Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2019

(ποίηση της Παρθένας Τσοκτουρίδου)
Γέρε του Μοριά, βασανισμένε μας Πατέρα
της λευτεριάς που φύσηξες συ πρώτος τον αέρα
κινδύνους που διέτρεξες και έκλαψες θανάτους
συ που συγκαταλέγεσαι μέσα στους αθανάτους.

Χτύπους εσύ δοκίμασες μες την πικρή καρδιά σου
λυπόσουνα και έκλαιγες για όλα τα παιδιά σου
για κείνα τα ελληνόπουλα που ήταν σκλαβωμένα
συ ήσουν που τα στόλισες με έργα τιμημένα.

Τα χώματα τα ελληνικά έκανες ανδρειωμένα
τα φώτισες, τα λάμπρυνες για να ’ναι δοξασμένα
τα ’κανες να ’ναι ιερά με δάφνες στολισμένα
σκέπασες κόκαλα μ’ αυτά που γίναν αγιασμένα.

Τα οράματα, το πείσμα σου κατέλαβαν τα κάστρα
μάρτυρες εσύ έβαλες τον ήλιο και τα άστρα
τα λόγια σου τα φλογερά πύρωσαν τις καρδιές μας
και στον αγώνα λευτεριάς έσπρωξες τις ψυχές μας.

Τα όνειρα, οι λέξεις σου, σπαθιά στη δουλοσύνη
οχτρό συ δεν προσκύνησες, μόνο Χριστιανοσύνη
θρίαμβο ήθελες τρανό, ζωή ελευθερίας
παρατημένος στη νυχτιά της πίκρας, της κακίας.

Σοφέ και παινεμένε μας, οι κόποι, τα φτερά σου
θριάμβευσαν, δοξάστηκαν και η περπατησιά σου
μες την καρδιά μας κατοικούν, καύχημα ελληνικό μας
το μεγαλείο σου τρανό στο Γένος το δικό μας.

Απ’ τους επαίνους των καιρών θησαύρισες Στρατάρχη
την χώρα μας ανέστησες, συ νίκησες τα άγχη
που είχανε οι πρόγονοι για την ελευθερία
συ ήσουν που σεβάστηκες Πατρίδα και τα Θεία.

Καύχημα της φυλής εσύ, με δόξες ραντισμένε
για έργα Θεία, αθάνατα, συ χιλιοδοξασμένε
όλοι σου απονέμουνε βραβείο και επαίνους
αγάπης άνθος, λευτεριάς, συ του δικού μας Γένους.


ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΙ ΕΠΑΙΝΟΙ ΣΤΟΝ ΓΕΡΟ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ

(ποίηση της Παρθένας Τσοκτουρίδου)
Γέρε του Μοριά, βασανισμένε μας Πατέρα
της λευτεριάς που φύσηξες συ πρώτος τον αέρα
κινδύνους που διέτρεξες και έκλαψες θανάτους
συ που συγκαταλέγεσαι μέσα στους αθανάτους.

Χτύπους εσύ δοκίμασες μες την πικρή καρδιά σου
λυπόσουνα και έκλαιγες για όλα τα παιδιά σου
για κείνα τα ελληνόπουλα που ήταν σκλαβωμένα
συ ήσουν που τα στόλισες με έργα τιμημένα.

Τα χώματα τα ελληνικά έκανες ανδρειωμένα
τα φώτισες, τα λάμπρυνες για να ’ναι δοξασμένα
τα ’κανες να ’ναι ιερά με δάφνες στολισμένα
σκέπασες κόκαλα μ’ αυτά που γίναν αγιασμένα.

Τα οράματα, το πείσμα σου κατέλαβαν τα κάστρα
μάρτυρες εσύ έβαλες τον ήλιο και τα άστρα
τα λόγια σου τα φλογερά πύρωσαν τις καρδιές μας
και στον αγώνα λευτεριάς έσπρωξες τις ψυχές μας.

Τα όνειρα, οι λέξεις σου, σπαθιά στη δουλοσύνη
οχτρό συ δεν προσκύνησες, μόνο Χριστιανοσύνη
θρίαμβο ήθελες τρανό, ζωή ελευθερίας
παρατημένος στη νυχτιά της πίκρας, της κακίας.

Σοφέ και παινεμένε μας, οι κόποι, τα φτερά σου
θριάμβευσαν, δοξάστηκαν και η περπατησιά σου
μες την καρδιά μας κατοικούν, καύχημα ελληνικό μας
το μεγαλείο σου τρανό στο Γένος το δικό μας.

Απ’ τους επαίνους των καιρών θησαύρισες Στρατάρχη
την χώρα μας ανέστησες, συ νίκησες τα άγχη
που είχανε οι πρόγονοι για την ελευθερία
συ ήσουν που σεβάστηκες Πατρίδα και τα Θεία.

Καύχημα της φυλής εσύ, με δόξες ραντισμένε
για έργα Θεία, αθάνατα, συ χιλιοδοξασμένε
όλοι σου απονέμουνε βραβείο και επαίνους
αγάπης άνθος, λευτεριάς, συ του δικού μας Γένους.


Πέμπτη 21 Μαρτίου 2019

Είναι γιορτή πραγματική,
όταν από κοινότυπο επίθετο
-Αγαπητή…-
γίνεσαι ακριβή μετοχή
-Αγαπημένη…-
Ίσως και συμμέτοχη σε όσα λαχταράς.
Ελπίζοντας αύριο να γίνεις
ονομαστικά ουσιαστική,
πολύ ουσιαστική.

Να, λοιπόν, των γραμματικών τύπων η διαφορά!
Τόσα χρόνια στου λόγου τη σπουδή
κι αφώτιστος ο δρόμος
της λειτουργικής γραμματικής,
δυσερμήνευτα τα προσφύματα,
των καταλήξεων ο ρόλος,
άηχες οι ενεργητικές κι οι παθητικές φωνές.

Κι έρχεται μια απρόσμενη γραφή
κι αναδύεται πρωτόφαντο,
το βαθύ νόημα της γλώσσας,
του κοινού μας Παραδείσου.

Όλγα Μούσιου Μυλωνά
(Στη Γη της Επαγγελίας, εκδ. Γαβριηλίδης, 2019)

Σας εύχομαι μια χαρούμενη και δημιουργική άνοιξη!
Μέρα ποίησης σήμερα... κι ένα μικρό αντίδωρο στην προσφορά σας στην κοινωνία!



Μεθεόρτιο

Είναι γιορτή πραγματική,
όταν από κοινότυπο επίθετο
-Αγαπητή…-
γίνεσαι ακριβή μετοχή
-Αγαπημένη…-
Ίσως και συμμέτοχη σε όσα λαχταράς.
Ελπίζοντας αύριο να γίνεις
ονομαστικά ουσιαστική,
πολύ ουσιαστική.

Να, λοιπόν, των γραμματικών τύπων η διαφορά!
Τόσα χρόνια στου λόγου τη σπουδή
κι αφώτιστος ο δρόμος
της λειτουργικής γραμματικής,
δυσερμήνευτα τα προσφύματα,
των καταλήξεων ο ρόλος,
άηχες οι ενεργητικές κι οι παθητικές φωνές.

Κι έρχεται μια απρόσμενη γραφή
κι αναδύεται πρωτόφαντο,
το βαθύ νόημα της γλώσσας,
του κοινού μας Παραδείσου.

Όλγα Μούσιου Μυλωνά
(Στη Γη της Επαγγελίας, εκδ. Γαβριηλίδης, 2019)

Σας εύχομαι μια χαρούμενη και δημιουργική άνοιξη!
Μέρα ποίησης σήμερα... κι ένα μικρό αντίδωρο στην προσφορά σας στην κοινωνία!



Και τι πταει η γλαυξ, η θρηνοσα επ ερειπων; Πταουν οι πλσαντες τα ερεπια. Και τα ερεπια τα πλασαν οι ανκανοι κυβερνται της Ελλδος. Αυτο οι πολιτικο, αυτο οι βουλεπτα, εκατστρεψαν το θνος, ανθεμ τους. Κψιμο θλουν λοι τους! Ττε σ' εξεθωναν οι προεστο κ' οι 'γυφτοχαρατζδες', τρα σε 'αθενουν' οι βουλευτα κ' οι δμαρχοι.
Αυτο που εχαν το λειν και το δεσμεν εις τα δο κμματα, τους ταζαν 'φορνους με καρβλια', δσαντες αυτος ουχ πλεονας των εκοσι δραχμν μετρητ, απναντι, καθς τους επαν, και παρακινσαντες αυτος να εξοδεσουν κι απ' τη σακκολα τους σα θλουν φοβα, διτι θα πληρωθον μχρι λεπτο, σμφωνα με τον λογαριασμν, ν θελαν παρουσισουν.
Το τρας το καλομενον επιφανς τρφει τη φυγοποναν, την θεσιθηραν, τον τραμπουκισμν, τον κουτσαβακισμν, την εις τους νμους απεθειαν. Πλττει αυλν εξ αχρστων ανθρπων, στοιχεων φθοροποιν τα οποα τον περιστοιχζουσι, παραστων τα οποα αποζσιν εξ αυτο
Μεταξ δο αντιπλων μετερχομνων την αυτν διαφθορ, θα επιτχει εκενος στις ευπρεπστερον φορε το προσωπεον κ' επιδεξιτερον τον κθορνον.
μυνα περ πτρης θα το η ευσυνεδητος λειτουργα των θεσμν, η εθνικ αγωγ, η χρηστ διοκησις, η καταπολμησις του ξνου υλισμο και πιθηκισμο, του διαφθεροντος το φρνημα και εκφυλσαντος σμερον το θνος, και η πρληψις της χρεοκοπας.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Εφημερδα «Ακρπολις»


Τις ημύνθη περί πάτρης;

Και τι πταει η γλαυξ, η θρηνοσα επ ερειπων; Πταουν οι πλσαντες τα ερεπια. Και τα ερεπια τα πλασαν οι ανκανοι κυβερνται της Ελλδος. Αυτο οι πολιτικο, αυτο οι βουλεπτα, εκατστρεψαν το θνος, ανθεμ τους. Κψιμο θλουν λοι τους! Ττε σ' εξεθωναν οι προεστο κ' οι 'γυφτοχαρατζδες', τρα σε 'αθενουν' οι βουλευτα κ' οι δμαρχοι.
Αυτο που εχαν το λειν και το δεσμεν εις τα δο κμματα, τους ταζαν 'φορνους με καρβλια', δσαντες αυτος ουχ πλεονας των εκοσι δραχμν μετρητ, απναντι, καθς τους επαν, και παρακινσαντες αυτος να εξοδεσουν κι απ' τη σακκολα τους σα θλουν φοβα, διτι θα πληρωθον μχρι λεπτο, σμφωνα με τον λογαριασμν, ν θελαν παρουσισουν.
Το τρας το καλομενον επιφανς τρφει τη φυγοποναν, την θεσιθηραν, τον τραμπουκισμν, τον κουτσαβακισμν, την εις τους νμους απεθειαν. Πλττει αυλν εξ αχρστων ανθρπων, στοιχεων φθοροποιν τα οποα τον περιστοιχζουσι, παραστων τα οποα αποζσιν εξ αυτο
Μεταξ δο αντιπλων μετερχομνων την αυτν διαφθορ, θα επιτχει εκενος στις ευπρεπστερον φορε το προσωπεον κ' επιδεξιτερον τον κθορνον.
μυνα περ πτρης θα το η ευσυνεδητος λειτουργα των θεσμν, η εθνικ αγωγ, η χρηστ διοκησις, η καταπολμησις του ξνου υλισμο και πιθηκισμο, του διαφθεροντος το φρνημα και εκφυλσαντος σμερον το θνος, και η πρληψις της χρεοκοπας.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Εφημερδα «Ακρπολις»


Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

ΘΕΕ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΨΥΧΩΝ,
εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, άκουσέ με!
Εσύ, μοίρα γλυκιά που μας παραστέκεις, κι εσείς τρελά περιπλανώμενα πνεύματα, ακούστε με:
Εγώ, ο πιο ατελής, κατοικώ ανάμεσα σε μια τέλεια φυλή.
ΕΓΩ, ΕΝΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΧΑΟΣ, ΕΝΑ ΝΕΦΕΛΩΜΑ από συγκεχυμένα στοιχεία, περιφέρομαι ανάμεσα σε ολοκληρωμένους κόσμους, ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν τέλειους νόμους, απαρασάλευτη τάξη και συγκροτημένες σκέψεις.
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΔΙΕΥΘΕΤΗΜΕΝΑ ΟΝΕΙΡΑ και τα οράματά τους είναι καταγραμμένα και αρχειοθετημένα. Θεέ μου, οι αρετές των ανθρώπων αυτών είναι μετρημένες, κι οι αμαρτίες τους ζυγιασμένες.
Και τα απροσμέτρητα πράγματα που διαβαίνουν στο θαμπό ηλιοβασίλεμα, εκεί που δεν υπάρχει ούτε αμαρτία ούτε αρετή, είναι κι αυτά γραμμένα σε κατάστιχα.
ΕΔΩ ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ σε εποχές συμπεριφοράς και κυβερνιούνται από άψογους, ακριβείς κανόνες.
Να τρως, να πίνεις, να κοιμάσαι, να σκεπάζεις τη γύμνια σου, και τέλος να κουράζεσαι την πρεπούμενη ώρα.
Να δουλεύεις, να παίζεις, να τραγουδάς, να χορεύεις, κι ύστερα να πλαγιάζεις ώσπου το ρολόι να σημάνει την ώρα.
Να σκέφτεσαι έτσι, να αισθάνεσαι τόσο, κι ύστερα -μόλις ένα καθορισμένο άστρο ανατείλει στον ορίζοντα- να σταματάς να σκέφτεσαι και να αισθάνεσαι.
ΝΑ ΛΗΣΤΕΥΕΙΣ ΤΟΝ ΓΕΙΤΟΝΑ ΣΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΩΝΤΑΣ, να προσφέρεις δώρα χειρονομώντας κομψά, να επαινείς, να κατηγορείς κεκαλυμμένα, να καταστρέφεις ψυχές με ένα σου λόγο, να καις τους ανθρώπους με μιαν ανάσα σου, κι ύστερα μόλις τελειώνει η δουλειά της μέρας να νίπτεις τας χείρας σου.
Ν’’ ΑΓΑΠΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ, να ψυχαγωγείς τον καλύτερο εαυτό σου με προσχεδιασμένο τρόπο, να λατρεύεις τους θεούς όπως τους αξίζει, να μηχανορραφείς έντεχνα με τους δαίμονες, κι ύστερα να τα λησμονείς όλα, σαν να έχει πεθάνει η μνήμη σου.
ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΥΣΤΕΡΟΒΟΥΛΑ, ΝΑ ΣΤΟΧΑΖΕΣΑΙ ΜΕ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ, να είσαι ελαφρά ευτυχισμένος και να υποφέρεις αριστοκρατικά –κι ύστερα ν’’ αδειάζεις το ποτήρι ως την τελευταία σταγόνα, για να μπορείς να το γεμίσεις πάλι αύριο.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΘΕΕ ΜΟΥ, έχουν τέλεια προβλεφτεί, έχουν αποφασιστικά γεννηθεί, έχουν γαλουχηθεί με φροντίδα, κυβερνιούνται από κανόνες, καθοδηγούνται από τη λογική κι ύστερα -σύμφωνα με προκαθορισμένη μέθοδο- σφαγιάζονται και θάβονται.
Κι ακόμα, οι σιωπηλοί τάφοι, που βρίσκονται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, είναι σημειωμένοι κι αριθμημένοι.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΤΕΛΕΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ένας κόσμος ολοκληρωμένης τελειότητας, ένας κόσμος τρανών θαυμάτων, το ωριμότερο φρούτο στου Θεού τον κήπο, η μεγαλοφυέστερη σκέψη στο σύμπαν. Αλλά γιατί Θεέ μου, πρέπει εγώ να βρίσκομαι εδώ;
Εγώ, ένας άγουρος σπόρος ανεκπλήρωτου πάθους, μια καταιγίδα τρελή, εγώ, που δεν γυρεύω ούτε την ανατολή ούτε τη δύση, εγώ, ένα αλλοπαρμένο θραύσμα κάποιου πλανήτη που εξερράγη;
Θεέ των χαμένων ψυχών, εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, γιατί βρίσκομαι εδώ;

Χαλίλ Γκιμπράν, απόσπασμα από το βιβλίο Ο Τρελός.


