Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018

Βάσανα που έχει η καρδιά
Και ο καημός μεγάλος
Την κοπελιά που αγάπησα
Τώρα την παίρνει άλλος.
Κρύβω καλά τον πόνο μου
Και όλα τα δάκρυα μου
Για σένα που μου έβαλες
Μαχαίρι στην καρδιά μου.
Και την καρδιά μου να πονεί
Την θες εσύ ακόμα
Τον πόνο που χω δεν θωρεί
Με βάζεις μες το χώμα.
Μα θα τα αντέξω αγάπη μου
Όλα τα βάσανα μου
Και μακριά σου και κοντά
Έχεις τον έρωτα μου.
Και αν φεύγω αγάπη μου γλυκιά
Μη μου κρατάς κακία
Ακόμα άλλη μία φορά
Σου δώσα ευκαιρία.
Μα εσύ θαρρώ αδιαφόρησες
Πάλι στο κάλεσμα μου
Αντίο αγάπη μου γλυκιά
Θα σ έχω στην καρδιά μου.

Ράλλια Ρέντου


ΒΑΣΑΝΑΚΙ ΜΟΥ

Βάσανα που έχει η καρδιά
Και ο καημός μεγάλος
Την κοπελιά που αγάπησα
Τώρα την παίρνει άλλος.
Κρύβω καλά τον πόνο μου
Και όλα τα δάκρυα μου
Για σένα που μου έβαλες
Μαχαίρι στην καρδιά μου.
Και την καρδιά μου να πονεί
Την θες εσύ ακόμα
Τον πόνο που χω δεν θωρεί
Με βάζεις μες το χώμα.
Μα θα τα αντέξω αγάπη μου
Όλα τα βάσανα μου
Και μακριά σου και κοντά
Έχεις τον έρωτα μου.
Και αν φεύγω αγάπη μου γλυκιά
Μη μου κρατάς κακία
Ακόμα άλλη μία φορά
Σου δώσα ευκαιρία.
Μα εσύ θαρρώ αδιαφόρησες
Πάλι στο κάλεσμα μου
Αντίο αγάπη μου γλυκιά
Θα σ έχω στην καρδιά μου.

Ράλλια Ρέντου


Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018

Μια πνοή, μια δροσιά
μια γλύκα είναι η αγκαλιά.
Η αυγούλα ήρθε σιγά-σιγά
και στα ματάκια μου ζητά,
επίμονα να ανοίξουν.
Μα ο ύπνος είναι γλυκός
και η ζεστασιά του μικρού μου κρεβατιού,
μια φωλίτσα ασφαλής,
που δεν θέλω με τίποτα να αφήσω.
Ξύπνα καλό μου, τραγουδά
ο ήλιος ο φίλος σε αναζητά
να παίξετε, να χαρείτε,
στον κόσμο να περιπλανηθείτε.
Μια πνοή, μια δροσιά
μια γλύκα είναι η αγκαλιά.
Τα πάντα φαντάζουν φωτεινά
και η νέα ημέρα ήρθε για τα καλά.
Τίνα Θεοδοσίου


Το Ξύπνημα

Μια πνοή, μια δροσιά
μια γλύκα είναι η αγκαλιά.
Η αυγούλα ήρθε σιγά-σιγά
και στα ματάκια μου ζητά,
επίμονα να ανοίξουν.
Μα ο ύπνος είναι γλυκός
και η ζεστασιά του μικρού μου κρεβατιού,
μια φωλίτσα ασφαλής,
που δεν θέλω με τίποτα να αφήσω.
Ξύπνα καλό μου, τραγουδά
ο ήλιος ο φίλος σε αναζητά
να παίξετε, να χαρείτε,
στον κόσμο να περιπλανηθείτε.
Μια πνοή, μια δροσιά
μια γλύκα είναι η αγκαλιά.
Τα πάντα φαντάζουν φωτεινά
και η νέα ημέρα ήρθε για τα καλά.
Τίνα Θεοδοσίου


Στα νοερά ταξίδια μας πηγαίνουμε…
όπως το νυχτερινό
φεγγοβόλημα πάνω
από τα δέντρα,
τη στιγμή ακριβώς
που το φεγγάρι
στο ανέβασμά του..
αγγίζει τις κορυφές των δέντρων!
Αφήσαμε πίσω
την χρυσαφένια άμμο,
τα αφρισμένα κύματα
και το ζεστό αεράκι
πού άγγιζε απαλά
τα μαλλιά μας…
ο χρόνος έβγαλε
από το ψυχρό του συρτάρι
τις νερομπογιές
για να φιλοτεχνήσει
ένα ακόμη υγρό
κομμάτι πάνω στον ίδιο καμβά!


Ο χρόνος

Στα νοερά ταξίδια μας πηγαίνουμε…
όπως το νυχτερινό
φεγγοβόλημα πάνω
από τα δέντρα,
τη στιγμή ακριβώς
που το φεγγάρι
στο ανέβασμά του..
αγγίζει τις κορυφές των δέντρων!
Αφήσαμε πίσω
την χρυσαφένια άμμο,
τα αφρισμένα κύματα
και το ζεστό αεράκι
πού άγγιζε απαλά
τα μαλλιά μας…
ο χρόνος έβγαλε
από το ψυχρό του συρτάρι
τις νερομπογιές
για να φιλοτεχνήσει
ένα ακόμη υγρό
κομμάτι πάνω στον ίδιο καμβά!


Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018

Τον Όμηρο, τον Αριστοφάνη,
τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα
τον Γκαίτε και τον Καντ....
Όλους τους Φιλοσόφους τους Ποιητές
Όλους τους μεγάλους και τους τρανούς
τους διάβασα με σχόλη.
Πήγα ακόμα πιο μακριά
και μια πλευρά της Επιστήμης
τη γνώρισα καλά και το είχα και καμάρι.
Αλλά, και πάλι δεν μπορούσα
τη μαγεία της ζωής
ούτε στο μυαλό, ούτε στα δάχτυλά μου
να κρατήσω ως την αυγή.
Πόνεσα κρυφά πολύ,
για να καταλάβω το «γιατί»…
αυτή τη μαγεία των σοφών,
όλων των αιώνων και των εθνών
να μην την κάνω και δική μου.
Και ένα βράδυ, εκεί που καθόμουν
μοναχή, χωμένη στη σιωπή και στο δάκρυ...
άκουσα μια φωνή  παιδική,
χαρμόσυνη, σχεδόν γαργαλιστική,
τα αυτιά μου να χαϊδεύει.
Κοίταξα  γύρω μου αλαφιασμένη..
παιχνίδια τώρα η λύπη μου κάνει στο μυαλό,
δεν μπορεί….κανείς δεν υπάρχει εδώ!
και χώθηκα γρήγορα ξανά στη σιωπή.
Μα το παιδί μου μίλησε ξανά!
Μη κοιτάς γύρω σου δεν είμαι εκεί.
Ζω στην καρδιά σου εδώ και μια ζωή.
Μη κλαις και μη σπαράζεις…είναι χαζό
απλώς… πάρτο από την αρχή
γιατί με μια ανάσα, μοναχά,
ξεκινά η μαγεία της ζωής.!
Τίνα Θεοδοσίου


Η Μαγεία της ζωής….

Τον Όμηρο, τον Αριστοφάνη,
τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα
τον Γκαίτε και τον Καντ....
Όλους τους Φιλοσόφους τους Ποιητές
Όλους τους μεγάλους και τους τρανούς
τους διάβασα με σχόλη.
Πήγα ακόμα πιο μακριά
και μια πλευρά της Επιστήμης
τη γνώρισα καλά και το είχα και καμάρι.
Αλλά, και πάλι δεν μπορούσα
τη μαγεία της ζωής
ούτε στο μυαλό, ούτε στα δάχτυλά μου
να κρατήσω ως την αυγή.
Πόνεσα κρυφά πολύ,
για να καταλάβω το «γιατί»…
αυτή τη μαγεία των σοφών,
όλων των αιώνων και των εθνών
να μην την κάνω και δική μου.
Και ένα βράδυ, εκεί που καθόμουν
μοναχή, χωμένη στη σιωπή και στο δάκρυ...
άκουσα μια φωνή  παιδική,
χαρμόσυνη, σχεδόν γαργαλιστική,
τα αυτιά μου να χαϊδεύει.
Κοίταξα  γύρω μου αλαφιασμένη..
παιχνίδια τώρα η λύπη μου κάνει στο μυαλό,
δεν μπορεί….κανείς δεν υπάρχει εδώ!
και χώθηκα γρήγορα ξανά στη σιωπή.
Μα το παιδί μου μίλησε ξανά!
Μη κοιτάς γύρω σου δεν είμαι εκεί.
Ζω στην καρδιά σου εδώ και μια ζωή.
Μη κλαις και μη σπαράζεις…είναι χαζό
απλώς… πάρτο από την αρχή
γιατί με μια ανάσα, μοναχά,
ξεκινά η μαγεία της ζωής.!
Τίνα Θεοδοσίου


-Στο δωμάτιο είχα ένα κερί
ένα κερί αναμμένο
με τη ψυχή και το μυαλό
εσένα να προσμένω.
-Και μες την φλόγα ξαφνικά
ένας άγγελος μπροστά μου,
ήταν η μορφή σου, μια ματιά,
βγαλμένη από τα όνειρα μου.
-Την φλόγα τότε πρόσεξα,
η απόλυτη ευτυχία
τη ζωή μου σκέφτηκα
ως τότε δεν είχα ζήσει,
τον κόσμο μέσα έβλεπα
από την Ανατολή έως τη Δύση,
και στην καρδιά την έβαλα,
ποτέ της να μη σβήσει….

Άγγελος στη Φωτιά

-Στο δωμάτιο είχα ένα κερί
ένα κερί αναμμένο
με τη ψυχή και το μυαλό
εσένα να προσμένω.
-Και μες την φλόγα ξαφνικά
ένας άγγελος μπροστά μου,
ήταν η μορφή σου, μια ματιά,
βγαλμένη από τα όνειρα μου.
-Την φλόγα τότε πρόσεξα,
η απόλυτη ευτυχία
τη ζωή μου σκέφτηκα
ως τότε δεν είχα ζήσει,
τον κόσμο μέσα έβλεπα
από την Ανατολή έως τη Δύση,
και στην καρδιά την έβαλα,
ποτέ της να μη σβήσει….

