Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2023

Προφ. Ηλιού 17ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ

19,5 καὶ ἐκοιμήθη καὶ ὕπνωσεν ἐκεῖ ὑπὸ φυτόν, καὶ ἰδού τις ἥψατο αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀνάστηθι καὶ φάγε·

19,5  Ἄθυμος ἔπεσε καὶ κοιμήθηκε ἐκεῖ κάτω ἀπὸ τὸ δένδρο. Αἴφνης κάποιος τὸν ἄγγισε καὶ τοῦ εἶπε· “Σήκω καὶ φάγε”.

Μέσα στὴν ἀθυμία του ἀποκοιμήθηκε, καὶ τότε ἔφθασε «ἡ κραταιὰ χεὶρ τοῦ Κυρίου». Χέρι ἀγγελικὸ τὸν ἀκουμπάει καὶ τὸν ξυπνάει, ἀλλὰ καὶ τὸν προτρέπει νὰ φάη. Ὁ προφήτης εἶναι καὶ κουρασμένος ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία, ἀλλὰ καὶ νηστικός. Δὲν ἔχει μαζί του τίποτε γιὰ νὰ τὸν ἀναπαύση, οὔτε ψωμὶ οὔτε νερό. Ὅμως ὁ ἄγγελος ποὺ τὸν ξύπνησε τὰ εἶχε ἑτοιμάσει ὅλα.

19,6 καὶ ἐπέβλεψεν Ἠλιού, καὶ ἰδοὺ πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ ἐγκρυφίας ὀλυρίτης καὶ καψάκης ὕδατος· καὶ ἀνέστη καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε. καὶ ἐπιστρέψας ἐκοιμήθη.

19,6  Ὁ Ἠλίας ἄνοιξε τὰ μάτια του καὶ εἶδε πρὸς τὸ μέρος, ὅπου ἀναπαυόταν ἡ κεφαλή του, ψημένη κριθίνη λαγάνα, καὶ δοχεῖο μὲ νερό. Σηκώθηκε, ἔφαγε, ἔπιε καὶ κοιμήθηκε πάλιν.

Μόλις ξύπνησε ὁ προφήτης καὶ ἄνοιξε τὰ μάτια του εἶδε πρὸς τὸ μέρος τοῦ κεφαλιοῦ του κριθαρένιο ψωμὶ καὶ κανάτι μὲ νερό. Τονίζεται ἡ φροντίδα καὶ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπό του, τὸ ψωμὶ βρίσκεται κοντὰ στὸ κεφάλι του. Καὶ ὅπως ἦταν νηστικὸς σηκώθηκε καὶ ἔφαγε, ἤπιε καὶ τὸ νερό. Μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε τὴν ἱκανοποίησι τοῦ προφήτου ἀπὸ αὐτὸ τὸ λιτὸ καὶ ἀπρόσμενο γεῦμα. Τὸ βέβαιο πάντως εἶναι ὅτι τώρα γιὰ μία ἄλλη φορὰ ἀντιλαμβάνεται τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ πρόσωπό του. Τὸ εἴπαμε καὶ νωρίτερα ὅτι δὲν ὑπάρχει συναίσθημα στὴν διήγησι, ὑπάρχει μόνον καταγραφή γεγονότων. Δὲν φαίνεται νὰ ξαφνιάζεται, ἢ νὰ ἀπορῆ γιὰ τὴν παρουσία δίπλα του τῶν ἀναγκαίων γιὰ τὴν ἐπιβίωσί του. Σὰν νὰ μὴ συμβαίνη δίπλα του ἕνα θαῦμα, χωρὶς κανένα σχόλιο ἔφαγε τὴν λαγάνα, ἤπιε τὸ νερό, καὶ ξανακοιμήθηκε βέβαια γιὰ νὰ ξεκουρασθῆ. Ἀλλὰ οὔτε καὶ φαίνεται νὰ ρωτάη ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸν ξύπνησε καὶ φρόντισε νὰ ὑπάρχουν ἡ λαγάνα καὶ  τὸ νερό. Ὁ προφήτης εἶναι βέβαιος γιὰ τὴν θεία πρόνοια. Πῶς αὐτὴ ἐκφράζεται καὶ πραγματοποιεῖται, δὲν εἶναι γιὰ ἔρευνα. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ρωτάει. Ἁπλῶς καὶ ἀπεριέργως ἀποδέχεται μὲ βεβαιότητα τὴν θεία ἐνέργεια.

 19,7     καὶ ἐπέστρεψεν ὁ ἄγγελος Κυρίου ἐκ δευτέρου καὶ ἥψατο αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀνάστα φάγε, ὅτι πολλὴ ἀπὸ σοῦ ἡ ὁδός.

19,7  Καὶ ἐπανῆλθε ὁ ἄγγελος γιὰ δεύτερη φορά, τὸν ἄγγιξε καὶ τοῦ εἶπε· “Σήκω καὶ φάγε, διότι εἶναι πολὺς ἀκόμη ὁ δρόμος, ποὺ θὰ κάνης”.

Δὲν ξέρομε γιὰ πόση ὥρα τὸν ἄφησε ὁ ἄγγελος νὰ ξεκουρασθῆ μετὰ τὸ λιτὸ γεῦμα. Ἐπανέρχεται ὅμως καὶ τὸν ξυπνάει ἐκ δευτέρου. Μόνο ποὺ τώρα τοῦ ἐπιμένει νὰ φάη, διότι τὸν περιμένει κόπος πολύς. Τοῦ λέγει ὅτι εἶναι πολὺς ὁ δρόμος ποὺ πρέπει νὰ κάνη. Ὁ ἄγγελος τὸν προετοιμάζει γιὰ καινούργια δρᾶσι. Ὁ πρὶν ἀπογοητευμένος προφήτης ποὺ προτιμοῦσε νὰ πεθάνη, τώρα μᾶλλον ἀντιλαμβάνεται ὅτι ὁ δρόμος, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔκανε λόγο ὁ ἄγγελος, δὲν μόνον κάποια χιλιόμετρα, ἀλλὰ μία καινούργια ἀποστολή, τὴν ὁποία ἀποδέχεται καὶ ἀφήνεται στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

19,8 καὶ ἀνέστη καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε· καὶ ἐπορεύθη ἐν ἰσχύϊ τῆς βρώσεως ἐκείνης τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας ἕως ὄρους Χωρήβ.

19,8  Ὁ Ἠλίας σηκώθηκε, ἔφαγε καὶ ἔπιε. Μὲ τὴν δύναμι δὲ τῆς τροφῆς ἐκείνης βάδισε σαράντα ἡμέρες καὶ σαράντα νύκτες, μέχρι ποὺ έφθασε στὸ ὄρος Χωρήβ.

Γι’ αὐτὸ καὶ ὑπακούει πρόθυμα, σηκώνεται τρώγει καὶ πίνει, καὶ μὲ αὐτὴν τὴν τροφὴ ἀντέχει καὶ βαδίζει σαράντα ἡμέρες καὶ νύκτες, μέχρι νὰ φθάση στὸ ὄρος Χωρήβ. Εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ ἰσχὺς γιὰ τὴν σαρανταήμερη πορεία στὴν ἔρημο δὲν ὀφείλονταν στὸ λιτὸ γεῦμα λαγάνας καὶ νεροῦ, ἀλλὰ σὲ ἐκεῖνον ποὺ τὰ δημιουργεῖ ὅλα καὶ ἐνδυναμώνει τὴν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν παντοκρατορικὴ χάρι του. Νηστικὸς πορεύεται γιὰ σαράντα ἡμέρες καὶ φθάνει, ὄχι τυχαῖα, ἀλλὰ μὲ σημασία στὸ ὄρος Χωρήβ. Σὲ αὐτὸ τὸ ὄρος, ποὺ βρίσκεται στὸ Σινᾶ, πρὶν ἀπὸ τὸν προφήτη Ἠλία ἀνέβηκε ὁ προφήτης Μωϋσῆς. Πρῶτα ὅμως νήστευσε σαράντα ἡμέρες, διότι ἐπρόκειτο νὰ συναντήση ἐκεῖ τὸν Θεό. Καὶ ἐκεῖ μετά, στὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους, πῆρε τὶς Δέκα Ἐντολές. Τὴν ἴδια σαρανταήμερη διὰ νηστείας προετοιμασία κάνει καὶ ὁ Ἠλίας, διότι πρόκειται νὰ συναντηθῆ καὶ αὐτὸς μὲ τὸν Θεό.