Ο τέλειος κόσμος

ΘΕΕ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΨΥΧΩΝ,
εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, άκουσέ με!
Εσύ, μοίρα γλυκιά που μας παραστέκεις, κι εσείς τρελά περιπλανώμενα πνεύματα, ακούστε με:
Εγώ, ο πιο ατελής, κατοικώ ανάμεσα σε μια τέλεια φυλή.
ΕΓΩ, ΕΝΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΧΑΟΣ, ΕΝΑ ΝΕΦΕΛΩΜΑ από συγκεχυμένα στοιχεία, περιφέρομαι ανάμεσα σε ολοκληρωμένους κόσμους, ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν τέλειους νόμους, απαρασάλευτη τάξη και συγκροτημένες σκέψεις.
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΔΙΕΥΘΕΤΗΜΕΝΑ ΟΝΕΙΡΑ και τα οράματά τους είναι καταγραμμένα και αρχειοθετημένα. Θεέ μου, οι αρετές των ανθρώπων αυτών είναι μετρημένες, κι οι αμαρτίες τους ζυγιασμένες.
Και τα απροσμέτρητα πράγματα που διαβαίνουν στο θαμπό ηλιοβασίλεμα, εκεί που δεν υπάρχει ούτε αμαρτία ούτε αρετή, είναι κι αυτά γραμμένα σε κατάστιχα.
ΕΔΩ ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ σε εποχές συμπεριφοράς και κυβερνιούνται από άψογους, ακριβείς κανόνες.
Να τρως, να πίνεις, να κοιμάσαι, να σκεπάζεις τη γύμνια σου, και τέλος να κουράζεσαι την πρεπούμενη ώρα.
Να δουλεύεις, να παίζεις, να τραγουδάς, να χορεύεις, κι ύστερα να πλαγιάζεις ώσπου το ρολόι να σημάνει την ώρα.
Να σκέφτεσαι έτσι, να αισθάνεσαι τόσο, κι ύστερα -μόλις ένα καθορισμένο άστρο ανατείλει στον ορίζοντα- να σταματάς να σκέφτεσαι και να αισθάνεσαι.
ΝΑ ΛΗΣΤΕΥΕΙΣ ΤΟΝ ΓΕΙΤΟΝΑ ΣΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΩΝΤΑΣ, να προσφέρεις δώρα χειρονομώντας κομψά, να επαινείς, να κατηγορείς κεκαλυμμένα, να καταστρέφεις ψυχές με ένα σου λόγο, να καις τους ανθρώπους με μιαν ανάσα σου, κι ύστερα μόλις τελειώνει η δουλειά της μέρας να νίπτεις τας χείρας σου.
Ν’’ ΑΓΑΠΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ, να ψυχαγωγείς τον καλύτερο εαυτό σου με προσχεδιασμένο τρόπο, να λατρεύεις τους θεούς όπως τους αξίζει, να μηχανορραφείς έντεχνα με τους δαίμονες, κι ύστερα να τα λησμονείς όλα, σαν να έχει πεθάνει η μνήμη σου.
ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΥΣΤΕΡΟΒΟΥΛΑ, ΝΑ ΣΤΟΧΑΖΕΣΑΙ ΜΕ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ, να είσαι ελαφρά ευτυχισμένος και να υποφέρεις αριστοκρατικά –κι ύστερα ν’’ αδειάζεις το ποτήρι ως την τελευταία σταγόνα, για να μπορείς να το γεμίσεις πάλι αύριο.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΘΕΕ ΜΟΥ, έχουν τέλεια προβλεφτεί, έχουν αποφασιστικά γεννηθεί, έχουν γαλουχηθεί με φροντίδα, κυβερνιούνται από κανόνες, καθοδηγούνται από τη λογική κι ύστερα -σύμφωνα με προκαθορισμένη μέθοδο- σφαγιάζονται και θάβονται.
Κι ακόμα, οι σιωπηλοί τάφοι, που βρίσκονται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, είναι σημειωμένοι κι αριθμημένοι.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΤΕΛΕΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ένας κόσμος ολοκληρωμένης τελειότητας, ένας κόσμος τρανών θαυμάτων, το ωριμότερο φρούτο στου Θεού τον κήπο, η μεγαλοφυέστερη σκέψη στο σύμπαν. Αλλά γιατί Θεέ μου, πρέπει εγώ να βρίσκομαι εδώ;
Εγώ, ένας άγουρος σπόρος ανεκπλήρωτου πάθους, μια καταιγίδα τρελή, εγώ, που δεν γυρεύω ούτε την ανατολή ούτε τη δύση, εγώ, ένα αλλοπαρμένο θραύσμα κάποιου πλανήτη που εξερράγη;
Θεέ των χαμένων ψυχών, εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, γιατί βρίσκομαι εδώ;

Χαλίλ Γκιμπράν, απόσπασμα από το βιβλίο Ο Τρελός.


Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Tο βιβλιοπωλείο «Η Γωνιά» και ο Σύλλογος Βιβλίου «ΦΣΦ Αριστοτέλης» σας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννη Τσιτσίμη MΕ ΣΦΡΑΓΙΣΜΕΝΑ ΧΕΙΛΗ που θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 20 Μαρτίου 2019, στις 19:30, στο καφέ «Οδός Ονείρων».
Για το βιβλίο θα μιλήσουν η κα Ευγενία Δανιηλίδου και η κα Ιωάννα Λέκκα.


Παρουσίαση του νέου βιβλίου του Γιάννη Τσιτσίμη «Με σφραγισμένα χείλη»

Tο βιβλιοπωλείο «Η Γωνιά» και ο Σύλλογος Βιβλίου «ΦΣΦ Αριστοτέλης» σας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννη Τσιτσίμη MΕ ΣΦΡΑΓΙΣΜΕΝΑ ΧΕΙΛΗ που θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 20 Μαρτίου 2019, στις 19:30, στο καφέ «Οδός Ονείρων».
Για το βιβλίο θα μιλήσουν η κα Ευγενία Δανιηλίδου και η κα Ιωάννα Λέκκα.


Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019

-«Στη γη της επαγγελίας»… ένα αστέρι στον καμβά της λογοτεχνίας, μια ποιητική ανθολογία που μεθά γλυκά τον αναγνώστη, τον ταξιδεύει στον ευωδιαστό κήπο της τέχνης με χρώματα και αρώματα που γράφονται με λέξεις πάνω στο χαρτί.
-Η συγγραφέας καταγράφει στις σελίδες του βιβλίου υπέροχα ποιήματα, ο αναγνώστης το κρατά με πόθο στα δάχτυλα του, το διαβάζει με απέραντη αγάπη και το αφήνει στο τραπέζι της πολυθρόνας μόνο όταν το τελειώσει.
-Η ποίηση της Όλγας είναι μια μακροχρόνια προσπάθεια που αποτελεί ύμνο για την συγγραφική τέχνη! Απαιτήθηκε πολύς πολύτιμος χρόνος για την γραφή, έχει μια ιδιαίτερη παρουσία στην θητεία της τέχνης ανοίγοντας μια νέα πορεία στο ξέφωτο της λογοτεχνίας.
-Η αγάπη, ο έρωτας, η πίστη και οι σχέσεις απασχολούν βαθιά την συγγραφέα, στο νοερό ταξίδι που χαράσσει το βιβλίο. Κάθε λέξη είναι φορτισμένη με ηλεκτρισμό που διαπερνά τον αναγνώστη δίδοντας την απόλυτη σημαντικότητα σε αυτό που διαβάζει!.
-Το βιβλίο είναι ανεπτυγμένο σε 68 σελίδες που ρέουν απόσταγμα ποιητικής ανθολογίας, με θαυμαστή οικονομία λόγου που γίνεται λογοτεχνικό κλειδί σε όσους θέλουν να το κατέχουν.

Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος - Εκδότης
iliadisspiros@hotmail.com



Κριτική του βιβλίου: «ΣΤΗ ΓΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ» της Όλγας Μούσιου Μυλωνά

-«Στη γη της επαγγελίας»… ένα αστέρι στον καμβά της λογοτεχνίας, μια ποιητική ανθολογία που μεθά γλυκά τον αναγνώστη, τον ταξιδεύει στον ευωδιαστό κήπο της τέχνης με χρώματα και αρώματα που γράφονται με λέξεις πάνω στο χαρτί.
-Η συγγραφέας καταγράφει στις σελίδες του βιβλίου υπέροχα ποιήματα, ο αναγνώστης το κρατά με πόθο στα δάχτυλα του, το διαβάζει με απέραντη αγάπη και το αφήνει στο τραπέζι της πολυθρόνας μόνο όταν το τελειώσει.
-Η ποίηση της Όλγας είναι μια μακροχρόνια προσπάθεια που αποτελεί ύμνο για την συγγραφική τέχνη! Απαιτήθηκε πολύς πολύτιμος χρόνος για την γραφή, έχει μια ιδιαίτερη παρουσία στην θητεία της τέχνης ανοίγοντας μια νέα πορεία στο ξέφωτο της λογοτεχνίας.
-Η αγάπη, ο έρωτας, η πίστη και οι σχέσεις απασχολούν βαθιά την συγγραφέα, στο νοερό ταξίδι που χαράσσει το βιβλίο. Κάθε λέξη είναι φορτισμένη με ηλεκτρισμό που διαπερνά τον αναγνώστη δίδοντας την απόλυτη σημαντικότητα σε αυτό που διαβάζει!.
-Το βιβλίο είναι ανεπτυγμένο σε 68 σελίδες που ρέουν απόσταγμα ποιητικής ανθολογίας, με θαυμαστή οικονομία λόγου που γίνεται λογοτεχνικό κλειδί σε όσους θέλουν να το κατέχουν.

Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος - Εκδότης
iliadisspiros@hotmail.com



Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

 Την Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου, στο cafe bar «Τα Ρόδα», έλαβε χώρα η γενική συνέλευση της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών
Αμυνταίου, καθώς κι ο ετήσιος απολογισμός.
Στην εκδήλωση που ακολούθησε, και την οποία τίμησαν με την παρουσία τους η δημοτική αρχή του τόπου, ο σύλλογος καρκινοπαθών Αμυνταίου και πλήθος κόσμου, πραγματοποιήθηκε κι η καθιερωμένη κοπή της βασιλόπιτας. Το τέλος της βραδιάς βρήκε τους παρευρισκόμενους να ανταλλάσσουν ευχές, αλλά και υποσχέσεις, για μια χρονιά γεμάτη δράσεις και επιτυχίες.
Τυχερός της βραδιάς ο Ηλίας Συμεών, οποίος έλαβε -σαν δώρο- 3 βιβλία γραμμένα από συγγραφείς του τόπου μας.

Με τιμή,
το Δ.Σ.


Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε η ετήσια γενική συνέλευση και η κοπή βασιλόπιτας, της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών Αμυνταίου

 Την Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου, στο cafe bar «Τα Ρόδα», έλαβε χώρα η γενική συνέλευση της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών
Αμυνταίου, καθώς κι ο ετήσιος απολογισμός.
Στην εκδήλωση που ακολούθησε, και την οποία τίμησαν με την παρουσία τους η δημοτική αρχή του τόπου, ο σύλλογος καρκινοπαθών Αμυνταίου και πλήθος κόσμου, πραγματοποιήθηκε κι η καθιερωμένη κοπή της βασιλόπιτας. Το τέλος της βραδιάς βρήκε τους παρευρισκόμενους να ανταλλάσσουν ευχές, αλλά και υποσχέσεις, για μια χρονιά γεμάτη δράσεις και επιτυχίες.
Τυχερός της βραδιάς ο Ηλίας Συμεών, οποίος έλαβε -σαν δώρο- 3 βιβλία γραμμένα από συγγραφείς του τόπου μας.

Με τιμή,
το Δ.Σ.


Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2019

Με ιδιαίτερη επιτυχία πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 28 Ιανουαρίου εκδήλωση για τα 35 χρόνια κυκλοφορίας του περιοδικού Παρέμβαση, στον ΙΑΝΟ της Αθήνας. Πλήθος κόσμου παρακολούθησε την εκδήλωση, στην οποία συμμετείχαν διακεκριμένοι άνθρωποι των γραμμάτων και του πολιτισμού, μεταξύ των οποίων ο συγγραφέας κ. Βασίλης Βασιλικός,  ο ποιητής κ. Τίτος Πατρίκιος, ο κριτικός λογοτεχνίας κ. Αλέξης Ζήρας, ο κριτικός λογοτεχνίας κ. Δημήτρης Δασκαλόπουλος και ο κ. Γιώργος Χουλιάρας, Πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων, οι οποίοι απηύθυναν χαιρετισμό. Χαιρετισμό, επίσης,  απηύθυνε ο πρώην Δήμαρχος Κοζάνης, κ. Π. Κουκουλόπουλος. Για το περιοδικό μίλησαν ο Β. Π. Καραγιάννης, εκδότης της Παρέμβασης και ο Γιάννης Καραχισαρίδης, σκηνοθέτης.
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης έγινε παρουσίαση του νέου βιβλίου του Β.Π.Καραγιάννη με τίτλο «Ενωμένα μυστικά» (εκδ. Γαβριηλίδης) από τον συγγραφέα Πάνο Σταθόγιαννη.
Στις αναγνώσεις ήταν η ηθοποιός Αιμιλία Υψηλάντη και στη μουσική ο πιανίστας Παναγιώτης Τροχόπουλος.
Την εκδήλωση παρουσίασε η συγγραφέας και συνεκδότρια του περιοδικού, Δήμητρα Β. Καραγιάννη.
*** Το λογοτεχνικό περιοδικό «Παρέμβαση», από το 1984 μέχρι σήμερα, σταθερός πρεσβευτής των γραμμάτων και της λογοτεχνίας, είναι ένα από τα μακροβιότερα λογοτεχνικά περιοδικά της ελληνικής περιφέρειας, με σημαντική πορεία στην πνευματική παραγωγή της Κοζάνης, της Δυτικής Μακεδονίας και της χώρας. Μετράει 190 τεύχη και έχει πραγματοποιήσει εκατοντάδες εκδηλώσεις πνευματικού ενδιαφέροντος στην Κοζάνη, σε όλη την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο. Έχει εκδώσει πάνω από 50 βιβλία. Το 2014 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για την προσφορά του στην Νεοελληνική Λογοτεχνία. 

