Η
διαμόρφωση μέρους του χαρακτήρα μας επηρεάζεται από τη σειρά γέννησης στην
οικογένειά μας. Από την στιγμή που γεννιόμαστε, έχουμε ανάγκη να ανήκουμε και
να είμαστε αποδεκτοί από το περιβάλλον μας, δηλαδή κυρίως από τους γονείς μας.
Γι’ αυτό κάθε παιδί διεκδικεί και καταλαμβάνει μια ξεχωριστή θέση μέσα στην
οικογένεια. Έτσι εξηγείται και η απορία πολλών γονιών για το πώς είναι δυνατόν
δύο αδέρφια να είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, ακόμη κι αν έχουν ελάχιστη
διαφορά στην ηλικία, ακόμη κι αν φαινομενικά η συμπεριφορά των γονιών ήταν ίδια
και προς τους δύο.
Το κάθε
μέλος της οικογένειας επηρεάζει αλλά και επηρεάζεται από τα υπόλοιπα μέλη.
Καθένας προσπαθεί να κερδίσει μια θέση μέσα σ’ αυτήν και οι προσπάθειές του
στόχο έχουν να νιώσει ασφάλεια και αποδοχή.Δύο παιδιά στην ίδια οικογένεια,
λοιπόν, είναι σαν να μεγαλώνουν σε διαφορετικό περιβάλλον, γιατί το καθένα
επηρεάζεται από άπειρες καταστάσεις. Ο ερχομός ενός δεύτερου παιδιού αυτομάτως
αλλάζει τις ισορροπίες στη ζωή του πρώτου, καθώς και άλλοι παράγοντες, όπως το
αν οι γονείς είναι μεγαλύτεροι και πιο έμπειροι, η οικονομική κατάσταση της
οικογένειας, αν έχει προκύψει διαζύγιο ή θάνατος, αν υπάρχει άρρωστο παιδί στην
οικογένεια, αν είναι όλα τα αδέρφια κορίτσια ή όλα αγόρια, αν ζει ο παππούς
ή/και η γιαγιά στο σπίτι, αν οι γονείς “δείχνουν προτίμηση” σε κάποιο παιδί.
Τι μπορεί
να αποθαρρύνει ένα παιδί;
Ο
κυριότερος λόγος αποθάρρυνσης ενός παιδιού είναι η αίσθηση ότι οι γονείς
προτιμούν κάποιο από τα αδέρφια του. Όταν, για παράδειγμα, δείχνουμε προτίμηση
στο αγόρι, αναπόφευκτα το κορίτσι αναπτύσσει συναισθήματα κατωτερότητας. Τα
παιδιά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα και ακόμη και ένα “καλό παιδί” μπορεί να πάρει
λάθος κατεύθυνση στη ζωή απλά και μόνο επειδή υπάρχει η υποψία ότι οι γονείς
προτιμούν το άλλο παιδί. Οι προσωπικές αντιλήψεις και τα βιώματα που μας
ακολουθούν στην υπόλοιπη ζωή, συνήθως είναι υποσυνείδητα βαθιά “πιστεύω” που
επηρεάζουν την κατεύθυνση που θα πάρουμε, την αντίληψη που έχουμε για τον εαυτό
μας, τους άλλους, τον κόσμο, αλλά και τις επιλογές που κάνουμε στις σχέσεις
μας.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
Το πρώτο
παιδί: Θεωρεί ότι όταν υπακούει στις επιθυμίες των γονιών του θα κερδίσει όλη
τους την αγάπη. Πιθανόν να τρώει όλο του το φαγητό, να τακτοποιεί τα πράγματά
του, να είναι καλός μαθητής. Συνήθως είναι συντηρητικός και παραδοσιακός, έχει
υψηλούς στόχους άρα είναι και φιλόδοξος, είναι οργανωτικός και αρκετά
υπεύθυνος. Τα πρώτα παιδιά δείχνουν ικανά, αναλαμβάνουν και φέρνουν εις πέρας
απαιτητικές δουλειές, σέβονται τις αρχές και συνήθως ρισκάρουν ελάχιστα.
