Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014

Το βιβλίο «ΚΟΚΚΙΝΟ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΙΤΗ»

ΤΣΟΚΤΟΥΡΙΔΟΥ ΠΑΡΘΕΝΑ.
Το νέο τούτο βιβλίο της Μαρίας είναι, κατά την άποψή μου, ένα σημαντικό βιβλίο, που φανερώνει γνώση και ευθύνη της συγγραφέως.
Γνώση ενός ολοκληρωτικά βάρβαρου πολιτικού συστήματος της Δύσης, που δημιουργούσε, αλλά και δημιουργεί κρίσεις με προβλήματα στην αυγή του 21ου αι. με τις σύγχρονες ιδεολογίες του και ευθύνη απέναντι στους σκοτεινούς ορίζοντες της ζωής μας που μας εξουσιάζουν απάνθρωπα, βίαια, με εκμετάλλευση και μας οδηγούν στην οικονομική, πολιτική, κοινωνική, πνευματική και επιστημονική εξαθλίωση, ζώντας καθημερινά και βιώνοντας περιπέτειες μέσα στα πλαίσια της οικουμενικής και πολυεπίπεδης κρίσης, που χαρακτηρίζουν παγκόσμια το έγκλημα της έσχατης φτώχειας και βίας και τη νέα αρχιτεκτονική του κόσμου, η οποία κτίζεται με φωτιά, καπνό και αίμα, φαινόμενο του νέου πολιτισμού μας.

Και μιας και μιλάμε για αίμα, ας σταθούμε για λίγο στην αναφορά του τίτλου του βιβλίου της συγγραφέως - δημιουργού. Η συγγραφέας, η οποία ταυτόχρονα είναι και ποιήτρια,  δίνει ιδιαίτερη σημασία στη λέξη αυτή, ακριβώς για τον λόγο ότι συμβολίζει γι' αυτήν (κι όχι μόνο γι' αυτήν, αλλά και για τη λογοτεχνία), τη φωτιά, τον έρωτα και τις διάφορες εκφάνσεις του.
Συμβολίζει όμως και τον θυμό και τον κίνδυνο. Θυμό, μα και πόνο, ευαισθησία και προβληματισμό ταυτόχρονα για τους άστεγους, τους ανάπηρους, τις αυτοκτονίες,  τους βιασμούς, τους πολέμους, τα εγκλήματα πάθους, τις αιματοβαμμένες βεντέτες του τόπου της, την καταστροφή του περιβάλλοντος, την καταστροφή της Σμύρνης, τους χαμένους έρωτες που βάφτηκαν με αίμα κλπ.
Δεν πρέπει το πουκάμισο να ελπίσει
πως από το μαύρο του κάποτε θα δραπετεύσω.
Είναι το δίστιχο που μου έρχεται στο μυαλό από ένα παλιό ποίημά της με τίτλο ΤΟ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ, το οποίο θαρρώ πως ισχύει και στην προκειμένη περίπτωση και συγκεκριμένα  στο γεγονός ότι η συγγραφέας δείχνει να συμμετέχει πένθιμα με τους ήρωες της, εφόσον αγωνίζεται κι η ίδια για την αλήθεια και την πραγματική ελευθερία των ανθρώπων.  
Διαφαίνεται, πως ήδη γνωρίζει υποσυνείδητα ή ενσυνείδητα τα επόμενα βήματά της και το άλμα της από την ποίηση στην πεζογραφία. Προλαλεί ποιητικά τα επόμενα βήματά της για το πένθιμο μαύρο, το οποίο μας μεταφέρει στο δεύτερο βιβλίο της και στον πεζό λόγο, αλλά ταυτόχρονα προλαλεί ποιητικά λέγοντάς μας σ' ένα πάλι από το προηγούμενα ποιήματά της, με τίτλο ΔΙΧΩΣ ΟΡΙΑ:
Ω! Πάντα υπάρχει μια τιμωρία, για την αλήθεια,
την καθαρότητα, την αγνή ομορφιά..