Η «Παρέμβαση» στο Ιανό της Αθήνας για τα 35 χρόνια της

Με ιδιαίτερη επιτυχία πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 28 Ιανουαρίου εκδήλωση για τα 35 χρόνια κυκλοφορίας του περιοδικού Παρέμβαση, στον ΙΑΝΟ της Αθήνας. Πλήθος κόσμου παρακολούθησε την εκδήλωση, στην οποία συμμετείχαν διακεκριμένοι άνθρωποι των γραμμάτων και του πολιτισμού, μεταξύ των οποίων ο συγγραφέας κ. Βασίλης Βασιλικός,  ο ποιητής κ. Τίτος Πατρίκιος, ο κριτικός λογοτεχνίας κ. Αλέξης Ζήρας, ο κριτικός λογοτεχνίας κ. Δημήτρης Δασκαλόπουλος και ο κ. Γιώργος Χουλιάρας, Πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων, οι οποίοι απηύθυναν χαιρετισμό. Χαιρετισμό, επίσης,  απηύθυνε ο πρώην Δήμαρχος Κοζάνης, κ. Π. Κουκουλόπουλος. Για το περιοδικό μίλησαν ο Β. Π. Καραγιάννης, εκδότης της Παρέμβασης και ο Γιάννης Καραχισαρίδης, σκηνοθέτης.
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης έγινε παρουσίαση του νέου βιβλίου του Β.Π.Καραγιάννη με τίτλο «Ενωμένα μυστικά» (εκδ. Γαβριηλίδης) από τον συγγραφέα Πάνο Σταθόγιαννη.
Στις αναγνώσεις ήταν η ηθοποιός Αιμιλία Υψηλάντη και στη μουσική ο πιανίστας Παναγιώτης Τροχόπουλος.
Την εκδήλωση παρουσίασε η συγγραφέας και συνεκδότρια του περιοδικού, Δήμητρα Β. Καραγιάννη.
*** Το λογοτεχνικό περιοδικό «Παρέμβαση», από το 1984 μέχρι σήμερα, σταθερός πρεσβευτής των γραμμάτων και της λογοτεχνίας, είναι ένα από τα μακροβιότερα λογοτεχνικά περιοδικά της ελληνικής περιφέρειας, με σημαντική πορεία στην πνευματική παραγωγή της Κοζάνης, της Δυτικής Μακεδονίας και της χώρας. Μετράει 190 τεύχη και έχει πραγματοποιήσει εκατοντάδες εκδηλώσεις πνευματικού ενδιαφέροντος στην Κοζάνη, σε όλη την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο. Έχει εκδώσει πάνω από 50 βιβλία. Το 2014 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για την προσφορά του στην Νεοελληνική Λογοτεχνία. 

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

Όσο μακριά κι αν σε πάει η ευτυχία
δεν θα εξαφανιστεί γιατί απλά
δεν υπάρχει ευτυχία γύρω σου
δεν υπάρχει ευτυχία στα μέρη
που περνάς αλλά μέσα σου..
εκεί κατοικεί...
Παρόλα αυτά εσύ είσαι ευτυχισμένος
όπου κι αν βρεθείς γιατί απλά πάντα μέσα σου
έχεις αυτό το υπέροχο συναίσθημα
που σε μαγεύει και σε κάνει να εκτιμάς
τα πάντα γύρο σου....
Μην φοβάσαι λοιπόν να φύγεις μακριά...
γιατί το μόνο που θα καταφέρεις
είναι να αποφύγεις να δεις
και να αγαπήσεις νέα πράγματα
και να ζήσεις εμπειρίες
που θα συμπληρώσουν το παζλ της ζωής σου.
Να πετάς στα σύννεφα...
να ενώσεις το παζλ της ζωής σου
με στιγμές όμορφες,
γλυκές....
γεμάτες χρώματα,
μελωδίες.....
Και η καρδιά σου απλά θα χτυπά...
και εσύ θα ταξιδεύεις…
ένας συλλέκτης αναμνήσεων
στον ουρανό που λέγεται ζωή…
στα σύννεφα,
τις ευκαιρίες που σου δίνονται...
Και από σύννεφο σε σύννεφο
ανάμεσα στα αστέρια στο χάος του μπλε ουρανού
στο χάος του κόσμου θα ζεις ελεύθερος...
Και κάποια μέρα θα καταλάβεις πως η ζωή σου, σου ανήκει...


Η ζωή σου, σου ανήκει...

Όσο μακριά κι αν σε πάει η ευτυχία
δεν θα εξαφανιστεί γιατί απλά
δεν υπάρχει ευτυχία γύρω σου
δεν υπάρχει ευτυχία στα μέρη
που περνάς αλλά μέσα σου..
εκεί κατοικεί...
Παρόλα αυτά εσύ είσαι ευτυχισμένος
όπου κι αν βρεθείς γιατί απλά πάντα μέσα σου
έχεις αυτό το υπέροχο συναίσθημα
που σε μαγεύει και σε κάνει να εκτιμάς
τα πάντα γύρο σου....
Μην φοβάσαι λοιπόν να φύγεις μακριά...
γιατί το μόνο που θα καταφέρεις
είναι να αποφύγεις να δεις
και να αγαπήσεις νέα πράγματα
και να ζήσεις εμπειρίες
που θα συμπληρώσουν το παζλ της ζωής σου.
Να πετάς στα σύννεφα...
να ενώσεις το παζλ της ζωής σου
με στιγμές όμορφες,
γλυκές....
γεμάτες χρώματα,
μελωδίες.....
Και η καρδιά σου απλά θα χτυπά...
και εσύ θα ταξιδεύεις…
ένας συλλέκτης αναμνήσεων
στον ουρανό που λέγεται ζωή…
στα σύννεφα,
τις ευκαιρίες που σου δίνονται...
Και από σύννεφο σε σύννεφο
ανάμεσα στα αστέρια στο χάος του μπλε ουρανού
στο χάος του κόσμου θα ζεις ελεύθερος...
Και κάποια μέρα θα καταλάβεις πως η ζωή σου, σου ανήκει...


Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

Ένα εγχειρίδιο πορνείας. Η εργασία μίας παγανίστριας. Καθαρά ανήθικο. Τα αντίτυπα του βιβλίου της κυκλοφορούσαν κρυφά, από τους λογοτεχνικούς κύκλους μέχρι τα αντρικά κλαμπ.
Χιλιάδες αντίτυπα πωλήθηκαν μέσα σε μία εβδομάδα και το έργο της μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Όλοι είχαν, όπως φάνηκε, μία άποψη για το βιβλίο και την εξοργιστική του θέση: οι παντρεμένες γυναίκες έπρεπε να απολαμβάνουν το σεξ όπως ακριβώς και οι άντρες τους.
Το βιβλίο της Μάρι Στόουπς, Married Love, εκδόθηκε το Μάρτιο του 1918 και ήταν συγκλονιστικό. Σήμερα συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων βιβλίων του 20ού αιώνα και ο ειλικρινής απολογισμός της γυναικείας σεξουαλικότητας σκανδάλισε τον μετά-βικτοριανό κόσμο.
Η συγγραφέας του ήταν ακόμα πιο ιδιόμορφη. Η Μάρι Στόουπς ήταν μία 38χρονη γυναίκα, που είχε στην κατοχή της ένα δοκτορά, την ίδια ώρα που ελάχιστες γυναίκες φοιτούσαν στο πανεπιστήμιο, και παράλληλα μία σύζυγος που διατηρούσε την παρθενία της μετά από πολλά χρόνια έγγαμου βίου.
Η έγγαμη δυστυχία την ώθησε να γράψει αυτό το βιβλίο και οι εκπληκτικές αντιδράσεις προς αυτό την έπεισαν ότι δεν θα έπρεπε να σταματήσει εκεί. Συνέχισε με την έκδοση βιβλίων που ανέφεραν τρόπους ελέγχου σύλληψης και εγκαινίασε την πρώτη κλινική ελέγχου γεννήσεων.
Για να αντέξει κανείς τόσο ανταγωνισμό πρέπει να είναι ένας αποφασιστικός χαρακτήρας – κάποιος που αρνείται να χειραγωγηθεί από την αρνητική κριτική. Η Στόουπς τα είχε όλα αυτά.
Εκπαιδευμένη να μάχεται
Γεννημένη το 1880 στο Εδιμβούργο, η Στόουπς θεωρούσε τον εαυτό της τυχερό όσον αφορά την οικογενειακή της κατάσταση. Η μητέρα της ήταν διανοούμενη, η πρώτη γυναίκα στη Σκοτία που πέρασε στο Πανεπιστήμιο και ο πατέρας της αρχιτέκτονας και ερασιτέχνης αρχαιολόγος.
Η Στόουπς άρχισε να δείχνει τις διανοητικές της ικανότητες από τις αρχές της εφηβείας της. Οι γονείς της την ενθάρρυναν να σπουδάσει Βοτανολογία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Το 1902, αποφοίτησε με έπαινο από το πανεπιστήμιο, μία μόνο από τις διακρίσεις της. Συνέχισε με το διδακτορικό της στα απολιθωμένα φυτά και της δόθηκε έδρα στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ.
Η Στόουπς ήταν έτοιμη να εκπληρώσει ένα παιδικό όνειρο. Θα περνούσε τα 20 πρώτα χρόνια της ζωής της στην επιστήμη, τα επόμενα 20 στα κοινωνικά έργα και τα επόμενα 20 στη συγγραφή ποιημάτων.
Σε ηλικία 31 ετών, μετά από μία σειρά αποτυχημένων ρομάντζων, παντρεύτηκε έναν Καναδό γενετιστή. Μετά από ένα χρόνο έγγαμου βίου είχε ήδη βαρεθεί μαζί του. Χωρίς να είναι σίγουρη, αν αυτό ήταν φυσιολογικό ή όχι, η Στόουπς συζήτησε το πρόβλημα με κάποιους φίλους της και κατέληξε ότι ο άνδρας της ήταν σεξουαλικά ανίκανος.

Mάρι Στόουπς. Η γυναίκα που έβαλε το πάθος στο γάμο

Ένα εγχειρίδιο πορνείας. Η εργασία μίας παγανίστριας. Καθαρά ανήθικο. Τα αντίτυπα του βιβλίου της κυκλοφορούσαν κρυφά, από τους λογοτεχνικούς κύκλους μέχρι τα αντρικά κλαμπ.
Χιλιάδες αντίτυπα πωλήθηκαν μέσα σε μία εβδομάδα και το έργο της μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Όλοι είχαν, όπως φάνηκε, μία άποψη για το βιβλίο και την εξοργιστική του θέση: οι παντρεμένες γυναίκες έπρεπε να απολαμβάνουν το σεξ όπως ακριβώς και οι άντρες τους.
Το βιβλίο της Μάρι Στόουπς, Married Love, εκδόθηκε το Μάρτιο του 1918 και ήταν συγκλονιστικό. Σήμερα συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων βιβλίων του 20ού αιώνα και ο ειλικρινής απολογισμός της γυναικείας σεξουαλικότητας σκανδάλισε τον μετά-βικτοριανό κόσμο.
Η συγγραφέας του ήταν ακόμα πιο ιδιόμορφη. Η Μάρι Στόουπς ήταν μία 38χρονη γυναίκα, που είχε στην κατοχή της ένα δοκτορά, την ίδια ώρα που ελάχιστες γυναίκες φοιτούσαν στο πανεπιστήμιο, και παράλληλα μία σύζυγος που διατηρούσε την παρθενία της μετά από πολλά χρόνια έγγαμου βίου.
Η έγγαμη δυστυχία την ώθησε να γράψει αυτό το βιβλίο και οι εκπληκτικές αντιδράσεις προς αυτό την έπεισαν ότι δεν θα έπρεπε να σταματήσει εκεί. Συνέχισε με την έκδοση βιβλίων που ανέφεραν τρόπους ελέγχου σύλληψης και εγκαινίασε την πρώτη κλινική ελέγχου γεννήσεων.
Για να αντέξει κανείς τόσο ανταγωνισμό πρέπει να είναι ένας αποφασιστικός χαρακτήρας – κάποιος που αρνείται να χειραγωγηθεί από την αρνητική κριτική. Η Στόουπς τα είχε όλα αυτά.
Εκπαιδευμένη να μάχεται
Γεννημένη το 1880 στο Εδιμβούργο, η Στόουπς θεωρούσε τον εαυτό της τυχερό όσον αφορά την οικογενειακή της κατάσταση. Η μητέρα της ήταν διανοούμενη, η πρώτη γυναίκα στη Σκοτία που πέρασε στο Πανεπιστήμιο και ο πατέρας της αρχιτέκτονας και ερασιτέχνης αρχαιολόγος.
Η Στόουπς άρχισε να δείχνει τις διανοητικές της ικανότητες από τις αρχές της εφηβείας της. Οι γονείς της την ενθάρρυναν να σπουδάσει Βοτανολογία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Το 1902, αποφοίτησε με έπαινο από το πανεπιστήμιο, μία μόνο από τις διακρίσεις της. Συνέχισε με το διδακτορικό της στα απολιθωμένα φυτά και της δόθηκε έδρα στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ.
Η Στόουπς ήταν έτοιμη να εκπληρώσει ένα παιδικό όνειρο. Θα περνούσε τα 20 πρώτα χρόνια της ζωής της στην επιστήμη, τα επόμενα 20 στα κοινωνικά έργα και τα επόμενα 20 στη συγγραφή ποιημάτων.
Σε ηλικία 31 ετών, μετά από μία σειρά αποτυχημένων ρομάντζων, παντρεύτηκε έναν Καναδό γενετιστή. Μετά από ένα χρόνο έγγαμου βίου είχε ήδη βαρεθεί μαζί του. Χωρίς να είναι σίγουρη, αν αυτό ήταν φυσιολογικό ή όχι, η Στόουπς συζήτησε το πρόβλημα με κάποιους φίλους της και κατέληξε ότι ο άνδρας της ήταν σεξουαλικά ανίκανος.

