Η
κυβέρνηση προτείνει στους Θεσμούς να μεταφέρονται τα υπερπλεονάσματα στους
επόμενους προϋπολογισμούς, αντί να διανέμονται στους πολίτες
Το τέλος
της εποχής των γενναιόδωρων κοινωνικών μερισμάτων, μέσω διανομής των
υπερπλεονασμάτων στο τέλος κάθε χρονιάς, σηματοδοτεί η απόφαση της κυβέρνησης
να αρχίσει διαπραγμάτευση με τους ευρωπαϊκούς Θεσμούς για ένα νέο
μηχανισμό εξομάλυνσης, μέσω του οποίου όσα περισσεύουν στο τέλος κάθε
χρόνο από υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου θα μεταφέρονται στο επόμενο
οικονομικό έτος.
Τα
στελέχη του οικονομικού επιτελείου επιβεβαιώνουν ότι η σχετική διαπραγμάτευση
με τους Θεσμούς αρχίζει τώρα, στο πλαίσιο της πέμπτης μεταμνημονιακής
αξιολόγησης, για την οποία ήδη βρίσκονται στην Αθήνα τα τεχνικά κλιμάκια των
Θεσμών, ενώ αναμένονται οι επικεφαλής τους στην Ελλάδα την επόμενη Δευτέρα.
Ο
αρμόδιος υφυπουργός Δημοσιονομικής Πολιτικής, Θόδωρος
Σκυλακάκης, εξήγησε σήμερα (μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ) ότι το
ελληνικό αίτημα για το μηχανισμό εξομάλυνσης έχει τεχνικό χαρακτήρα και δεν
δημιουργεί πολιτικά προβλήματα σε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ενώ έχει υποστηριχθεί
στο παρελθόν από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, άρα είναι πολύ πιθανό να γίνει
αποδεκτό από το Eurogroup.
Ο μηχανισμός
εξομάλυνσης (smoothing mechanism) έχει το πλεονέκτημα ότι θα επιτρέψει
στην κυβέρνηση να ανοίξει δημοσιονομικό χώρο στους επόμενους προϋπολογισμούς
για νέες ελαφρύνσεις φόρων και άλλες δράσεις για την υποστήριξη της ανάπτυξης,
αξιοποιώντας τα ποσά που θα προκύψουν αν ξεπερασθεί, όπως συνέβαινε συνεχώς τα
προηγούμενα χρόνια, ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Από
την άλλη, έχει τη δυσάρεστη πλευρά της διακοπής των διανομών κοινωνικών
μερισμάτων, αλλά, σε κάθε περίπτωση, η σημερινή κυβέρνηση, ήδη από τα χρόνια
όπου ασκούσε αντιπολίτευση το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, είχε ξεκαθαρίσει ότι
δεν συμφωνεί με την υπερβολικά «σφικτή» δημοσιονομική πολιτική, μέσω της οποίας
εξασφαλίζονταν οι πόροι για τα κοινωνικά μερίσματα.
Η
επιδίωξη μείωσης στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος από το 2021
Ο
μηχανισμός εξομάλυνσης συνδέεται έμμεσα και με τη μεγάλη πολιτική συζήτηση για
τη μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλέονασμα από το 2021, η οποία
αναμένεται να γίνει μετά την ολοκλήρωση της έκτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης,
στις αρχές του καλοκαιριού. Όπως έχει γράψει το Σin πρόκειται για μια συζήτηση
που έχει γίνει πολύ δύσκολη, λόγω των σοβαρών πολιτικών προβλημάτων που
αντιμετωπίζει η γερμανική κυβέρνηση και είναι πολύ αμφίβολο αν η Αθήνα θα
καταφέρει να γίνει δεκτό το αίτημα για μείωση τουλάχιστον από 3,5% σε 2,5% του
ΑΕΠ του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Πάντως,
τα δημοσιονομικά στοιχεία για το 2019, που δημοσιοποιήθηκαν χθες, έδειξαν
ότι ήδη το υπερπλεόνασμα έχει συρρικνωθεί και θα εκμηδενιζόταν σχεδόν, αν δεν
υπήρχε η υποεκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Για το 2020
αναμένεται και πάλι να υπάρξει μια υπέρβαση του στόχου για πλεόνασμα 3,5% του
ΑΕΠ, η οποία όμως δεν θα είναι αρκετά μεγάλη, ώστε να οδηγούσε σε μια σημαντική
διανομή κοινωνικού μερίσματος.
Ειδικότερα,
το 2019 το υπερπλεόνασμα ανήλθε στα 560 εκατ. ευρώ, καθώς στο Πρόγραμμα
Δημοσίων Επενδύσεων καταγράφηκε υποεκτέλεση δαπανών κατά 508 εκατ. ευρώ. Σε
αυτό το υπερπλεόνασμα, εξάλλου, συνέβαλε και η εκταμίευση προς την Ελλάδα 644
εκατ. ευρώ από τις τράπεζες του Ευρωσυστήματος από τα κέρδη που είχαν από
ελληνικά ομόλογα, ένα ποσό δηλαδή που δεν είχε περιληφθεί στους υπολογισμούς
για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
Η
κυβέρνηση επιδιώκει να περιορίσει τη χρόνια υποεκτέλεση του ΠΔΕ ήδη από φέτος,
κάτι που, εάν επιτευχθεί, θα περιορίσει το χώρο για υπερπλεόνασμα το 2020. Από
το 2019, όπως δήλωσε χθες ο κ. Σκυλακάκης, «έχει ήδη αρχίσει να παρατηρείται
βελτίωση στην πραγματική εκτέλεση του ΠΔΕ, που θα είναι θεματικά μεγαλύτερη το
2020».
ΠΗΓΗ:
sofokleousin.gr