Τρίτη 8 Αυγούστου 2023

Η ανάλυση πολιτικού λόγου και το συνεργατικό πείραμα του iMEdD

* Αντώνης Γαλανόπουλος, Κέλλυ Κική, Θανάσης Τρομπούκης, Παύλος Σερμπέζης, Στέλιος Καραμανίδης, Ηλίας Δημητριάδης[Ομάδα εργασίας iMedD] – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στην έκδοση «Ας μιλήσουμε για τα ΜΜΕ #9» που δημοσιεύει η ομάδα MediaJokers σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ

O μη κερδοσκοπικός δημοσιογραφικός οργανισμός iMEdD σχεδίασε και υλοποίησε ένα ερευνητικό έργο για την ανάλυση του πολιτικού λόγου καθόλη τη διάρκεια της μακράς προεκλογικής περιόδου, που επισήμως ξεκίνησε στις 22 Απριλίου 2023 και ολοκληρώθηκε το βράδυ της 25ης Ιουνίου, με τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας. 

Για τις ανάγκες του έργου συγκροτήθηκε ομάδα εργασίας με τη συμμετοχή δημοσιογράφων, ερευνητών/ερευνητριών από τους τομείς της πληροφορικής, της ανάλυσης δεδομένων και της πολιτικής θεωρίας. Το έργο σχεδιάστηκε ως μια πειραματική συνεργασία μεταξύ ανθρώπων και τεχνητής νοημοσύνης, με διττό σκοπό: αφενός, να αναλυθεί ο προεκλογικός πολιτικός λόγος και, αφετέρου, να διερευνηθούν τα όρια των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων (LargeLanguageModel, LLM) στην ανάλυση λόγου. Στο πλαίσιο του έργου, το οποίο κάλυψε τις επισήμως δύο διαφορετικές προεκλογικές περιόδους, αντικείμενο μελέτης αποτέλεσε ο προεκλογικός λόγος των πολιτικών αρχηγών των κομμάτων που βρίσκονταν στο ελληνικό κοινοβούλιο κατά την τελευταία κοινοβουλευτική περίοδο κάθε φορά.

Συνοπτική μεθοδολογία του έργου1

Οι προεκλογικές ομιλίες των πολιτικών αρχηγών αναλύθηκαν, ανά παράγραφο, ως προς έξι διαστάσεις. Αρχικά, έγινε η διάκριση αν η υπό εξέταση παράγραφος αφορά κυρίως κριτική έναντι πολιτικών αντιπάλων ή την προγραμματική ατζέντα του κόμματος. Ακολούθως, εντοπιζόταν το επικρατέστερο θέμα της παραγράφου. Στη συνέχεια, η ανάλυση εστίαζε στο κυρίαρχο συναίσθημα που εντοπίζεται στον λόγο (sentimentanalysis), αλλά και στα επίπεδα πόλωσης και λαϊκισμού που ανιχνεύονταν. Τέλος, καταγράφονταν οι οντότητες που κατονομάζονταν (ονόματα, επωνυμίες, τοπωνύμια κλπ).

Για να χτιστεί η συνεργασία ανθρώπου και διαλογικού μοντέλου τεχνητής νοημοσύνης, αναπτύχθηκε εξειδικευμένο λογισμικό που επικοινωνεί με το ChatGPT API (gpt-3.5-turbo) και προχωρά σε περαιτέρω αναλύσεις. Για καθεμία από τις παραγράφους της εκάστοτε μελετώμενης ομιλίας, η ομάδα εργασίας έθετε μια σειρά από ερωτήματα στο ChatGPT σε σχέση με τις έξι προαναφερθείσες διαστάσεις. Η διαμόρφωση των ερωτημάτων συνοδευόταν από υπόδειγμα πλαισίου αναφοράς (context), ώστε να προσπεράσουμε το ζήτημα της αλγοριθμικής προκατάληψης, ειδικά στα ερωτήματα που αφορούν την πόλωση και τον λαϊκισμό. Βάσει των απαντήσεων, συγκροτείτο ένα σύνολο δεδομένων (dataset) για την εκάστοτε μελετώμενη ομιλία. Τα αποτελέσματα του ChatGPT ελέγχονταν πάντα από τουλάχιστον δύο μέλη της ομάδας εργασίας, τα οποία προχωρούσαν σε διορθώσεις όπου κρινόταν αναγκαίο, ακολουθώντας ενιαίους κανόνες για την παρέμβαση αυτή. Τα οριστικά αποτελέσματα της ανάλυσης παρουσιάζονταν (εντός 24ώρου από την εκφώνηση της ομιλίας του εκάστοτε πολιτικού αρχηγού) με εύληπτο τρόπο μέσα από σειρά διαδραστικών γραφημάτων, τα οποία παραμένουν διαθέσιμα και ελεύθερα προσβάσιμα στην ειδική θεματική ιστοσελίδα του iMΕdDLab.

