Όπως κάθε
γονιός ξέρει, τα παιδιά τρελαίνονται για γλυκά. Τώρα, μια νέα επιστημονική
έρευνα διαπιστώνει ότι αυτή η έντονη προτίμηση έχει βιολογική βάση και
σχετίζεται με τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης των παιδιών. Η έρευνα έγινε από
ερευνητές του αμερικανικού πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, υπό τη δρα Σούζαν
Κόλντγουελ, και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Physiology & Behavior»
(Φυσιολογία και Συμπεριφορά).
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, όταν η ανάπτυξη είναι ταχεία, όπως
συμβαίνει στην παιδική ηλικία, αυξάνουν οι ανάγκες του οργανισμού για θερμίδες.
Έτσι, τα παιδιά είναι βιολογικά προγραμματισμένα να αγαπούν τη γλυκιά γεύση,
καθώς αυτή τους ωθεί να αποκτήσουν τις αναγκαίες για την ανάπτυξή τους πηγές
ενέργειας.
Η επιθυμία των παιδιών για γλυκά είναι διαδεδομένη σε όλες τις χώρες
και τους πολιτισμούς και η τάση αυτή συνήθως μειώνεται σταδιακά, όσο το παιδί
μεγαλώνει και η φυσική του ανάπτυξη επιβραδύνεται.
Το ερώτημα βέβαια παραμένει: γιατί τα γλυκά συνεχίζουν να
αρέσουν τόσο πολύ και στους μεγάλους, που δεν αναπτύσσονται πια; Και εδώ
είναι το μεγάλο θέμα: ο εθισμός.
Μπορεί να είμαστε γενετικά προδιατεθειμένοι να μας αρέσει η
γλυκιά γεύση, ωστόσο, το πόσο ...γλυκατζήδες θα γίνουμε φαίνεται ότι
καθορίζεται και από το περιβάλλον. Αν, για παράδειγμα, μας προσφέρουν από όταν
ήμασταν μικροί πολλά γλυκά ή αν όλα τα επιδόρπια στο σπίτι μας έχουν πολλή
ζάχαρη, είναι πιθανό να είμαστε πιο «επιρρεπείς» στα γλυκά. Επιπλέον, παίζει
ρόλο η γευστική μας ευαισθησία (αυτή της γλώσσας μας δηλαδή, που επίσης
καθορίζεται τόσο από γενετικούς όσο και από περιβαλλοντικούς παράγοντες): κάτι
δηλαδή που σε κάποιον φαίνεται γλυκό, για έναν άλλο δεν είναι τόσο.
-Τα παιδιά μπορούν να τρώνε γλυκά;
Οι οδηγίες των ειδικών είναι ξεκάθαρες: αν ένα παιδί είναι κινητικό και φυσιολογικού βάρους, μπορεί να τρώει ακόμη και κάθε μέρα ένα μικρό γλυκό, κατά προτίμηση ως απογευματινό σνακ, όχι όμως αντικαθιστώντας το κανονικό του γεύμα. Αν ένα παιδί έχει περιττά κιλά, και πάλι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τα γλυκά από τη διατροφή του, κυρίως επειδή στα παιδιά οι τροφές που απαγορεύονται γίνονται ακόμη πιο επιθυμητές. Καθώς, λοιπόν, θα ήταν άδικο να στερήσουμε ακόμη και από ένα παχουλό παιδί το γλυκό ή τη σοκολάτα, θα μπορούσαμε να του επιτρέπουμε να τα τρώει όχι καθημερινά, αλλά δύο φορές την εβδομάδα. Επίσης, μας συμβουλεύουν:
Οι οδηγίες των ειδικών είναι ξεκάθαρες: αν ένα παιδί είναι κινητικό και φυσιολογικού βάρους, μπορεί να τρώει ακόμη και κάθε μέρα ένα μικρό γλυκό, κατά προτίμηση ως απογευματινό σνακ, όχι όμως αντικαθιστώντας το κανονικό του γεύμα. Αν ένα παιδί έχει περιττά κιλά, και πάλι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τα γλυκά από τη διατροφή του, κυρίως επειδή στα παιδιά οι τροφές που απαγορεύονται γίνονται ακόμη πιο επιθυμητές. Καθώς, λοιπόν, θα ήταν άδικο να στερήσουμε ακόμη και από ένα παχουλό παιδί το γλυκό ή τη σοκολάτα, θα μπορούσαμε να του επιτρέπουμε να τα τρώει όχι καθημερινά, αλλά δύο φορές την εβδομάδα. Επίσης, μας συμβουλεύουν:
Να ξεκινήσουμε να δίνουμε γλυκό στα παιδιά μετά τα 2 ή τα 3
χρόνια τους. Καθώς δεν ανήκουν στα απαραίτητα συστατικά της δίαιτας των
παιδιών, αλλά μάλλον στη σφαίρα της κοινωνικότητας και της ευχαρίστησης,
μπορούν να ενταχθούν στη διατροφή τους όσο αργότερα γίνεται.