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

«Μόνο τα σκουλήκια αγαπούν την κακοκαιρία.
Μόνο τα σκουλήκια την αψηφούν».
Μπαίνω στο έρημο πάρκο,
το διασχίζω προσπερνώντας παγκάκια και δέντρα,
φτάνω στην άκρη του και χώνομαι στο άλσος.
«Τα σκουλήκια κι οι άνθρωποι»,
μονολογώ.
Προχωρώ.
Προχωρώ ολοένα και πιο βαθιά
μέσα στην υγρασία και τη μούχλα
του χειμωνιάτικου άλσους,
μέσα στη σκοτεινιά και τη σαπίλα του.
Τούτη τη στιγμή,
μήτε το περιβάλλον
μπορεί να γεννήσει σκέψεις
κι εικόνες αυτού του ίδιου μέρους
λουσμένου στο φως,
εικόνες ανοιξιάτικες,
μοσχομυρισμένες.
Μόνο μαυρίλα στέλνει το σύμπαν,
το έξω και το μέσα.
Προχωρώ και σκέφτομαι κι αγκομαχώ
να χωθώ όσο γίνεται πιο βαθιά,
Προχωρώ σκυφτός με τα χέρια στις τσέπες
και το στήθος βαρύ σαν μολύβι.
Κανένα θόρυβο δεν ακούω.
Προχωρώ μέσα στο σκοτεινό άλσος,
αδιάφορος για την κατεύθυνση,
για τον προσανατολισμό,
για τη διέξοδο.
Προχωρώ.
Βαδίζω ώρες ατέλειωτες,
σ' ένα άλσος τόσο δα,
χωρίς να φτάνω σε ξέφωτο,
χωρίς να βλέπω άκρη,
χωρίς να νοιάζομαι για άκρη.
Κι ο ουρανός απειλεί και μένει άπραγος,
Κάθομαι εκεί,
πολλή ώρα,
ενωμένος με το σύμπαν,
με συνδετικό ιστό τη βροχή
και την καταχνιά και τη μαυρίλα,
και το σώμα μου διαλύεται στο νερό,
γίνεται χυλός, λιώνει και στάζει στο χώμα.
«Όχι», φωνάζω την έσχατη στιγμή.
Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ.
Τόσο απλό.
Τόσο θαυματουργό.
Γυρίζω την πλάτη μου στη μούχλα του χειμώνα και τη σαπίλα,
Τόσο απλό.
Το είχα πάντα μέσα μου.
Σκουριασμένο από την αχρησία,
χαμένο μέσα σ' ένα σωρό από σκουπίδια,
κάτω από την απληστία, τη φιλοδοξία,
τη ζήλια, τη ματαιότητα.
Ανασύρω το χρυσό κλειδί από το σωρό,
Το ξεπλένω και λάμπει,
όπως πάντα το χρυσάφι.
Κι ο κόσμος μου γεμίζει φως.

Χωρίς τίτλο

«Μόνο τα σκουλήκια αγαπούν την κακοκαιρία.
Μόνο τα σκουλήκια την αψηφούν».
Μπαίνω στο έρημο πάρκο,
το διασχίζω προσπερνώντας παγκάκια και δέντρα,
φτάνω στην άκρη του και χώνομαι στο άλσος.
«Τα σκουλήκια κι οι άνθρωποι»,
μονολογώ.
Προχωρώ.
Προχωρώ ολοένα και πιο βαθιά
μέσα στην υγρασία και τη μούχλα
του χειμωνιάτικου άλσους,
μέσα στη σκοτεινιά και τη σαπίλα του.
Τούτη τη στιγμή,
μήτε το περιβάλλον
μπορεί να γεννήσει σκέψεις
κι εικόνες αυτού του ίδιου μέρους
λουσμένου στο φως,
εικόνες ανοιξιάτικες,
μοσχομυρισμένες.
Μόνο μαυρίλα στέλνει το σύμπαν,
το έξω και το μέσα.
Προχωρώ και σκέφτομαι κι αγκομαχώ
να χωθώ όσο γίνεται πιο βαθιά,
Προχωρώ σκυφτός με τα χέρια στις τσέπες
και το στήθος βαρύ σαν μολύβι.
Κανένα θόρυβο δεν ακούω.
Προχωρώ μέσα στο σκοτεινό άλσος,
αδιάφορος για την κατεύθυνση,
για τον προσανατολισμό,
για τη διέξοδο.
Προχωρώ.
Βαδίζω ώρες ατέλειωτες,
σ' ένα άλσος τόσο δα,
χωρίς να φτάνω σε ξέφωτο,
χωρίς να βλέπω άκρη,
χωρίς να νοιάζομαι για άκρη.
Κι ο ουρανός απειλεί και μένει άπραγος,
Κάθομαι εκεί,
πολλή ώρα,
ενωμένος με το σύμπαν,
με συνδετικό ιστό τη βροχή
και την καταχνιά και τη μαυρίλα,
και το σώμα μου διαλύεται στο νερό,
γίνεται χυλός, λιώνει και στάζει στο χώμα.
«Όχι», φωνάζω την έσχατη στιγμή.
Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ.
Τόσο απλό.
Τόσο θαυματουργό.
Γυρίζω την πλάτη μου στη μούχλα του χειμώνα και τη σαπίλα,
Τόσο απλό.
Το είχα πάντα μέσα μου.
Σκουριασμένο από την αχρησία,
χαμένο μέσα σ' ένα σωρό από σκουπίδια,
κάτω από την απληστία, τη φιλοδοξία,
τη ζήλια, τη ματαιότητα.
Ανασύρω το χρυσό κλειδί από το σωρό,
Το ξεπλένω και λάμπει,
όπως πάντα το χρυσάφι.
Κι ο κόσμος μου γεμίζει φως.

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2019

Ο ουρανός απειλεί άγριος και σιωπηλός. Η γη σε ατάραχη αναμονή παρακολουθεί τα παιδιά της που τρέχουν βιαστικά στις φωλιές τους. Τα δέντρα παρακολουθούν βουβά την αντιπαράθεση, τα πουλιά προβάλλουν το κεφάλι ανήσυχα από τα καταφύγια τους κι εγώ προχωρώ με ρυθμικά βήματα προς το πάρκο. Ψυχή δεν υπάρχει γύρω. Ψυχή δεν κυκλοφορεί μέσα.
«Μόνο τα σκουλήκια αγαπούν την κακοκαιρία. Μόνο τα σκουλήκια την αψηφούν».
Μπαίνω στο έρημο πάρκο, το διασχίζω προσπερνώντας παγκάκια και δέντρα, φτάνω στην άκρη του και χώνομαι στο άλσος.
«Τα σκουλήκια κι οι άνθρωποι», μονολογώ.
Προχωρώ. Προχωρώ ολοένα και πιο βαθιά μέσα στην υγρασία και τη μούχλα του χειμωνιάτικου άλσους, μέσα στη σκοτεινιά και τη σαπίλα του. Τούτη τη στιγμή, μήτε το περιβάλλον μήτε το περιβαλλόμενο μπορεί να γεννήσει σκέψεις κι εικόνες αυτού του ίδιου μέρους λουσμένου στο φως, εικόνες ανοιξιάτικες, μοσχομυρισμένες. Μόνο μαυρίλα στέλνει το σύμπαν, το έξω και το μέσα. Προχωρώ και σκέφτομαι κι αγκομαχώ να χωθώ στο έρεβος, όσο γίνεται πιο βαθιά, πνιγμένη στο φόβο μην ακροπροβάλλει απρόσμενη ηλιαχτίδα, αταίριαστη με το χώρο και το χρόνο, κι έρθει ακάλεστο χαμόγελο να χαλάσει το θρήνο.
Προχωρώ σκυφτή με τα χέρια στις τσέπες και το στήθος βαρύ σαν μολύβι. Κανένα θόρυβο δεν ακούω, ούτε καν των βημάτων μου στο βρεγμένο χώμα. Μόνο ανεπαίσθητους συριγμούς από τα κλαράκια των θάμνων που τινάζονται νευρικά στο πέρασμά μου, ενοχλημένα από το άγγιγμα των ποδιών μου. Προχωρώ μέσα στο σκοτεινό άλσος, αδιάφορη για την κατεύθυνση, για τον προσανατολισμό, για τη διέξοδο. Προχωρώ. Βαδίζω ώρες ατέλειωτες, σ' ένα άλσος τόσο δα, χωρίς να φτάνω σε ξέφωτο, χωρίς να βλέπω άκρη, χωρίς να νοιάζομαι για άκρη. Κι ο ουρανός απειλεί και μένει άπραγος, λες και τον παγώνει η περιέργεια για το μοναχικό πλάνητα.
Και, να, έρχονται τα μπουμπουνητά κι οι καταρράκτες, και τινάζω το κεφάλι μου σαν πάπια που μόλις βύθισε το ράμφος της στη λίμνη. Κάθομαι σ' ένα σωρό από ξερά κλαδιά και νιώθω το νερό να με ξεπλένει, νιώθω, ανενόχλητη, το κρύο να σουβλίζει το κορμί μου, κάθομαι εκεί, ένα ασήμαντο χαμένο σκουλήκι μέσα στο χαοτικό σύμπαν, ένα μικρόβιο κολλημένο στο σωλήνα μιας αποχέτευσης, ένας ιός απρόσβλητος από αντιβιοτικά, μια απειροελάχιστη κουκκίδα μέσα σε μια μαύρη τρύπα, ένα μόριο σκόνης που στροβιλίζεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε μια αέρινη δίνη.
Κάθομαι εκεί, πολλή ώρα, ενωμένη με το σύμπαν, με συνδετικό ιστό τη βροχή και την καταχνιά και τη μαυρίλα, και το σώμα μου διαλύεται στο νερό, γίνεται χυλός, λιώνει και στάζει στο χώμα.
«Όχι», φωνάζω την έσχατη στιγμή, και κάνω ν' απλώσω το χέρι μου, ένα χέρι σαν πλοκάμι αμοιβάδας. Για να πιαστώ... Από πού;
Μια παρουσία! Μια λάμψη, ένα φως, μια ζεστασιά, ένα χαμόγελο. Το νερό πέφτει γύρω του και δεν τον αγγίζει σαν να 'χει πάνω του μια διάφανη πανοπλία. Το βλέμμα μου ανεβαίνει στο πρόσωπό του που χαμογελά και λάμπει σαν ήλιος, κι αποπνέει γαλήνη, θαλπωρή.
Αρχίζω να παίρνω πάλι σχήμα, όγκο, βάρος, αισθάνομαι από κάτω μου το σωρό από τα ξερόκλαδα. Κι όσο κοιτάζω εκείνο το πρόσωπο τόσο νιώθω τη ζεστασιά του κι ο χώρος γεμίζει φως, ένα φως που διαπερνά το είναι μου και διώχνει την καταχνιά μου.
Τον κοιτάζω εκστατική. Εκείνος απλώνει τα χέρια του σαν φτερούγες, σαν κλαδιά δέντρου. Πουλιά και πεταλούδες με πολύχρωμα φτερά έρχονται από παντού, κάθονται στα χέρια, στα μαλλιά, στα γένια του, κελαηδούν, και ζώα κι ερπετά του δάσους μαζεύονται γύρω του και κινούνται σαν χαρούμενα σκυλιά μπροστά στ' αφεντικό τους. Δυο λίμνες γαλήνιες τα δυο του μάτια, δυο ήλιοι που φωτίζουν και ζεσταίνουν, κι η αντάρα της φύσης και της ψυχής σβήνει καθώς ατενίζω μαγεμένη το γλυκό, αστραφτερό πρόσωπο.
«Ποιος είσαι;» τον ρωτώ. Το 'πα νοερά μα ξέρω πως μ' άκουσε. Δεν απαντά, μα πλαταίνει το χαμόγελό του. Κι η φύση όλο και ημερεύει και του παραστέκεται. «Πώς γαλήνεψες τη φύση και την ψυχή μου;» ρωτώ πάλι νοερά.
«Πώς μάγεψες τα πουλιά και τα ζώα και τα ερπετά;»
Το πρόσωπο του συνεχίζει να χαμογελά, τα χείλη του σχηματίζουν κάποιες λέξεις: «Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ». Κι ύστερα με πλησιάζει κι ακουμπά την παλάμη του στο στήθος μου. «Γύρνα πίσω πάρε τούτο το μαγικό κλειδί που το λένε ΑΓΑΠΗ. Χρησιμοποίησε το. Πες στον καθένα "Σ' ΑΓΑΠΩ". Θα δεις τις καρδιές ν' ανοίγουν σαν το τριαντάφυλλο στο φως της αυγής».
Κι ύστερα χάνεται.
Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ. Τόσο απλό. Τόσο θαυματουργό. Γυρίζω την πλάτη μου στη μούχλα του χειμώνα και τη σαπίλα, τραβάω για τον κόσμο που μ' έκλεισε έξω, που τον έκλεισα έξω. Βγάζω το κλειδί και ξεκλειδώνω. Τόσο απλό. Το είχα πάντα μέσα μου. Σκουριασμένο από την αχρησία, χαμένο μέσα σ' ένα σωρό από σκουπίδια, κάτω από την απληστία, τη φιλοδοξία, τη ζήλια, τη ματαιότητα. Ανασύρω το χρυσό κλειδί από το σωρό, το ξεπλένω και λάμπει, όπως πάντα το χρυσάφι.
Κι ο κόσμος μου γεμίζει φως.