Εξαρχής, σκοπός ήταν ο ερευνητικός χαρακτήρας του έργου να συνδυαστεί με την απεύθυνση σε ένα ευρύ και μη εξειδικευμένο κοινό, αποδεικνύοντας παράλληλα την κοινωνική διάσταση των ερευνητικών εφαρμογών, μέσα από δύο κρίσιμες αποφάσεις: τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων σε συνεχή ροή κατά τη διάρκεια των προεκλογικών περιόδων και την ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση στα αποτελέσματα της έρευνας.

Γιατί πόλωση και λαϊκισμός;

Η χώρα βρέθηκε μπροστά σε διπλές εκλογές ξανά έπειτα από έντεκα χρόνια. Αυτή η συνθήκη της διπλής κάλπης, που αυτή τη φορά αντιμετωπιζόταν από όλους εκ των προτέρων ως βέβαιη, είχε δημιουργήσει την αίσθηση ότι θα οδηγηθούμε σε ένα ιδιαιτέρα πολωμένο πολιτικό τοπίο μαζί με κυριαρχία του λαϊκισμού, όπως και αν αυτός γινόταν αντιληπτός στη δημόσια σφαίρα. Κατά τον σχεδιασμό του έργου, εκτιμήσαμε πως θα ήταν σημαντικό να διερευνήσουμε εμπειρικά αυτήν την υπόθεση, ενσωματώνοντας τους δείκτες της πόλωσης και του λαϊκισμού στην ανάλυση. Την ίδια στιγμή, αναγνωρίζοντας ότι ερευνητικά εγχειρήματα στις ανθρωπιστικές, κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες δεν περιγράφουν μόνο ένα εξωτερικό φαινόμενο, αλλά μπορούν και να το επηρεάσουν ή να το συνδιαμορφώσουν κατά τη διάρκεια της μελέτης, επιχειρήσαμε να είμαστε αναστοχαστικοί ως προς τις -ακούσιες- συνέπειες της μελέτης: παρότι μιλούσαμε για όρους που ήταν ήδη σε ευρεία χρήση στη δημόσια σφαίρα, προσπαθήσαμε να μη συμμετέχουμε ενεργητικά στην περαιτέρω διόγκωση αυτού του «hype»2 γύρω από αυτά τα φαινόμενα -και ιδίως γύρω από τον λαϊκισμό.

Για τον σκοπό αυτό, ένα από τα «μέτρα» που υιοθετήσαμε ήταν ο σαφής ορισμός των φαινομένων που εξετάζουμε, η περιγραφή του τρόπου με τον οποίο τα προσεγγίζουμε και τα αναλύουμε. Κατά την έναρξη του έργου, μαζί με τις πρώτες αναλύσεις δεδομένων που παρουσιάσαμε, δημοσιεύσαμε δύο κείμενα3για τα φαινόμενα της πόλωσης και του λαϊκισμού. Αυτά τα κείμενα, μαζί με την αναλυτική περιγραφή της μεθοδολογίας, αποτελούσαν τη στέρεη βάση στην οποία βασιζόταν η ανάλυσή μας. Μια δεύτερη κίνηση ήταν η απομάκρυνση του έργου από τις διαδεδομένες στερεοτυπικές αντιλήψεις, ώστε να προσεγγίσουμε τους όρους χωρίς αξιολογικό ή κανονιστικό φορτίο. Τέλος, οι αναλύσεις των δεδομένων που δημοσιεύονταν κατά τη διάρκεια όλης της μακράς προεκλογικής περιόδου συνοδεύονταν τακτικά από κείμενα τα οποία κωδικοποιούσαν και παρουσίαζαν τις αναλύσεις με έναν πιο συστηματικό τρόπο, χωρίς και πάλι να καθοδηγούν το αναγνωστικό κοινό με αξιολογικές κρίσεις.

