Της Παρθένας Τσοκτουρίδου.
-Εσένα μάνα μου γλυκιά με άνθη θα στολίσω
καμία άλλη σαν και σε ποτέ δεν θ' αγαπήσω.
Μες τη θερμή σου αγκαλιά θα κοιμηθώ πουλάκι
με το γλυκονανούρισμα θα αισθανθώ παιδάκι.
-Όνειρο θέλω να σε δω σαν
άνοιξη ανθισμένη
με του Μαγιού τις ευωδιές να είσαι
μυρωμένη.
Σαν ήλιος να χαμογελάς με στόμα φεγγαρίσιο
την σιλουέτα να λικνάς το βήμα σου φιδίσιο.
-Η ομιλία η απαλή ν'
ακούγεται σαν χάδι
να κοροϊδεύει, να πλανά ακόμη και τον Άδη.
Αυτός σε νοστιμεύτηκε, θέλησε να σε πάρει
κι εσύ μανούλα μου γλυκιά του έκανες τη
χάρη.
-Μα τώρα δάκρυσα πολύ, σε
θέλω εγώ κοντά μου
σε λίγες ώρες στα κοντά θα φύγεις μακριά
μου.
Άδη πικρέ και άδικε, μου παίρνεις τη
μανούλα
τι σου΄κανε, τι σου' φταιξε αυτή η καλή
ψυχούλα;
-Μανούλα, όταν νοσταλγώ
την όμορφη μορφή σου
θα πλάθω όνειρο καλό ν΄ακούω τη φωνή σου.
Και μες το όνειρο αυτό θα περπατάμε
αντάμα
στην εκκλησιά της Παναγιάς θα κάνουμε και
τάμα.
-Σε αγαπώ μανούλα μου, σ' έχω μες την
καρδιά μου
και μέσα στ' αναφιλητά κόβεται η λαλιά μου.
Μ' άνθη παντού στολίστε την, όμορφη για να
γίνει
όταν στον Άδη πάει να μπει ασάλευτος να
μείνει.