Μέχρι να
γεννηθεί δεύτερο παιδί στην οικογένεια, οι γονείς αφιερώνουν πολύ χρόνο στα
παιδιά αυτά κι έτσι εμπλουτίζουν τις γνώσεις και τις ικανότητες τους.
Είναι
συνήθως επιτυχημένα στον τομέα τους και συχνά διαπρέπουν. Όταν, όμως, στην
οικογένεια έρθει και δεύτερο παιδί αυτόματα χάνουν την αποκλειστικότητα, κι ενώ
μέχρι τώρα είχαν όλη την προσοχή των γονιών τους στραμμένη επάνω τους, ξαφνικά
καλούνται να τη μοιραστούν. Η απώλεια αυτή δημιουργεί ανασφάλειες και εντείνει
την προσπάθειά τους να καταφέρουν ακόμα περισσότερα έτσι ώστε να διατηρήσουν
την πρωτιά και γενικά τη θέση τους στην οικογένεια.
Μπαίνουν δε
σ’ έναν αγώνα να ξανακερδίσουν την προσοχή των γονιών κάνοντας καλές πράξεις.
Όταν, όμως, αποτυγχάνουν στον στόχο τους, αποθαρρύνονται και μπορεί να γίνουν
αγενή ή επιθετικά. Στις αλλαγές, το παιδί αυτό θα κάνει το καθήκον του, με
άγχος και αγωνία, αλλά θα προχωρήσει μέχρι να πετύχει τον στόχο του. Η
ανασφάλεια ότι θα χάσουν τη θέση τους, ακολουθεί τα παιδιά και στην υπόλοιπη
ζωή τους. Φυσικά τα πρώτα παιδιά έχοντας πολύ έντονη την αίσθηση ευθύνης αλλά
και την ανασφάλεια ότι μπορεί ξαφνικά να τα χάσουν όλα, έχουν πολύ άγχος με
αποτέλεσμα να εκδηλώνουν προβλήματα υγείας. Η μεγαλύτερη δυσκολία του
πρωτότοκου είναι να χαλαρώσει και να διασκεδάσει. Ακόμη και αυτό, συχνά
προγραμματίζεται, αντιμετωπίζεται ως υποχρέωση ή θεωρείται χάσιμο χρόνου.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
Δεύτερο
παιδί: Το δεύτερο παιδί καταλαμβάνει μια θέση στην οικογένεια, που
χαρακτηρίζεται από μια έντονη πίεση να προλάβει. Προσπαθεί συνεχώς να φτάσει το
πρώτο, πιέζεται για να τα καταφέρει και κυριεύεται από ανασφάλειες. Το παιδί
αυτό δεν είχε ποτέ την προσοχή των γονιών του αποκλειστικά στραμμένη πάνω του.
Καθώς η πρωτιά έχει κερδηθεί από το πρωτότοκο, το δεύτερο παιδί νιώθει πάντα
ότι έπεται, αισθάνεται πως ό, τι κι αν κάνει δεν μπορεί να νικήσει, αυτομάτως
λοιπόν η ισότητα μεταξύ των αδελφών μοιάζει να αμφισβητείται.
Συμπεριφέρεται
σαν να βρίσκεται διαρκώς σε μια κούρσα, τρέχει να προλάβει, γίνεται
υπερκινητικό και συχνά πιεστικό. Εάν το πρώτο παιδί είναι επιτυχημένο, το
δεύτερο αμφισβητεί τις ικανότητές του και έχει ανασφάλειες. Συνήθως καλλιεργεί
χαρακτηριστικά αντίθετα από το πρώτο, στην προσπάθειά του να ξεχωρίσει, αφού δεν
μπορεί να νικήσει. Γι’ αυτό, λοιπόν, εάν το πρώτο είναι το “καλό” και
“υπεύθυνο” παιδί, το δεύτερο πολύ πιθανόν να γίνει “άτακτο” και “ανεύθυνο”.