19,9 καὶ εἰσῆλθεν ἐκεῖ εἰς τὸ σπήλαιον καὶ κατέλυσεν ἐκεῖ· καὶ ἰδοὺ ῥῆμα Κυρίου πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπε· τί σὺ ἐνταῦθα, Ἠλιού;

19,9  Καὶ μπῆκε ἐκεῖ σὲ ἕνα σπήλαιο, ὅπου καὶ ἔμεινε. Καὶ νά, ὁ Κύριος ἀπευθυνόμενος πρὸς αὐτὸν τοῦ μίλησε, καὶ εἶπε· “Γιατί ἐσὺ, Ἠλιού, βρίσκεσαι ἐδῶ;”

Ὁ προσκυνητὴς τοῦ Σιναίου ὄρους ξεκινάει ἀπὸ τὸ Μοναστήρι τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης γιὰ νὰ φθάση στὴν ἁγἰα Κορυφή. Πρῶτος σταθμὸς εἶναι τὸ νερὸ τοῦ Τσαγκάρη, ὅπου θὰ πάρη μιὰ ἀνάσα μέχρι νὰ φθάση στὴν Παναγία τοῦ Οἰκονόμου, ἕνα μικρὸ ἐρημοκλήσι στὸ μονοπάτι. Μετὰ θὰ περάση ἀπὸ τὶς δύο πύλες τοῦ Πνευματικοῦ, καὶ ἔχει φθάσει στὸ Χωρήβ. Εἶναι μία τοποθεσία ἁπλωσιᾶς μὲ κάποιο κυπαρίσσι, καὶ ἐκεῖ βρίσκεται τὸ σπήλαιο ποὺ ἀναφέρεται ἐδῶ, καὶ τὸ ὁποῖο ἔγινε κατοικία γιὰ τὸν προφήτη μας. Ἀπὸ τὴν τοποθεσία αὐτὴ ὁ προσκυνητὴς, μετὰ ἀπὸ πορεία δύσκολη καὶ κουραστικὴ τριάντα περίπου λεπτῶν, φθάνει στὴν ἁγία Κορυφή, ὁ τελικὸς προορισμός. Δὲν θὰ σᾶς πῶ ὅτι ἔχετε μία εὐκαιρία νὰ θαυμάσετε ἀπὸ ψηλὰ τὴν Πετραία Ἀραβία, ἀλλὰ θὰ σᾶς κατεβάσω στὸ σπήλαιο τοῦ Προφήτου. Στενὸς χῶρος, καθόλου βολικός, ἀπόλυτη μοναξιά, μόνη συντροφιὰ κάποια ζωΐφια τῆς ἐρήμου, καὶ ψηλὰ ὁ κατακάθαρος οὐρανός. Ὁδηγήθηκε ἐδῶ ὁ Προφήτης γιὰ νὰ τὸν συναντήση ὁ Θεός, καὶ νὰ τὸν ρωτήση· Γιατὶ εἶσαι ἐδῶ Ἠλιού;

19,10     καὶ εἶπεν Ἠλιού· ζηλῶν ἐζήλωκα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπόν σε οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ· τὰ θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν καὶ τοὺς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ῥομφαίᾳ, καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν.