.Ένα μήνυμα που μεταφέρεται και στο δεύτερο βιβλίο της στον πεζό λόγο συνθέτοντας και πλέκοντας το αναλυτικά με τη συγγραφή της.
Η δημιουργός τολμάει. Μπορώ να πω ότι προκινδυνεύει μάλιστα, ανάμεσα στους τόσους αμέτρητους διανοούμενους, να αντιπαρατεθεί με την πνευματική τόλμη της δημιουργικής γραφής της σ' αυτό το διαρκές έγκλημα που διαπράττεται κατά της ανθρωπότητας και ολόκληρης της φύσης.
Και πάλι μου' ρχονται στο νου ποιητικά της λόγια που δείχνουν τον πόνο που έχει μέσα της για τα κακώς τεκταινόμενα του τόπου της και μη, κι ας μην αναφέρονται σ' αυτό το βιβλίο..
Ο πόνος πάντα θα είναι εδώ,
με τίποτα δε σβήνει, όσο και αν
τον ξεγέλασα τα βέλη του σκορπά, μας λέει.
Αυτό το ποιητικό μήνυμα ή προλάλημα, που ζυμώνει εσωτερικά μέσα της, μεταφέρεται πλέον στον πεζό λόγο και είναι εμφανές σε όλα τα διηγήματά της.
Η δημιουργός είναι στοχαστική, ανθρωπιστική και ικανός πνευματικός φορέας, που τολμάει και έχει τη δυνατότητα με την εσωτερική της θέληση και παρότρυνση να γίνει ο προμαχώνας μιας διεθνούς πνευματικής εποπτείας κατά των σύγχρονων ιδεολογιών που μας αποπροσανατολίζουν από την αλήθεια και από τους εγκληματούντες.
Στην ουσία, προλαλεί για όσα κακά γεγονότα συμβαίνουν σήμερα, επακόλουθα της οικουμενικής κρίσης, τα οποία προκαλούν βαριά ερωτηματικά και για τα οποία η συγγραφέας δεν παίρνει καμία θέση συγκάλυψης, αντίθετα μοχθεί και συνθέτει συγγραφικά την ολική εικόνα της τραγικής σημερινής κατάστασης που ζούμε.
Ισχυρός της σύμμαχος η σκέψη της, η οποία δεν την εγκαταλείπει στα συγγράμματά της, δεν συνθηκολογεί στην ισχύ του νέου παγκόσμιου ολοκληρωτικού πολιτισμού, δεν συναινεί σε όλες τις μορφές της εγκληματικότητας, είτε είναι σύγχρονου τύπου ή και παλιών βεντετισμών που ενεργοποιούνται, είτε είναι νόμοι του τόπου εκ παλαιόθεν.
Ο τίτλος και μόνο που διάλεξε, την προδίδει στα προαναφερόμενα. Διαλέγει το κόκκινο του αιματίτη, την πέτρα του αίματος, που συμβολίζει διαισθητικά γι' αυτήν το πένθος, αλλά την εμπνέει πνευματικά να δώσει μηνύματα ειρήνης σε συνειδήσεις πυρπολημένες, επιθετικές, χαμηλής έως ανύπαρκτης κλίμακας μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου - πρωτόγονου θα έλεγε μάλλον κανείς - για να επιφέρει την ομαλή ανάπτυξη της ισορροπίας και των ανθρώπινων σχέσεων, δίχως αναβολές και καταστροφικές ανατομίες.
Τα κείμενα των διηγημάτων είναι σοφιστικά, χειμαρρώδη, συγκινητικά. Πλούσιο το στοιχείο του ήθους που πλαισιώνει όλα τα κείμενα και αποδεικνύουν την πνευματική, αλλά και την εσωτερική ηθική συγκρότηση της συγγραφέως. Οι διάλογοι, ήπιοι, εκφραστικοί, με δράση, πλούσια νοήματα κι ευγενική γραφή, μας συγκινούν και μας πείθουν.
