Κυριακή 3 Μαΐου 2015

Ο ιερός όρκος του Ρομπέν των Δασών και των συντρόφων του επί των ημερών μας

Της Παρθένας Τσοκτουρίδου.
Διαχρονικός ο θρυλικός ιερός όρκος, Αγγλο-μεσαιωνικού τύπου, του πιο διάσημου προστάτη των φτωχών Ρομπέν των Δασών και των συντρόφων του, εδώ και οκτώ αιώνες, στο βιβλίο του ROGER LANGELYN GREEN, σε κάνει ν' αναρριγείς ταυτίζοντας τον με το πολιτικο-ιστορικο- κοινωνικό σου περιβάλλον.
Το δάσος του Σέργουντ δεν ήταν τίποτε άλλο από μια κοινότητα της εργατικής τάξης και ο Ρομπέν Χουντ (Ρομπέν των δασών) ήταν ο ήρωας κι αγωνιστής της ελευθερίας, που επέβαλε ηθικούς όρους, κυνηγώντας τη βίαιη, άδικη και μισεμένη μεσαιωνική κοινωνία, που ανήκε στην τάξη των πλουσίων και τους ανθρώπους του άνομου συμφέροντος και της κερδοσκοσπίας.

Ο Ρομπέν των Δασών, που έπαιρνε τα χρήματα από τους πλούσιους για να τα δώσει στους φτωχούς, είναι μια μυστηριακή πραγματικότητα, που επιβάλλεται να χαρακτηρίζει τη σημερινή εποχή του Κυβερνοχώρου στις δύσκολες και απάνθρωπες ημέρες βίας και εξαθλίωσης, που έχουν καταφέρει να διανύει η ανθρωπότητα μας, εξαιτίας της εξαθλίωσης του πολιτικού συστήματος που μας έχουν επιφέρει, καθώς και των ανεπιτήδευτων ανθρώπων τους που εκπροσωπούν τα πάσης φύσεως θέματα μας, τα οποία χαρακτηρίζονται από μη συγκροτημένη, μη πειστική και μη κατανοητή επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ο δημοφιλέστατος θρύλος του Ρομπέν, που ξεσκέπαζε κάθε βρωμιά της άρχουσας τάξης, ζωντανεύει επί των ημερών μας και μας ωθεί να συνδεθούμε όλοι σ' ένα πόλεμο κατά της τυραννίας και της αδικίας, επιδιώκοντας ελευθερία και ισότητα για όλο τον κόσμο.
Ο αμέσως παρακάτω όρκος που έδωσε μαζί με τους συντρόφους του ταξιδεύει την φαντασία μας στο δάσος του Σέργουντ, τότε που  ακουστικά επαναλαμβανόμενος μέσα στη μαύρη νύχτα του δάσους, μαζί με τα πουλιά και τα ελάφια, - τα φωλιασμένα στις κρύπτες τους, - παρέα τριγύρω με τους λύκους και τα τσακάλια να σχίζουν την ησυχία της νύχτας με τα απαίσια ουρλιαχτά τους, δημιουργούσε μυστήριες κι ανατριχιαστικές αισθήσεις.
 « Ορκιζόμαστε να πολεμούμε μόνον τους κλέφτες και τους ληστές, τόσο εκείνους που παραβλέπει ο νόμος, όσο και εκείνους, που καταδικάζει. Θα πολεμούμε ακόμη τους τυραννικούς και άδικους ανθρώπους, έστω και αν είναι ευγενείς,  κληρικοί, καλόγεροι, σερίφηδες ή απλοί οπλίτες.
Ιδιαίτερα θα πολεμήσομε τον πρίγκιπα Ιωάννη και όλους όσους τον ακολουθούν, αυλικούς, επισκόπους, καλογέρους και ηγουμένους. Όλους αυτούς θα τους δέρνω έως ότου μου δίνουν όλο τους το χρυσάφι, που μαζεύουν από τις ληστείες τους.
Το χρυσάφι αυτό δεν θα το κρατώ για τον εαυτό μου, αλλά θα το διαθέτω στο σκοπό που ορίζουμε. Στην προστασία, δηλαδή, των φτωχών και γενικά των ανθρώπων που κρίνομε, ότι το έχουν ανάγκη, όπως χήρες, ορφανά και σ' όσους μαρτυρούν εξαιτίας της σκληρότητας και της αδικίας.
Δεν θα πειράξομε ποτέ γυναίκα, είτε Νορμανδή είναι είτε Σαξόνισσα, είτε ευγενής, είτε μικροαστή. Αντίθετα, θα τη βοηθούμε και θα την προστατεύουμε. Κάθε συναλλαγή μας θα είναι τίμια και ειλικρινής και θα την σεβόμεθα κάθε γυναίκα, όπως θα σεβόμαστε την Παναγία.
Στο όνομα της Παναγίας, άλλωστε ορκιζόμαστε και στην Ιερή μας Εκκλησία. Και παρακαλούμε τον Παντοδύναμο Θεό, να μας φωτίζει και να μας καθοδηγεί στον σωστό δρόμο της αρετής και της αγάπης και να μην μας νικήσει ποτέ ο πειρασμός».