Πολύ
σημαντικό ρόλο, βέβαια, παίζουν οι γονείς και ο τρόπος που συμπεριφέρονται ή
δείχνουν την αποδοχή τους.
Εάν το
συγκρίνουν με το πρώτο, αγανακτούν και το κριτικάρουν γιατί διαφέρει, τότε η
θέση του ανταγωνισμού ενθαρρύνεται και η αίσθηση της ανεπάρκειας εντείνεται.
Αν, όμως, δείξουν σεβασμό για το χαρακτήρα του και ενθαρρύνουν τα δυνατά του
σημεία, το δεύτερο παιδί κερδίζει έδαφος γρήγορα.Σε περίπτωση που το πρώτο
παιδί είναι αποθαρρυμένο, άρρωστο ή δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στα καθήκοντά
του, το δεύτερο βρίσκει την ευκαιρία, αναπτύσσοντας τη συμπεριφορά και τα
χαρακτηριστικά του πρώτου, να περάσει μπροστά και να κατακτήσει την πρώτη θέση
ψυχολογικά.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
Το μεσαίο
παιδί έχει μια αβέβαιη θέση μέσα στην οικογένεια και συχνά νιώθει
εγκαταλελειμμένο. Δυσκολεύεται να κατακτήσει τη θέση του και να αποδείξει την
αξία του. Περιμένει τα λιγότερα από τη ζωή και είναι ευπροσάρμοστο και
υπομονετικό. Έχει πολλούς φίλους και δε νιώθει την υποχρέωση να ικανοποιήσει
τις φιλοδοξίες των γονιών του, αφού τις έχει ήδη αναλάβει το πρώτο παιδί. Από
την άλλη δε νιώθει την ανάγκη να είναι συνέχεια μαζί τους, αφού εκείνοι
ασχολούνται με το στερνοπαίδι τους.
Το μεσαίο
παιδί νιώθει συχνά αδικημένο, γιατί είναι ανάμεσα στο πρώτο και το τρίτο, αφού
δε θα καταφέρει ποτέ να φτάσει το πρώτο, που έχει το προτέρημα της ηλικίας,
ούτε θα αποκτήσει τα προνόμια του τρίτου που είναι το μικρότερο. Παρόλα αυτά,
προσαρμόζεται εύκολα στην παρέα και μαθαίνει να συνυπάρχει με μεγαλύτερους και
μικρότερους. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο ατού του στις αλλαγές: η ευκολία με
την οποία προσαρμόζεται στις καταστάσεις ή βρίσκει ανθρώπους να συνεργαστεί για
να τα βγάλει πέρα.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
Το
μικρότερο (από τρία ή περισσότερα): Είναι μικρότερο από όλα τα άλλα μέλη της
και συνεπώς το πιο αδύναμο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Συχνά νιώθει ότι το
παραβλέπουν και ότι δεν το λαμβάνουν σοβαρά υπόψη. Μπορεί να κάνει προσπάθειες
να ξεπεράσει τα αδέρφια του ή μπορεί να παραμείνει “μωρό” στη συμπεριφορά του
και θα απαιτεί να τον εξυπηρετούν οι άλλοι.