Η συγγραφέας στοχάζεται τυραννισμένη από τις λαϊκές - ανθρώπινες επιρροές και ερωτηματικά, από εξωτερικές ακροάσεις και παρατηρήσεις παρά από εσωτερικές βιώσεις. Μας οδηγεί με μαγική γοργότητα, περιγραφική χάρη και συναρπαστική τέχνη σε δραματικές σκηνές, δημιουργώντας μέσα μας συναισθήματα συγκίνησης, αγάπης και συμπόνιας, προβληματίζοντας μας ταυτόχρονα για το αν, το πώς και γιατί είναι τελικά ο έρωτας η βασικότερη έκφραση της ζωής.
Τα διηγήματα διακρίνονται για την καθαρότητα χαρακτήρων,  την ελληνολατρία και τη φυσιολατρία. Απαρτίζονται από κείμενα που δεν είναι ψεύτικα, είναι πλασμένα μ' ευκολία κι έχουν σκηνές ρεαλιστικές και έχουν σαν αποτέλεσμα να βάζουν και να ξαναβάζουν τον αναγνώστη βάσεις για μελέτη και έρευνα.
Το βιβλίο της συγγραφέως Μαρίας Ζαβιανέλη - Διαμαντάκη «ΚΟΚΚΙΝΟ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΙΤΗ» είναι ένα αριστουργηματικό λογοτεχνικό έργο, ανήκει στη σύγχρονη λογοτεχνία και χαρακτηρίζεται από πλούτο καταστάσεων, βαθιών ψυχολογικών αναλύσεων, εικόνων ζωής και πολυάνθρωπης κίνησης.
Στο συνταρακτικό διήγημά της με τον τίτλο «ΚΟΚΚΙΝΟ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΙΤΗ» περιγράφει πολύ καλά τη ζήλεια, τον έρωτα και το πάθος. Αν και ο θύτης - δράστης της τραγωδίας του εγκλήματος είναι ο μοναδικός μάρτυρας της ιστορίας, η συγγραφέας καταφέρνει να περάσει τη διαχωριστική της γραμμή και ν' αναλύσει με ψύχραιμες περιγραφές τα γεγονότα εκείνων των φρικτών στιγμών της στυγερής δολοφονίας.
Η αδιαμόρφωτη συναίνεση, η κρίση - απόφαση και η εκτέλεση του σχεδίου εξαιτίας ενός νοσηρού πάθους δημιουργούν συναισθηματική φόρτιση στον αναγνώστη, στιγμές ανατριχίλας, ξέσπασμα σε κλάμα, συγκίνηση, θλίψη, απογοήτευση.
Ο αναγνώστης βιώνει το δράμα του δολοφόνου που μετανοεί και το μίσος που έχει ως συναίσθημα εναντίον του μετατρέπεται σιγά - σιγά σε οίκτο και συμπόνια.
Ο αναγνώστης νιώθει σε μεγάλο βαθμό την αδικία, όπως επίσης ότι θέλει να εκδικηθεί ο ίδιος τον δολοφόνο.
Θέλει να γίνει ο σκληρότερος τιμωρός του, μπλοκαρισμένος στη μελέτη του εγκλήματος, την οποία κρίνει ως δύσκολη και πολύπλοκη, προβληματισμένος πάντα για το πως η ζήλεια, ως προϊόν έντονου πάθους, μπορεί να αποβεί μοιραία και να οδηγήσει εκείνον που πάσχει απ' αυτήν σε ακραίες ενέργειες με ανεπανόρθωτα αποτελέσματα.
Στο διήγημα αυτό διακρίνονται: η καχυποψία, η ανωριμότητα, η επιπολαιότητα, η απερισκεψία του δράστη - δολοφόνου, ο οποίος χαρακτηρίζεται από τον αναγνώστη ως μισερός και άδικος και αναζητάει τρόπο για την απολύτρωση  του ήρωα, όπως και τη δική του.
Κάνει εντύπωση το γεγονός πως η συγγραφέας δείχνει επιπλέον να είναι, σ' αυτό το διήγημα, ερωτευμένη με τη θάλασσα και να γνωρίζει τα μυστήρια και τη δύναμή της.
