ
δὲν εἶμαι καλύτερος ἀπὸ τοὺς προγόνους μου”.
Πραγματικὰ τὸν τράβηξε ἡ ἔρημος καὶ προχώρησε
δρόμο μιᾶς ἡμέρας. Μακρυὰ λοιπὸν στὴν ἔρημο, ὅσο ὁ δρόμος μιᾶς ἡμέρας, δηλαδὴ 7
ἕως 8 ὧρες. Καὶ ἐκεῖ ἔπεσε κάτω στὴν γῆ, στὸν ἀδύναμο ἴσκιο ἑνὸς φυτοῦ. Τὸ φυτὸ
στὸ κείμενο ἀναφέρεται μὲ τὸ ὄνομα «Ραθμέν». Στὰ ἑλληνικὰ εἶναι γνωστὸ ὡς
«Ἄρκευθος», καὶ ἀνήκει στὴν οἰκογένεια τῶν κυπαρισσίδων. Κατάκοπος ὁ προφήτης,
πεσμένος κάτω ζητάει ἀπὸ τὸν Θεό νὰ τοῦ πάρη ζωή, νὰ πεθάνη. Καὶ φαίνεται ὅτι
θεωρεῖ πὼς τελείωσε ὁ προορισμός του στὴν γῆ. Θέλει νὰ πεθάνη, νὰ τοῦ πάρη ὁ
Θεὸς τὴν ψυχή. Ἐντάσσει δὲ τὸν ἑαυτό του στὴν σειρὰ τῶν προηγηθέντων πατερικῶν
καὶ προφητικῶν προσώπων. Καὶ ὅπως ἐκεῖνοι τελείωσαν τὸ ἔργο τους στὴν γῆ καὶ
κλήθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν οὐρανό, τέτεια μεταχείρησι πιστεύει ὅτι δικαιοῦται
καὶ αὐτός. Θαυμάζω τὴν οἰκειότητα ποὺ ἔχει μὲ τὸν Θεό, καὶ προφανῶς ζητάει
χάρι, ποὺ δὲν εἶναι θέμα διαπραγματεύσεων καὶ συμφωνιῶν.
Θὰ σχολιάσω τὴν περίπτωσι δι’ ὀλίγων, καὶ
νομίζω ἀξίζει καὶ πρέπει νὰ ἐπιμείνωμε. Πρῶτα θὰ δικαιολογήσω τὸν προφήτη.
Εἶναι κατάκοπος, εἶναι κυνηγημένος-ἐπικηρυγμένος. Εἶναι στενοχωρημένος ἀπὸ τὴν
ἐξέλιξι τῶν γεγονότων, διότι θριάμβευσε μὲ τὴν θυσία καὶ βρέθηκε στὸ ἀπειλητικὸ
στόχαστρο τῆς Ἰεζάβελ, καὶ θὰ ἔλεγα ὅτι ζεῖ μὲ πεσμένο τὸ ἠθικό του, σὲ σημεῖο
νὰ προτιμᾶ τὸν θάνατο ὡς σωτηρία.
Ὅμως ὑπάρχει καὶ προηγούμενο παρόμοιο
φαινόμενο μὲ ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, μὲ προφήτη, τὸν προφήτη Μωϋσῆ. Κατὰ τὴν πορεία
τοῦ λαοῦ στὴν ἔρημο πρὸς τὴν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας ὁ Θεὸς τοὺς ἔτρεφε μὲ τὸ μάννα.
Ἀλλὰ φαίνεται ὅτι ἡ μονότονη διατροφὴ τοὺς κούρασε καὶ μὲ τρόπο βίαιο ζήτησαν
νὰ τοὺς προμηθεύση ὁ Μωϋσῆς κρέας ἀντί τοῦ μάννα. Αὐτὸ ἦταν ἀδύνατο νὰ γίνη.
Δὲν ἔφερνε ὁ Μωϋσῆς τὸ μάννα, ὥστε τώρα
νὰ προσφέρη κρέας. Διότι αὐτὸ ζητοῦσαν νὰ γίνη. Σημειώνεται στὸ βιβλίο τῶν Ἀριθμῶν· «Πόθεν μοι κρέα δοῦναι παντὶ τῷ λαῷ τούτῳ;
ὅτι κλαίουσι ἐπ’ ἐμοί, λέγοντες· δὸς ἡμῖν κρέα, ἵνα φάγωμεν». Μεταφέρει τὸ
αἴτημα στὸν Θεό, καὶ συμπληρώνει· «Οὐ δυνήσομαι ἐγὼ μόνος φέρειν τὸν λαὸν
τοῦτον, ὅτι βαρύτερόν μοί ἐστι τὸ ρῆμα τοῦτο. Εἰ δ’ οὕτω σὺ ποιεῖς μοι,
ἀπόκτεινόν με ἀναιρέσει, εἰ εὕρηκα ἔλεος παρὰ σοί, ἵνα μὴ ἴδω τὴν κάκωσίν μου»
(Ἀριθ. 11,13-15).
Τὰ δύο αὐτὰ περιστατικά, Μωϋσέως καὶ Ἠλιού,
εἶναι διδακτικὰ καὶ γιὰ τοὺς προφῆτες μας καὶ γιὰ μᾶς. Εἶναι σπουδαῖο μάθημα
γιὰ μᾶς, νὰ ξέρουμε ὅτι καὶ οἱ ἅγιοι δὲν ζοῦσαν πάντα σὲ κατάστασι
ἐνθουσιασμοῦ, εὐφορίας. Τὰ χαρίσματα δὲν εἶναι μόνιμα καὶ σταθερὰ στοὺς ἁγίους.
Ἔρχονται ὧρες δοκιμασίας καὶ πειρασμοῦ. Καὶ βεβαίως ὑπάρχει λόγος. Ὁ ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος δίνει μία ἐξήγησι καὶ τὴν τονίζω· Γιὰ τὸν φόβο τοῦ
ἀτρόμητου Ἠλιοὺ, ποὺ τὸν ὁδήγησε σὲ φυγή, διακρίνει κάποια πτῶσι τοῦ προφήτου,
μᾶλλον στὸν ἐγωισμό, ὅταν ἔδειξε σκληρή, χωρὶς οἰκτιρμούς συμπεριφορὰ πρὸς τοὺς
Ἰσραηλῖτες ὡς μεγάλος προφήτης. Σίγουρα
ὅσο ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στὴν ζωὴ πάνω στὴν γῆ καὶ ἀγωνίζεται, δοκιμάζεται, ἀλλὰ
δὲν πρέπει νὰ ἀπελπίζεται. Μᾶς τὸ βεβαιώνει ἡ συνέχεια τῆς δοκιμασίας καὶ τοῦ
Μωϋσέως καὶ τοῦ Ἠλιού.
«Ἱκανούσθω νῦν»! Μετὰ ἀπὸ τόσο θαυμαστὴ πορεία
καὶ δρᾶσι ὁ προφήτης λέγει· Φτάνει πιά, πάρε μου τὴν ψυχὴ Κύριε, καλύτερα νὰ
πεθάνω. Ἀποκαμωμένος ἔπεσε καὶ κοιμήθηκε. Στὸ πιὸ κρίσιμο σημεῖο ἔρχεται ἡ
ἐνίσχυσις ἀπὸ τὸν Κύριο.