Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Αρετούλα, η συνταξιούχα

Σάτιρα της ΤΣΟΚΤΟΥΡΙΔΟΥ ΠΑΡΘΕΝΑΣ.
-Η Αρετούλα έφυγε απ' την Υπηρεσία
συνταξιούχα έγινε παρά την ικεσία
κάποιων συναδελφισών να κάτσει λίγο ακόμα
εκείνη δεν λογάριασε αξιώματα και κόμμα.
-Πριν φύγει όμως στη σύνταξη μια συναδέλφισα της
ευθύς την προειδοποίησε πως ήρθε η σειρά της
αυτή να γίνει μια γιαγιά, απόκληρη, μονάχη
και πως θα γέμιζε σωρό πλήξη, ανία, άγχη.

-Τα δόντια της θα πέφτανε από τη στενοχώρια
θα σάπιζαν τα ούλα της και θα μυρίζαν όλα
άσπρη μασέλα θα' κανε όπως και της γαιδάρας
τα σάλια της θα πέφτανε στο πιάτο της παπάρας.
-Τα όμορφα μαλλάκια της θα ίσιωναν καμπόσο
θα πέφτανε, θα μένανε δυο τρίχες όσο κι όσο
να πεις πως θα υπήρχανε και πως θα ανεμίζουν
και γύρω της γέλιο τρελό στον κόσμο θα χαρίζουν.
-Τα νύχια της θα έσπαγαν, θρύψαλα θα γινόταν
κι η όζα της η κόκκινη σαν αίμα θα φαινόταν
θα φύτρωναν πολλές ελιές στη μύτη, στο λαιμό της
ρυτίδες θα' φερνε παντού, ουαί κι αλίμονο της.
-Θα άλλαζε τη φορεσιά, θα ντύνονταν στα μαύρα
πάει η εικόνα η παλιά που' ταν φωτιά και λαύρα
τα εσώρουχα θα αλλαχτούν και θα φοράει βράκες
κι όλοι θα την κοιτάζουνε!!! Γιατί; Μα είναι βλάκες!!!
-Μαντήλι, μυξομάντηλο γεμάτο από ευρούλια
στην τσέπη θα κυκλοφορά η σπαγγο-Αρετούλα
στην εκκλησιά την Κυριακή και στις γιορτές θα πάει
και όλα τα ευρούλια της εκεί θα ακουμπάει.
-Κυρία είναι της ΔΕΗΣ, δεν έχει ανάγκη αυτή
παράδες θα' χει ένα σωρό, ακουστικά στ' αυτί
γυαλάκια στα ματάκια της και φυτευτά φριδάκια
θα κρέμονται οι μπάλες της που είχαν γαλατάκια.
-Κιλά θα βάλει ένα σωρό, θα γίνει μια βαρέλα
μ' ομπρέλα θα κυκλοφορεί γιατί θα έχει τρέλα
καφέ θα πίνει το πρωί κι ύστερα θα γυρνάει
κι όλα τα καταστήματα αυτή θα αλωνάει.       
-Στο χέρι πάντα θα κρατά μπαστούνι απ' την Περσία
ένα μπεγλέρι μάγκικο που θαν' απ' την Ασία
όλα της τα κοσμήματα αυτή θα τα δωρίσει
στην πρώτη τη νυφούλα της για να την σκυλοβρίσει.
-Αχ, Αρετούλα, απόκαμες από τα γηρατειά
η σκέψη σου βαριά πολύ, λοξή και η ματιά
τρέμουλα στα χεράκια σου που θα' ναι ροζιασμένα
στα γέρικα ποδάρια σου, τα ξεποδαριασμένα.
-Πως θα σ' αφήσω φίλη μου, όμορφη Αρετούλα
και πως εγώ θε να σε βρω όταν στην συνταξούλα
θα έχεις γίνει μια γιαγιά σκατούλα, κατουρλιάρα
που όλη την ώρα θα πονά και θα' ναι ξεδοντιάρα;
-Πρόσεχε φίλη μου καλή το ποίημα σαν διαβάσεις
ποτέ σε τούτη τη ζωή εσύ να μη ξεχάσεις
πως πρέπει να φροντίζεσαι μ' όλη την επιμέλεια
να μη σε δω και τρανταχτώ σε φρικαλέα γέλια.
-Εύχομαι να' σαι ολόγερη κι από χαρά γεμάτη
την σύνταξη σου όληνε μη την κρατάς μα φάτη
φάε, πιες και χόρτασε σε τούτη τη ζωή
τη μάταιη για όλους μας που είναι λιγοστή.