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018

Αν η ψυχή σου η θάλασσα,
ο εαυτός σου ο καπετάνιος
Αν το κορμί σου το καράβι
και οι σκέψεις σου τα πανιά,
Τότε ο ουρανός το μονοπάτι
και η ζωή σου ο προορισμός.
Τότε η ανάσα σου ο άνεμος
και τα λόγια σου ο οδηγός.
Ποια τρικυμία όμως σε σταματά;
ή θύελλα σκίζει τα πανιά σου;
Ποιος Ποσειδώνας βουλιάζει τα όνειρα;
ή δαίμονας φοβίζει τη θωριά σου;
Αν η ψυχή σου η θάλασσα
και  η καρδιά σου το πηδάλιο,
Καπετάνιος γίνεσαι
σε όποιο ταξίδι ανοίγεσαι
και η ψυχή σου γίνεται
απέραντη σαν τους ωκεανούς.
Τίνα Θεοδοσίου


Το Ταξίδι

Αν η ψυχή σου η θάλασσα,
ο εαυτός σου ο καπετάνιος
Αν το κορμί σου το καράβι
και οι σκέψεις σου τα πανιά,
Τότε ο ουρανός το μονοπάτι
και η ζωή σου ο προορισμός.
Τότε η ανάσα σου ο άνεμος
και τα λόγια σου ο οδηγός.
Ποια τρικυμία όμως σε σταματά;
ή θύελλα σκίζει τα πανιά σου;
Ποιος Ποσειδώνας βουλιάζει τα όνειρα;
ή δαίμονας φοβίζει τη θωριά σου;
Αν η ψυχή σου η θάλασσα
και  η καρδιά σου το πηδάλιο,
Καπετάνιος γίνεσαι
σε όποιο ταξίδι ανοίγεσαι
και η ψυχή σου γίνεται
απέραντη σαν τους ωκεανούς.
Τίνα Θεοδοσίου


Όταν οι άγγελοι
αγάπησαν τη μορφή σου
εγώ ταξίδευα ακόμη
στο τίποτα.
Όταν Έκανες τις ώρες λεπτά
μέσα στην αγκαλιά σου,
εγώ μετρούσα στιγμές μας.
Όταν ο ήλιος
χάιδευε τα βλέφαρα σου
για να ξυπνήσεις
και  να μ αγκαλιάσεις ξανά, 
εγώ παρακαλούσα
να μην κοιμηθώ
για να μη χάσω
την στιγμή που
θα επέστρεφες
απ τα όνειρα στη ζωή σου....


Όταν…

Όταν οι άγγελοι
αγάπησαν τη μορφή σου
εγώ ταξίδευα ακόμη
στο τίποτα.
Όταν Έκανες τις ώρες λεπτά
μέσα στην αγκαλιά σου,
εγώ μετρούσα στιγμές μας.
Όταν ο ήλιος
χάιδευε τα βλέφαρα σου
για να ξυπνήσεις
και  να μ αγκαλιάσεις ξανά, 
εγώ παρακαλούσα
να μην κοιμηθώ
για να μη χάσω
την στιγμή που
θα επέστρεφες
απ τα όνειρα στη ζωή σου....


Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2018

-Ο χρόνος είναι ο γιός της Μοίρας
Εγωιστής και Σπάταλος
Παίζει με τις ψυχές μας
σαν κακομαθημένο παιδί
Ποτέ του δεν σταματά
και δεν διαπραγματεύεται.
Ποτέ του δεν δεσμεύεται
και πίσω του δε κοιτά.
-Ο χρόνος είναι ο γιός της Μοίρας
Μοναδικός και Κυρίαρχος
Παίζει με τις στιγμές μας
σαν κακομαθημένο παιδί
Ποτέ του δεν σταματά
και δεν μας χαρίζεται 
Ποτέ του δεν σκορπά
πλάνες στις στιγμές του...
Τίνα Θεοδοσίου


Ο Χρόνος..

-Ο χρόνος είναι ο γιός της Μοίρας
Εγωιστής και Σπάταλος
Παίζει με τις ψυχές μας
σαν κακομαθημένο παιδί
Ποτέ του δεν σταματά
και δεν διαπραγματεύεται.
Ποτέ του δεν δεσμεύεται
και πίσω του δε κοιτά.
-Ο χρόνος είναι ο γιός της Μοίρας
Μοναδικός και Κυρίαρχος
Παίζει με τις στιγμές μας
σαν κακομαθημένο παιδί
Ποτέ του δεν σταματά
και δεν μας χαρίζεται 
Ποτέ του δεν σκορπά
πλάνες στις στιγμές του...
Τίνα Θεοδοσίου


Αγαπάς;....Το φωνάζεις....
Το ζωγραφίζεις....
Το τραγουδάς.
Χτυπάς τη πόρτα της νύχτα μες στη βροχή
και φεύγεις αφήνοντας στο κατώφλι της τη καρδιά σου.
Πολεμάς.
Άλλοτε νικάς άλλοτε χάνεις....
Νικάς τον εγωισμό....
Χάνεις απλά λίγα δάκρυα....
Δε ζητάς κάτι πέρα από τα αυτονόητα....
Και αν αυτά τα αυτονόητα δε σου δοθούν,....
Απλά φεύγεις.
Με το κεφάλι ψηλά.
Δεν είναι ντροπή....
Αν ντρέπεσαι τότε δεν αγαπάς.
Δεν έχεις αγαπήσει...Τόλμα.
Η αγάπη είναι δύναμη.
Θα σου γεμίσει κάθε κύτταρο και θα ξεχειλίσεις από αυτή.
Δε τη κρατάς μόνο για σένα.
Την εκπέμπεις.
Θες δε θες.


