Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

Το ναυάγιο των ελληνικών ΜΜΕ: Το θέαμα της οδύνης και η νομιμοποίηση της πολεμικής πολιτικής

* Σαλώμη Μπουκάλα, Επίκουρη Καθηγήτρια Κριτικής Ανάλυσης Λόγου, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στην έκδοση «Ας μιλήσουμε για τα ΜΜΕ #9» που δημοσιεύει η ομάδα MediaJokers σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ

Στις 14 Ιουνίου 2023, το κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ ξεκίνησε με την εξής εισαγωγή:

Ανείπωτος θρήνος για τους δεκάδες μετανάστες που χάθηκαν σε διεθνή ύδατα ανοιχτά της Πύλου. Γιγαντιαία επιχείρηση διάσωσης. Φόβοι για εκατοντάδες μετανάστες που ήταν μέσα στο αμπάρι και τους παρέσυρε το πλοιάριο στο βυθό. Κήρυξη τριήμερου εθνικού πένθους.

Στη συνέχεια ο παρουσιαστής του δελτίου ενημέρωσε το τηλεοπτικό κοινό για το δραματικό γεγονός, λέγοντας:

Διαστάσεις ασύλληπτης τραγωδίας λαμβάνει το ναυάγιο αλιευτικού που μετέφερε μετανάστες από τη Λιβύη στην Ιταλία. Το ναυάγιο έγινε ανοιχτά της Πύλου σε διεθνή ύδατα και ο απολογισμός είναι τραγικός με τους νεκρούς μέχρι στιγμής να ανέρχονται σε 79, ενώ έχουν περισυλλέγει 104 άτομα. Ωστόσο, ο αριθμός των αγνοουμένων παραμένει αδιευκρίνιστος, καθώς εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 500 έως 700 επιβαίνοντες στο μοιραίο σκάφος1.

Πρόκειται για μια εκφώνηση που υιοθετήθηκε από το σύνολο των τηλεοπτικών δελτίων, σε μια προσπάθεια να αποδοθεί η είδηση του ίσως πιο πολύνεκρου ναυαγίου που συνέβη στη Μεσόγειο ή μάλλον σε «διεθνή ύδατα», όπως μας ενημέρωσε ο παρουσιαστής της ΕΡΤ, προκειμένου να απομακρυνθεί από τα εθνικά σύνορα το ίδιο το γεγονός ή ακόμη και η ευθύνη για αυτό. Η οδύνη, όμως για την «ασύλληπτη τραγωδία» ήταν εθνική, όπως και ο «ανείπωτος θρήνος» που αποτυπώθηκε με την κήρυξη του τριήμερου εθνικού πένθους.

Ο συναισθηματικός λόγος με τον οποίο πλαισιώθηκε η είδηση του πολύνεκρου ναυαγίου ανοιχτά της Πύλου και η απεικόνιση της τρωτότητας των ανθρώπων που βρίσκονταν σε κίνδυνο δημιούργησαν ένα θέαμα οδύνης. Πρόκειται για μια είδηση που παράγει οίκτο, ακολουθώντας το μοντέλο πολυτροπικότητας που περιέγραψε αναλυτικά η ΛίλυΧουλιαράκη(2012) προκειμένου να εξηγήσει τις πολύπλοκες ειδησεογραφικές συνδέσεις μεταξύ ασφάλειας και κινδύνου που στόχο έχουν την ενεργοποίηση του οίκτου των θεατών, αποδίδοντας στις ειδήσεις αυτές τον τίτλο «έκτακτης ανάγκης» (2012:209). Μπορεί το θέαμα της οδύνης, η αναπαράσταση της τρωτότητας και η πολιτική του οίκτου της ελληνικής τηλεόρασης να καλέσουν τους θεατές σε δράση, σε πράξεις αλληλεγγύης; Αποδεικνύει η ελληνική τηλεόραση μια πολιτική θέση επενδύοντας στα συναισθήματα των θεατών, όπως περιγράφει η συγγραφέας; Μέσω της διαμεσολάβησης της οδύνης, οι ευάλωτοι «άλλοι» θα είναι πάντα ξένοι για τους θεατές, επισημαίνει στο μετέπειτα έργο της η ΛίλυΧουλιαράκη (2017) και μας καλεί να αναλογιστούμε τους όρους της αλληλεγγύης και της οδύνης και τη δημιουργία ενός «ειρωνικού θεατή» της τρωτότητας των «άλλων».

«Ο ειρωνικός θεατής είναι μια αμφίσημη φιγούρα που στέκει με σκεπτικισμό απέναντι σε κάθε έκκληση για αλληλέγγυα δράση και την ίδια στιγμή παραμένει ανοιχτός στο να κάνει κάτι για όσους υποφέρουν» (2017:19). Ακολουθώντας τις μεταλλάξεις των επικοινωνιακών πρακτικών της τρωτότητας του άλλου, η συγγραφέας εξετάζει τη μετατόπιση από μια ηθική του οίκτου σε μια ηθική της ειρωνείας (2017:21). Εκκινώντας από το έργο της κι εξετάζοντας ένα χαρακτηριστικό δείγμα του λόγου των ελληνικών ΜΜΕ που αφορά την αναπαράσταση του πολύνεκρου ναυαγίου στην Πύλο, με βάση τις αρχές της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου που στοχεύουν στην αναγνώριση των σχέσεων εξουσίας και των ιδεολογικών μηχανισμών που κρύβονται στον λόγο (Μπουκάλα & Στάμου, 2020), επιχειρώ να αναδείξω τον ρόλο των ΜΜΕ στην αναπαραγωγή των κυρίαρχων πολιτικών θέσεων για το μεταναστευτικό/προσφυγικό θέμα και τη συγκρότηση του λογοθετικούδιπόλου μεταξύ του εθνικού εαυτού και του «άλλου».