Το κλειδί της αγάπης

Ο ουρανός απειλεί άγριος και σιωπηλός. Η γη σε ατάραχη αναμονή παρακολουθεί τα παιδιά της που τρέχουν βιαστικά στις φωλιές τους. Τα δέντρα παρακολουθούν βουβά την αντιπαράθεση, τα πουλιά προβάλλουν το κεφάλι ανήσυχα από τα καταφύγια τους κι εγώ προχωρώ με ρυθμικά βήματα προς το πάρκο. Ψυχή δεν υπάρχει γύρω. Ψυχή δεν κυκλοφορεί μέσα.
«Μόνο τα σκουλήκια αγαπούν την κακοκαιρία. Μόνο τα σκουλήκια την αψηφούν».
Μπαίνω στο έρημο πάρκο, το διασχίζω προσπερνώντας παγκάκια και δέντρα, φτάνω στην άκρη του και χώνομαι στο άλσος.
«Τα σκουλήκια κι οι άνθρωποι», μονολογώ.
Προχωρώ. Προχωρώ ολοένα και πιο βαθιά μέσα στην υγρασία και τη μούχλα του χειμωνιάτικου άλσους, μέσα στη σκοτεινιά και τη σαπίλα του. Τούτη τη στιγμή, μήτε το περιβάλλον μήτε το περιβαλλόμενο μπορεί να γεννήσει σκέψεις κι εικόνες αυτού του ίδιου μέρους λουσμένου στο φως, εικόνες ανοιξιάτικες, μοσχομυρισμένες. Μόνο μαυρίλα στέλνει το σύμπαν, το έξω και το μέσα. Προχωρώ και σκέφτομαι κι αγκομαχώ να χωθώ στο έρεβος, όσο γίνεται πιο βαθιά, πνιγμένη στο φόβο μην ακροπροβάλλει απρόσμενη ηλιαχτίδα, αταίριαστη με το χώρο και το χρόνο, κι έρθει ακάλεστο χαμόγελο να χαλάσει το θρήνο.
Προχωρώ σκυφτή με τα χέρια στις τσέπες και το στήθος βαρύ σαν μολύβι. Κανένα θόρυβο δεν ακούω, ούτε καν των βημάτων μου στο βρεγμένο χώμα. Μόνο ανεπαίσθητους συριγμούς από τα κλαράκια των θάμνων που τινάζονται νευρικά στο πέρασμά μου, ενοχλημένα από το άγγιγμα των ποδιών μου. Προχωρώ μέσα στο σκοτεινό άλσος, αδιάφορη για την κατεύθυνση, για τον προσανατολισμό, για τη διέξοδο. Προχωρώ. Βαδίζω ώρες ατέλειωτες, σ' ένα άλσος τόσο δα, χωρίς να φτάνω σε ξέφωτο, χωρίς να βλέπω άκρη, χωρίς να νοιάζομαι για άκρη. Κι ο ουρανός απειλεί και μένει άπραγος, λες και τον παγώνει η περιέργεια για το μοναχικό πλάνητα.
Και, να, έρχονται τα μπουμπουνητά κι οι καταρράκτες, και τινάζω το κεφάλι μου σαν πάπια που μόλις βύθισε το ράμφος της στη λίμνη. Κάθομαι σ' ένα σωρό από ξερά κλαδιά και νιώθω το νερό να με ξεπλένει, νιώθω, ανενόχλητη, το κρύο να σουβλίζει το κορμί μου, κάθομαι εκεί, ένα ασήμαντο χαμένο σκουλήκι μέσα στο χαοτικό σύμπαν, ένα μικρόβιο κολλημένο στο σωλήνα μιας αποχέτευσης, ένας ιός απρόσβλητος από αντιβιοτικά, μια απειροελάχιστη κουκκίδα μέσα σε μια μαύρη τρύπα, ένα μόριο σκόνης που στροβιλίζεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε μια αέρινη δίνη.
Κάθομαι εκεί, πολλή ώρα, ενωμένη με το σύμπαν, με συνδετικό ιστό τη βροχή και την καταχνιά και τη μαυρίλα, και το σώμα μου διαλύεται στο νερό, γίνεται χυλός, λιώνει και στάζει στο χώμα.
«Όχι», φωνάζω την έσχατη στιγμή, και κάνω ν' απλώσω το χέρι μου, ένα χέρι σαν πλοκάμι αμοιβάδας. Για να πιαστώ... Από πού;
Μια παρουσία! Μια λάμψη, ένα φως, μια ζεστασιά, ένα χαμόγελο. Το νερό πέφτει γύρω του και δεν τον αγγίζει σαν να 'χει πάνω του μια διάφανη πανοπλία. Το βλέμμα μου ανεβαίνει στο πρόσωπό του που χαμογελά και λάμπει σαν ήλιος, κι αποπνέει γαλήνη, θαλπωρή.
Αρχίζω να παίρνω πάλι σχήμα, όγκο, βάρος, αισθάνομαι από κάτω μου το σωρό από τα ξερόκλαδα. Κι όσο κοιτάζω εκείνο το πρόσωπο τόσο νιώθω τη ζεστασιά του κι ο χώρος γεμίζει φως, ένα φως που διαπερνά το είναι μου και διώχνει την καταχνιά μου.
Τον κοιτάζω εκστατική. Εκείνος απλώνει τα χέρια του σαν φτερούγες, σαν κλαδιά δέντρου. Πουλιά και πεταλούδες με πολύχρωμα φτερά έρχονται από παντού, κάθονται στα χέρια, στα μαλλιά, στα γένια του, κελαηδούν, και ζώα κι ερπετά του δάσους μαζεύονται γύρω του και κινούνται σαν χαρούμενα σκυλιά μπροστά στ' αφεντικό τους. Δυο λίμνες γαλήνιες τα δυο του μάτια, δυο ήλιοι που φωτίζουν και ζεσταίνουν, κι η αντάρα της φύσης και της ψυχής σβήνει καθώς ατενίζω μαγεμένη το γλυκό, αστραφτερό πρόσωπο.
«Ποιος είσαι;» τον ρωτώ. Το 'πα νοερά μα ξέρω πως μ' άκουσε. Δεν απαντά, μα πλαταίνει το χαμόγελό του. Κι η φύση όλο και ημερεύει και του παραστέκεται. «Πώς γαλήνεψες τη φύση και την ψυχή μου;» ρωτώ πάλι νοερά.
«Πώς μάγεψες τα πουλιά και τα ζώα και τα ερπετά;»
Το πρόσωπο του συνεχίζει να χαμογελά, τα χείλη του σχηματίζουν κάποιες λέξεις: «Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ». Κι ύστερα με πλησιάζει κι ακουμπά την παλάμη του στο στήθος μου. «Γύρνα πίσω πάρε τούτο το μαγικό κλειδί που το λένε ΑΓΑΠΗ. Χρησιμοποίησε το. Πες στον καθένα "Σ' ΑΓΑΠΩ". Θα δεις τις καρδιές ν' ανοίγουν σαν το τριαντάφυλλο στο φως της αυγής».
Κι ύστερα χάνεται.
Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ. Τόσο απλό. Τόσο θαυματουργό. Γυρίζω την πλάτη μου στη μούχλα του χειμώνα και τη σαπίλα, τραβάω για τον κόσμο που μ' έκλεισε έξω, που τον έκλεισα έξω. Βγάζω το κλειδί και ξεκλειδώνω. Τόσο απλό. Το είχα πάντα μέσα μου. Σκουριασμένο από την αχρησία, χαμένο μέσα σ' ένα σωρό από σκουπίδια, κάτω από την απληστία, τη φιλοδοξία, τη ζήλια, τη ματαιότητα. Ανασύρω το χρυσό κλειδί από το σωρό, το ξεπλένω και λάμπει, όπως πάντα το χρυσάφι.
Κι ο κόσμος μου γεμίζει φως.


Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019

Τον έρωτα φαρμάκωσε η μιζέρια
Κομμάτιασε η φτώχεια την καρδιά
Δεν ήρθανε για μας τα καλοκαίρια
και έγινε η ζωή τόσο βαριά

Θα κλείσω τα μάτια
θ' απλώσω τα χέρια
μακριά από τη φτώχεια
μακριά απ΄τη μιζέρια
θα πάρω την στράτα
και εγώ τη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια
και όπου με βγάλει

Πού να βρεθεί ντροπή να με κρατήσει
στη λάσπη και στην ξύλινη σκεπή
τη φτώχεια που μας έχει γονατίσει
τη νιώθω μεγαλύτερη ντροπή

Θα κλείσω τα μάτια
θ' απλώσω τα χέρια
μακρυά από τη φτώχεια
μακρυά απ΄τη μιζέρια
θα πάρω την στράτα
και εγώ τη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια
και όπου με βγάλει

Στίχοι: Άκης Πάνου
Μουσική: Άκης Πάνου
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

ΘΑ ΚΛΕΙΣΩ ΤΑ ΜΑΤΙΑ

Τον έρωτα φαρμάκωσε η μιζέρια
Κομμάτιασε η φτώχεια την καρδιά
Δεν ήρθανε για μας τα καλοκαίρια
και έγινε η ζωή τόσο βαριά

Θα κλείσω τα μάτια
θ' απλώσω τα χέρια
μακριά από τη φτώχεια
μακριά απ΄τη μιζέρια
θα πάρω την στράτα
και εγώ τη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια
και όπου με βγάλει

Πού να βρεθεί ντροπή να με κρατήσει
στη λάσπη και στην ξύλινη σκεπή
τη φτώχεια που μας έχει γονατίσει
τη νιώθω μεγαλύτερη ντροπή

Θα κλείσω τα μάτια
θ' απλώσω τα χέρια
μακρυά από τη φτώχεια
μακρυά απ΄τη μιζέρια
θα πάρω την στράτα
και εγώ τη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια
και όπου με βγάλει

Στίχοι: Άκης Πάνου
Μουσική: Άκης Πάνου
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Αν μπορείς στην πλάση τούτη να περιφρονείς τα πλούτη
κι αν οι έπαινοι των γύρω δεν σου παίρνουν το μυαλό,
αν μπορείς στην τρικυμία να κρατήσεις ψυχραιμία,
κι αν μπορείς και στους εχθρούς σου να σκορπίσεις το καλό,
αν μπορείς με μιας να παίξεις κάθε τι που 'χεις κερδίσει,
στην καταστροφή ν' αντέξεις και να δώσεις κάποια λύση,
αν μπορείς να υποτάξεις πνεύμα, σώμα και καρδιά
αν μπορείς όταν σε βρίζουν να μην βγάζεις τσιμουδιά,
αν μπορείς στην καταιγίδα να μη χάνεις την ελπίδα,
κι αν μπορείς να συγχωρήσεις όταν σ' έχουν αδικήσει,
αν μπορέσεις τ' όνειρό σου να μη γίνει ο όλεθρός σου,
κι αν μπορέσεις ν' αγαπήσεις όσους σ' έχουνε μισήσει,
αν μπορείς να είσαι ο ίδιος στην χαρά και στην οδύνη,
αν η πίστη στην ψυχή σου μπρος σε τίποτα δεν σβήνει,
αν μιλώντας με τα πλήθη τη συνείδηση δεν χάνεις,
αν μπορέσεις να χωνέψεις πως μια μέρα θα πεθάνεις,
αν ποτέ δεν σε μεθύσει του θριάμβου το κρασί,
αν στα ψέματα των άλλων δεν λες ψέματα κι εσύ,
αν μπορείς να μη θυμώνεις, αλλά μήτε και να κλαις
όταν άδικα σου λένε πως εσύ μονάχα φταις.
Αν μπορείς με ηρεμία δίχως νεύρα ή δυσφορία
και τα ίδια σου τα λόγια να τ' ακούς παραλλαγμένα,
αν μπορείς κάθε λεπτό σου να 'ναι μια δημιουργία
και ποτέ σου να μην μένεις με τα χέρια σταυρωμένα.
Αν οι φίλοι σου κι οι εχθροί σου δεν μπορούν να σε πληγώσουν
αν οι σχέσεις με μεγάλους τα μυαλά δεν σου σηκώνουν
αν τους πάντες λογαριάζεις μα ...; κανένα χωριστά,
αν μπορέσεις να φυλάξεις και τα ξένα μυστικά ...;
Έ! Παιδί μου τότε ...;
Θα μπορέσεις ν' απολαύσεις όπως πρέπει τη ζωή σου ...;
Θα 'σαι άνθρωπος σπουδαίος κι όλη η γη θα 'ναι δική σου!
Αν μπορείς στην πλάση τούτη να περιφρονείς τα πλούτη
κι αν οι έπαινοι των γύρω δεν σου παίρνουν το μυαλό,
αν μπορείς στην τρικυμία να κρατήσεις ψυχραιμία,
κι αν μπορείς και στους εχθρούς σου να σκορπίσεις το καλό,
αν μπορείς με μιας να παίξεις κάθε τι που 'χεις κερδίσει,
στην καταστροφή ν' αντέξεις και να δώσεις κάποια λύση,
αν μπορείς να υποτάξεις πνεύμα, σώμα και καρδιά
αν μπορείς όταν σε βρίζουν να μην βγάζεις τσιμουδιά,
αν μπορείς στην καταιγίδα να μη χάνεις την ελπίδα,
κι αν μπορείς να συγχωρήσεις όταν σ' έχουν αδικήσει,
αν μπορέσεις τ' όνειρό σου να μη γίνει ο όλεθρός σου,
κι αν μπορέσεις ν' αγαπήσεις όσους σ' έχουνε μισήσει,
αν μπορείς να είσαι ο ίδιος στην χαρά και στην οδύνη,
αν η πίστη στην ψυχή σου μπρος σε τίποτα δεν σβήνει,
αν μιλώντας με τα πλήθη τη συνείδηση δεν χάνεις,
αν μπορέσεις να χωνέψεις πως μια μέρα θα πεθάνεις,
αν ποτέ δεν σε μεθύσει του θριάμβου το κρασί,
αν στα ψέματα των άλλων δεν λες ψέματα κι εσύ,
αν μπορείς να μη θυμώνεις, αλλά μήτε και να κλαις
όταν άδικα σου λένε πως εσύ μονάχα φταις.
Αν μπορείς με ηρεμία δίχως νεύρα ή δυσφορία
και τα ίδια σου τα λόγια να τ' ακούς παραλλαγμένα,
αν μπορείς κάθε λεπτό σου να 'ναι μια δημιουργία
και ποτέ σου να μην μένεις με τα χέρια σταυρωμένα.
Αν οι φίλοι σου κι οι εχθροί σου δεν μπορούν να σε πληγώσουν
αν οι σχέσεις με μεγάλους τα μυαλά δεν σου σηκώνουν
αν τους πάντες λογαριάζεις μα ...; κανένα χωριστά,
αν μπορέσεις να φυλάξεις και τα ξένα μυστικά ...;
Έ! Παιδί μου τότε ...;
Θα μπορέσεις ν' απολαύσεις όπως πρέπει τη ζωή σου ...;
Θα 'σαι άνθρωπος σπουδαίος κι όλη η γη θα 'ναι δική σου!
Ρ. Κίπλινγκ.