Ως πολιτική πόλωση θεωρήσαμε την ένταση των δυαδικών, αντιθετικών πολιτικών ιδεολογιών και των αντίστοιχων κομματικών ταυτοτήτων τους. Η πόλωση εμφανίζεται όταν ένας λόγος προωθεί έντονες κομματικές ή ιδεολογικές διαιρέσεις. Οι δύο πολιτικές και ιδεολογικές θέσεις που οικοδομεί αυτός ο λόγος παρουσιάζονται ως ασυμβίβαστες, ενώ παράλληλα οι πολιτικές απόψεις και στάσεις των πολιτών τείνουν να αποκλίνουν και να συγκεντρώνονται γύρω από αυτές τις δυο αντιθετικές θέσεις. Αξίζει να τονίσουμε ότι, στο εν λόγω εγχείρημα, στόχος δεν ήταν η μελέτη της πόλωσης αλλά μια διερεύνηση του λόγου της πόλωσης: δηλαδή, να εξεταστεί εάν στον πολιτικό λόγο εντοπίζονται ρητορικά σχήματα και λεκτικά μοτίβα που επιχειρούν να δημιουργήσουν τη συνθήκη ή την αίσθηση της πόλωσης σε κοινωνικο-πολιτικό επίπεδο.

Από την άλλη, η λαϊκιστική διάσταση έχρηζε μελέτης, χωρίς να θεωρείται εξ ορισμού ότι είναι πανταχού παρούσα. Για τη μελέτη του λαϊκισμού, το έργο υιοθέτησε μία από τις δύο επικρατούσες προσεγγίσεις και, ίσως, την κυρίαρχη στο πεδίο της πολιτικής θεωρίας: η προσέγγιση αυτή εμπνέεται από τη θεωρία του λόγου (discoursetheory) και εστιάζει στη μορφή του λόγου και όχι στο περιεχόμενο. Η φορμαλιστική αυτή προσέγγιση αρχικά διατυπώθηκε από τον Ερνέστο Λακλάου4, σε μια προσπάθεια να προτείνει έναν τρόπο προσέγγισης του λαϊκισμού που δεν θα είχε τις κανονιστικές μεροληψίες οι οποίες χαρακτήριζαν άλλες απόπειρες μελέτης του φαινομένου. Για να επιτευχθεί αυτό, η θεωρία χαρακτηρίζεται από υψηλό επίπεδο αφαίρεσης. 

Με βάση αυτήν την προσέγγιση, έχουν αναπτυχθεί δύο ελάχιστα λειτουργικά κριτήρια5 για την αναγνώριση ενός λαϊκιστικού λόγου: ο λαοκεντρισμός και ο αντιελιτισμός. Ένας λόγος μπορεί να χαρακτηριστεί ως λαϊκιστικός εάν συναρθρώνεται γύρω από το κομβικό σημείο «ο λαός» και εάν δημιουργεί μια κατεξοχήν διχοτομική αναπαράσταση του κοινωνικού πεδίου, χωρίζοντας την κοινωνία σε δύο βασικά στρατόπεδα που έχουν δημιουργηθεί στη βάση ισοδυναμιών: το κατεστημένο, τις «ελίτ», από τη μια, και τον «λαό», τους μη προνομιούχους, από την άλλη. Και τα δύο κριτήρια πρέπει να πληρούνται, για να χαρακτηριστεί ένας λόγος ως λαϊκιστικός. 

Ενδεικτικά συμπεράσματα του έργου

Κατά τη διάρκεια της μακράς προεκλογικής περιόδου, μελετήθηκαν οι στρατηγικές λόγου τις οποίες ακολούθησαν οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων μέσα από την ανάλυση συνολικά 170 ομιλιών. Στο παρόν κείμενο, θα σταθούμε σε μόνο τρία σημεία που προκαλούν ενδιαφέρον.

Αρχικά, οι εκτιμήσεις πολιτικών, σχολιαστών και δημοσιογράφων έκαναν λόγο για αυξημένα επίπεδα πόλωσης και λαϊκισμού λόγω και των δύο διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων. Η έρευνα έδειξε ότι αυτές οι εκτιμήσεις δεν επιβεβαιώθηκαν. Δεν παρατηρήθηκε στρατηγική ακραίας πόλωσης ή συνεχής χρήση πολωτικών σχημάτων λόγου στις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών. Αυτό το συμπέρασμα συνάδει και με την εμπειρία των περισσότερων εξ ημών που βίωσαν τις εκλογές ως «βωβές». Από την άλλη, ο λαϊκισμός δεν αποτέλεσε βασική στρατηγική λόγου για κανέναν πολιτικό αρχηγό. Πιο τακτικές χρήσεις λαϊκιστικών σχημάτων λόγου συναντήσαμε στις ομιλίες του Αλέξη Τσίπρα κατά την πρώτη προεκλογική περίοδο, αν και παρέμειναν σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, ενώ στη δεύτερη σχεδόν εκμηδενίστηκαν. Ως εκ τούτου, προκαλούν ερωτήματα, τόσο τα συμπεράσματα για την ήττα του λαϊκισμού, όσο και η επιλογή να συνεχίζουν ορισμένα κόμματα να περιγράφονται ως λαϊκιστικά στον δημόσιο λόγο.