Στριμώχνει τους φόβους που έχουν τα ερμάρια του μυαλού της στην υγρή αυτή δύναμη που διεκδικεί με την άβυσσό της ένα μικρό κομμάτι στο συλλογικό της ασυνείδητο.
Ως μυθική κυρά του υδάτινου στοιχείου, με τη γεννημένη καρδιά πιο μαύρη κι από τον ερεβώδη βυθό, γνωρίζει πώς να δελεάζει, μέσω της γραφής της, τους απογοητευμένους ανθρώπους, οδηγώντας τους για πάντα στα υγρά κρυστάλλινα παλάτια, αιχμαλωτίζοντας πρωτίστως τις ψυχές τους με την ομορφιά της γλώσσας της, την οποία αποτυπώνει με μαεστρία με την πένα στη γραφή της.
Στο διήγημα της συγγραφέως «ΟΜΟΡΦΗ ΣΜΥΡΝΗ» δημιουργείται στον αναγνώστη το συναίσθημα της μελαγχολίας, που συνοδεύεται από γλυκόπικρες αναμνήσεις ενός ανεκπλήρωτου έρωτα, τρυφερού όμως, που δηλητηριάστηκε από την αγριάδα του πολέμου με την καταστροφή της Σμύρνης.
Στο διήγημα αυτό εμπεριέχονται η ιστορία με αίμα και θρήνο, οι μνήμες της τραγικότητας, της αθλιότητας, των απαρηγόρητων καταστάσεων, του μεγαλείου της θρησκευτικότητας και τέλος, ο ξεριζωμός.
«ΤΙ ΦΟΡΕΜΑ ΦΟΡΑΕΙ Η ΕΥΤΥΧΙΑ»; Είναι ένα άλλο διήγημα της συγγραφέως, μια ερώτηση που πλανάται με κενά και πίκρα συνεχώς στο νου του αναγνώστη για δυο άστεγα παιδιά, τα παιδιά των φαναριών, δυο δύστυχους βιοπαλαιστές, (το ένα με αναπηρία), που ζουν μαζί άθλιες καταστάσεις, κάνουν όνειρα, προβληματίζονται, πικραίνονται, λυπούνται, αλληλοπαρηγοριούνται.
«ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΒΕΤΛΑ (ΦΩΣ)» είναι ένα από τα διηγήματα του βιβλίου της συγγραφέως. Συγκίνηση και δικαίωση με ταυτόχρονη χαρά και λύπη είναι τα συναισθήματα του αναγνώστη για τις κακοποιημένες γυναίκες που εκδίδονται στην πορνεία, όχι ηθελημένα, αλλά με δόλο και βία και λόγω φτώχειας, σηκώνοντας το σταυρό του Γολγοθά τους, χωρίς φωνές και διαμαρτυρίες. Το αίμα είναι το κυρίαρχο στοιχείο στο διήγημα αυτό και το δίδαγμα που προκύπτει είναι ότι ο μόχθος για το όνειρο και την ελπίδα για μια αξιοπρεπή ζωή μπορούν να γίνουν πραγματικότητα.
Στο διήγημα «ΤΟ ΟΥΡΛΙΑΧΤΟ ΤΗΣ ΜΕΛΩΔΙΑΣ» ο αναγνώστης νιώθει ρίγη συγκίνησης για το ουρλιαχτό μιας γυναικείας μελωδίας, προϊόν κάποιας βεντέτας. Στο έργο αυτό διαφαίνεται το μίσος, η ανθρώπινη υπερβολή, η αδικία, το ασυμβίβαστο, η μυρωδιά του αίματος, η ντροπή, η ανηθικότητα, οι τύψεις. Ο αναγνώστης μαθαίνει πως ο λόγος της Κρητικιάς μάνας είναι Νόμος.
«ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ.» κατατάσσεται στα ιστορικά διηγήματα της ελληνικής λογοτεχνίας. Αναφέρεται στον Ελληνο-Γερμανικό πόλεμο στην Κρήτη και δίνει μηνύματα ειρήνης.
