Παρασκευή 25 Ιουλίου 2014

Μια ημιτελής ενοποίηση.

Της Χαράς Τριανταφύλλου.
Το κίνητρο για τη συγκρότηση μιας ενιαίας διακρατικής οντότητας στον ευρωπαϊκό χώρο υπήρξε η αποκατάσταση της ειρήνης και η διατήρηση της. Αργότερα, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα έθεσε ως στόχο την πραγμάτωση ελεύθερων οικονομικών και εμπορικών συναλλαγών. Η μετεξέλιξη αυτής της κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Ένωση επαναπροσδιόρισε τους σκοπούς της και προέβαλε την ιδέα της ενοποίησης .
Σε αυτό το πλαίσιο ενέταξε την κοινωνική πρόνοια, τις πολιτισμικές ανταλλαγές, την ένδειξη σεβασμού σε ομάδες με ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, με πρώτιστο γνώμονα τη διαβίωση σε ένα δημοκρατικό περιβάλλον. Εύλογα τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η Ενωμένη Ευρώπη έφερε εις πέρας τους στόχους της και τους ανασταλτικούς παράγοντες που έδρασαν σε αυτή την περίπτωση.
Κατ’ αρχάς, στη σύγχρονη γηραιά ήπειρο δε διαπιστώνεται η αναμενόμενη ισότητα, κύρια αρχή της δημοκρατίας. Συχνά γίνεται λόγος για Ευρώπη δύο ταχυτήτων. Καθώς το δίκαιο του ισχυρού επικρατεί, οι δυτικές αναπτυγμένες χώρες κυριαρχούν και προωθούν την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Διαχειρίζονται τον πλούτο, αποκομίζουν τα ανάλογα κέρδη και επιβάλλονται στα κράτη του Νότου, τα οποία χωρίς βούληση και πυγμή αποδέχονται παθητικά τις επιταγές τους. Με την οικονομική κρίση να απειλεί την Ευρωζώνη αφενός, τις αδύναμες μεσογειακές χώρες αφετέρου, οι δανειστές λαμβάνουν τα ηνία και συμπεριφέρονται αμείλικτα. Οι τεχνοκράτες ηγέτες ενεργούν αποκλειστικά προς εξυπηρέτηση αυτών των συμφερόντων και την αποπληρωμή των χρεών. Χωρίς καμία διάθεση για μια νέα «σεισάχθεια» εκ μέρους των ισχυρών, οι πολίτες αντιμετωπίζονται  σαν πηγές εσόδων, όχι οντότητες.  Το κράτος κοινωνικής πρόνοιας παύει να υφίσταται και παρατηρείται έξαρση των φαινομένων κοινωνικής παθογένειας.
Ακόμη, δεν μπορεί να νοηθεί ενοποίηση όταν τα διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά ορισμένων ομάδων αντιμετωπίζονται ρατσιστικά, καθώς και όταν υπάρχει παθητικός μιμητισμός δυτικών προτύπων. Σε εξελιγμένες κοινωνικές δομές, όπου έχουν θεμελιωθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα δε νοούνται διακρίσεις, αλλά πολιτισμένη συμπεριφορά . Πολιτισμός δεν είναι μόνο οι τέχνες και τα γράμματα, αλλά κυρίως ο σεβασμός της ανθρώπινης ύπαρξης. Η απόρριψη του διαφορετικού και οι προσπάθειες εξάλειψής του βάσει αναχρονιστικών προτύπων λειτουργούν ως τροχοπέδη στην ομαλή συμβίωση των ποικίλων ομάδων , οι οποίες συγκροτούν ένα πολυπολιτισμικό μωσαϊκό. Παράλληλα, στην άλλη όψη του νομίσματος, διαπιστώνεται η άβουλη υπακοή στο δυτικό πολιτισμό και η εμπορευματοποίηση της τέχνης. Σταδιακά διαμορφώνεται η άποψη πως οτιδήποτε ξενόφερτο είναι πιο αξιόλογο, βελτιωμένο, παράδειγμα προς μίμηση, ανεξάρτητα από την αντικειμενική του αξία. Συχνά η νέα γενιά υιοθετεί τα στοιχεία αυτά, λησμονώντας την παράδοση. Επομένως, δε γίνεται λόγος για ενοποίηση και εποικοδομητική πολιτισμική ανταλλαγή.
Η αντιμετώπιση της κατάστασης προϋποθέτει εντοπισμό εκείνων των παραγόντων που οδήγησαν σε αυτή. Αρχικά, δεν επετεύχθη ο στόχος συνειδητοποίησης της κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας. Οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να συλλάβουν αυτή την ιδέα, η οποία προάγει κάτι απλό, δηλαδή τα κοινά γνωρίσματα των ευρωπαϊκών λαών. Πέρα από τον κοινό χώρο διαβίωσης, οι διάφοροι λαοί μοιράστηκαν ανά τους αιώνες γλώσσα, θρησκεία, επιστημονικές γνώσεις. Ωστόσο, εμμένουν στις μεταξύ τους διαφορές, ενώ το παιδαγωγικό τους σύστημα δε συμβάλλει στην άμβλυνση τους. Επικεντρωμένοι σε ό,τι τους χωρίζει και συμμαχώντας με κράτη ομόδοξα ή με αυτά με τα οποία έχουν κοινά συμφέροντα δεν υπηρετούν το όραμα της ενοποίησης. Έτσι, η Ε.Ε παραμένει μια κατακερματισμένη υπόσταση, που αδυνατεί να συναγωνιστεί τις κοσμοκράτειρες δυνάμεις και μόνο αν ανατρέψει τις προκαταλήψεις θα μπορέσει να κατακτήσει τους στόχους της.
Επιπλέον, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην επικέντρωση της Ε.Ε σε ζητήματα οικονομικού χαρακτήρα. Ο κλάδος αυτός είναι αδιαμφισβήτητα εξαιρετικής σημασίας, αλλά δεν αποτελεί μοναδική αρμοδιότητα της Ένωσης. Υπάρχουν ποικίλα θέματα για τα οποία οφείλει να μεριμνά, καθώς και όργανα που επωμίζονται τις ανάλογες υποχρεώσεις. Τα τελευταία όμως αποφαίνονται σε συνθήκες αδιαφάνειας και δίχως την έγκριση της πλειονότητας του ευρωπαϊκού λαού. Με θεσμική δυσλειτουργία και κυρίως οικονομικό, τεχνοκρατικό χαρακτήρα η Ένωση επιστρέφει στα πρότυπα της Ε.Ο.Κ και δεν εκσυγχρονίζεται. Χάνει τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα της, το πνεύμα αλληλεγγύης και οικουμενικότητας που θα έπρεπε να τη διέπει, οι ενέργειές της δεν απορρέουν από τη βούληση της κοινής γνώμης, αλλά προκαθορίζεται από τους φιλάργυρους πολιτικούς. Η Ευρώπη χρειάζεται φυσιογνωμίες που θα γίνουν αρωγοί του πολίτη και προασπιστές της ενοποίησης.
Το ρόλο αυτό μπορεί να επιτελέσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ιδιαίτερα εφόσον του παραχωρηθούν περισσότερες δικαιοδοσίες. Επίσης, καθοριστικά θα συνέβαλαν οι θεσμοί άμεσης δημοκρατίας, κυρίως τα δημοψηφίσματα. Ανακεφαλαιωτικά παρατίθεται ότι, παρά τα όποια προβλήματα, οι προοπτικές για την Ε.Ε παραμένουν θετικές και, αν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, τα κράτη-μέλη θα μπορέσουν να ατενίσουν το μέλλον με αισιοδοξία.