Αν αγαπάς

Αγαπάς;....Το φωνάζεις....
Το ζωγραφίζεις....
Το τραγουδάς.
Χτυπάς τη πόρτα της νύχτα μες στη βροχή
και φεύγεις αφήνοντας στο κατώφλι της τη καρδιά σου.
Πολεμάς.
Άλλοτε νικάς άλλοτε χάνεις....
Νικάς τον εγωισμό....
Χάνεις απλά λίγα δάκρυα....
Δε ζητάς κάτι πέρα από τα αυτονόητα....
Και αν αυτά τα αυτονόητα δε σου δοθούν,....
Απλά φεύγεις.
Με το κεφάλι ψηλά.
Δεν είναι ντροπή....
Αν ντρέπεσαι τότε δεν αγαπάς.
Δεν έχεις αγαπήσει...Τόλμα.
Η αγάπη είναι δύναμη.
Θα σου γεμίσει κάθε κύτταρο και θα ξεχειλίσεις από αυτή.
Δε τη κρατάς μόνο για σένα.
Την εκπέμπεις.
Θες δε θες.


Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

''Η μορφή σου λιώνει στο βυθό μου
καθώς σε βλέπω να ξεμακραίνεις…
Στα χείλη μου κρυστάλλινος χορός
από ερωτήματα κι απαντήσεις
μιας αγάπης απροετοίμαστης
Ήταν η θάλασσα που έγινε σταγόνα
και φυλακίστηκε στα μάτια μου...
Ήταν το φεγγάρι που κλείδωσε τους φόβους
μ' ανάσες βαριές…
Ήταν ο ουρανός που πήρε το χρώμα απ την ψυχή μου
όταν έγινα ζητιάνος της αγάπης σου...
Ανάβω το πρώτο τσιγάρο στη μοναξιά
κι ο καπνός σε σχημάτισε ήδη...
Η άγρυπνη ομορφιά σου με ξενυχτάει…
Αντρίκεια σε σκέφτομαι
Κι ο γύρος του θανάτου αρχίζει…''
konstantinos Theodousis


''Λησμονιά''

''Η μορφή σου λιώνει στο βυθό μου
καθώς σε βλέπω να ξεμακραίνεις…
Στα χείλη μου κρυστάλλινος χορός
από ερωτήματα κι απαντήσεις
μιας αγάπης απροετοίμαστης
Ήταν η θάλασσα που έγινε σταγόνα
και φυλακίστηκε στα μάτια μου...
Ήταν το φεγγάρι που κλείδωσε τους φόβους
μ' ανάσες βαριές…
Ήταν ο ουρανός που πήρε το χρώμα απ την ψυχή μου
όταν έγινα ζητιάνος της αγάπης σου...
Ανάβω το πρώτο τσιγάρο στη μοναξιά
κι ο καπνός σε σχημάτισε ήδη...
Η άγρυπνη ομορφιά σου με ξενυχτάει…
Αντρίκεια σε σκέφτομαι
Κι ο γύρος του θανάτου αρχίζει…''
konstantinos Theodousis


Σκέφτομαι και ένα κύμα συναισθημάτων
με παρασέρνει  δεν προσπαθώ να ξεφύγω
αλλά αφήνομαι να με πάει σε μονοπάτια ονειρικά.
Αφήνω την φαντασία μου και σκέφτομαι εμάς.
Βλέπω να χορεύουμε αγκαλιασμένοι σφιχτά
σε μια παραλία κάτω από τους ήχους
μιας φανταστικής μουσικής
με ορχήστρα τα κύματα και τον άνεμο
και μαέστρο ένα καταπληκτικό
ηλιοβασίλεμα που μας στολίζει σαν πέπλο...!


Ηλιοβασίλεμα

Σκέφτομαι και ένα κύμα συναισθημάτων
με παρασέρνει  δεν προσπαθώ να ξεφύγω
αλλά αφήνομαι να με πάει σε μονοπάτια ονειρικά.
Αφήνω την φαντασία μου και σκέφτομαι εμάς.
Βλέπω να χορεύουμε αγκαλιασμένοι σφιχτά
σε μια παραλία κάτω από τους ήχους
μιας φανταστικής μουσικής
με ορχήστρα τα κύματα και τον άνεμο
και μαέστρο ένα καταπληκτικό
ηλιοβασίλεμα που μας στολίζει σαν πέπλο...!


Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

-Κι εγώ που νόμισα
πως θα καλπάσω αγέρωχα
τινάζοντας τη χαίτη
ενός ελαφροϊσκιωτου σ' αγαπώ
-πως θα σ 'αφήσω το ποίημα
να το θηλάζεις στεναγμούς
ενάστρων αποχωρισμών...
-πως η Αυγή θα λογοδοτήσει
για τα χρώματα, που άπλωσα
στη σάρκινη γη σου
-Κι εγώ που νόμισα
πως η αγάπη σου δεν είχε σώμα
μα ένα φτερό χελιδονιού
για το μακρύ ταξίδι
πως σε προσγείωσα γλυκά
από το σύννεφο στη σάρκα
Τάκης Φάβιος


ΑΔΙΑΛΛΑΚΤΗ ΑΥΓΗ

-Κι εγώ που νόμισα
πως θα καλπάσω αγέρωχα
τινάζοντας τη χαίτη
ενός ελαφροϊσκιωτου σ' αγαπώ
-πως θα σ 'αφήσω το ποίημα
να το θηλάζεις στεναγμούς
ενάστρων αποχωρισμών...
-πως η Αυγή θα λογοδοτήσει
για τα χρώματα, που άπλωσα
στη σάρκινη γη σου
-Κι εγώ που νόμισα
πως η αγάπη σου δεν είχε σώμα
μα ένα φτερό χελιδονιού
για το μακρύ ταξίδι
πως σε προσγείωσα γλυκά
από το σύννεφο στη σάρκα
Τάκης Φάβιος


Όταν οι άγγελοι αγάπησαν τη μορφή σου
εγώ ταξίδευα ακόμη στο τίποτα.
Όταν Έκανες τις Ώρες λεπτά μέσα στην αγκαλιά σου,
εγώ μετρούσα στιγμές μας.
Όταν ο ήλιος χάιδευε τα βλέφαρα σου
για να ξυπνήσεις και  να μ αγκαλιάσεις ξανά, 
εγώ παρακαλούσα να μην κοιμηθώ
για να μη χάσω την στιγμή που
θα επέστρεφες απ τα όνειρα στη ζωή σου....

Η μορφή σου

Όταν οι άγγελοι αγάπησαν τη μορφή σου
εγώ ταξίδευα ακόμη στο τίποτα.
Όταν Έκανες τις Ώρες λεπτά μέσα στην αγκαλιά σου,
εγώ μετρούσα στιγμές μας.
Όταν ο ήλιος χάιδευε τα βλέφαρα σου
για να ξυπνήσεις και  να μ αγκαλιάσεις ξανά, 
εγώ παρακαλούσα να μην κοιμηθώ
για να μη χάσω την στιγμή που
θα επέστρεφες απ τα όνειρα στη ζωή σου....

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Κάποτε στην πλάτη του
είχε ξεσπάσει μια μικρή καταστροφή
και στην κορυφή της έστεκε
ένα τρίγωνο φορτωμένο
... το παρελθόν του χωρίς οστά
στη βορεινή πλευρά των περασμένων
κάποιος έκλαιγε
και πότιζε το παρόν θλίψη
και ξεφλουδισμένη μετάνοια
μύριζε το σύννεφο
περασμένα ηλιοβασιλέματα
κάπου εδώ θα σταθεί να ποτίσει
το στήθος της νοσταλγίας
η μνήμη είναι όπως η κομμένη τριχιά
άχρηστη ακόμη και για μια αξιοπρεπή αυτοχειρία
αλλά απαραίτητη στην αποθήκη με τις ανασφάλειες
μπήκε στον κήπο της ανάμνησης
από το πίσω πορτόνι
με τη λιωμένη παράκληση
κι έμεινε μέχρι το σούρουπο
τότε βγήκαν τα σκυλιά
με τα κομματιασμένα σύννεφα στα δόντια
και τ’ αγρίμια με τα θρυμματισμένα παρακαλετά στα νύχια
γύρισε πίσω με τα χέρια ξεψυχισμένα πουλιά
το λαρύγγι ξεραμένο θάνατο
-κάποτε θα στοιβάξω
στη φθαρμένη βαλίτσα
τις μέρες που έφυγαν
και τ’ ασπρόρουχα με τις ενοχές
θα τυλίξω στα μαλλιά κόκκινες ευχές
και θα ξεκινήσω ταξίδι με προορισμό τον ορίζοντα
μιας γενναίας και ολοκληρωτικής ήττας

Ελισαίος Βγενόπουλος


Κάποτε

Κάποτε στην πλάτη του
είχε ξεσπάσει μια μικρή καταστροφή
και στην κορυφή της έστεκε
ένα τρίγωνο φορτωμένο
... το παρελθόν του χωρίς οστά
στη βορεινή πλευρά των περασμένων
κάποιος έκλαιγε
και πότιζε το παρόν θλίψη
και ξεφλουδισμένη μετάνοια
μύριζε το σύννεφο
περασμένα ηλιοβασιλέματα
κάπου εδώ θα σταθεί να ποτίσει
το στήθος της νοσταλγίας
η μνήμη είναι όπως η κομμένη τριχιά
άχρηστη ακόμη και για μια αξιοπρεπή αυτοχειρία
αλλά απαραίτητη στην αποθήκη με τις ανασφάλειες
μπήκε στον κήπο της ανάμνησης
από το πίσω πορτόνι
με τη λιωμένη παράκληση
κι έμεινε μέχρι το σούρουπο
τότε βγήκαν τα σκυλιά
με τα κομματιασμένα σύννεφα στα δόντια
και τ’ αγρίμια με τα θρυμματισμένα παρακαλετά στα νύχια
γύρισε πίσω με τα χέρια ξεψυχισμένα πουλιά
το λαρύγγι ξεραμένο θάνατο
-κάποτε θα στοιβάξω
στη φθαρμένη βαλίτσα
τις μέρες που έφυγαν
και τ’ ασπρόρουχα με τις ενοχές
θα τυλίξω στα μαλλιά κόκκινες ευχές
και θα ξεκινήσω ταξίδι με προορισμό τον ορίζοντα
μιας γενναίας και ολοκληρωτικής ήττας

