Ορισμένοι είναι πιο ευάλωτοι στις μολύνσεις
Μια ελληνική ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής επιστήμονες του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος», ανακάλυψε ότι ένας κοινός πολυμορφισμός στα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος, δηλαδή μια πολύ συχνή «μετάλλαξη» - την οποία φέρει περίπου ένας στους τέσσερις ανθρώπους - ευθύνεται για το ότι κάποιοι είναι πιο επιρρεπείς σε συγκεκριμένες μολύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του ιού HIV που ευθύνεται για το AIDS. Η σχετική δημοσίευση έγινε στο διεθνές περιοδικό ανοσολογίας «Journal of Immunology».
Οι επιστήμονες, εδώ και πολύ καιρό, γνωρίζουν ότι κάποιοι άνθρωποι είναι πιο επιρρεπείς σε συγκεκριμένες ασθένειες από ό,τι άλλοι.
Είτε πρόκειται για ιώσεις είτε για καρκίνους είτε για διάφορες άλλες νόσους, ο κάθε ξεχωριστός οργανισμός αντιδρά διαφορετικά, ενώ η «ευθύνη» για αυτό αποδίδεται συνήθως στο ανοσοποιητικό μας σύστημα.
Σύμφωνα με μελέτες χρόνων, σε ένα μεγάλο βαθμό, αυτή η διαφορετική αντίδραση στις ασθένειες οφείλεται στη γενετική ποικιλομορφία των γονιδίων του ανοσοποιητικού συστήματος, δηλαδή του συνόλου κυττάρων και των ιστών που είναι υπεύθυνο για την αντιμετώπιση όλων των μολύνσεων και ασθενειών.
Αυτή τη γνώση αξιοποίησαν οι έλληνες ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ευστράτιο Στρατίκο και με βασική ερευνήτρια την δρα Ειρήνη Ευνουχίδου, για να μελετήσουν τις συγκεκριμένες γενετικές ποικιλομορφίες, να τις καταγράψουν και να εξετάσουν πώς θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν στην πιο αποτελεσματική και έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία των διαφόρων ασθενειών.
Η σημαντική «μετάλλαξη» που εντόπισαν, συμβαίνει στο γονίδιο του ενζύμου ERAP2. Το ERAP2, μαζί με τον «συνεργάτη» του, το ERAP1, είναι τα ένζυμα που δείχνουν στο ανοσοποιητικό σύστημα ποιό κύτταρο νοσεί.
Ως αποτέλεσμα της εν λόγω μετάλλαξης, κάποιες ασθένειες γίνονται πιο εύκολα αναγνωρίσιμες, ενώ άλλες κρύβονται από τον «ελεγκτή» του ανοσοποιητικού συστήματος.
Με αυτόν τον τρόπο, κάποιοι άνθρωποι είναι πιο ανθεκτικοί σε μόλυνση από HIV, παρά την επανειλημμένη έκθεση τους στον ιό.
Η ανακάλυψη μπορεί να βοηθήσει στην καλύτερη εξατομικευμένη πρόληψη και θεραπεία, ενώ καθορίζει ένα νέο στόχο για την ανάπτυξη μεθόδων ανοσοθεραπείας, στόχος της οποίας είναι να τροποποιεί την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η γνώση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να σχεδιαστεί ένας «χάρτης» που θα παραθέτει με ποιο τρόπο οι διαφοροποιήσεις σε αυτά τα ένζυμα επηρεάζουν την ανθεκτικότητά των ανθρώπων σε ένα εύρος απειλητικών για την υγεία νοσημάτων.