Στο διήγημα «ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΑΞΙΔΙ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ» ο αναγνώστης δεν μπορεί παρά να νιώσει μια περίεργη ανατριχίλα να του διαπερνά όλο το κορμί, καθώς διαβάζει κι ενημερώνεται από τις συνταρακτικές περιγραφές για την άθλια κατάσταση που βιώνει ένας άστεγος άνθρωπος. Στο διήγημα κυριαρχούν: οι περιπέτειες, οι κακουχίες, ο ψυχισμός, η μοναξιά, η αδικία, η λύπη, ο πόνος, οι φαντασιώσεις και οι τελευταίες του επιθυμίες.
«Η ΓΙΑΓΙΑ ΡΕΓΓΙΝΑ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΤΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ». Η αναφορά της συγγραφέως στο πρωτότυπο αυτό διήγημα,  με τη φυσιολατρική μυσταγωγία, πέρα από την αγάπη για την ομορφιά και τη διάσωση του περιβάλλοντος, εκφράζει μια αλληγορία.
Πιστεύω πως μέσω αυτών των λουλουδιών υποδηλώνονται έντονα συναισθήματα, όπως η επιθυμία για την αληθινή αγάπη, τον σεβασμό, τη δύναμη και το πάθος, σ' ένα κόσμο απαρηγόρητο από ελπίδες και όνειρα. Η γιαγιά Ρεγγίνα, η ηρωίδα του διηγήματος, θυμίζει μια γυναίκα, βγαλμένη μπορεί να πει κανείς, ως δια μαγείας, από παραμύθι.
Είναι μια ρωμαλέα γυναίκα, ενθουσιώδης, κεφάτη, δραστήρια και καλή σύντροφος. Ας μου επιτραπεί όμως, παρακαλώ, να πω στη συγγραφέα, φιλοσοφώντας πάντα βέβαια, πως η γιαγιά Ρεγγίνα μπορεί να φαντάζει στο μυαλό του αναγνώστη και ως η κυνική της οικογένειας.
Τους ταυτίζει κανείς με τους Κυνικούς φιλοσόφους, οι οποίοι διεξήγαγαν το φιλοσοφικό τους έργο μέσα σ' ένα καταπράσινο κήπο, με άφθονα δέντρα και πηγαία νερά.
Ο κήπος της γιαγιάς με τα τριαντάφυλλα, θυμίζει κάτι από τον Κήπο της Επικούρειας Σχολής, στην οποία ο Επίκουρος, που μπορούμε να τον ταυτίσουμε με τη συγκεκριμένη γιαγιά και οι μαθητές του, που μπορούμε τους ταυτίσουμε με την οικογένεια της γιαγιάς, διήγαγαν ένα βίο απόλυτα εναρμονισμένο με τη φύση.
Εδώ, πλανούνται ένα, δύο ή πολλά ερωτηματικά, για να το διαπιστώσει αυτό ο αναγνώστης όταν διαβάσει το συγκεκριμένο διήγημα. Και δημιουργείται αυτή η εντύπωση της κυνικότητας της γιαγιάς, επειδή διαφαίνεται πως είναι  αδύνατο γι' αυτήν την ηρωίδα να ξεχωρίσει τα τριαντάφυλλά της από τα ανθρώπινα πρόσωπα, κάτι που συμβαίνει συχνά στη φυσιολατρία, όπου ιεροποιείται η φύση, σε σημείο που να βγαίνει αναπόφευκτα ένα νέο σύνθημα, ότι:
«Τα λουλούδια και τα δέντρα είναι όλα ίσα με τους ανθρώπους, αλλά μερικά είναι πιο ίσα απ' αυτούς».
Και μιας και μιλάμε για λουλούδια, επιτρέψτε μου να κλείσω την αναφορά μου, για να μην υπερβώ τις αντοχές σας, με προηγούμενης έκδοσης ποιητικά λόγια της δημιουργού, αφιερώνοντάς τα στην ίδια και παρομοιάζοντάς την με τα λουλούδια στα οποία αναφέρεται στην ποίησή της..
Κυκλάμινο άνθισε, ο Θεός σου χαμογελά,
αμυγδαλιά, η ομορφιά σου θα σώσει τον κόσμο
........................