Την ημέρα του ναυαγίου κι ενώ έγινε γνωστό το τραγικό γεγονός, τα ελληνικά ΜΜΕ αφιέρωσαν χρόνο από τις τηλεοπτικές εκπομπές για την κάλυψη των εξελίξεων. Σε μια από αυτές, η δημοσιογράφος Τατιάνα Στεφανίδου προχώρησε στην παρακάτω δήλωση, όταν ενημερώθηκε για την επιχείρηση διάσωσης που ήταν σε εξέλιξη:

…επιβαρύνοντας την Ευρώπη και τη χώρα μας με αυτούς τους ανθρώπους, τους κατατρεγμένους ανθρώπους. Γιατί λέω επιβαρύνοντας; Διότι προχθές κάναμε την κουβέντα για τα ασθενοφόρα που δεν υπάρχουν. Τα ασθενοφόρα που δεν υπάρχουν διαθέσιμα στην Ελλάδα. Και εδώ έχουμε μια κολοσσιαία κινητοποίηση, έχουν πάει οκτώ-δέκα ασθενοφόρα, για να βοηθήσουν την κατάσταση. Εάν αυτή τη στιγμή κάποιος χρειαστεί ασθενοφόρο στον νομό Πελοποννήσου, αν κάποιος σε ένα χωριό πάθει καρδιακό επεισόδιο, πού θα βρεθεί ασθενοφόρο να τον μεταφέρει2.

Δεν θα σταθώ στην αναφορά της δημοσιογράφου στον ανύπαρκτο νομό Πελοποννήσου, αλλά στην ευαισθησία της σχετικά με τις ελλείψεις του δημοσίου συστήματος υγείας σε ασθενοφόρα που περιορίζεται στις ανάγκες των ντόπιων. Οι κατά αναφορά της «κατατρεγμένοι άνθρωποι» μόνο επιβάρυνση προκαλούν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη με τη ζωή και τον θάνατό τους. Δεν είναι και δεν μπορούν να είναι ισότιμοι με τους Έλληνες, ούτε όταν βρίσκονται σε κατάσταση κινδύνου. Η επιλογή του χαρακτηρισμού «κατατρεγμένοι», λοιπόν, φαντάζει αμφίσημη, καθώς ακολουθεί η περιγραφή τους ως βάρος για την Ελλάδα και την Ευρώπη και ταυτόχρονα ως κίνδυνος για την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών.

Κι αν η εν λόγω εκπομπή δεν διακρίνεται για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της και θεωρείται εξαίρεση για τις δημοσιογραφικές αξίες των ελληνικών ΜΜΕ, αρκεί να δει κανείς ένα χαρακτηριστικό άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου στην «Καθημερινή» για να κατανοήσει την επικοινωνιακή μετάβαση από την οδύνη και τον οίκτο στη ρητορική της εθνικής ασφάλειας και υπευθυνότητας.

Φτάνει το αυτομαστίγωμα

Ευθύνεται η Ευρώπη για το γεγονός ότι η Μεσόγειος έχει μετατραπεί σε νεκροταφείο; Ευθύνονται οι κυβερνήσεις της Ιταλίας ή της Ελλάδας επειδή δεν ανοίγουν τα σύνορά τους στης «γης τους κολασμένους», το νέο προλεταριάτο της Αριστεράς; Οι κυβερνήσεις έχουν εκλεγεί δημοκρατικά και εκτελούν τις εντολές του εκλογικού σώματος, να ελέγξουν τα σύνορά τους και τις ροές της μετανάστευσης. Με ποιο πρόγραμμα εξελέγη η Μελόνι; Με ποιο πρόγραμμα εξελέγη ο Μητσοτάκης και καταποντίσθηκε ο Τσίπρας; Όσοι διαφωνούν δικαίωμά τους να διαφωνούν. Όμως στις δημοκρατίες αποφασίζουν οι πλειοψηφίες. Η επιχείρηση ενοχοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών της πρώτης γραμμής, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, έχει ως στόχο την περαιτέρω πολιτισμική απονεύρωση των αντανακλαστικών μας. Φτάνει το αυτομαστίγωμα. (Καθημερινή, 18-6-2023)3