Ελισαίος Βγενόπουλος


Τίποτα δεν άλλαξε
η ίδια γειτονία…
το ίδιο παλιό πικ απ
με την βελόνα να αγγίζει το βινύλιο
και η αυλή να παίρνει χρώμα…
οι ίδιοι άνθρωποι
το ίδιο χυτό παγκάκι
η ίδια αγάπη!
Μόνο που εσύ… δεν είσαι εδώ,
τίποτα δεν άλλαξε,
φτάνει που είμαι εγώ εδώ
και ας πέρασαν τόσα χρόνια,
τίποτα δεν έσβησε τίποτα δεν άλλαξε…


Τίποτα δεν άλλαξε

Τίποτα δεν άλλαξε
η ίδια γειτονία…
το ίδιο παλιό πικ απ
με την βελόνα να αγγίζει το βινύλιο
και η αυλή να παίρνει χρώμα…
οι ίδιοι άνθρωποι
το ίδιο χυτό παγκάκι
η ίδια αγάπη!
Μόνο που εσύ… δεν είσαι εδώ,
τίποτα δεν άλλαξε,
φτάνει που είμαι εγώ εδώ
και ας πέρασαν τόσα χρόνια,
τίποτα δεν έσβησε τίποτα δεν άλλαξε…


Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

-''Δεν ήθελε η μέρα να αδικήσει κανένα απ τους δυο
Ήταν η ζωή που άκουγε προσταγές
Ήταν η μοίρα με βλέμμα διακοσμητικό
Μια πόλη μεγάλη κι αδειανή
Ήρεμη σαν θάνατος...
-Καρδιά μαχαίρι με αίμα
Στάζει με λερώνει
Σαν κρασί που χύνεται στο λευκό
-Ονειρεύομαι το προσκλητήριο
Χωρίς προσταγές κι αναθέματα
-Πριν ξεχαστώ θέλω ναρθείς
Ασύλληπτο χάδι’’

Konstantinos Theodousis


''Ασύλληπτο χάδι''

-''Δεν ήθελε η μέρα να αδικήσει κανένα απ τους δυο
Ήταν η ζωή που άκουγε προσταγές
Ήταν η μοίρα με βλέμμα διακοσμητικό
Μια πόλη μεγάλη κι αδειανή
Ήρεμη σαν θάνατος...
-Καρδιά μαχαίρι με αίμα
Στάζει με λερώνει
Σαν κρασί που χύνεται στο λευκό
-Ονειρεύομαι το προσκλητήριο
Χωρίς προσταγές κι αναθέματα
-Πριν ξεχαστώ θέλω ναρθείς
Ασύλληπτο χάδι’’

Konstantinos Theodousis


Ο ήλιος ανέτειλε και πάλι μέσα από τα υπέροχα μάτια σου
και συνάντησα στην αγκαλιά σου το πιο γλυκό ξημέρωμα.
Ο τρόπος που γύριζες το πρωί στο κρεβάτι μού θύμισαν 
τον ουρανό που αλλάζει τα χρώματα του
την αυγή και μαγεύει όποιον κάθεται
και παρακολουθεί αυτό το υπέροχο θέαμα.
Πως θα μπορούσα να ξεκινήσω καλά την μέρα μου
αν δεν αντίκριζα αυτό το παραμυθένιο χαμόγελο που με τρελαίνει.
Το δικό σου χαμόγελο που στην όψη του αναγνωρίζω τις χαρές όλης της Γης!
Όσα πρωινά κι αν έρθουν
κανένα δεν μοιάζει με αυτά που μοιράζομαι μαζί σου
γιατί είναι τα μόνα που νιώθω στα αλήθεια πως ξυπνώ …
Η ζωή μου φαίνεται τόσο ωραία όταν ξυπνάω δίπλα σου …
Νομίζω πως το πρωινό μου είσαι εσύ!


Πρωινά

Ο ήλιος ανέτειλε και πάλι μέσα από τα υπέροχα μάτια σου
και συνάντησα στην αγκαλιά σου το πιο γλυκό ξημέρωμα.
Ο τρόπος που γύριζες το πρωί στο κρεβάτι μού θύμισαν 
τον ουρανό που αλλάζει τα χρώματα του
την αυγή και μαγεύει όποιον κάθεται
και παρακολουθεί αυτό το υπέροχο θέαμα.
Πως θα μπορούσα να ξεκινήσω καλά την μέρα μου
αν δεν αντίκριζα αυτό το παραμυθένιο χαμόγελο που με τρελαίνει.
Το δικό σου χαμόγελο που στην όψη του αναγνωρίζω τις χαρές όλης της Γης!
Όσα πρωινά κι αν έρθουν
κανένα δεν μοιάζει με αυτά που μοιράζομαι μαζί σου
γιατί είναι τα μόνα που νιώθω στα αλήθεια πως ξυπνώ …
Η ζωή μου φαίνεται τόσο ωραία όταν ξυπνάω δίπλα σου …
Νομίζω πως το πρωινό μου είσαι εσύ!


Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

Θα σβήσω τα φώτα και θα βυθιστώ στο σκοτάδι
μην τύχει και δεις πως στεναχωριέμαι και λυπηθείς .
Αν και πονάει να ξέρω ότι είσαι μακριά και οι σκέψεις μας 
συναντιόνται ενώ εμείς όχι.
Σβήσε τα φώτα και άσε τον Έρωτα να φωτίσει το παρόν
και να χαράξει μονοπάτια για το μέλλον!
Ελπίζω το φεγγάρι να ρίξει τα χρυσοκέντητα πανιά του
και να σου γράψω μια καληνύχτα έτσι ,
για να την δεις και να καταλάβεις πως σε σκέφτομαι.

Το μέλλον

Θα σβήσω τα φώτα και θα βυθιστώ στο σκοτάδι
μην τύχει και δεις πως στεναχωριέμαι και λυπηθείς .
Αν και πονάει να ξέρω ότι είσαι μακριά και οι σκέψεις μας 
συναντιόνται ενώ εμείς όχι.
Σβήσε τα φώτα και άσε τον Έρωτα να φωτίσει το παρόν
και να χαράξει μονοπάτια για το μέλλον!
Ελπίζω το φεγγάρι να ρίξει τα χρυσοκέντητα πανιά του
και να σου γράψω μια καληνύχτα έτσι ,
για να την δεις και να καταλάβεις πως σε σκέφτομαι.

-Θα μπορούσαν να ήταν μάνα και κόρη. Είδα μια τρυφερότητα στα μάτια της μιας, μια αγάπη στο πρόσωπο της άλλης. Ύστερα, κι οι δυο σκοτείνιασαν στη σκέψη του αρσενικού που μοιράζονταν.
-Ω μικρό νιάνιαρο!
-Ω ζαρωμένη κυρία!
-Σε μεγάλωσαν με κάθε λογής στέρηση και τώρα γυρεύεις το πατρικό σου πρότυπο.
-Γέρασες κι ο φόβος της μοναξιάς σε πεθαίνει.
-Είσαι δειλή, αδύναμη να ερωτευτείς τους συνομήλικους που σε τριγυρίζουν.
-Ύστερα απ’ αυτόν κανείς δε θα γυρίσει να σε κοιτάξει.
-Σε σένα έρχεται για να επιβεβαιώσει τον αντρισμό του.
-Εσύ φοβάσαι μη ξαναγεννηθεί.
-Ω μικρό νιάνιαρο!
-Ω ζαρωμένη κυρία!
-Είσαι μικρή για να ξέρεις.
-Είσαι μεγάλη για να μπορείς.
-Θα ’ρθει η ώρα που θα νιώσεις το κορμί σου λεηλατημένο ανθόκηπο.
-Ήρθε η ώρα που νιώθεις το κορμί σου άδειο σακί.
-Δε σε περίμενα τόσο σκληρή.
-Δε σε περίμενα τόσο φοβισμένη.
-Θα μπορούσαν να ήταν μάνα και κόρη, όμως, απλά μοιράζονταν τον ίδιο άντρα. Όλη την ώρα που οι γλώσσες έριχναν μαχαίρια, ούτε τα ματοτσίνορα δεν κουνήθηκαν. Μόλις σώπασαν, συννέφιασαν και οι δυο. Ήπιαν το ένα δάκρυ κι άφησαν τ’ άλλο να κυλήσει. Δεν κατάλαβα ποια έκανε την πρώτη κίνηση, όμως, τις είδα αγκαλιασμένες να χάνονται στο μακρύ δρόμο.
-Θα μπορούσε να ήταν σύζυγος και ερωμένη, όμως ήταν γυναίκα και γυναίκα.

Βαγγέλης Φίλος


Οι δυο γυναίκες

-Θα μπορούσαν να ήταν μάνα και κόρη. Είδα μια τρυφερότητα στα μάτια της μιας, μια αγάπη στο πρόσωπο της άλλης. Ύστερα, κι οι δυο σκοτείνιασαν στη σκέψη του αρσενικού που μοιράζονταν.
-Ω μικρό νιάνιαρο!
-Ω ζαρωμένη κυρία!
-Σε μεγάλωσαν με κάθε λογής στέρηση και τώρα γυρεύεις το πατρικό σου πρότυπο.
-Γέρασες κι ο φόβος της μοναξιάς σε πεθαίνει.
-Είσαι δειλή, αδύναμη να ερωτευτείς τους συνομήλικους που σε τριγυρίζουν.
-Ύστερα απ’ αυτόν κανείς δε θα γυρίσει να σε κοιτάξει.
-Σε σένα έρχεται για να επιβεβαιώσει τον αντρισμό του.
-Εσύ φοβάσαι μη ξαναγεννηθεί.
-Ω μικρό νιάνιαρο!
-Ω ζαρωμένη κυρία!
-Είσαι μικρή για να ξέρεις.
-Είσαι μεγάλη για να μπορείς.
-Θα ’ρθει η ώρα που θα νιώσεις το κορμί σου λεηλατημένο ανθόκηπο.
-Ήρθε η ώρα που νιώθεις το κορμί σου άδειο σακί.
-Δε σε περίμενα τόσο σκληρή.
-Δε σε περίμενα τόσο φοβισμένη.
-Θα μπορούσαν να ήταν μάνα και κόρη, όμως, απλά μοιράζονταν τον ίδιο άντρα. Όλη την ώρα που οι γλώσσες έριχναν μαχαίρια, ούτε τα ματοτσίνορα δεν κουνήθηκαν. Μόλις σώπασαν, συννέφιασαν και οι δυο. Ήπιαν το ένα δάκρυ κι άφησαν τ’ άλλο να κυλήσει. Δεν κατάλαβα ποια έκανε την πρώτη κίνηση, όμως, τις είδα αγκαλιασμένες να χάνονται στο μακρύ δρόμο.
-Θα μπορούσε να ήταν σύζυγος και ερωμένη, όμως ήταν γυναίκα και γυναίκα.