Αν

Αν μπορείς στην πλάση τούτη να περιφρονείς τα πλούτη
κι αν οι έπαινοι των γύρω δεν σου παίρνουν το μυαλό,
αν μπορείς στην τρικυμία να κρατήσεις ψυχραιμία,
κι αν μπορείς και στους εχθρούς σου να σκορπίσεις το καλό,
αν μπορείς με μιας να παίξεις κάθε τι που 'χεις κερδίσει,
στην καταστροφή ν' αντέξεις και να δώσεις κάποια λύση,
αν μπορείς να υποτάξεις πνεύμα, σώμα και καρδιά
αν μπορείς όταν σε βρίζουν να μην βγάζεις τσιμουδιά,
αν μπορείς στην καταιγίδα να μη χάνεις την ελπίδα,
κι αν μπορείς να συγχωρήσεις όταν σ' έχουν αδικήσει,
αν μπορέσεις τ' όνειρό σου να μη γίνει ο όλεθρός σου,
κι αν μπορέσεις ν' αγαπήσεις όσους σ' έχουνε μισήσει,
αν μπορείς να είσαι ο ίδιος στην χαρά και στην οδύνη,
αν η πίστη στην ψυχή σου μπρος σε τίποτα δεν σβήνει,
αν μιλώντας με τα πλήθη τη συνείδηση δεν χάνεις,
αν μπορέσεις να χωνέψεις πως μια μέρα θα πεθάνεις,
αν ποτέ δεν σε μεθύσει του θριάμβου το κρασί,
αν στα ψέματα των άλλων δεν λες ψέματα κι εσύ,
αν μπορείς να μη θυμώνεις, αλλά μήτε και να κλαις
όταν άδικα σου λένε πως εσύ μονάχα φταις.
Αν μπορείς με ηρεμία δίχως νεύρα ή δυσφορία
και τα ίδια σου τα λόγια να τ' ακούς παραλλαγμένα,
αν μπορείς κάθε λεπτό σου να 'ναι μια δημιουργία
και ποτέ σου να μην μένεις με τα χέρια σταυρωμένα.
Αν οι φίλοι σου κι οι εχθροί σου δεν μπορούν να σε πληγώσουν
αν οι σχέσεις με μεγάλους τα μυαλά δεν σου σηκώνουν
αν τους πάντες λογαριάζεις μα ...; κανένα χωριστά,
αν μπορέσεις να φυλάξεις και τα ξένα μυστικά ...;
Έ! Παιδί μου τότε ...;
Θα μπορέσεις ν' απολαύσεις όπως πρέπει τη ζωή σου ...;
Θα 'σαι άνθρωπος σπουδαίος κι όλη η γη θα 'ναι δική σου!
Αν μπορείς στην πλάση τούτη να περιφρονείς τα πλούτη
κι αν οι έπαινοι των γύρω δεν σου παίρνουν το μυαλό,
αν μπορείς στην τρικυμία να κρατήσεις ψυχραιμία,
κι αν μπορείς και στους εχθρούς σου να σκορπίσεις το καλό,
αν μπορείς με μιας να παίξεις κάθε τι που 'χεις κερδίσει,
στην καταστροφή ν' αντέξεις και να δώσεις κάποια λύση,
αν μπορείς να υποτάξεις πνεύμα, σώμα και καρδιά
αν μπορείς όταν σε βρίζουν να μην βγάζεις τσιμουδιά,
αν μπορείς στην καταιγίδα να μη χάνεις την ελπίδα,
κι αν μπορείς να συγχωρήσεις όταν σ' έχουν αδικήσει,
αν μπορέσεις τ' όνειρό σου να μη γίνει ο όλεθρός σου,
κι αν μπορέσεις ν' αγαπήσεις όσους σ' έχουνε μισήσει,
αν μπορείς να είσαι ο ίδιος στην χαρά και στην οδύνη,
αν η πίστη στην ψυχή σου μπρος σε τίποτα δεν σβήνει,
αν μιλώντας με τα πλήθη τη συνείδηση δεν χάνεις,
αν μπορέσεις να χωνέψεις πως μια μέρα θα πεθάνεις,
αν ποτέ δεν σε μεθύσει του θριάμβου το κρασί,
αν στα ψέματα των άλλων δεν λες ψέματα κι εσύ,
αν μπορείς να μη θυμώνεις, αλλά μήτε και να κλαις
όταν άδικα σου λένε πως εσύ μονάχα φταις.
Αν μπορείς με ηρεμία δίχως νεύρα ή δυσφορία
και τα ίδια σου τα λόγια να τ' ακούς παραλλαγμένα,
αν μπορείς κάθε λεπτό σου να 'ναι μια δημιουργία
και ποτέ σου να μην μένεις με τα χέρια σταυρωμένα.
Αν οι φίλοι σου κι οι εχθροί σου δεν μπορούν να σε πληγώσουν
αν οι σχέσεις με μεγάλους τα μυαλά δεν σου σηκώνουν
αν τους πάντες λογαριάζεις μα ...; κανένα χωριστά,
αν μπορέσεις να φυλάξεις και τα ξένα μυστικά ...;
Έ! Παιδί μου τότε ...;
Θα μπορέσεις ν' απολαύσεις όπως πρέπει τη ζωή σου ...;
Θα 'σαι άνθρωπος σπουδαίος κι όλη η γη θα 'ναι δική σου!
Ρ. Κίπλινγκ.


Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2018

ΘΕΕ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΨΥΧΩΝ,
εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, άκουσέ με!
Εσύ, μοίρα γλυκιά που μας παραστέκεις, κι εσείς τρελά περιπλανώμενα πνεύματα, ακούστε με:
Εγώ, ο πιο ατελής, κατοικώ ανάμεσα σε μια τέλεια φυλή.
ΕΓΩ, ΕΝΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΧΑΟΣ, ΕΝΑ ΝΕΦΕΛΩΜΑ από συγκεχυμένα στοιχεία, περιφέρομαι ανάμεσα σε ολοκληρωμένους κόσμους, ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν τέλειους νόμους, απαρασάλευτη τάξη και συγκροτημένες σκέψεις.
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΔΙΕΥΘΕΤΗΜΕΝΑ ΟΝΕΙΡΑ και τα οράματά τους είναι καταγραμμένα και αρχειοθετημένα. Θεέ μου, οι αρετές των ανθρώπων αυτών είναι μετρημένες, κι οι αμαρτίες τους ζυγιασμένες.
Και τα απροσμέτρητα πράγματα που διαβαίνουν στο θαμπό ηλιοβασίλεμα, εκεί που δεν υπάρχει ούτε αμαρτία ούτε αρετή, είναι κι αυτά γραμμένα σε κατάστιχα.
ΕΔΩ ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ σε εποχές συμπεριφοράς και κυβερνιούνται από άψογους, ακριβείς κανόνες.
Να τρως, να πίνεις, να κοιμάσαι, να σκεπάζεις τη γύμνια σου, και τέλος να κουράζεσαι την πρεπούμενη ώρα.
Να δουλεύεις, να παίζεις, να τραγουδάς, να χορεύεις, κι ύστερα να πλαγιάζεις ώσπου το ρολόι να σημάνει την ώρα.
Να σκέφτεσαι έτσι, να αισθάνεσαι τόσο, κι ύστερα -μόλις ένα καθορισμένο άστρο ανατείλει στον ορίζοντα- να σταματάς να σκέφτεσαι και να αισθάνεσαι.
ΝΑ ΛΗΣΤΕΥΕΙΣ ΤΟΝ ΓΕΙΤΟΝΑ ΣΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΩΝΤΑΣ, να προσφέρεις δώρα χειρονομώντας κομψά, να επαινείς, να κατηγορείς κεκαλυμμένα, να καταστρέφεις ψυχές με ένα σου λόγο, να καις τους ανθρώπους με μιαν ανάσα σου, κι ύστερα μόλις τελειώνει η δουλειά της μέρας να νίπτεις τας χείρας σου.
Ν’’ ΑΓΑΠΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ, να ψυχαγωγείς τον καλύτερο εαυτό σου με προσχεδιασμένο τρόπο, να λατρεύεις τους θεούς όπως τους αξίζει, να μηχανορραφείς έντεχνα με τους δαίμονες, κι ύστερα να τα λησμονείς όλα, σαν να έχει πεθάνει η μνήμη σου.
ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΥΣΤΕΡΟΒΟΥΛΑ, ΝΑ ΣΤΟΧΑΖΕΣΑΙ ΜΕ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ, να είσαι ελαφρά ευτυχισμένος και να υποφέρεις αριστοκρατικά –κι ύστερα ν’’ αδειάζεις το ποτήρι ως την τελευταία σταγόνα, για να μπορείς να το γεμίσεις πάλι αύριο.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΘΕΕ ΜΟΥ, έχουν τέλεια προβλεφτεί, έχουν αποφασιστικά γεννηθεί, έχουν γαλουχηθεί με φροντίδα, κυβερνιούνται από κανόνες, καθοδηγούνται από τη λογική κι ύστερα -σύμφωνα με προκαθορισμένη μέθοδο- σφαγιάζονται και θάβονται.
Κι ακόμα, οι σιωπηλοί τάφοι, που βρίσκονται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, είναι σημειωμένοι κι αριθμημένοι.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΤΕΛΕΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ένας κόσμος ολοκληρωμένης τελειότητας, ένας κόσμος τρανών θαυμάτων, το ωριμότερο φρούτο στου Θεού τον κήπο, η μεγαλοφυέστερη σκέψη στο σύμπαν. Αλλά γιατί Θεέ μου, πρέπει εγώ να βρίσκομαι εδώ;
Εγώ, ένας άγουρος σπόρος ανεκπλήρωτου πάθους, μια καταιγίδα τρελή, εγώ, που δεν γυρεύω ούτε την ανατολή ούτε τη δύση, εγώ, ένα αλλοπαρμένο θραύσμα κάποιου πλανήτη που εξερράγη;
Θεέ των χαμένων ψυχών, εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, γιατί βρίσκομαι εδώ;

Χαλίλ Γκιμπράν, απόσπασμα από το βιβλίο Ο Τρελός.


Ο τέλειος κόσμος

ΘΕΕ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΨΥΧΩΝ,
εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, άκουσέ με!
Εσύ, μοίρα γλυκιά που μας παραστέκεις, κι εσείς τρελά περιπλανώμενα πνεύματα, ακούστε με:
Εγώ, ο πιο ατελής, κατοικώ ανάμεσα σε μια τέλεια φυλή.
ΕΓΩ, ΕΝΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΧΑΟΣ, ΕΝΑ ΝΕΦΕΛΩΜΑ από συγκεχυμένα στοιχεία, περιφέρομαι ανάμεσα σε ολοκληρωμένους κόσμους, ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν τέλειους νόμους, απαρασάλευτη τάξη και συγκροτημένες σκέψεις.
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΔΙΕΥΘΕΤΗΜΕΝΑ ΟΝΕΙΡΑ και τα οράματά τους είναι καταγραμμένα και αρχειοθετημένα. Θεέ μου, οι αρετές των ανθρώπων αυτών είναι μετρημένες, κι οι αμαρτίες τους ζυγιασμένες.
Και τα απροσμέτρητα πράγματα που διαβαίνουν στο θαμπό ηλιοβασίλεμα, εκεί που δεν υπάρχει ούτε αμαρτία ούτε αρετή, είναι κι αυτά γραμμένα σε κατάστιχα.
ΕΔΩ ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ σε εποχές συμπεριφοράς και κυβερνιούνται από άψογους, ακριβείς κανόνες.
Να τρως, να πίνεις, να κοιμάσαι, να σκεπάζεις τη γύμνια σου, και τέλος να κουράζεσαι την πρεπούμενη ώρα.
Να δουλεύεις, να παίζεις, να τραγουδάς, να χορεύεις, κι ύστερα να πλαγιάζεις ώσπου το ρολόι να σημάνει την ώρα.
Να σκέφτεσαι έτσι, να αισθάνεσαι τόσο, κι ύστερα -μόλις ένα καθορισμένο άστρο ανατείλει στον ορίζοντα- να σταματάς να σκέφτεσαι και να αισθάνεσαι.
ΝΑ ΛΗΣΤΕΥΕΙΣ ΤΟΝ ΓΕΙΤΟΝΑ ΣΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΩΝΤΑΣ, να προσφέρεις δώρα χειρονομώντας κομψά, να επαινείς, να κατηγορείς κεκαλυμμένα, να καταστρέφεις ψυχές με ένα σου λόγο, να καις τους ανθρώπους με μιαν ανάσα σου, κι ύστερα μόλις τελειώνει η δουλειά της μέρας να νίπτεις τας χείρας σου.
Ν’’ ΑΓΑΠΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ, να ψυχαγωγείς τον καλύτερο εαυτό σου με προσχεδιασμένο τρόπο, να λατρεύεις τους θεούς όπως τους αξίζει, να μηχανορραφείς έντεχνα με τους δαίμονες, κι ύστερα να τα λησμονείς όλα, σαν να έχει πεθάνει η μνήμη σου.
ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΥΣΤΕΡΟΒΟΥΛΑ, ΝΑ ΣΤΟΧΑΖΕΣΑΙ ΜΕ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ, να είσαι ελαφρά ευτυχισμένος και να υποφέρεις αριστοκρατικά –κι ύστερα ν’’ αδειάζεις το ποτήρι ως την τελευταία σταγόνα, για να μπορείς να το γεμίσεις πάλι αύριο.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΘΕΕ ΜΟΥ, έχουν τέλεια προβλεφτεί, έχουν αποφασιστικά γεννηθεί, έχουν γαλουχηθεί με φροντίδα, κυβερνιούνται από κανόνες, καθοδηγούνται από τη λογική κι ύστερα -σύμφωνα με προκαθορισμένη μέθοδο- σφαγιάζονται και θάβονται.
Κι ακόμα, οι σιωπηλοί τάφοι, που βρίσκονται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, είναι σημειωμένοι κι αριθμημένοι.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΤΕΛΕΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ένας κόσμος ολοκληρωμένης τελειότητας, ένας κόσμος τρανών θαυμάτων, το ωριμότερο φρούτο στου Θεού τον κήπο, η μεγαλοφυέστερη σκέψη στο σύμπαν. Αλλά γιατί Θεέ μου, πρέπει εγώ να βρίσκομαι εδώ;
Εγώ, ένας άγουρος σπόρος ανεκπλήρωτου πάθους, μια καταιγίδα τρελή, εγώ, που δεν γυρεύω ούτε την ανατολή ούτε τη δύση, εγώ, ένα αλλοπαρμένο θραύσμα κάποιου πλανήτη που εξερράγη;
Θεέ των χαμένων ψυχών, εσύ που είσαι χαμένος ανάμεσα στους άλλους θεούς, γιατί βρίσκομαι εδώ;

Χαλίλ Γκιμπράν, απόσπασμα από το βιβλίο Ο Τρελός.


Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2018

Σύνοψη του βιβλίου "Όνειρα από γυαλί"
Μια γωνιά της Ευρώπης το δέκατο ένατο αιώνα.
Μια μικρή φανταστική και αληθοφανής πόλη.
Τα όνειρα του κυρίου Ράιλ και τα χείλη της κυρίας Ράιλ.
Το παραμύθι των πρώτων τρένων.
Ένας άνθρωπος που ακούει το άπειρο.
Ένα παιδί που φοράει το πεπρωμένο του.
Η μαγεία του Crystal Palace, τεράστιας κατασκευής από γυαλί.
Η ασυνήθιστη ζωή του Έκτορος Ορό, ιδιοφυούς και χαμένου αρχιτέκτονα.
Όλα σ’ ένα βιβλίο με θεαματική δομή και γραφή. Ένα βιβλίο που επαναφέρει την απόλαυση ν’ ακούς σπουδαίες αφηγήσεις και την πίστη ότι μπορούν κάποιοι να τις αφηγηθούν ακόμα. Το μυθιστόρημα που το 1991 σηματοδότησε την είσοδο του Αλεσσάντρο Μπαρίκκο στο χώρο της λογοτεχνίας.