Να εναλλάσσουμε τα γλυκά που καταναλώνουν τα παιδιά. Καλό είναι, δηλαδή, να μην τρώνε κάθε μέρα παγωτό ή σοκολάτα, αλλά κάποιο απόγευμα να προτιμούν ένα γιαούρτι με μέλι, μια γρανίτα ή ένα φρουτοχυμό.
Να αγοράζουμε τις σοκολάτες, τα παγωτά και τα γλυκά σε μικρές συσκευασίες ή να τους δίνουμε μικρές μερίδες.
Να εναλλάσσουμε τα γλυκά που καταναλώνουν τα παιδιά. Καλό είναι, δηλαδή, να μην τρώνε κάθε μέρα παγωτό ή σοκολάτα, αλλά κάποιο απόγευμα να προτιμούν ένα γιαούρτι με μέλι, μια γρανίτα ή ένα φρουτοχυμό.
Να αγοράζουμε τις σοκολάτες, τα παγωτά και τα γλυκά σε μικρές συσκευασίες ή να τους δίνουμε μικρές μερίδες.
Ακόμη, καλό είναι να προτιμούμε:
Τα παραδοσιακά γιαούρτια, αντί για τα επιδόρπια γιαουρτιού. Τα πρώτα προσφέρουν τα πολύτιμα οφέλη του ευεργετικού για το έντερο γιαουρτιού, ενώ τα δεύτερα είναι μάλλον γλυκά.
Τα σπιτικά μπισκότα και κουλουράκια ή τα απλά «παραδοσιακά» μπισκότα του εμπορίου, αντί για τα πολύ παχυντικά, π.χ. με επικάλυψη σοκολάτας ή με γέμιση κρέμας ή σοκολάτας (τύπου cookies). Τα δεύτερα είναι πιο επιβαρυμένα από πλευράς θερμίδων, λίπους, τρανς λιπαρών κλπ.
Τα σπιτικά παγωτά ή τα συσκευασμένα και χύμα παγωτά που έχουν πολύ λίγο λίπος (συχνά μόνο 5%), αντί για τα πιο μοντέρνα, αμερικανικού τύπου παγωτά, που είναι εξαιρετικά λιπαρά.
Τα σπιτικά γλυκά, αντί για όσα αγοράζουμε από έξω. Για τα πρώτα είμαστε πολύ πιο σίγουροι και ασφαλείς όσον αφορά τον τρόπο και τα υλικά από τα οποία παρασκευάζονται.
-Πότε τα γλυκά βλάπτουν τα παιδιά μας;Τα παραδοσιακά γιαούρτια, αντί για τα επιδόρπια γιαουρτιού. Τα πρώτα προσφέρουν τα πολύτιμα οφέλη του ευεργετικού για το έντερο γιαουρτιού, ενώ τα δεύτερα είναι μάλλον γλυκά.
Τα σπιτικά μπισκότα και κουλουράκια ή τα απλά «παραδοσιακά» μπισκότα του εμπορίου, αντί για τα πολύ παχυντικά, π.χ. με επικάλυψη σοκολάτας ή με γέμιση κρέμας ή σοκολάτας (τύπου cookies). Τα δεύτερα είναι πιο επιβαρυμένα από πλευράς θερμίδων, λίπους, τρανς λιπαρών κλπ.
Τα σπιτικά παγωτά ή τα συσκευασμένα και χύμα παγωτά που έχουν πολύ λίγο λίπος (συχνά μόνο 5%), αντί για τα πιο μοντέρνα, αμερικανικού τύπου παγωτά, που είναι εξαιρετικά λιπαρά.
Τα σπιτικά γλυκά, αντί για όσα αγοράζουμε από έξω. Για τα πρώτα είμαστε πολύ πιο σίγουροι και ασφαλείς όσον αφορά τον τρόπο και τα υλικά από τα οποία παρασκευάζονται.
Όταν γίνεται υπερκατανάλωση. Ειδικά τα «βαριά» γλυκά υπερφορτώνουν τα παιδιά με
θερμίδες, με ζάχαρη (που προκαλεί εκτός των άλλων και τερηδόνα) και λιπαρά,
κατά κανόνα κακής ποιότητας. Όσο για το σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και
υπερκινητικότητας, με το οποίο είχε συνδεθεί η ζάχαρη, δοξασία εξαιτίας της
οποίας πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να δίνουν γλυκά στα παιδιά τους, πολλές
πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι δεν υφίσταται τέτοια συσχέτιση.