Μα κρέμονται στα ενώτια, οι άδικοι
θάνατοι, τα ματωμένα κορμιά,
τα λαβωμένα μέλη, χιλιάδες είναι
οι ψυχές, στα χείλη σου ουρλιάζουν.
Στο στήθος ο πόθος ξαγρυπνά,
στα χέρια η λύπη μαύρη πέρλα
στολίδι έγινε.
Ω! Σελήνη τα δάκρυά της
στέγνωσε
έλα παρηγόρησέ την.
(από το ποίημα «ΕΛΕΝΗ»)
(Η παρουσίαση του βιβλίου «ΚΟΚΚΙΝΟ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΙΤΗ» έγινε την Παρασκευή 10 Ιανουαρίου και ώρα 7.00 μ.μ. στην Αίθουσα Κρητών στη Θεσ/νίκη. Κεντρικοί ομιλητές: Παρθένα Τσοκτουρίδου και Ξανθίππη Μπαλή. Διάβασαν αποσπάσματα: Παρθένα Τσοκτουρίδου, Αναστασία Χατζή, Άννα Κασάπη και Δήμητρα Σαντά).
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
Η Μαρία Ζαβιανέλη - Διαμαντάκη είναι γέννημα - θρέμμα της μαγικής Κρήτης. Χανιώτισσα στην καταγωγή ζει με την οικογένειά της (τον σύζυγο και την 17χρονη κόρη της) στον τόπο που γεννήθηκε, τον οποίο υπεραγαπά και εργάζεται στα κεντρικά γραφεία της ΑΝΕΚ και στη διαφημιστική εταιρεία www.creteproplan.gr. Είναι ενεργό μέλος της Αμφικτυονίας Ελληνισμού και εκπρόσωπός της στα υπέροχα μέρη της όμορφης Κρήτης μας.
Είναι επίσης Μέλος:
της Παγκρήτιας Δημοσιογραφικής Ένωσης Λογοτεχνών,
της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών,
της Διεθνούς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών,
του Συλλόγου για την Διάδοση της ελληνικής γλώσσας,
των Πνευματικών Δημιουργών του νομού Χανίων,
του Φιλολογικού Συλλόγου ΄΄Ο Χρυσόστομος΄,
του Φιλελεύθερου Ελληνοκεντρικού Κύκλου «Ο Ιδομενέας» και
των ΄΄Πνευματικών Δημιουργών΄΄ του Νομού Χανίων.
Γράφει στην εφημερίδα «κρέτα βόις» και δημοσιογραφεί σε ιστοσελίδες του διαδικτύου. Εμπνέεται, όπως δηλώνει η ίδια, από την φύση της Κρήτης, από τον έρωτα και από τα ταξίδια.
Στο βιβλίο της «Κύματα» μεταφέρει αυτό που έγραψε ο μεγάλος Νορβηγός δραματουργός Ερρίκος Ίψεν: «Η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο από ένα διαρκής αγώνας ενάντια στο κακό που είναι γύρω μας αλλά και που φωλιάζει μέσα μας. Η ποίηση είναι ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΗ».
Εμείς, εδώ στην Αμφικτυονία Ελληνισμού, την Μαρία την γνωρίσαμε ως ποιήτρια και την τιμήσαμε, το έτος 2007, με το βραβείοΥπάτου, για το ποίημά της «Ειρήνη», με το οποίο είχε λάβει μέρος στον Παγκόσμιο λογοτεχνικό διαγωνισμό μας. Τιμήθηκε επίσης με ανάλογες λογοτεχνικές βραβεύσεις (60 τον αριθμόν) από διάφορους φορείς.
Εξέδωσε δύο βιβλία:
1.Την ποιητική συλλογή «ΚΥΜΑΤΑ», το έτος 2007, εκδόσεις ΣΜΥΡΝΙΩΤΑΚΗ και
2. «ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΤΟΥ ΑΜΑΤΙΤΗ», βιβλίο που απαρτίζεται από (8) διηγήματα, τα οποία και σας παρουσιάζουμε σήμερα.