Η χρησιμοποίηση λαδιού καρύδας από κοκοφοίνικα
μπορεί να καταπολεμήσει τα βακτήρια, τα οποία σαπίζουν τα δόντια.
Το εν λόγω λάδι αποτελεί αποτελεσματικό φυσικό αντιβιοτικό που θα μπορούσε να ενσωματωθεί σε εμπορικά προϊόντα οδοντικής προστασίας, σύμφωνα με ιρλανδούς επιστήμονες, οι οποίοι παρουσίασαν τα ευρήματά τους σε συνέδριο της Εταιρίας Γενικής Μικροβιολογίας στη Βρετανία.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Τεχνολογίας Athlone, με επικεφαλής τον δρα Ντάμιεν Μπρέιντι, έλεγξαν τις αντιμικροβιακές ιδιότητες του λαδιού καρύδας τόσο στη φυσική ανεπεξέργαστη κατάστασή του, όσο και μετά από την επεξεργασία του με ένζυμα (όπως κατά την πέψη).
Το λάδι δοκιμάστηκε εναντίον στελεχών του στρεπτόκοκκου, ενός βακτηρίου πολύ συνηθισμένου μέσα στο στόμα.
Όπως διαπιστώθηκε, ιδίως η επεξεργασμένη μέσω ενζύμων μορφή του λαδιού της καρύδας εμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την ανάπτυξη των περισσότερων στελεχών του στρεπτόκοκκου, μεταξύ των οποίων ενός (Streptococcus mutans) που παράγει οξύ και συνιστά μείζονα απειλή για φθορά των δοντιών.
Πολλές έρευνες στο παρελθόν έχουν δείξει ότι διάφορες τροφές έχουν προστατευτική δράση κατά διαφόρων παθογόνων μικροοργανισμών.
Μεταξύ άλλων, έχει βρεθεί ότι το γάλα, μετά την προσθήκη ορισμένων ενζύμων, προστατεύει την αδαμαντίνη των δοντιών από τα βακτήρια του στρεπτόκοκκου.
Οι ιρλανδοί ερευνητές σχεδιάζουν περαιτέρω μελέτες σχετικά με τον συγκεκριμένο μοριακό μηχανισμό μέσω του οποίου το λάδι της καρύδας δρα πάνω στον στρεπτόκοκκο, καθώς και για να διαπιστώσουν έναντι ποιών άλλων βακτηρίων και ζυμομυκήτων είναι δραστικό το λάδι.
Ήδη οι επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το τροποποιημένο με ένζυμα λάδι καρύδας είναι αποτελεσματικό εναντίον του μύκητα Candida albicans, ο οποίος, μεταξύ άλλων, προκαλεί άφτρες στο στόμα.
Σύμφωνα με τον Μπρέιντι, το εν λόγω λάδι -και μάλιστα σε χαμηλές ποσότητες- θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή εναλλακτική λύση σε σχέση με τα συνήθη χημικά πρόσθετα που χρησιμοποιούνται στα εμπορικά προϊόντα οδοντικής προστασίας.
Όπως προσθέτει, καθώς αυξάνεται διεθνώς η αντίσταση των μικροβίων στα υπάρχοντα αντιβιοτικά, είναι σημαντικό να αναζητηθούν νέοι τρόποι καταπολέμησης των μικροβιακών λοιμώξεων.
Το εν λόγω λάδι αποτελεί αποτελεσματικό φυσικό αντιβιοτικό που θα μπορούσε να ενσωματωθεί σε εμπορικά προϊόντα οδοντικής προστασίας, σύμφωνα με ιρλανδούς επιστήμονες, οι οποίοι παρουσίασαν τα ευρήματά τους σε συνέδριο της Εταιρίας Γενικής Μικροβιολογίας στη Βρετανία.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Τεχνολογίας Athlone, με επικεφαλής τον δρα Ντάμιεν Μπρέιντι, έλεγξαν τις αντιμικροβιακές ιδιότητες του λαδιού καρύδας τόσο στη φυσική ανεπεξέργαστη κατάστασή του, όσο και μετά από την επεξεργασία του με ένζυμα (όπως κατά την πέψη).
Το λάδι δοκιμάστηκε εναντίον στελεχών του στρεπτόκοκκου, ενός βακτηρίου πολύ συνηθισμένου μέσα στο στόμα.
Όπως διαπιστώθηκε, ιδίως η επεξεργασμένη μέσω ενζύμων μορφή του λαδιού της καρύδας εμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την ανάπτυξη των περισσότερων στελεχών του στρεπτόκοκκου, μεταξύ των οποίων ενός (Streptococcus mutans) που παράγει οξύ και συνιστά μείζονα απειλή για φθορά των δοντιών.
Πολλές έρευνες στο παρελθόν έχουν δείξει ότι διάφορες τροφές έχουν προστατευτική δράση κατά διαφόρων παθογόνων μικροοργανισμών.
Μεταξύ άλλων, έχει βρεθεί ότι το γάλα, μετά την προσθήκη ορισμένων ενζύμων, προστατεύει την αδαμαντίνη των δοντιών από τα βακτήρια του στρεπτόκοκκου.
Οι ιρλανδοί ερευνητές σχεδιάζουν περαιτέρω μελέτες σχετικά με τον συγκεκριμένο μοριακό μηχανισμό μέσω του οποίου το λάδι της καρύδας δρα πάνω στον στρεπτόκοκκο, καθώς και για να διαπιστώσουν έναντι ποιών άλλων βακτηρίων και ζυμομυκήτων είναι δραστικό το λάδι.
Ήδη οι επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το τροποποιημένο με ένζυμα λάδι καρύδας είναι αποτελεσματικό εναντίον του μύκητα Candida albicans, ο οποίος, μεταξύ άλλων, προκαλεί άφτρες στο στόμα.
Σύμφωνα με τον Μπρέιντι, το εν λόγω λάδι -και μάλιστα σε χαμηλές ποσότητες- θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή εναλλακτική λύση σε σχέση με τα συνήθη χημικά πρόσθετα που χρησιμοποιούνται στα εμπορικά προϊόντα οδοντικής προστασίας.
Όπως προσθέτει, καθώς αυξάνεται διεθνώς η αντίσταση των μικροβίων στα υπάρχοντα αντιβιοτικά, είναι σημαντικό να αναζητηθούν νέοι τρόποι καταπολέμησης των μικροβιακών λοιμώξεων.