Στο παραπάνω απόσπασμα ο αρθρογράφος επιχειρηματολογεί ενάντια στους επικριτές της μεταναστευτικής πολιτικής της Ελλάδας και της Ευρώπης. Επικαλείται τη δημοκρατία και την εκλογή πολιτικών που υιοθετούν την αντιμεταναστευτική ατζέντα της ΕΕ δίνοντας και συγκεκριμένα παραδείγματα από τις πρόσφατες εκλογές στην Ελλάδα και την Ιταλία και μέσω της χρήσης της μεταφοράς του αυτομαστιγώματος κατακρίνει όσους επιρρίπτουν ευθύνες για το ναυάγιο στη μεταναστευτική πολιτική της Ευρώπης και αδιαφορούν για τις καταστροφικές συνέπειες της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης σε κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο. Ο αρθρογράφος κάνει επίσης λόγο για πολιτισμική απονεύρωση των Ευρωπαίων αναδεικνύοντας δυο επικίνδυνους άλλους, της «γης τους κολασμένους» και τους αριστερούς υπερασπιστές τους. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ρευστού ρατσισμού που φανερώνει την επικάλυψη του αντιρατσιστικού ή πολιτικά ορθού λόγου από έναν εμμέσως ρατσιστικό (Αρχάκης κ.ά., 2023). Η αναφορά τέλος στις χώρες της πρώτης γραμμής δεν αποτελεί προσωπική του επιλογή, αλλά έναν όρο που επαναλαμβάνεται συνεχώς στα ελληνικά ΜΜΕ και αποτελεί μετάφραση του στρατιωτικού όρου frontline στον οποίο αναφέρεται πρωτίστως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο4 κάνοντας πλέον σαφές ότι η ΕΕ πολεμά τις προσφυγικές ροές.

Η γλωσσική ανάλυση αποτελεί προσφιλή μέθοδο και της ΧάνναΆρεντ (2004), καθώς δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει το λεξιλόγιο των εκτελεστών για να περιγράψει τη θεωρία της για το ριζικό κακό και τον ολοκληρωτισμό. Μέσα από την επιλογή του λεξιλογίου των δημοσιογράφων και πολιτικών «δουλέμποροι», «πρώτη γραμμή», «προσφυγική επέλαση», «φράχτης που προστατεύει τα σύνορα της πατρίδας μου»5, όπως τόνισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας και είχε νωρίτερα επισημάνει και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ως πράξη ευθύνης και προστασίας της εθνικής ακεραιότητας6, αναδεικνύεται μια νέα «περιττή ανθρωπότητα» (Άρεντ, 2004, Κουφοπούλου, 2022), στο πλαίσιο μιας προπαγάνδας που βασίζεται στον τρόμο και στην ιδεολογία. Η απόλυτη τρομοκρατία και οι ιδεολογικοί της μηχανισμοί που λαμβάνουν διαστάσεις κοσμικής θρησκείας καθιστούν έτσι τους πολίτες ανίκανους για αυθόρμητη δράση (Κουφοπούλου, 2022). Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, επομένως, αποτελούν τη νέα «περιττή ανθρωπότητα», έναν κίνδυνο που οι υπεύθυνες και μη λαϊκίστικες ηγεσίες της Ευρώπης οφείλουν να αποτρέψουν και στην αναπαράσταση του οποίου συμβάλλουν, όπως φάνηκε από την εξέταση του ναυαγίου ανοιχτά της Πύλου, άμεσα ή έμμεσα τα ελληνικά ΜΜΕ. Οι θεατές καλούνται σε δράση, όμως τη δράση που ορίζει η κυρίαρχη προπαγάνδα και περιορίζεται στη θέαση της τρωτότητας του «άλλου», που πολύ σύντομα από θύμα θα ξαναγίνει θύτης και επικίνδυνος εχθρός. Στο κείμενό της «Εμείς οι πρόσφυγες» η Χάνα Άρεντ (2009) σημειώνει:

Η ιστορία μας έχει γίνει τελικά γνωστή. Χάσαμε το σπίτι μας, που σημαίνει ότι χάσαμε την οικειότητα της καθημερινής ζωής. Χάσαμε το επάγγελμά μας, που σημαίνει ότι χάσαμε την αυτοπεποίθηση ότι είχαμε κάποια χρησιμότητα σε αυτόν τον κόσμο. Χάσαμε τη γλώσσα μας, που σημαίνει ότι χάσαμε τη φυσικότητα των αντιδράσεών μας, την απλότητα των χειρονομιών μας, την απρόσκοπτη έκφραση συναισθημάτων. Αφήσαμε τους συγγενείς μας και οι καλύτεροι μας φίλοι σκοτώθηκαν, που σημαίνει ότι διαρρήχθηκαν οι ιδιωτικές μας ζωές. (σελ. 11)

Ίσως αυτή είναι η πιο τεκμηριωμένη και ουσιαστική αναφορά στους πρόσφυγες. Μένει να δούμε αν οι άνθρωποι αυτοί θα γίνουν «αυριανοί πολίτες» ή θα παραμείνουν «εχθρικοί αλλοδαποί» (Άρεντ, 2009) ή μάλλον «εθνική απειλή», όπως τους αναπαριστούσαν τα ελληνικά ΜΜΕ, επενδύοντας στα εθνικιστικά αντανακλαστικά του κοινού τους εν μέσω εθνικών εκλογών.