Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

Συσχετισμοί της αρχαίας θρησκείας και του Χριστιανισμού που δημιουργούν πατριωτικά συναισθήματα εκτός από τα θρησκευτικά αντίστοιχα.

Της Παρθένας Τσοκτουρίδου.
Ο Αβραάμ (1850 Π.Χ.) είναι ο πρώτος πατριάρχης της Αγίας Γραφής. Ο Θεός θέλοντας να δοκιμάσει την πίστη του, τον διέταξε να θυσιάσει τον γιο του Ισαάκ. Η εντολή του Θεού δε χωρούσε αντιρρήσεις. Και ο θεσμός της πατρικής εξουσίας στους αρχαίους Εβραίους δεν έδινε τέτοια δικαιώματα στον πατέρα. Υπάκουσε στο θέλημα του Θεού, με σπαραγμό της καρδιά του. Δεν μπορούσε να παρακούσει τη Θεϊκή προσταγή.

Πήρε, ένα πρωινό, τον Ισαάκ κι ανέβηκε στο βουνό για τη θυσία. Κατάκοπος από τον ψυχικό πόνο και την κούραση, ακριβώς τη στιγμή που σήκωσε το μαχαίρι για να σφάξει τον δεμένο Ισαάκ, ένας λευκοντυμένος άγγελος του κράτησε το χέρι. Η δοκιμασία είχε γίνει.
Η σκηνή θυμίζει την αντίστοιχη σκηνή από την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», μια από τις τραγωδίες του Ευρυπίδη που έχουν σωθεί. Ο ποιητής την έγραψε τα τελευταία χρόνια της ζωής του και παίχτηκε μετά το θάνατο του, πιθανόν  το 406 ή 405 π.Χ.
Η υπόθεση της με λίγα λόγια είναι η εξής : (Η Ιφιγένεια ήταν η πρωτότοκη κόρη του βασιλιά των Μυκηνών Αγαμέμνονα και Κλυταιμνήστρας.) Στην Αυλίδα βρίσκεται συγκεντρωμένος ο ελληνικός στόλος για την εκστρατεία της Τροίας. Δε φυσά όμως άνεμος ευνοϊκός για να ξεκινήσουν τα καράβια.
Αιτία είναι η οργή της Άρτεμης εναντίον του Αγαμέμνονα επειδή εκείνος είχε παραλείψει να εκπληρώσει ένα παλιό του τάμα στη θεά. Για να ικανοποιεί η θεά, ο μάντης Κάλχας δίνει χρησμό ότι πρέπει να θυσιάσει η κόρη Αγαμέμνονα Ιφιγένεια.
Ο Αγαμέμνονας, μπρος στο βάρος της ευθύνης του αρχηγού απέναντι στους άλλους, αποφασίζει να καλέσει με πονηριά την κόρη του στην Αυλίδα. Της γράφει ότι θέλει να την παντρέψει με τον Αχιλλέα. Αυτό το κάνει για να ξεπεράσει την πιθανή αντίδραση της γυναίκας του Κλυταιμνήστρας. Η Ιφιγένεια φτάνει στην Αυλίδα, όπου μαθαίνει τη φοβερή απόφαση του πατέρα της. Η ίδια και η μητέρα της αντιδρούν και ικετεύουν τον πατέρα να μην επιμείνει στην απάνθρωπη απόφαση του.
Στο μεταξύ επεμβαίνει ο Αχιλλέας, που λυπάται την κόρη και θυμώνει γιατί ο Αγαμέμνονας χρησιμοποίησε το όνομα του χωρίς ο ίδιος να το ξέρει. Ενώ η κατάσταση μπλέκεται ολοένα περισσότερο και κινδυνεύει να εξελιχτεί σε εμφύλια σύγκρουση του συγκεντρωμένου στρατού, η Ιφιγένεια δίνει τη λύση : σε μια εκδήλωση φιλοπατρίας δηλώνει ότι δέχεται με τη θέληση της να θυσιαστεί. Την ώρα της θυσίας όμως η Άρτεμη την αρπάζει σε ένα σύννεφο και στη θέση της αφήνει ένα ελάφι. «Δίνω το κορμί μου στην Ελλάδα», φωνάζει υπακούοντας στη φωνή της Ελλάδας, που την καλεί να της προασπίσει την τιμή (όπως ζωγραφίζεται στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη).
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα φιλοπατρίας είναι η Σπαρτιάτισσα Αργιλεωνίδα, που έζησε στην εποχή του μυθικού βασιλιά Λυκούργου, η οποία όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του γιου της Βρασίδα, ρώτησε μόνο, χωρίς να λυπηθεί, αν σκοτώθηκε πολεμώντας γενναία, όπως ταίριαζε σε Σπαρτιάτη.  Η γενναιότητα των Σπαρτιατών στη μάχη ήταν ξακουστή και υποδειγματική η ανδρεία τους και όταν κάποιος γύριζε νικημένος πίσω, τον θεωρούσαν άνανδρο και τον απόκλειαν από τη σπαρτιάτικη κοινωνική ζωή.  Ταπεινωμένος και περιφρονημένος ζούσε μια ζωή χειρότερη κι από τη ζωή των δούλων. Δεν τον χαιρετούσε κανείς και δεν τον άφηναν να πάρει μέρος στους γυμναστικούς και αθλητικούς αγώνες.
Η Σπαρτιάτισσα Αρχιδάμεια, γιαγιά του μεταρρυθμιστή βασιλιά Άγη του Δ’, που έζησε τον 3ο αι. Π.Χ. ανάμεσα στις άλλες Σπαρτιάτισσες διακρινόταν για τη γενναιότητα και τα φιλανθρωπικά της αισθήματα. Πολέμησε στην πρώτη γραμμή του 272 Π.Χ. κατά τον πόλεμο της Σπάρτης με το βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο.