Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018

Συνθλίβονται μικροί γουνοποιοί και γουνεργάτες

Σε φάση ολοκλήρωσης βρίσκεται αυτήν την περίοδο η συγκέντρωση του κλάδου της Γουνοποιίας στα χέρια λίγων και μεγάλων επιχειρηματιών. Προηγήθηκε το μεγάλο ξεκαθάρισμα με την εξόντωση εκατοντάδων αυτοαπασχολούμενων, οικοτεχνών και μικρών επιχειρηματιών. Στη Σιάτιστα, την πόλη που άλλοτε άκμαζε οικονομικά και στήριζε συνολικά την οικονομία και της επαρχίας Βοΐου και ολόκληρου του Νομού Κοζάνης, σήμερα η ανεργία χτυπά κόκκινο. Στον κλάδο της γούνας, που άλλοτε συντηρούσε το 80% του πληθυσμού, σήμερα η ανεργία έχει ξεπεράσει το 50%. Οι γουνοποιοί, οι γουνεργάτες, οι νέοι εγκαταλείπουν μαζικά την περιοχή σε αναζήτηση εργασίας, και όσοι μένουν, στην πλειοψηφία τους, αναγκάζονται να πουλούν την εργατική τους δύναμη στη φθήνια, να «βολεύονται» με δίμηνες και τετράμηνες συμβάσεις, να δουλεύουν ανασφάλιστοι.
Από τις 1.500 οικοτεχνίες, μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που λειτουργούσαν πριν από 10 χρόνια, σήμερα απέμειναν 400, από τις οποίες οι 200 υπολειτουργούν. Ουσιαστικά, οι γουνοποιοί κρατούν τις επιχειρήσεις τους για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν σύνταξη.
Σήμερα, περισσότεροι από 300 γουνεργάτες δουλεύουν στις αρχαιολογικές ανασκαφές που κάνει το ΥΠΠΟ στην Εγνατία και στην παραεγνατία οδό με 27 ευρώ μεροκάματο και συμβάσεις 2μηνες ή 4μηνες. Αλλοι 300 γουνεργάτες δουλεύουν στον κατασκευαστικό τομέα στην Εγνατία και την Παραεγνατία.
Και οι υπόλοιποι, περίπου 800, που υποαπασχολούνται περιοδικά στις 15 επιχειρήσεις που έχουν απομείνει στη γούνα, αμείβονται με 20 ευρώ τη μέρα χωρίς ασφάλιση.
Συγκέντρωση του κλάδου
Ο κλάδος της γούνας ελέγχεται σήμερα από περίπου 10-15 μεγαλοεπιχειρηματίες (Παπαγεωργίου, Βλαχάκης, Κωστόπουλος, Τζιβέλης, Μάνιος, Παπανικολάου, κλπ.), οι οποίοι εξασφαλίζουν τεράστια κέρδη και από την εξάπλωσή τους στην εσωτερική και διεθνή αγορά (Ντουμπάι, Ρωσία, χώρες της Δυτικής Ευρώπης), αλλά κυρίως επιβάλλοντας χαμηλά μεροκάματα, ανασφάλιστη εργασία, κλπ. Πολλοί από αυτούς, τη δεκαετία του '90, μετέφεραν μεγάλο τμήμα της παραγωγής τους σε Βουλγαρία, Σκόπια, κ.α., αφού επιδοτήθηκαν έως και για το 80% της επένδυσης από τα προγράμματα ανασυγκρότησης των Βαλκανίων.
Το μαζικό ξεκαθάρισμα του κλάδου πραγματοποιήθηκε τέλη της δεκαετίας του '90 με αρχές της δεκαετίας του 2000. Την περίοδο 1999-2002 δαπανήθηκαν 16 δισ. δραχμές σε Κοζάνη και Καστοριά, προκειμένου να δοθούν κίνητρα στους μικρούς γουνοποιούς, αλλά και σε άλλα λαϊκά στρώματα, να αναζητήσουν εισόδημα σε άλλες δραστηριότητες. Με επιδότηση μέχρι 4 εκατ. δραχμές περίπου, στηρίχτηκαν και άνοιξαν 500 επιχειρήσεις (ψιλικατζίδικα, αρτοποιεία, κ.ά.), η διάρκεια ζωής των οποίων δεν ξεπέρασε - με εξαίρεση ελάχιστες περιπτώσεις - τον ενάμιση χρόνο. Το 2002 και πάλι επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, με πρόσχημα την αντιμετώπιση των οξυμένων οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η πλειοψηφία των αυτοαπασχολούμενων γουνοποιών, δόθηκε η δυνατότητα ρύθμισης των χρεών τους. Και τα δύο μέτρα συνέβαλαν στην αποτελεσματικότερη και ταχύτερη υλοποίηση της αναδιάρθρωσης και συγκέντρωσης στον κλάδο της γούνας. Διότι, από τη μία, βοήθησαν να εκτονωθεί η οργή και η αγανάκτηση, να περιοριστούν οι αντιδράσεις ενάντια στην πολιτική που τους αφάνιζε και, από την άλλη, δημιούργησαν την αυταπάτη ότι μπορούν να επιβιώσουν δημιουργώντας νέες επιχειρήσεις άλλου αντικειμένου, με αποτέλεσμα να αποχωρήσουν μαζικά από τον κλάδο της γούνας. Τελικά, στην πλειοψηφία τους όσοι πρόσκαιρα «ωφελήθηκαν» κατέληξαν σήμερα να βρίσκονται στη στρατιά των ανέργων ή να εργάζονται με τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, που εφαρμόζονται γενικευμένα στις δραστηριότητες του κλάδου που ελέγχονται από τους ελάχιστους μεγαλοεργοδότες.
Πρώτες ύλες
Η μεγάλη πλειοψηφία των ζώων (βιζόν - είδος ρώσικου ποντικού - και αλεπούδες σε διάφορα χρώματα), που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των προϊόντων, εκτρέφονται σε εκτροφεία γουνοφόρων ζώων που λειτουργούν στην περιοχή. Οι φάρμες εκτροφής, τα τελευταία χρόνια πολλαπλασιάζονται (ήταν 7 και έφτασαν τις 25), γεγονός που αναδεικνύει και τα οικονομικά οφέλη που αποφέρουν, αφού για τη δημιουργία τέτοιων μονάδων απαιτούνται μεγάλα κεφάλαια. Η εκτροφή γίνεται χωρίς την αναγκαία κτηνιατρική παρακολούθηση και ελέγχους από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ετσι, πέρσι «χάθηκαν» περισσότερα από 10.000 ζώα. Τις επιπτώσεις τις πλήρωσαν και πάλι οι μικρότεροι επιχειρηματίες που έμειναν χωρίς πρόσβαση στην αναγκαία πρώτη ύλη, ώστε να μπορέσουν να παράξουν προϊόντα.
Ο κλάδος της παραγωγής γουνοφόρων ζώων ελέγχεται από τους γνωστούς «εθνικούς ευεργέτες» αδελφούς Παπαγεωργίου. Οι Αφοί Παπαγεωργίου έχουν αποκτήσει σχεδόν τον απόλυτο έλεγχο της «ΜΑΒΙΖ», του εργοστασίου ζωοτροφών για τα γουνοφόρα ζώα. Το εργοστάσιο αυτό αρχικά είχε στηθεί, σχεδόν, με 100% επιχορήγηση από το κράτος. Στη μετοχική του σύνθεση συμμετείχαν δύο επιχειρήσεις (Παπαγεωργίου και Βλαχάκη), ο Σύνδεσμος Γουνοποιών Σιάτιστας, ο Δήμος Σιάτιστας, το Εμποροβιοτεχνικό Επιμελητήριο Κοζάνης, η Νομαρχία Κοζάνης και οι αντίστοιχοι φορείς της Καστοριάς. Κατέληξε στην πορεία το 95% των μετοχών να έχει περιέλθει στους Αφούς Παπαγεωργίου, εκτός από το 5% που κατέχει ο Σύνδεσμος Εκτροφέων Γουνοφόρων Ζώων Δυτικής Μακεδονίας.
Επιπτώσεις στο περιβάλλον
Τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη του κλάδου της γούνας, την εξέλιξη στη διαδικασία της μεταποίησης, προέκυψε και δημιουργία βυρσοδεψείων - βαφείων (Εράτειρα Κοζάνης και Βογατσικό Καστοριάς). Συνολικά, σ' αυτές τις επιχειρήσεις απασχολούνται περίπου 350 εργαζόμενοι, αρκετοί από τους οποίους δουλεύουν κάτω από άσχημες εργασιακές συνθήκες.
Οπως καταγγέλλουν συνδικαλιστές, με την ανοχή των ελεγκτικών μηχανισμών, οι επιχειρήσεις δεν τηρούν τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας για τους εργαζόμενους. Επίσης μολύνουν το περιβάλλον, αφού δε λειτουργούν βιολογικούς καθαρισμούς, και ρίχνουν τα λύματα στον Αλιάκμονα.
Εθνικός φορέας η λύση
«Η συγκέντρωση και ο έλεγχος του κλάδου από λίγους μεγαλοεπιχειρηματίες και η εξόντωση των εκατοντάδων μικρών γουνοποιών, οι άθλιες εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στα κάτεργά τους, δεν είναι μονόδρομος. Είναι αποτέλεσμα της πολιτικής που υλοποιούν τα κόμματα της πλουτοκρατίας. Κόντρα σ' αυτήν την πολιτική παλεύουμε χρόνια τώρα και θα συνεχίσουμε τον αγώνα, γιατί πιστεύουμε ότι ο κλάδος της γούνας μπορεί να δώσει δουλειά και εισόδημα αντίστοιχο των σύγχρονων αναγκών, για την πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού της περιοχής μας», δήλωσε στο «Ρ» ο Μιχάλης Καραμπατζιάς, μέλος της Επιτροπής Αγώνα Δυτικής Μακεδονίας για την Εξυγίανση και Ανάπτυξη της Γούνας.
Εξήγησε, όμως, ότι για να γίνει αυτό απαιτείται άλλου είδους ανάπτυξη. «Μιλάμε για εθνικό φορέα γούνας με κεντρικό σχεδιασμό και πλήρη καθετοποίηση. Εναν φορέα, που θα έχει την ευθύνη σχεδιασμού της παραγωγής από τα γουνοφόρα ζώα, την παραγωγή γουνοδερμάτων, την παραγωγή έτοιμων προϊόντων, την προώθησή τους στην αγορά (εσωτερική και εξωτερική) με σταθερές σχέσεις εργασίας, ασφαλιστικά δικαιώματα κλπ.».
Επίσης αίτημα άμεσης προτεραιότητας αποτελεί η διεκδίκηση της λειτουργίας του Βιοτεχνικού Πάρκου (ΒΙΟΠΑ) της Σιάτιστας σε συνεταιριστική βάση.

Το διαβάσαμε στο: www.rizospastis.gr

Σημ. Αυτή η αναδημοσίευση στόχο έχει την επιπλέον ενημέρωση με σκοπό να προκαλέσει διάλογο και να εκφρασθούν γόνιμες απόψεις.