19,10 Καὶ ἀπάντησε ὁ Ἠλίας· “Πλημμυρίζει ἡ καρδιὰ μου ἀπὸ φλογερὸ ζῆλο γιὰ σένα, τὸν Κύριο καὶ Παντοκράτορα, διότι οἱ Ἰσραηλῑτες σὲ ἐγκατέλειψαν. Τὰ θυσιαστήριά σου τὰ κατέσκαψαν, τοὺς δἐ προφῆτες σου φόνευσαν μὲ ρομφαία. Καὶ ἔτσι ἐγὼ ἀπέμεινα ἐντελῶς μόνος, καὶ οἱ ἐχθροί σου ζητοῦν νὰ ἀφαιρέσουν καὶ τὴν δική μου ζωή”.

Ξαφνικὸς καὶ σύντομος διάλογος. Ἕνα έρώτημα ἀπὸ τὸν Θεό παίρνει ἀπάντησι γεμάτη ἀπελπισία γιὰ τὴν μεγάλη διαφθορὰ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Μὲ σκληρές λέξεις περιγράφει ὁ προφήτης τὴν κατάστασι. Φλέγομαι γιὰ σένα Κύριε καὶ ὁ ζῆλος μου γιὰ σένα μὲ πνίγει, ὅταν βλέπω τὴν διφθορὰ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Σὲ ἐγκατέλειψαν ἐσένα καὶ λατρεύουν ἄλλους θεούς. Γκρέμισαν τὰ θυσιαστήρια σου καὶ ἔσφαξαν τοὺς προφῆτες. Λοιπὸν ἐγὼ ἔμεινα ὄχι μόνος ἀλλὰ μονώτατος. Οἱ ἐχθροί σου μάλιστα ἐπιζητοῦν τὸν θάνατό μου. Ἡ ἀντίληψι ὅτι ἔμεινε μόνος μονώτατος ὁ προφήτης, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο, εἶναι τὸ λάθος του. Αὐτὸς ὁ ἐγωισμὸς τὸν ὁδήγησε στὴν ἀπελπισία καὶ στὴν ἀδικαιολόγητη δειλία ποὺ ἔδειξε ὁ προφήτης.

Ἐδῶ εἶναι ἡ εὐκαιρία νὰ τονίσουμε τὸ λάθος ὅλων ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἴδια συμπεριφορὰ ὅλων τῶν διωκτῶν· Γκρέμισμα ναῶν καὶ θανάτωσις τῶν λειτουργῶν τοῦ Ὑψίστου. Μένω μὲ τὴν ἀπορία· Εἴκοσι αἰῶνες διώκεται ἡ Ἐκκλησία χωρὶς ἀποτέλεσμα. Δὲν διδάσκονται τίποτε γιὰ τὴν ματαιοπονία τους; Ὄχι! Διότι κάθε διώκτης ἔχει τὴν βεβαιότητα ὅτι αὐτὰ ποὺ δὲν κατάφεραν οἱ προηγούμενοι διῶκτες, αὐτὸς θὰ τὸ καταφέρη. Παράδειγμα ἡ Οὐκρανία. Ἔζησε γιὰ ὀγδόντα περίπου χρόνια διωγμὸ στὴν Ἐκκλησία της χωρὶς ἀποτέλεσμα. Καὶ τώρα ἀντί νὰ δῆ τὸν γενικὸ χαλασμὸ ποὺ δοκιμάζει ἀπὸ τὸν πόλεμο, κήρυξε διωγμὸ κατὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας της. Καὶ βεβαίως στὸν διωγμὸ περιλαμβάνεται ἡ ἁρπαγὴ τῆς κινητῆς καὶ ἀκίνητης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ εἶναι ὁ κύριος στόχος καὶ λόγος τοῦ διωγμοῦ. Ἂν αὐτὸ δὲν εἶναι παραφροσύνη!

Ὅμως αὐτὴ ἡ συνάντησις προφήτου καὶ Θεοῦ δὲν εἶναι τὸ τέλος, ἀλλὰ τὸ ἄνοιγμα ἑνὸς νέου κεφαλαίου στὴν δρᾶσι τοῦ προφήτου. Στὴν συνάντησι αὐτὴ θὰ δώση ὁ Θεὸς καὶ  θὰ πάρη ὁ προφήτης νέες ἐντολές, ποὺ πρέπει νὰ φέρη σὲ πέρας.