Βαγγέλης Φίλος


Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

Σε νιώθω εκεί στα αόρατα,
χαϊδεύεις τα αισθήματα 
που μόλις έκρυψα.
Μπορεί και να με περιγελάς, 
φοβάμαι.
Η μόνη γλώσσα που γνωρίζω,
είναι των ματιών,
όμως, εσύ περιφέρεσαι
στην άλλη σκηνή, 
όπου η φαντασία, το όνειρο 
και τα καλώδια.
Δυαδικοί αριθμοί
με μόνα σύμβολα ανιχνεύσιμα,
το μηδέν και το ένα,
ηλεκτρικό ρεύμα, ειδικής συχνότητας.
Κι εγώ που σ’ αγαπώ πώς να το πω;
Αφήνω αινίγματα κι εκλιπαρώ τους λύτες
γόρδιος ο δεσμός,
και το μαχαίρι σου στάζει το χτεσινό μου πόνο,
όμως, έχω ασκηθεί στους υπόηχους
και στη λαχτάρα,
εντοπίζω την παρουσία σου,
μπορεί και να ριγείς, δε βλέπω,
το ένστικτο μοιράζει ελπίδες,
άλλος τις παίρνει πίσω,
αυτός που μου έμαθε τη σιωπή,
ως επιβίωση,
τώρα το κόκκινο σκίρτημα
ανερμήνευτο χαμόγελο στην οθόνη,
είμαι εδώ!
Δεν αγωνιούν τα πλήκτρα
ούτε στη χαρά, ούτε στη θλίψη!
Εσύ περιφέρεσαι 
στη σκοτεινιά του μυαλού μου,
μοιάζει να φοράς την υπόσχεση,
μα, ποιος στα αλήθεια ξέρει;
Ένα κλικ είναι αυτό
που με χωρίζει από τη λύτρωση,
ωστόσο, το αισθάνομαι πως θα χαθώ
χωρίς το μύθο μου, θα σβήσω.
Μπορεί και να με θέλεις,
ποτέ μου δε θα μάθω.
Εκεί στα αόρατα του νου
χίλιες φορές, κλειδώθηκες καρδιά μου

Βαγγέλης Φίλος


Δυαδικό

Σε νιώθω εκεί στα αόρατα,
χαϊδεύεις τα αισθήματα 
που μόλις έκρυψα.
Μπορεί και να με περιγελάς, 
φοβάμαι.
Η μόνη γλώσσα που γνωρίζω,
είναι των ματιών,
όμως, εσύ περιφέρεσαι
στην άλλη σκηνή, 
όπου η φαντασία, το όνειρο 
και τα καλώδια.
Δυαδικοί αριθμοί
με μόνα σύμβολα ανιχνεύσιμα,
το μηδέν και το ένα,
ηλεκτρικό ρεύμα, ειδικής συχνότητας.
Κι εγώ που σ’ αγαπώ πώς να το πω;
Αφήνω αινίγματα κι εκλιπαρώ τους λύτες
γόρδιος ο δεσμός,
και το μαχαίρι σου στάζει το χτεσινό μου πόνο,
όμως, έχω ασκηθεί στους υπόηχους
και στη λαχτάρα,
εντοπίζω την παρουσία σου,
μπορεί και να ριγείς, δε βλέπω,
το ένστικτο μοιράζει ελπίδες,
άλλος τις παίρνει πίσω,
αυτός που μου έμαθε τη σιωπή,
ως επιβίωση,
τώρα το κόκκινο σκίρτημα
ανερμήνευτο χαμόγελο στην οθόνη,
είμαι εδώ!
Δεν αγωνιούν τα πλήκτρα
ούτε στη χαρά, ούτε στη θλίψη!
Εσύ περιφέρεσαι 
στη σκοτεινιά του μυαλού μου,
μοιάζει να φοράς την υπόσχεση,
μα, ποιος στα αλήθεια ξέρει;
Ένα κλικ είναι αυτό
που με χωρίζει από τη λύτρωση,
ωστόσο, το αισθάνομαι πως θα χαθώ
χωρίς το μύθο μου, θα σβήσω.
Μπορεί και να με θέλεις,
ποτέ μου δε θα μάθω.
Εκεί στα αόρατα του νου
χίλιες φορές, κλειδώθηκες καρδιά μου

Βαγγέλης Φίλος