Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018

Ω δίος αιθήρ και ταχύπτεροι πνοαί. (Από τον «ΠΡΟΜΗΘΕΑ ΔΕΣΜΩΤΗ» του ΑΙΣΧΥΛΟΥ)

(Μετάφραση από την αρχαία στην νεοελληνική γλώσσα)
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ.
Άγιε αιθέρα και άνεμοι γοργόφτεροι
Των ποταμών πηγές και των κυμάτων της θαλάσσης
Γέλιο ατέλειωτο, εσύ, ώ γη, των πάντων μητέρα
Και τον κύκλο του ήλιου που όλα τα βλέπει καλώ.
Δείτε τα πάθη που τραβώ απ' τους θεούς
Ενώ θεός κι εγώ είμαι.
Κοιτάξετε ποιες τιμωρίες είναι το αγώνισμα μου
Στον χρόνο τον ατέλειωτο.
Τέτοια άπρεπα για με δεσμά
Ο νέος των θεών ταγός ευρήκε.
Αχ! Αχ! Στενάζω για το πάθος το σκληρό
Το τωρινό και το επερχόμενο.
Πως ειν' στ' αλήθεια το γραφτό τα βάσανα μου αυτά
Να βρούνε τέλος;
Μα τι λέω; Τα μελλούμενα όλα μ' ακρίβεια τα ξέρω
Απ' τα πριν κι ούτε που πρόκειται να μ' εύρει πάθος
Απρόσμενος κανένα.
Μα ότι η μοίρα ορίζει πρέπει  αγόγγυστα να υπομένω
Γνωρίζοντας πως της ανάγκης η δύναμη δεν πολεμιέται.
Μα δεν μπορώ να τις κρατώ
Μήτε και να τις λέω τις δυστυχίες.
Γιατί, για να' βρω δώρα στους θνητούς
Βρέθηκα στο ζυγό ο δυστυχής ετούτων των δεσμών.
Μέσα σε θήκη έκλεψα τη σπίθα της φωτιάς
Που είναι για τους θνητούς της κάθε τέχνης δάσκαλος
Και μέγα εργαλείο για της ζωής την πόρεψη.
Γι' αυτές τις αμαρτίες πληρώνω τώρα καρφωμένος
Εδώ μ' αλυσίδες στην ύπαιθρο.
Α,α, τι αχός, τι μυρωδιά αόρατη μου ήρθε;
Θεόσταλτη ή ανθρώπινη ή μήπως ημιθέων έφτασε εδώ
Στην άκρη αυτή της γης την παγωμένη;
Ήρθε να δει τα βάσανα μου ή άλλος είναι ο σκοπός;
Μα ποιος; Κοιτάχτε με δεσμώτη θεό δυστυχισμένο
Εμένα τον εχθρό του Δία, που όλοι οι θεοί με μίσησαν
Όσοι στου Δία την αυλή συχνάζουν
Για την αγάπη τη μεγάλη μου για τους ανθρώπους.
Ωιμέ, ωιμέ, και τι είναι τούτο πάλι των όρνιων
Το φτερούγισμα που ακούω να πλησιάζει;
Σαν να σφυρίζει σιγανά ο αέρας από ριπές ανάλαφρες
Φτερών. Με γεμίζει φόβο αυτό που αόρατο ζυγώνει.
Για τους αναγνώστες
Παρθένα Τσοκτουρίδου.