Όνειρα από γυαλί

Σύνοψη του βιβλίου "Όνειρα από γυαλί"
Μια γωνιά της Ευρώπης το δέκατο ένατο αιώνα.
Μια μικρή φανταστική και αληθοφανής πόλη.
Τα όνειρα του κυρίου Ράιλ και τα χείλη της κυρίας Ράιλ.
Το παραμύθι των πρώτων τρένων.
Ένας άνθρωπος που ακούει το άπειρο.
Ένα παιδί που φοράει το πεπρωμένο του.
Η μαγεία του Crystal Palace, τεράστιας κατασκευής από γυαλί.
Η ασυνήθιστη ζωή του Έκτορος Ορό, ιδιοφυούς και χαμένου αρχιτέκτονα.
Όλα σ’ ένα βιβλίο με θεαματική δομή και γραφή. Ένα βιβλίο που επαναφέρει την απόλαυση ν’ ακούς σπουδαίες αφηγήσεις και την πίστη ότι μπορούν κάποιοι να τις αφηγηθούν ακόμα. Το μυθιστόρημα που το 1991 σηματοδότησε την είσοδο του Αλεσσάντρο Μπαρίκκο στο χώρο της λογοτεχνίας.

Μια φορά κι ένα καιρό, ένας νεαρός είχε σταθεί στη μέση της πόλης και φώναζε ότι είχε την ομορφότερη καρδιά σ' όλη την περιοχή. Μεγάλο πλήθος μαζεύτηκε, κι όλοι θαύμαζαν την καρδιά του, που ήταν τέλεια. Δεν υπήρχε ούτε σημάδι, ούτε το παραμικρό ψεγάδι πάνω της. Κι όλοι τότε συμφώνησαν ότι αυτή ήταν η πιο όμορφη καρδιά που είχαν δει ποτέ τους.
Ο νεαρός μας ήταν πολύ περήφανος και κορδωνόταν φωνάζοντας για την ωραία του καρδιά. Ξάφνου ένας γέρος στάθηκε μπροστά στον κόσμο κι είπε, "Όμως η καρδιά σου δεν πλησιάζει την ομορφιά της δικής μου καρδιάς."
Ο κόσμος, αλλά και το παλικάρι, κοίταξαν την καρδιά του γέροντα. Χτυπούσε δυνατά, όμως ήταν γεμάτη ουλές. Υπήρχαν σημεία όπου φαινόταν ότι είχαν κοπεί κομμάτια και στη θέση τους είχαν τοποθετηθεί άλλα, που όμως δεν ταίριαζαν καλά με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλές δαντελωτές άκρες. Κι αλλού υπήρχαν σημεία με βαθιά χάσματα, απ' όπου έλειπαν και ολόκληρα κομμάτια.
Οι άνθρωποι κοίταζαν ο ένας τον άλλο - πως είναι δυνατόν να ισχυρίζεται αυτός ότι η καρδιά του είναι ωραιότερη, σκέφτονταν ;
Ο νέος κοίταξε την καρδιά του γέρου, είδε τα χάλια της και γέλασε.
"Πλάκα μας κάνεις ;" είπε. "Για κάνε σύγκριση ανάμεσα στη δικιά σου και στη δικιά μου καρδιά. Η δικιά μου είναι τέλεια, ενώ η δικιά σου είναι ένα μάτσο ουλές και δάκρυα."
"Μάλιστα" είπε ο γέροντας, "η δική σου δείχνει τέλεια, όμως δεν θ' άλλαζα ποτέ μου τη δική μου καρδιά με τη δική σου. Κοίταξε, κάθε ουλή αντιπροσωπεύει κάποιον που του έδωσα την αγάπη μου - κόβω ένα κομμάτι της καρδιάς μου και του το δίνω, και συχνά μου δίνει ένα κομμάτι της δικής του καρδιάς για να πάει στη θέση του άδειου μέρους της καρδιάς μου, αλλά επειδή τα κομμάτια δεν είναι ακριβώς ίδια, έχω μερικές αγκαθωτές άκρες, που όμως τις λατρεύω γιατί μου θυμίζουν την αγάπη που μοιραστήκαμε."
"Μερικές άλλες φορές έχω δώσει κομμάτια της καρδιάς μου, και ο άλλος δεν μου έδωσε πίσω ένα κομμάτι της δικής του καρδιάς. Αυτά είναι τα άδεια χάσματα - ξέρεις, το να προσφέρεις την αγάπη σου έχει και κάποιο ρίσκο. Παρ' όλο που αυτά τα χάσματα πονούν, παραμένουν ανοιχτά και μου θυμίζουν την αγάπη που έχω και γι αυτούς τους ανθρώπους, κι ελπίζω πως κάποια μέρα θα γυρίσουν κοντά μου και θα γεμίσουν τους χώρους που τους έχω άδειους να περιμένουν. Βλέπεις λοιπόν τι θα πει πραγματική ομορφιά ;"
Ο νεαρός στάθηκε σιωπηλός, με δάκρυα να τρέχουν στα μάγουλά του. Προχώρησε προς τον γέροντα, άπλωσε το χέρι του μέσα στην τέλεια, νεανική και όμορφη καρδιά του, και ξέσκισε ένα κομμάτι της. Το πρόσφερε στο γέροντα με χέρια που έτρεμαν. Ο γέρος τότε πήρε αυτή την προσφορά, την έβαλε στην καρδιά του, και μετά πήρε λίγη από την κατακομματιασμένη του καρδιά και την έβαλε πάνω στην πληγή της καρδιάς του νέου. Ταίριαζε βέβαια, αλλά όχι και απόλυτα, κι έτσι έμειναν κάποιες άγριες άκρες.
Και το παλικάρι κοίταξε την καρδιά του, που δεν ήταν πια τέλεια, ήταν όμως ομορφότερη από οποιαδήποτε άλλη αφού η αγάπη από την καρδιά του γέροντα ξεχείλιζε τώρα και στη δική του καρδιά.
Πριν λίγο καιρό ήμουν στην Λευκάδα για ένα σεμινάριο με θέμα τις μικρές χαρές της ζωής. Μετά το τέλος της εκδήλωσης, πήγα και περπάτησα λίγο, πήγα στο περίπτερο, αγόρασα εφημερίδα και βολτάρισα μέσα στα υπέροχα σοκάκια της πόλης. Ήταν ένα πανέμορφο βράδυ και η ψυχή μου χάρηκε τόσο πολύ. Άρχισε να σουρουπώνει και περπατώντας έξω από κάποιο ταβερνάκι άκουσα τους ανθρώπους με τις κιθάρες που τραγουδούσαν ωραία τραγούδια και τις ευγενικές μελωδίες που σκόρπιζε το βραδινό αεράκι μέσα κι έξω από την ψυχή μου. Τότε είπα "Σ' ευχαριστώ, Θεέ μου, που είμαι σ' αυτό το ωραίο μέρος και ακούω αυτές τις ωραίες φωνές". Τα συναισθήματα της αφθονίας και της ευγνωμοσύνης άγγιξαν πέρα για πέρα την ψυχή μου.
Είναι πολύ σπουδαίο να μάθουμε και να ευγνωμονούμε ανά πάσα στιγμή αυτό που έχουμε. Ας κάνουμε κάθε στιγμή της ζωής μας να αξίζει, να μετράει. Γιατί, αν δεν το κάνουμε εμείς οι ίδιοι, ποιος θα το κάνει για μας;
Μόνο εμείς μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας να αξίζει, να ανθίσει, να λάμπει, να ακτινοβολεί. Ας ξεκινήσουμε έτσι, ευγνωμονώντας όλους αυτούς τους ανθρώπους που μας έχουν δυσκολέψει, μας έχουν ταλαιπωρήσει, μας έχουν σταθεί εμπόδιο, γιατί χάρη αυτούς έχουμε γίνει πιο δυνατοί, πιο αποφασιστικοί, περισσότερο ώριμοι.
Θυμάμαι όταν πρωτοξεκίνησα να γράφω, αλλά ακόμα και στην δουλειά μου, δέχθηκα έναν τρομερό πόλεμο από πολλούς ανθρώπους που δεν τους ήξερα. Σήμερα τους ευγνωμονώ, γιατί χάρις σ' αυτούς τους ανθρώπους δούλεψα, διάβασα, εξασκήθηκα και έγινα καλύτερος. Μάθετε να ευγνωμονείτε εκείνους που σας δείχνουν το σκληρό πρόσωπο της ζωής, γιατί σας κάνουν δωρεάν μαθήματα δύναμης. Μην παίρνετε τις κακοήθειες, ανηθικότητες και ασχήμιες τους προσωπικά. Κάποιοι άνθρωποι δεν μπορούν να σας δώσουν τίποτε περισσότερο. Κάποιοι άνθρωποι μπορούν να μοιραστούν μόνο αυτό που υπάρχει μέσα τους.
Μάθετε να ευγνωμονείτε όλους εκείνους που σας πικραίνουν, που σας δυσκολεύουν, που σας απορρίπτουν. Δεν είναι εχθροί σας. Είναι τα μαθήματα που πρέπει να περάσετε για να πάρετε το "πτυχίο" που η ζωή κρατάει καλά φυλαγμένο στα ψηλότερα ράφια της.
Μάθετε να ζείτε το τώρα. Χαρείτε που είστε ζωντανοί, που αναπνέετε, που έχετε μάτια και διαβάζετε αυτές τις γραμμές. Κάποιοι άλλοι δεν μπορούν να κάνουν ούτε κι αυτό! Τους είδαμε στην Παρά-ολυμπιάδα, την απόλυτη μορφή της ανθρώπινης δύναμης και μεγαλοπρέπειας. Ας μάθουμε από αυτούς. Ας ξεκλέψουμε λίγο από τη δύναμη που κρύβουν μέσα τους αυτοί οι άνθρωποι. Κι αυτή η δύναμη είναι η δύναμη του τώρα. Η δύναμη να ρουφούν τη ζωή έτσι όπως αυτή τους έχει χαριστεί με όλη τη δύναμη των πνευμόνων τους.
Γιατί; Έτσι απλά, γιατί τώρα που εσείς διαβάζετε αυτή τη στήλη, στο σπίτι, στο τραίνο ή στο γραφείο σας, υπάρχουν πολλά εκατομμύρια άνθρωποι που θα έδιναν τα πάντα για να βρεθούν στη θέση σας!