Τα
μικρότερα παιδιά συνήθως δεν έχουν τόσο άγχος, είναι πιο φιλελεύθερα κι έχουν
εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Δεν έχουν πρόβλημα να έχουν την τελευταία θέση,
αφού αντιλαμβάνονται από νωρίς ότι κάποιος άλλος θα βρεθεί πιο μπροστά και θα
γεμίσει το κενό. Όλες οι υπεύθυνες θέσεις έχουν δοθεί στους προηγούμενους, οι
γονείς πια είναι πιο χαλαροί και άνετοι, με αποτέλεσμα τα παιδιά αυτά να
ρισκάρουν περισσότερο. Έχουν τη δύναμη να πάνε κόντρα στους κανόνες, τους
αρέσουν τα ταξίδια και οι περιπέτειες, είναι τολμηρά και καταφέρνουν να
επιβιώσουν στις δυσκολίες. Γι’ αυτό και στις αλλαγές συχνά συμπεριφέρονται με
άνεση και προχωρούν ακάθεκτα.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΠΑΙΔΙΟΥ
Έχει ένα
δύσκολο ρόλο που τον ακολουθεί στη ζωή του γενικότερα. Βρίσκεται ανάμεσα σε
μεγάλους με αποτέλεσμα να γίνεται ένα “μικρομέγαλο” προσπαθώντας να κερδίσει
την αποδοχή και τη συμπάθειά τους, άλλες φορές παραμένοντας ντροπαλό, άτολμο
και αδύναμο, άλλες φορές ξεχωρίζοντας με τα ηγετικά και τα δυναμικά του
στοιχεία.Συνήθως τα μοναχοπαίδια είναι παραχαϊδεμένα. Εάν είναι αγόρι, αποκτά
μια ιδιαίτερη σχέση με τη μητέρα, ενώ νιώθει ανταγωνιστικά απέναντι στον
πατέρα. Καθώς το σημείο αναφοράς είναι ο εαυτός του, χαίρεται για τη μοναδική
του θέση με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται στη συνεργασία και στο μοίρασμα. Είναι
ιδιαίτερα δημιουργικό, αφού μαθαίνει να γεμίζει πολύ χρόνο μόνο του και βιώνει
την αντίφαση του να προσπαθεί να αποκτήσει τις δεξιότητες ενός πρώτου παιδιού,
ενώ νιώθει την ανικανότητα του μικρότερου. Όταν οι άλλοι του φέρνουν αντίρρηση
αισθάνεται ότι αδικείται και συχνά εκδικείται γι’ αυτό. Θεωρεί ότι δεν υπάρχει
λόγος να κάνει προσπάθειες να αποκτήσει κάτι, αφού πιστεύει ότι οτιδήποτε
θελήσει, το δικαιούται. Αυτή, βέβαια, η στάση το κάνει να διεκδικεί και συχνά
καταφέρνει αυτό που βάζει στο μυαλό του. Μπροστά στις αλλαγές παίρνει μια στάση
όπου κατευθύνει και διατάζει ή αντιθέτως αποσύρεται και κλείνεται στον εαυτό
του.
Πώς πρέπει
να φερόμαστε οι γονείς;
Η σειρά
γέννησης μας βοηθά να καταλάβουμε καλύτερα τα παιδιά μας και τον εαυτό μας.
Ξέρουμε, λοιπόν, ότι στις αλλαγές το πρώτο παιδί χρειάζεται πολλή ενθάρρυνση, αφού
αγωνιά κι έχει άγχος για τα πάντα. Δεν είναι, λοιπόν, καλή ιδέα να το
επιφορτίζουμε αναθέτοντάς του να προσέχει, για παράδειγμα, τα μικρότερα,
βάζοντάς το έτσι στο ρόλο του γονιού. Έχει κι αυτό ανάγκη να είναι παιδί.
Είναι
ιδιαίτερα σημαντικό να αφιερώνουμε χρόνο στο δεύτερο παιδί και να ακούμε τις
πρωτότυπες ιδέες του, χωρίς κριτική και σύγκριση, ιδίως όταν αυτό το παιδί
είναι αδιάφορο ή είναι ταραξίας. Χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι προσπαθεί να
νιώσει σημαντικό. Στις αλλαγές είναι καλό να ακούμε τις προτάσεις του για να
του δείξουμε ότι είναι σημαντικές.
Όσο για το
τελευταίο παιδί, ας μην του υπενθυμίζουμε πόσο μικρό είναι σε σχέση με τα άλλα.
Ας του αναθέτουμε καθήκοντα, που θα το βοηθήσουν να γίνει υπεύθυνο και να μην
τα περιμένει όλα από τους άλλους.Γράφει η ψυχοθεραπεύτρια, M.S Ψυχολογίας από
το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια με ειδικότητα στην οικογενειακή θεραπεία κυρία
Πέγκυ Πελώνη- Πινήρου.
Πηγή: boro.gr