Ένα δεύτερο εύρημα που προκύπτει είναι η εντυπωσιακή συνέπεια που χαρακτήρισε τον λόγο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όλες οι ομιλίες του εντοπίζονταν στο θετικό φάσμα, ως προς το συναισθηματικό πρόσημό τους, και ήταν σε υψηλότατο ποσοστό αφιερωμένες στην προβολή της προγραμματικής ατζέντας του κόμματος. Η προγραμματική διάσταση και η θετικότητα του λόγου, στοιχεία που συνδέονται, αυξήθηκαν ελαφρώς κατά τη δεύτερη προεκλογική περίοδο, πιθανώς και λόγω του θετικού πρώτου εκλογικού αποτελέσματος. Η γενική εικόνα των υπόλοιπων πολιτικών αρχηγών ως προς το συναισθηματικό πρόσημο των ομιλιών τους τοποθετεί τους Αλέξη Τσίπρα και Νίκο Ανδρουλάκη σαφώς στο ουδέτερο φάσμα, τους Δημήτρη Κουτσούμπα και ΓιάνηΒαρουφάκη στο ουδέτερο με τάση προς το αρνητικό και τον Κυριάκο Βελόπουλο σταθερά στο αρνητικό.

Τέλος, η βασικότερη διαφοροποίηση στη δεύτερη περίοδο ήταν η στάση των πολιτικών αρχηγών σε σχέση με το μεταναστευτικό ζήτημα. Το μεταναστευτικό δεν είχε αποτελέσει κεντρικό θέμα για τους πολιτικούς αρχηγούς: έως και τη λήξη του εθνικού πένθους που κηρύχθηκε μετά το τραγικό ναυάγιο στα ανοιχτά της Πύλου, το μεταναστευτικό/προσφυγικό ζήτημα βρισκόταν πολύ χαμηλά στην ιεράρχηση των θεμάτων και οι αναφορές σε αυτό ήταν ανύπαρκτες ή μεμονωμένες. Καθόλη την περίοδο, ο πολιτικός αρχηγός με τις περισσότερες μνείες στο ζήτημα −χωρίς, όμως, αυτό να αποτελεί βασικό θέμα του λόγου και της ατζέντας του− ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος προσέγγιζε το θέμα κυρίως ως ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Από την άλλη, το μεταναστευτικό ζήτημα απουσίαζε εντελώς από τον προεκλογικό λόγο του Αλέξη Τσίπρα έως περίπου την τελευταία προεκλογική εβδομάδα. Ιδίως μετά την τραγωδία, οι πολιτικοί αρχηγοί ακολούθησαν αρκετά διαφορετικές στρατηγικές λόγου ως προς τη θεματική του μεταναστευτικού (αποσιώπηση, κριτική στη μεταναστευτική πολιτική της χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφορμή για σύγκριση με την πολιτική άλλων κομμάτων).

Τα αρχικά συμπεράσματα και οι πρώτες παρατηρήσεις που προέκυψαν από τα δεδομένα έδωσαν πολύ ενδιαφέροντα ερεθίσματα για στοχασμό και διαμόρφωση νέων ερευνητικών ερωτημάτων. Η πλήρης αξιοποίηση των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο του έργου και η αξιολόγηση της πειραματικής συνεργασίας, των πλεονεκτημάτων και των περιορισμών που μπορούν να προκύψουν από αυτή, θα βαθύνει περαιτέρω την ανάλυση και τον αναστοχασμό. 

Σημειώσεις:

Η αναλυτική μεθοδολογία εργασίας είναι διαθέσιμη σε αυτόν τον σύνδεσμο.

Mondon, A., &Glynos, J., (2016). The political logic of populist hype: the case of right wing populism’s ‘meteoric rise’ and its relation to the status quo. (POPULISMUS WorkingPapers; Vol. 4). Populismus.

Από τα κείμενα αυτά είχε προκύψει και ο σύντομος ορισμός των φαινομένων που προσφέραμε ως πρόσθετο πλαίσιο αναφοράς (context) κατά τις εντολές μας (prompts) προς το ChatGPT, επιχειρώντας να βελτιώσουμε τον τρόπο που κατανοούσε τις έννοιες, με στόχο την αποτελεσματικότερη ανταπόκρισή του.

Laclau. E., (2005). On Populist Reason, Λονδίνο: Verso.

Βλέπε αναλυτικότερα Σταυρακάκης Γ., Νικήσιανης Ν., Κιουπκιολής Α., Κατσαμπέκης Γ. & Σιώμος Θ. (2017). «Λαϊκίστικος λόγος και δημοκρατία». Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, 43, 47-78. https://doi.org/10.12681/hpsa.14405