Εκτιμήστε αυτό που έχετε

Μια φορά κι ένα καιρό, ένας νεαρός είχε σταθεί στη μέση της πόλης και φώναζε ότι είχε την ομορφότερη καρδιά σ' όλη την περιοχή. Μεγάλο πλήθος μαζεύτηκε, κι όλοι θαύμαζαν την καρδιά του, που ήταν τέλεια. Δεν υπήρχε ούτε σημάδι, ούτε το παραμικρό ψεγάδι πάνω της. Κι όλοι τότε συμφώνησαν ότι αυτή ήταν η πιο όμορφη καρδιά που είχαν δει ποτέ τους.
Ο νεαρός μας ήταν πολύ περήφανος και κορδωνόταν φωνάζοντας για την ωραία του καρδιά. Ξάφνου ένας γέρος στάθηκε μπροστά στον κόσμο κι είπε, "Όμως η καρδιά σου δεν πλησιάζει την ομορφιά της δικής μου καρδιάς."
Ο κόσμος, αλλά και το παλικάρι, κοίταξαν την καρδιά του γέροντα. Χτυπούσε δυνατά, όμως ήταν γεμάτη ουλές. Υπήρχαν σημεία όπου φαινόταν ότι είχαν κοπεί κομμάτια και στη θέση τους είχαν τοποθετηθεί άλλα, που όμως δεν ταίριαζαν καλά με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλές δαντελωτές άκρες. Κι αλλού υπήρχαν σημεία με βαθιά χάσματα, απ' όπου έλειπαν και ολόκληρα κομμάτια.
Οι άνθρωποι κοίταζαν ο ένας τον άλλο - πως είναι δυνατόν να ισχυρίζεται αυτός ότι η καρδιά του είναι ωραιότερη, σκέφτονταν ;
Ο νέος κοίταξε την καρδιά του γέρου, είδε τα χάλια της και γέλασε.
"Πλάκα μας κάνεις ;" είπε. "Για κάνε σύγκριση ανάμεσα στη δικιά σου και στη δικιά μου καρδιά. Η δικιά μου είναι τέλεια, ενώ η δικιά σου είναι ένα μάτσο ουλές και δάκρυα."
"Μάλιστα" είπε ο γέροντας, "η δική σου δείχνει τέλεια, όμως δεν θ' άλλαζα ποτέ μου τη δική μου καρδιά με τη δική σου. Κοίταξε, κάθε ουλή αντιπροσωπεύει κάποιον που του έδωσα την αγάπη μου - κόβω ένα κομμάτι της καρδιάς μου και του το δίνω, και συχνά μου δίνει ένα κομμάτι της δικής του καρδιάς για να πάει στη θέση του άδειου μέρους της καρδιάς μου, αλλά επειδή τα κομμάτια δεν είναι ακριβώς ίδια, έχω μερικές αγκαθωτές άκρες, που όμως τις λατρεύω γιατί μου θυμίζουν την αγάπη που μοιραστήκαμε."
"Μερικές άλλες φορές έχω δώσει κομμάτια της καρδιάς μου, και ο άλλος δεν μου έδωσε πίσω ένα κομμάτι της δικής του καρδιάς. Αυτά είναι τα άδεια χάσματα - ξέρεις, το να προσφέρεις την αγάπη σου έχει και κάποιο ρίσκο. Παρ' όλο που αυτά τα χάσματα πονούν, παραμένουν ανοιχτά και μου θυμίζουν την αγάπη που έχω και γι αυτούς τους ανθρώπους, κι ελπίζω πως κάποια μέρα θα γυρίσουν κοντά μου και θα γεμίσουν τους χώρους που τους έχω άδειους να περιμένουν. Βλέπεις λοιπόν τι θα πει πραγματική ομορφιά ;"
Ο νεαρός στάθηκε σιωπηλός, με δάκρυα να τρέχουν στα μάγουλά του. Προχώρησε προς τον γέροντα, άπλωσε το χέρι του μέσα στην τέλεια, νεανική και όμορφη καρδιά του, και ξέσκισε ένα κομμάτι της. Το πρόσφερε στο γέροντα με χέρια που έτρεμαν. Ο γέρος τότε πήρε αυτή την προσφορά, την έβαλε στην καρδιά του, και μετά πήρε λίγη από την κατακομματιασμένη του καρδιά και την έβαλε πάνω στην πληγή της καρδιάς του νέου. Ταίριαζε βέβαια, αλλά όχι και απόλυτα, κι έτσι έμειναν κάποιες άγριες άκρες.
Και το παλικάρι κοίταξε την καρδιά του, που δεν ήταν πια τέλεια, ήταν όμως ομορφότερη από οποιαδήποτε άλλη αφού η αγάπη από την καρδιά του γέροντα ξεχείλιζε τώρα και στη δική του καρδιά.
Πριν λίγο καιρό ήμουν στην Λευκάδα για ένα σεμινάριο με θέμα τις μικρές χαρές της ζωής. Μετά το τέλος της εκδήλωσης, πήγα και περπάτησα λίγο, πήγα στο περίπτερο, αγόρασα εφημερίδα και βολτάρισα μέσα στα υπέροχα σοκάκια της πόλης. Ήταν ένα πανέμορφο βράδυ και η ψυχή μου χάρηκε τόσο πολύ. Άρχισε να σουρουπώνει και περπατώντας έξω από κάποιο ταβερνάκι άκουσα τους ανθρώπους με τις κιθάρες που τραγουδούσαν ωραία τραγούδια και τις ευγενικές μελωδίες που σκόρπιζε το βραδινό αεράκι μέσα κι έξω από την ψυχή μου. Τότε είπα "Σ' ευχαριστώ, Θεέ μου, που είμαι σ' αυτό το ωραίο μέρος και ακούω αυτές τις ωραίες φωνές". Τα συναισθήματα της αφθονίας και της ευγνωμοσύνης άγγιξαν πέρα για πέρα την ψυχή μου.
Είναι πολύ σπουδαίο να μάθουμε και να ευγνωμονούμε ανά πάσα στιγμή αυτό που έχουμε. Ας κάνουμε κάθε στιγμή της ζωής μας να αξίζει, να μετράει. Γιατί, αν δεν το κάνουμε εμείς οι ίδιοι, ποιος θα το κάνει για μας;
Μόνο εμείς μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας να αξίζει, να ανθίσει, να λάμπει, να ακτινοβολεί. Ας ξεκινήσουμε έτσι, ευγνωμονώντας όλους αυτούς τους ανθρώπους που μας έχουν δυσκολέψει, μας έχουν ταλαιπωρήσει, μας έχουν σταθεί εμπόδιο, γιατί χάρη αυτούς έχουμε γίνει πιο δυνατοί, πιο αποφασιστικοί, περισσότερο ώριμοι.
Θυμάμαι όταν πρωτοξεκίνησα να γράφω, αλλά ακόμα και στην δουλειά μου, δέχθηκα έναν τρομερό πόλεμο από πολλούς ανθρώπους που δεν τους ήξερα. Σήμερα τους ευγνωμονώ, γιατί χάρις σ' αυτούς τους ανθρώπους δούλεψα, διάβασα, εξασκήθηκα και έγινα καλύτερος. Μάθετε να ευγνωμονείτε εκείνους που σας δείχνουν το σκληρό πρόσωπο της ζωής, γιατί σας κάνουν δωρεάν μαθήματα δύναμης. Μην παίρνετε τις κακοήθειες, ανηθικότητες και ασχήμιες τους προσωπικά. Κάποιοι άνθρωποι δεν μπορούν να σας δώσουν τίποτε περισσότερο. Κάποιοι άνθρωποι μπορούν να μοιραστούν μόνο αυτό που υπάρχει μέσα τους.
Μάθετε να ευγνωμονείτε όλους εκείνους που σας πικραίνουν, που σας δυσκολεύουν, που σας απορρίπτουν. Δεν είναι εχθροί σας. Είναι τα μαθήματα που πρέπει να περάσετε για να πάρετε το "πτυχίο" που η ζωή κρατάει καλά φυλαγμένο στα ψηλότερα ράφια της.
Μάθετε να ζείτε το τώρα. Χαρείτε που είστε ζωντανοί, που αναπνέετε, που έχετε μάτια και διαβάζετε αυτές τις γραμμές. Κάποιοι άλλοι δεν μπορούν να κάνουν ούτε κι αυτό! Τους είδαμε στην Παρά-ολυμπιάδα, την απόλυτη μορφή της ανθρώπινης δύναμης και μεγαλοπρέπειας. Ας μάθουμε από αυτούς. Ας ξεκλέψουμε λίγο από τη δύναμη που κρύβουν μέσα τους αυτοί οι άνθρωποι. Κι αυτή η δύναμη είναι η δύναμη του τώρα. Η δύναμη να ρουφούν τη ζωή έτσι όπως αυτή τους έχει χαριστεί με όλη τη δύναμη των πνευμόνων τους.
Γιατί; Έτσι απλά, γιατί τώρα που εσείς διαβάζετε αυτή τη στήλη, στο σπίτι, στο τραίνο ή στο γραφείο σας, υπάρχουν πολλά εκατομμύρια άνθρωποι που θα έδιναν τα πάντα για να βρεθούν στη θέση σας!

 Πραγματοποιήθηκε η δωρεά 83  γερμανικών βιβλίων σε ελληνική μετάφραση, από τον αναπληρωτή Γενικό Πρόξενο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Carsten Müller  με την παρουσία της Διευθύντριας της Βιβλιοθήκης του Goethe-Institut Thessaloniki, Μαριάννας Πυλωρίδου προς την Κοβεντάρειο Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, το μεσημέρι της Πέμπτης 20 Δεκεμβρίου 2018.
Ο κ. Müller εξέφρασε την ιδιαίτερη χαρά του για τη δωρεά αυτή σε μια τόσο σπάνια και πολύτιμη βιβλιοθήκη, όπως χαρακτήρισε την Κ.Δ.Β.Κ. ‘Ελπίζω ότι αυτοί οι τόμοι σύντομα θα αποκτήσουν τα σημάδια φθοράς που χαρακτηρίζουν τα πολυαναγνωσμένα βιβλία…’, ανέφερε μεταξύ άλλων  στο χαιρετισμό του.   
Ο δήμαρχος Κοζάνης, Λευτέρης Ιωαννίδης, αφού ευχαρίστησε τον κ. Müller και την εκπρόσωπο του  Goethe-Institut, από το οποίο έγινε η επιλογή των κλασσικών αλλά και σύγχρονων βιβλίων της δωρεάς, τόνισε πως ‘η εξωστρέφεια είναι σημείο κλειδί για τη βιβλιοθήκη, όπως και για την Κοζάνη. Τέτοιες συνεργασίες και παρουσίες τις επιδιώκουμε για να αναδείξουμε τη βιβλιοθήκη μας και την Κοζάνη…’
Όπως ανέφεραν ο αναπληρωτής Γενικός Πρόξενος της Γερμανίας και η Διευθύντρια της βιβλιοθήκης του Goethe-Institut Thessaloniki, ‘μέσα από αυτή την ενέργεια ξεκινά μια πιο στενή συνεργασία των δύο φορέων με την Κ.Δ.Β.Κ., ούτως ώστε το κοινό να έρθει πιο κοντά στη γερμανική λογοτεχνία. Η συνεργασία αυτή θα συνεχιστεί μέσα από διάφορες δράσεις’.
Μετά την τελετή παράδοσης των βιβλίων ο αναπληρωτής Γενικός Πρόξενος,  η Διευθύντρια της Βιβλιοθήκης του Goethe-Institut, ο δήμαρχος Κοζάνης και ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού και πρόεδρος της Κ.Δ.Β.Κ., συμμετείχαν σε συνάντηση εργασίας με μέλη των Διοικήσεων και υπηρεσιακά στελέχη των τριών Πολιτιστικών Νομικών Προσώπων του Δήμου Κοζάνης,  με αντικείμενο την ανταλλαγή απόψεων και τις δυνατότητες της περαιτέρω προώθησης της ελληνογερμανικής πολιτιστικής συνεργασίας.
Η σημαντική αυτή ημέρα για την βιβλιοθήκη έκλεισε με την ξενάγηση στους θησαυρούς της και τα σπάνια βιβλία και χειρόγραφα που διαθέτει. 


Η Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης απέκτησε στη συλλογή της 83 λογοτεχνικούς τίτλους γερμανικών βιβλίων σε ελληνική μετάφραση

 Πραγματοποιήθηκε η δωρεά 83  γερμανικών βιβλίων σε ελληνική μετάφραση, από τον αναπληρωτή Γενικό Πρόξενο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Carsten Müller  με την παρουσία της Διευθύντριας της Βιβλιοθήκης του Goethe-Institut Thessaloniki, Μαριάννας Πυλωρίδου προς την Κοβεντάρειο Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, το μεσημέρι της Πέμπτης 20 Δεκεμβρίου 2018.
Ο κ. Müller εξέφρασε την ιδιαίτερη χαρά του για τη δωρεά αυτή σε μια τόσο σπάνια και πολύτιμη βιβλιοθήκη, όπως χαρακτήρισε την Κ.Δ.Β.Κ. ‘Ελπίζω ότι αυτοί οι τόμοι σύντομα θα αποκτήσουν τα σημάδια φθοράς που χαρακτηρίζουν τα πολυαναγνωσμένα βιβλία…’, ανέφερε μεταξύ άλλων  στο χαιρετισμό του.   
Ο δήμαρχος Κοζάνης, Λευτέρης Ιωαννίδης, αφού ευχαρίστησε τον κ. Müller και την εκπρόσωπο του  Goethe-Institut, από το οποίο έγινε η επιλογή των κλασσικών αλλά και σύγχρονων βιβλίων της δωρεάς, τόνισε πως ‘η εξωστρέφεια είναι σημείο κλειδί για τη βιβλιοθήκη, όπως και για την Κοζάνη. Τέτοιες συνεργασίες και παρουσίες τις επιδιώκουμε για να αναδείξουμε τη βιβλιοθήκη μας και την Κοζάνη…’
Όπως ανέφεραν ο αναπληρωτής Γενικός Πρόξενος της Γερμανίας και η Διευθύντρια της βιβλιοθήκης του Goethe-Institut Thessaloniki, ‘μέσα από αυτή την ενέργεια ξεκινά μια πιο στενή συνεργασία των δύο φορέων με την Κ.Δ.Β.Κ., ούτως ώστε το κοινό να έρθει πιο κοντά στη γερμανική λογοτεχνία. Η συνεργασία αυτή θα συνεχιστεί μέσα από διάφορες δράσεις’.
Μετά την τελετή παράδοσης των βιβλίων ο αναπληρωτής Γενικός Πρόξενος,  η Διευθύντρια της Βιβλιοθήκης του Goethe-Institut, ο δήμαρχος Κοζάνης και ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού και πρόεδρος της Κ.Δ.Β.Κ., συμμετείχαν σε συνάντηση εργασίας με μέλη των Διοικήσεων και υπηρεσιακά στελέχη των τριών Πολιτιστικών Νομικών Προσώπων του Δήμου Κοζάνης,  με αντικείμενο την ανταλλαγή απόψεων και τις δυνατότητες της περαιτέρω προώθησης της ελληνογερμανικής πολιτιστικής συνεργασίας.
Η σημαντική αυτή ημέρα για την βιβλιοθήκη έκλεισε με την ξενάγηση στους θησαυρούς της και τα σπάνια βιβλία και χειρόγραφα που διαθέτει. 


 Τετρακόσια βιβλία συγκεντρώθηκαν για την Παιδιατρική Κλινική του Μαμάτσειου Νοσοκομείου, στο πλαίσιο δράσης που διοργάνωσαν το περιοδικό Λόγου & Τέχνης ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ και το Συνεταιριστικό Βιβλιοπωλείο Κοζάνης. Τα βιβλία παραδόθηκαν στο νοσοκομείο την Παραμονή των Χριστουγέννων, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από παιδιά που νοσηλεύονται τις ημέρες των γιορτών, αλλά και προκειμένου να γίνει μία μόνιμη δανειστική βιβλιοθήκη στην Παιδιατρική Κλινική, καθώς ο αριθμός των βιβλίων που συγκεντρώθηκαν είναι μεγάλος.
     Τα βιβλία παρέλαβε ο Αναπληρωτής Διοικητής του Νοσοκομείου, κ. Τόλιος Σπυρίδων, ενώ η παράδοση έγινε από τον Εκδότη του Περιοδικού Παρέμβαση, κ. Β.Π. Καραγιάννη, την Συνεκδότρια και Υπεύθυνη Δράσεων του περιοδικού, κ. Δ. Καραγιάννη και τον Πρόεδρο του Δ.Σ. του Συνεταιριστικού Βιβλιοπωλείου, κ. Δ. Καμαριάδη.
    Κάθε βιβλίο γράφει μέσα μία ευχή για τα παιδιά που νοσηλεύονται. Η ανταπόκριση του κόσμου στη συγκεκριμένη πρωτοβουλία ήταν ιδιαίτερα μεγάλη και ήταν πολλοί αυτοί που συνέβαλαν  με την ευγενική προσφορά των βιβλίων τους.


400 βιβλία για την Παιδιατρική Κλινική του Μαμάτσειου Νοσοκομείου Κοζάνης

 Τετρακόσια βιβλία συγκεντρώθηκαν για την Παιδιατρική Κλινική του Μαμάτσειου Νοσοκομείου, στο πλαίσιο δράσης που διοργάνωσαν το περιοδικό Λόγου & Τέχνης ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ και το Συνεταιριστικό Βιβλιοπωλείο Κοζάνης. Τα βιβλία παραδόθηκαν στο νοσοκομείο την Παραμονή των Χριστουγέννων, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από παιδιά που νοσηλεύονται τις ημέρες των γιορτών, αλλά και προκειμένου να γίνει μία μόνιμη δανειστική βιβλιοθήκη στην Παιδιατρική Κλινική, καθώς ο αριθμός των βιβλίων που συγκεντρώθηκαν είναι μεγάλος.
     Τα βιβλία παρέλαβε ο Αναπληρωτής Διοικητής του Νοσοκομείου, κ. Τόλιος Σπυρίδων, ενώ η παράδοση έγινε από τον Εκδότη του Περιοδικού Παρέμβαση, κ. Β.Π. Καραγιάννη, την Συνεκδότρια και Υπεύθυνη Δράσεων του περιοδικού, κ. Δ. Καραγιάννη και τον Πρόεδρο του Δ.Σ. του Συνεταιριστικού Βιβλιοπωλείου, κ. Δ. Καμαριάδη.
    Κάθε βιβλίο γράφει μέσα μία ευχή για τα παιδιά που νοσηλεύονται. Η ανταπόκριση του κόσμου στη συγκεκριμένη πρωτοβουλία ήταν ιδιαίτερα μεγάλη και ήταν πολλοί αυτοί που συνέβαλαν  με την ευγενική προσφορά των βιβλίων τους.